Selected tags

Further tags

Αλεφάντεια έκφραση η οποία έγινε γνωστή μέσα από ένα εξάλεπτο ηχητικό απόσπασμα με διάφορες δηλώσεις του εν λόγω προπονητή στην εκπομπή του Γιώργου Μύρτσου. όπου συνεχώς αυτοαναιρείται. Η συγκεκριμένη έκφραση αφορά αγώνα Ολυμπιακού-ΠΑΟ την αγωνιστική περίοδο 2003-2004 (Ο Ολυμπιακός αγωνιζόταν στο γήπεδο της Ριζούπολης), όπου ο Αλέφαντος προέβλεπε την εξευτελιστική ήττα του ΠΑΟΚ από τον Ολυμπιακό, χρησιμοποιώντας την παραπάνω έκφραση, ενώ προηγουμένως έκανε πρόβλεψη για όλα τα αποτελέσματα του ΠΑΟΚ(!) Τελικά ο ΠΑΟΚ κέρδισε τον Ολυμπιακό 1-2 (στερώντας του ουσιαστικά το πρωτάθλημα) και ο Αλέφαντος ανασκεύασε τις δηλώσεις του την επόμενη ημέρα...

Η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται κυρίως για να δηλώσει κάποιος τη βεβαιότητά του ότι μια συγκεκριμένη αναμέτρηση σε κάποιο σπορ (ή και γενικότερα) έχει κριθεί εκ των προτέρων και αυτό θα φανεί με το που θα μπουν οι παίκτες στο γήπεδο. Κυρίως λέγεται η έκφραση για να τρομοκρατήσει τον αντίπαλο ώστε να μην μπει καν στη διαδικασία να αγωνισθεί.

  1. Την άλλη εβδομάδα παίζουμε με τη Δόξα Κωλοπετεινίτσας στο γήπεδό μας. Με λίγα λόγια, καλώς τα παιδιά, 3-0...

  2. Κοίτα ρε που θέλουν να κοντράρουν το Πορσικόμας με αυτό το κονσερβοκούτι. Καλώς τα παιδιά, 3-0!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χωσιματίας διαιτητής, κιτρινίζει τους παίκτες σαν να μην υπάρχει αύριο.

Σπανιότερα (και κυρίως στην μαρτυριάρικη μεγαλόνησο) καρτάκιας αποκαλείται κι ο παίχτης που συνεχώς τρώει κάρτες.

- Ματς για γερά νεύρα που αν λάβουμε υπόψη και το ματς του πρώτου γύρου που είχε μπόλικο ξύλο και 6 κίτρινες. Διαιτητής της αναμέτρησης ο Ούγγρος Κασάι που έιναι καρτάκιας.

- «Καρτάκιας» διαιτητής στο Ελλάδα-Νιγηρία

- Ο «καρτάκιας» Τιάγκο Κόστα: Δίχως ίχνος αμφιβολίας, ο Τιάγκο Κόστα συγκαταλέγεται ανάμεσα στους ποιοτικότερους ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού. Ο Πορτογάλος δεξιός μπακ, όμως, συνοδεύεται από ένα αρνητικό στατιστικό στοιχείο.Αγωνίστηκε σε πέντε ματς και αντίκρισε ισάριθμες κίτρινες κάρτες!

Ο Θεός να σε φυλάει! (από Vrastaman, 07/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Εκ του «παικταράς». Χρησιμοποιείται κυρίως στο ποδόσφαιρο κι αναφέρεται στον παίκτη που ξέρει μπάλα υψηλού επιπέδου.

Αυτός ο Μέσι τι παικτούρα που είναι ρε Γιώργη; Την Κυριακή έκανε χατ-τρικ. Μόνος του τους έπαιζε, πήρε την ομάδα στην πλάτη του. Σακούλες μοίραζε σου λέω!

(από HardcoreGR, 30/12/12)(από HardcoreGR, 30/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδρώνω τη φανέλα αλλά στον υπερθετικό βαθμό. Όρος δανειζόμενος από την ποδοσφαιρική αργκό των γηπέδων, κατά την οποία ο ποδοσφαιριστής ο οποίος θα παλέψει με δυνατά τάκλιν, σπρωξίματα, διεκδικήσεις για κεφαλιά κι όλα τα συναφή, είναι αυτός που τελικά θα ματώσει κυριολεκτικά, άρα θα έχει ματώσει και τη φανέλα του. Αντίθετα, αυτός που θα είναι «ατσαλάκωτος» θεωρείται ότι έχει συνήθως παθητικό ρόλο στην ομάδα του.

Στην καθομιλουμένη, το να ματώσει κάποιος τη φανέλα χρησιμοποιείται τόσο όταν αναφερόμαστε σε ποδοσφαιριστές που θα τα δώσουν όλα στο γήπεδο, όσο και σε εκείνους που θα προσπαθήσουν με το 100% των δυνατοτήτων τους στη δουλειά, στις γκόμενες και γενικά στους στόχους που θέτουν.

  1. - Βλέπω αυτά τα σαπάκια που έχουμε σήμερα για επίθεση και θυμάμαι τον Κριστόφ Βαζέχα. Μεγάλη μπάλα.
    - Πω ρε Γιάννη, τι μου θύμισες τώρα...τεράστια παικτούρα. Αυτός μάτωνε τη φανέλα για λίγα εκατομμύρια ευρώ, όχι σαν κάτι άλλους που έρχονται τώρα μόνο για τα ένσημα!

  2. - Τι κάνει αυτός; Έχει πάρει πρέφα ότι συμπλήρωσε 60 ώρες δουλειάς στο γραφείο αυτή τη βδομάδα; Τι θα γίνει, θα ξεκουβαλήσει να πάμε για καμιά μπύρα; Έφτασε η Παρασκευή.
    - Δεν υπάρχει ρε, μην ασχολείσαι. Ματώνει τη φανέλα το παλικάρι.

(από HardcoreGR, 30/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη γηπεδική διάλεκτο χρησιμοποιείται όταν σε επεισόδια το ένα «στρατόπεδο» τρέπεται σε φυγή και οι «αντίπαλοι» τους κυνηγούν.

- Όπως γυρνούσαμε από γήπεδο, μας την είχαν στήσει κάτι γαύροι στην Κηφισίας.
- Όντως; Τι παίχτηκε;
- Τι να παιχτεί ρε; Τους ρίξαμε τρελό τρέξιμο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σύλληψη, στη γηπεδική διάλεκτο. Η κατάσταση όπου το όργανο της τάξης σού περνάει χειροπέδες.

- Άκουσα ότι θα γίνει σκηνικό σήμερα στο γήπεδο.
- Ναι, μου το 'παν και μένα. Δε θα πάω, μην παιχτεί κανένα δέσιμο και έχουμε τρεχάματα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναγραμματισμένος ο όρος μουνάκι μεταξύ ανδρών με την φιλική έννοια του μπαγασάκου. Μουνάικ είναι ο μπαγασάκος που κατάφερε να «καρφώσει» το πιπίνι, αλλά φόραγε νάικ και όχι στράικ (φοράει στράικ και καρφώνει, που λέγαμε οι παλιάνθρωποι παλιά).

Προήλθε από αναγραμματισμό κατά το τσάτ με το φίλο Zakk Κάλαντα.

Zakk: μουνάικ, και μου το έπαιζες ερωτευμένος και δεν κοιτάω άλλη, αλλά το κάρφωσες το μινιόν εχτές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρίζει μυρωδικό, κατά προτίμηση επιθετικό ποδοσφαιριστή, ο οποίος καταφέρνει να πετύχει γκολ, εντελώς κατά τύχη όμως, καθώς η σχέση του με το ποδόσφαιρο είναι ανάλογη της σχέσης του Γ.Α.Π. με το υψηλό IQ.

Το λήμμα προέρχεται αφενός από τον Djibril Cisse, και αφεδύο από τον José Toché, ποδοσφαιριστής ο οποίος θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ανάπηρους σε παγκόσμιο επίπεδο.

- Πω ρε φίλε, πώς τον κρέμασε έτσι!! Από πότε βάζει τέτοιες γκολάρες το ταγάρι...
- Τζιμπρίλ Τοτσέ αγόρι μου!!!
- (2 σειρές πιο πίσω) Ρε μαλάκες για σέντρα πήγαινε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά γυμνασμένος άντρας (θηλ.: σκίστρω) ο οποίος αρέσκεται στο να προκαλεί επιδεικνύοντας τους μυς του με θυμωμένο βλέμμα σε δημόσιους χώρους (π.χ. γυμναστήρια). Συνήθως το βράδυ κοιμάται αγκαλιά με ένα ροζ αρκουδάκι, γιατί κανένας δεν τον κάνει παρέα.

Ανάλογα με το μέγεθος των μυών και του ροζ αρκουδιού υπάρχει ο ξε-σκίστης ή ο υπερ-ξε-σκίστης.

- Είμαι ο πιο δυνατός, ο πιο γυμνασμένος και ο πιο άγριος εδώ μέσα!!!
- Σιγά ρε σκίστη...

(από chrismegas, 06/02/13)(από chrismegas, 06/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμεθα στο υπερστιλάτο ιταλικό πραπρά και υπέρτατο φετίχ των Mods, αλλά στην θεαματικότερη ίσως ποδοσφαιρική καγκουριά έβερ: στην ντρίμπλα λαμπρέτα.

Πρόκειται για ελιγμό όπου ο ντριμπλαδόρος εκτινάσσει την μπάλα από πίσω του και πάνω από το κεφάλι του αμυντικού σε τροχιά 360° που θυμίζει ουράνιο τόξο. Η λαμπρέτα είναι φιγουρατζίδικη και γαμάουα αλλά - φευ! - περιορισμένης αποτελεσματικότητας και ωσεκτουτού συναντάται κυρίως σε δρόμικα παιχνίδια και λιγότερο σε επαγγελματικούς αγώνες.

Αγγλιστί: rainbow kick, γαλλιστί coup du sombrero.

1. Ο ποδοσφαιριστής της Ιντερνασιονάλ «άδειασε» τον αντίπαλο αμυντικό με την λεγόμενη ντρίμπλα «λαμπρέτα» αλλά στην συνέχεια στάθηκε άτυχος καθώς το πλασέ που επιχείρησε βρήκε στο δοκάρι.

2. «Κακιά συνήθεια» έχει γίνει στον Λεάντρο Νταμιάο η ντρίμπλα «λαμπρέτα». Ο Βραζιλιάνος άσος βρήκε την ευκαιρία να προσφέρει θέαμα στο φιλικό της Βραζιλίας με την Αργεντινή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified