Ο οπαδός του Ηρακλή Θεσσαλονίκης.
— Πού έπαιζε ο Στολτίδης πριν τον γαύρο;
— Στις γριές.
Got a better definition? Add it!
Ο διαιτητής ενός αγώνα. Προφανώς λόγω του μαύρου χρώματος.
- Και εκεί που πάμε για το διπλό, σφυρίζει το κοράκι πέναλτυ. Θά' μπαινα μέσα να του χώσω τη σφυρίχτρα στον κώλο.
Got a better definition? Add it!
Έκφραση γηπέδου που συνοδεύει μια επιτυχημένη ντρίμπλα ενός μπαλαδόρου. Έχει βγει γιατί υποθετικά ο αμυντικός ζαλίζεται και φτάνει στα πρόθυρα του εμετού.
-Πω ρε μαλάκα... Είδες τι έκανε ο παίκτουρας; Μοίρασε σακούλες σε λέω!
Got a better definition? Add it!
Δείχνει το άτομο που περνά πιο πολύ χρόνο στο γυμναστήριο παρά στο σπίτι του προκειμένου να φτιάξει το ιδανικό σώμα για λόγους υγείας, για να πάρει μέρος σε κάποιο διαγωνισμό (σπανιότερα), ή για να το εκθέτει σε κοινή θέα στη παραλία το καλοκαίρι με ανάλογες αξιώσεις (συχνότερα).
Το όνομα προέρχεται απο τον Arnold Schwarzenegger
διάσημο bodybuilder-ηθοποιό και νυν κυβερνήτη της California των Η.Π.Α.
- Θα έρθει απόψε μαζί μας για ποτάκι ο Δημήτρης;
- Αποκλείεται, πάλι στο γυμναστήριο θα πάει. Θέλει λεει μέχρι το καλοκαίρι να έχει φτιάξει σώμα!
- Α, την έχει δει και πολύ σβάρτσος!
Βλ. και σφίχτης, σφίχτερμαν, μπονταίος, πρησμένος.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο υπερβολικά γυμνασμένος, σε αντιαισθητικό βαθμό, που για να πετύχει τέτοιο αποτέλεσμα έχει πάρει μπόλικα αναβολικά.
-Κοίτα τον πρησμένο που βγαίνει απο τη θάλασσα! Έχει ένα ύφος «εδω είμαι κορίτσια»... -Ναι, κοίτα όμως που περπατάει και σαν χεσμένος!
Σχετικά: Κ.Δ.Ο.Α., κορμαρίων, μποντέος / μπονταίος, μποντιμπιλντεράς, ντούκι, σβάρτσος, σφίχτερμαν, σφίχτης, τίγκας, τίγκατρον, τρίπατος, φουσκωτός, χτιστός.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Got a better definition? Add it!
Ο άριστος παίχτης (στη μπάλα, στα τυχερά παιχνίδια κλπ.)
Ο πολύ καπάτσος.
Got a better definition? Add it!
Παραλλαγή του κλασικού κοκτέιλ Cuba Libre. Αγαπημένο ποτό των οπαδών της ομάδας της Θεσσαλονίκης, ΠΑΟΚ. Παρασκευάζεται με 3 μέρη Ρετσίνα Μαλαματίνα (αποκλειστικά) και 1 μέρος Κόλα. Χυμός Lime προαιρετικά. Σερβίρεται στα ταβερνεία πέριξ του γηπέδου της Τούμπας τις Κυριακές ή παρασκευάζεται αυτοσχεδίως από τους οπαδούς προ της εισόδου τους στο Γήπεδο της Τούμπας.
– Ρε συ Μάκη, παίξαμε τίποτα χτες, για πάλι χάλια;
– Φίλε, άμα δεν έχεις πιει τουλάχιστον 3 Toumba Libre πριν το ματς, η ομάδα δεν βλέπεται φέτος...
Δες και κουστούμι.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο γυμνασμένος, συνήθως αντιπαθής άνδρας που αρέσκεται να επιδυκνείει τα μούσκουλά του σε νεαρές κορασίδες στις παραλίες το καλοκαίρι.
Η λέξη προέρχεται απο τις δημοφιλείς ρακέτες, κατεξοχήν σπορ των ατόμων αυτών στην παραλία.
Τσέκαρε πώς κορδώνεται ο μπρατσορακέτας για να τον δει η γκόμενα!
Βλ. και σφίχτερμαν, σφίχτης, μπονταίος, πρησμένος, σβάρτσος.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το άχρηστο στολίδι, η διακόσμηση, χρησιμοποιημένο υποτιμητικά αντί για «γλάστρα».
Διαδόθηκε από μια διαφήμιση του ΟΠΑΠ που είχε σκοπό να καταχωρίσει την λέξη ως καινούργια ορολογία στο ποδόσφαιρο.
(Προς τον διαιτητή) Σφύρα για το φάουλ ρε φιοριτούρα!!!! Στραβός είσαι;;;;
Got a better definition? Add it!