Selected tags

Further tags

Ο μαλάκας με σλαβική εσάνς.

Δίνει πολύ λιγότερα χιτς στον γούγλη, από ό,τι ο παπάροβιτς αλλά και πάλι αρκετά. Το βρίσκουμε συχνά από κοινού με το παπάροβιτς σε υβριστικές κλητικές προσφωνήσεις ή εκφράσεις όπως «ο κάθε μαλάκοβιτς» (βλ. παράδειγμα 1). Σε αντίθεση όμως με το παπάροβιτς, το μαλάκοβιτς χρησιμοποιείται πολύ περισσότερο για να χλευάσει αθλητές και προπονητές από την Πρώην Γιουγκοσλαβία ή άλλες σλαβικές χώρες. Ειδικά είναι το λοιδωρητικό νικ των Bozidar Maljkovic, Yaka Lakovic Ivan Miljkovic.

  1. Από εδώ:

ο καθε παπαροβιτς και ο καθε μαλακοβιτς της τηλεορασης.
Ο ουρι γκελερ ποιος στον κορακα ειναι;

(σ.ς.: Αυτός! 1-0).

  1. Από βαζελοφόρουμ:

ΑΡΧΙΔΙΑ Ο ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΕΙΝΑΙ..ο αγκαμεζ ειναι πολυ πανω απο τον μαλακοβιτσ..πολυ πιο μικρος,πολυ πιο αλτικος,πολυ πιο δυνατος,πολυ πιο εξελισιμος.

  1. Από γαυροφόρουμ:

Αρκετα καλοι οι Ζιζιτς, Κολιεβιτς και Σοφο αμυντικα! Απο τον Ευρυπρωκτιακο πολυ καλος ο μαΛακοβιτς, ο Διαμαντιδης και ο Πιτσιλκας!Ρομπες εισαστε βαζελακια.......εχετε ομαδαρα (και καλα) και χωροπηδανε τα παιχτακια σας σαν κατσακια........σαν τον Καραγκουνη για να παρετε κανενα φαουλ!! ΡΟΜΠΕΣ!

Γιάκα (μα)Λάκοβιτς, ενώ τον έχει πιάσει η γιουγκοσλαβία του. (από Khan, 26/09/10)Εδώ με την γιουγκοσλαβία του Μαλίκοβιτς (προπονητής) και του Βράνκοβιτς (αντικανονικό φιστίκι που δεν έπρεπε να μετρήσει) πήρε ο βάζελος ευρωπαϊκό πρωτάθλημα (από Khan, 26/09/10)

Δες και -ίδης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιστορική φράση παρμένη από ιστορικό σύνθημα των 80ιζ μετά από ιστορικές μάχες του εν λόγω ιστορικού ποδοσφαιριστή με τελικό προορισμό την ιστορική κατάκτηση του πρωταθλήματος από την ΑΕΛ το 1988, ομάδα στην οποία ο ίδιος ήταν αρχηγός. Ο ποδοσφαιριστής υπήρξε μπαλαδότερος των μπαλαδοτέρων και χάρη στην υψηλή, αέρινη σχεδόν τεχνική του κατατάχθηκε ανάμεσα στους αγαπημένους της κερκίδας οι οποίοι τον έκαναν σύνθημα. Και κανονικά έπρεπε να λεχθεί πως «οι οπαδοί με καλλιτεχνικές φλέβες τον έκαναν σύνθημα», αλλά σιγά την πρωτότυπη ρίμα που εμπνεύστηκαν εδώ που τα λέμε.

Από τότε το εύληπτο αυτό σύνθημα ξεπέρασε τα στενά (πολύ στενά όπως με ενημερώνει ένας φίλος μου Βολιώτης) όρια των οπαδών της Λάρισας και έγινε σύνθημα στα στόματα όλων («ούλων» όπως μου θύμισε ένας φίλος Λαρισαίος ότι είπε ο Βολιώτης). Και φυσικά οι υπόλοιποι χρήστες της έκφρασης δεν την χρησιμοποιούσαν οπαδικά αλλά για χίλιες τρεις άλλες χρήσεις που τις αφήνω για τους μάστερς των λιστών.

Για να δώκω όμως ένα γενικό πλάνο χρησιμοποιείται μόνο όταν πρόκειται να ακολουθήσουν μεγάλες στιγμές για κάποιον/την ανθρωπότητα/μέρος της ανθρωπότητας:

  • Προ χεσίματος γιατί ο τύπος παραλίγο να σκάσει/ο τύπος είναι ιδιοφυΐα και θα ανακαλύψει φτηνές πηγές ενέργειας/ο τύπος έχει τρελάνει τους δίπλα του στο κλάσιμο.
  • Προ μεγάλης απόφασης που πρέπει να λάβει κάποιος γιατί δεν γίνεται να είναι συνέχεια καληνυχτάκιας/γιατί είναι ο πλανητάρχης και δεν δέχεται χυλόπιτες/γιατί έχει ζαλίσει τα αρχίδια στην παρέα του για την Κικίτσα που δεν-είναι-σαν-τα-άλλα-τα-κορίτσα.
  • Προ πράξης που ανέβαλλε συνεχώς αλλά κάποτε έπρεπε να γίνει γιατί δεν γίνεται να αποφεύγει για πάντα την περίεργη μαγειρική/γιατί είναι πρέσβης της Γης σε ειρηνευτική αποστολή στον πλανήτη Γκρουνξτς και πρέπει να δοκιμάσει τοπικές γεύσεις/γιατί οι γεύσεις είναι τα υπόλοιπα μέλη της αποστολής.

- Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα.
Λέει ο ΕΠΟΠ με κατεύθυνση τις τουαλέτες.
- Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα.
Λένε οι φαντάροι σε ακτίνα 5 μέτρων από τις τουαλέτες που δεν είναι συναχωμένοι, φεύγοντας.
- Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα.
Λένε τα πουστόνεα που έχουν αγγαρεία τουαλέτες.
- Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα.
Λέει ο λέλουρας που καταλαβαίνει πότε πρέπει να καταχωρίσει τι στο slang.gr

Το παράδειγμα-τα παστάκια-η ασκημούλα-το παστάκι στη μέση-το φτηνό τηλεπαιχνίδι στο μέγκα-τα χαρτομάντηλά μου-που είναι; (από knasos, 22/09/10)(από Khan, 23/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπασμένο ή σπασμένος συνεκδοχικά, λέγεται το σύστημα οδηγός - όχημα, όταν τηρούνται οι κάτωθι συνθήκες:

  • Το όχημα πηγαίνει με τσίτα τα γκάζια και βαράει κόφτες συνέχεια.
  • Ο οδηγός βλέπει το δρόμο σαν σοκάκι στη Χώρα και αρχίζει να φλερτάρει με τον δαλτονισμό.

Για την συγκεκριμένη συνθήκη πρέπει φυσικά το μηχάνημα να είναι πολλά κυβικά διότι αν είναι πρι-πρι ακυρώνεται αμέσως η νιρβάνα και παίζει σκέτη ταλαιπωρία (βλ. παράδειγμα)

Η σλανγκιά μάλλον προέρχεται από το ότι εάν οδηγείς πάντα στα κόκκινα τελικά θα σπάσεις το μοτεούρ.

- Οταν οδηγω μεγαλες αποστασεις και ειδκοτερα οταν εχω δευτερο ατομο που σε σπρωχνουν να κατσεις ακομα πιο μπροστα, μουδιαζει η ηβικη μου χωρα, και νεκρωνει ολος ο μηχανισμος! Σκοοτερ οδηγω, και πιστευω ειναι επειδη η σελα ειναι πιο μυτερη μπροστα και σου ριχνει σουβλιες στον καβερνοσο. Στα παπακια δεν ξερω αν ισχυει κατι διαφορετικο.

- Να πάρεις μοτάρντ μονοκύλινδρο να πηγαίνεις σπασμένος στας ΕΟ για να σου επαναφέρει το σύστημα ...από εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανηφόρα και ποδηλάτης. Αν έχεις ποδήλατο με καμιά πενηνταριά ταχύτητες μπρός - πίσω, κάτι γίνεται. Αν όμως έχεις κανένα βελαμοουζάκι αναγκαστικά θα σηκωθείς όρθιος στην πεταλιέρα για να υπερφαλαγγίσεις με το σωματικό σου βάρος την κλίση του δρόμου.

Σπανίοτε, σε μεγάλες κλίσεις η ορθοπεταλιά δεν αποφεύγεται, ακόμα και με το πιο high tech μασίνι της αγοράς.

Στα σλανγκέζικα το λήμμα σημαίνει τις αγωνιώδεις προσπάθειες κάποιου να υπερβεί δύσκολες καταστάσεις καταθέτοντας και την τελευταία ρανίδα του ιδρώτα του.

Προσφάτως, εν μέσω οικονομικής χρήσης κάποιοι προσπαθούν να μας πείσουν να βαρέσουμε ορθοπεταλιά για να την τη βγάλουμε καθαρή στο τέλος.

- Σε έναν απολογισμό του έργου της κυβέρνησης τις πρώτες 100 της ημέρες προχώρησε από το Ζάππειο ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου. Τόνισε ότι το 2010 θα είναι έτος μεγάλων αλλαγών και είπε χαρακτηριστικά: «Tο 2010 θα κάνουμε ορθοπεταλιά»
(από εδεπά)

(από perkins, 19/09/10)Ο όρος ακούγεται στο διάστημα 2:24-2:26 (από GATZMAN, 19/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην πεζή πραγματικότητα είναι ηλεκτρικό μηχάνημα κοπής συνήθως ξυλείας. Λέγεται και σκέτο κορδέλα και αποτελείται από κυκλική ευλύγιστη λάμα πριονιού που εδράζεται σε δύο τροχούς, ο ένας εκ των οποίων κινείται από ηλεκτρικό κινητήρα. Βασικό χαρακτηριστικό του μηχανήματος είναι ότι δεν μασάει πουθενά και ως εργαλείο βασανιστηρίων θα ήταν ταμάμ.

Ωσεκτουτού κι επειδή γλώσσα σλανγκίζουσα τ' αληθή λέγει, πριονοκορδέλα είναι αφενός η πάρα μα πάρα πολύ αυστηρή κριτική σε λεγόμενα ή σε πράξεις κάποιου κι αφετέρου η κακοποίηση κάποιου υπό τινός συνανθρώπου του.

Ειδικά η δεύτερη εκδοχή είθισται να αναφέρεται στον αθλητικό χώρο, όπου ο δράστης είναι ο διαιτητήςκαι το θύμα η μία ομάδα.

Σημαντικό: το λημματάκι αυτό συντάσσεται με το ρήμα περνάω.

  1. για την Ά σημασία :

Κι ο ίδιος στα 71 του χρόνια, θα κάνει την παρθενική του εμφάνιση σε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο. Άργησε, αλλά τα κατάφερε.
Τον Γερμανό, τον πέρασαν πριονοκορδέλα, σχεδόν απαίτησαν την απόλυσή του, ακόμη και σε περίπτωση πρόκρισης, οι επικήδειοι εκφωνήθηκαν (και γράφτηκαν) από την προηγούμενη του επαναληπτικού.
Εντάξει, ο Ρεχάγκελ δεν είναι ο πιο…ευέλικτος προπονητής του κόσμου...
από εδώ και

  1. για την Β':

Το γιο του ανθρώπου που έχει πει τη «μεγάλη» ατάκα «ο Γαύρος και το Αιγάλεω να κερδίζουν και οι υπόλοιποι να πάνε να γαμηθούνε. Για όσους δεν ξέρουν ο Σπάθας ήταν φέτος στα ερυθρόλευκα όργια στο Παγκρήτιο, πέρασε πριονοκορδέλα τον Παναθηναϊκό στο Καυτατζόγλειο, έναν Παναθηναϊκό που τον έφαγε πέρσι λάχανο στο Καραϊσκάκη.
από κει

ξυλουργική (από perkins, 18/09/10)καυσοξύλων (από perkins, 18/09/10)μετάλλου (από perkins, 18/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έδρα ποδοσφαιρικής ομάδας που επιτίθεται συνεχώς προκαλώντας πανικό στον αντίπαλο.

Εκτός του ότι η ομάδα αυτή δεν παίζεται με τίποτα εντός έδρας, συνήθως συνοδεύεται από ένθερμους υποστηρικτές που δημιουργούν εκρηκτική ατμόσφαιρα, αυτό που λέμε ο δωδέκατος παίκτης.

Μερικές τέτοιες έδρες

  • Το Camp Nou, έδρα της Barcelona F.C.
  • Το Old Trafford, έδρα της Manchester United
  • To Santiago Bernabeu, έδρα της Real Madrid

- Τι θα κάνουμε αύριο με τη Μπάρτσα;
- Τι να κάνουμε μωρμαλάκα; Το Καμπ Νου είναι το πιο κατηφορικό γήπεδο της Ευρώπης: στο πρώτο ημίχρονο γέρνει προς την πλευρά όπου αμύνεται η φιλοξενούμενη ομάδα και στο δεύτερο, προς εκείνη όπου επιτίθεται η Μπάρτσα! (εμπνευσμένο απο εδώ)

(από notheitis, 17/09/10)

βλ. και γέρνει το γήπεδο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο ποδόσφαιρο, είναι το πέρασμα της μπάλας κάτω από τα ανοιχτά πόδια του αντίπαλου αμυντικού. Όπως το θέτει γλαφυρά ποδοσφαιρο-σλανγκιστής εδώ, «ποδιά είναι το ελαφρό τσιμπηματάκι-πέρασμα της μπάλας κάτω από τα πόδια του επερχόμενου αντιπάλου. Απαραίτητη προϋπόθεση, ο επιθετικός να ξεκινήσει νωχελικά, ώστε να δώσει λανθασμένη εντύπωση στον αμυντικό πως όλα καλά θα του πάνε. Ακολουθεί αστραπιαίο πέταγμα και ελιγμός ώστε ο επιθετικός να παραλάβει την μπάλα από την άλλη μεριά και ο αμυντικός να πάρει την «ποδιά» και να την φορέσει μιας και από την ντροπή θα αλλάξει επάγγελμα».

Μάξι Ροντρίγκεζ: «Θα κάνω… ποδιά στον Κυργιάκο».
«Απειλές» μέσω της επίσημης ιστοσελίδας της Λίβερπουλ εκτόξευσε ο Μάξι Ροντρίγκεζ στον συμπαίκτη του Σωτήρη Κυργιάκο!
«Ναι, κάναμε πλάκα μεταξύ μας. Του είπα πως θα του κάνω ‘ποδιά’ και αυτός μου είπε πως θα με κλωτσήσει!», είπε αστειευόμενος ο Αργεντινός μεσοεπιθετικός για το ματς με την Εθνική Ελλάδας, όπου θα βρει αντιμέτωπο τον Έλληνα αμυντικό.
(Δες).

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Χρησιμοποιείται πολύ στον αθλητισμό. Βγαίνει από το αγγλικό lob, που σημαίνει το ρίξιμο της μπάλας στον αέρα έτσι ώστε να σχηματίσει υψηλό τόξο. Η αγγλική λέξη μαρτυρείται από το 1824.

Η λόμπα χρησιμοποιείται κυρίως στο τένις, όπου είναι μια υψηλή και δυνατή μπαλιά, κυρίως όταν ο αντίπαλος είναι κοντά στο φιλέ, αλλά έχει διάφορες παραλλαγές, όπως φαίνεται στο άρθρο της Βικούλας.

Στα ελληνικά η λόμπα χρησιμοποιείται κυρίως στο ποδόσφαιρο, όπου είναι «η μπαλιά μεταξύ σέντρας και σουτ που γίνεται την ώρα που ο επιτιθέμενος βλέπει τον τερματοφύλακα εκτός θέσεως και προσπαθεί να τον «κρεμάσει»», δες εδώ για πλήρη ορισμό. Άλλες εκφράσεις που χρησιμοποιούνται για τον ξευτιλισμένο από την λόμπα μεσολογγίτη τερματοφύλακα είναι «τον κρέμασε» και «τον τέντωσε». Για τις λόμπες είναι διάσημοι οι λατινοαμερικάνοι.

Με παρόμοια σημασία χρησιμοποιείται και στο μπάσκετ για την ψηλοκρεμαστή μπαλιά- πάσα- ασίστ που «κρεμάει» τους αντιπάλους και βρίσκει επιτιθέμενο στην καρδιά της ρακέτας, ιδίως σε αιφνιδιασμό. Αν ο πασαδόρος είναι κωλόφαρδος μπορεί και η λόμπα να καταλήξει στο καλάθι, ή αντίστροφο ένα σουτ-αερόμπαλα να το αδράξει συμπαίκτης και να σκοράρει οπότε να θεωρηθεί α πουστεριόρι ως λόμπα, όπως έγινε με ένα εξαιρετικά αμφίσημο σουτ-πάσα του Μίλος Τεόντοσιτς του Ολυμπιακού.

  1. Η λόμπα είναι επίσης ό,τι και ο λόμπας, ήτοι η κωλόμπα που της φάγανε τον κω. Από το περσικό gulampare βγαίνει το τουρκικό kulampara, - και τα δύο σημαίνουν τον ενεργητικό ομοφυλόφιλο-, και από εκεί το κολομπαράς. Με μια εντυπωσιακή ολίσθηση του σλανγκοσημαίνοντος έχουμε με σλανγκικές αποκοπές και αναπτύξεις και λολοπαίγνια τα: κωλόμπα, κωλόμπος, λόμπας, λομπίσκος, λο, ενώ από τον Χότζα έχουμε ακούσει και τα εθνικά/ εθνοτικά: κολομβιανός, λομβαρδός, λογγιβάρδος.

  2. Η παρδαλή λέξη αναφέρει ότι στα λευκαδίτικα (και ίσως όχι μόνο) η λόμπα είναι ό,τι και η λούμπα, δηλαδή η λακούβα. Η λούμπα πάντως σύμφωνα με το Βικάκι «προέρχεται από το αγγλικό lube bay. Στα συνεργεία αυτοκινήτων πριν εφευρεθούν οι υδραυλικοί ανυψωτήρες, η αλλαγή λαδιών γινόταν πάνω από ένα λάκκο, τη λούμπα», δες.

  1. α. Μπενφίκα: Στραπάτσο με λόμπα. [...] Ο 24χρονος Βραζιλιάνος φορ βγήκε στην αντεπίθεση και με μια εξαιρετική λόμπα από μεγάλη απόσταση, κρέμασε τον Ρομπέρτο, πετυχαίνοντας ίσως το καλύτερο γκολ της εβδομάδας στην Ευρώπη.
    (Δώθε).

β. Στην επόμενη φάση ο Καρνέζης βγήκε από την εστία του και ο Κλέιτον τον «κρέμασε» με μια βραζιλιάνικη «λόμπα» κερδίζοντας το χειροκρότημα των συμπαικτών του. (κείθε)

γ. Επιστροφή με λόμπα. Εάν ο παίκτης στον φιλέ σε τρώει ζωντανό, τότε η επιστροφή με λόμπα είναι καλή λύση. Ο συμπαίκτης σας πρέπει να μείνει πίσω. Προτιμάτε τις διαγώνιες λόμπες γιατί σας προσφέρουν καλύτερο στόχο. (παραπέρα).

δ. Με λόμπα καλάθι ο Τεόντοσιτς. (Από τον κόκκινο πλανήτη)

  1. α.- Τονε βλέπεις το Γιώργο; Μεγάλη λόμπα! Παλιός ποδηλατάς βλέπεις…
    - Περσινός κωλομπαράς - φετινός πούστης! Αυτό ξέρω εγώ…

β. - Είναι Λομβαρδός, γιου νόου, Μιλάνο, Πάβια, Κρεμόνα; οι Λογγιβάρδοι επιτίθενται, ένα πράμα (ο Χότζας περιγράφει μια λόμπα σε πρόσφατη συνάντα)

  1. Παραδέξου ότι έπεσες σε λόμπα. Δεν είναι κακό.
    Το αστέρι της Βεργίνας (όπως έγινες γνωστό) ή ήλιος (οκτάκτινος, 16κτινος κλπ) όπως ήταν γνωστό πριν την Βεργίνα, ήταν πανελλήνιο σύμβολο και το χρησιμοποιούσαν όλες οι ελληνίδες πόλεις-κράτη και βασίλεια. (Από φοράδα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιτιά, ιτιά, λουλουδιασμένη (τραγουδιστικά) - Πλατάνι - Πλάτανος: Ποδοσφαιρικοί όροι. Χρησιμοποιούνται για να αποδώσουν το αποτέλεσμα της ήττας τόσο στον πρώτο αγώνα, όσο και στον επαναληπτικό, λόγω ηχητικής ομοιότητας κι επανάληψης των λέξεων «ιτιά-ιτιά» που παραπέμπει ηχητικά στην «ήττα-ήττα». Το σπάσιμο της φωνής κατά την τραγουδιστική απόδοση του «ιτιά-ιτιά» επιτείνει το αίσθημα λύπης που μας κατακλύζει.

Η λέξη «πλατάνι», αποτελεί μετεξέλιξη λόγω συγγένειας με την ιτιά ως προς το βουκολικό τους χαρακτήρα. Εφόσον επρόκειτο για αξιοπρεπείς ήττες χρησιμοποιείται το ουδέτερο «πλατάνι». Εφόσον η ήττα (του επαναληπτικού αγώνα, καθώς στην επικοινωνιακή σχέση μεταξύ των συνομιλητών το αποτέλεσμα του πρώτου αγώνα νοείται γνωστό) χρησιμοποιείται και ο όρος «πλάτανος».

-Άσε ρε χθες κλείνοντας ταμείο είχα έλλειμμα 40.000 ευρώ και καθίσαμε όλοι οι υπάλληλοι μέχρι να εντοπιστεί το λάθος. -Και τι έγινε ρε; Βρέθηκαν; -Ναι ρε, τα είχα βάλει κατά λάθος στην εσωτερική τσέπη του σακακιού μου. Η ουσία της υπόθεσης είναι όμως πως έχασα τον αγώνα και στις 4 το πρωί που ξεμπερδέψαμε είχε τελειώσει και η Σούπερ Μπάλα. Λοιπόν; -Άσε φίλε, πλάτανος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ιαχή «Παύλο θεέ πάρε την ΠΑΕ» ακούστηκε για πρώτη φορά προ τριακονταετίας, από τους γενάρχες της φυλής των Πούλα-Πούλα. Απευθυνόταν στον Παύλο Γιαννακόπουλο, τον θεωρούμενο μεσσία της μπάλας που και καλά θα λύτρωνε τον Παναθηναϊκό από την οικογένεια Βαρδινογιάννη.

Τελικά ο Γιαννακόπουλος επικεντρώθηκε στο μπάσκετ, αλλά η κραυγή ριζώθηκε βαθιά στη συνείδηση του λαού. Μεταλλάχτηκε σε πιο σκληρά συνθήματα όπως «Τζίγγερ μπινέ πούλα την ΠΑΕ», αυτονομήθηκε από την μπανάθα, υιοθετήθηκε κι απ' το αεκάκι («Τίγρη Θεέ πάρε την ΠΑΕ») και μοιραίως απέκτησε ξεχωριστή υπόσταση εκτός αθλητισμού.

Έχοντας διατελέσει ναϊντίλα ολκής, χρησιμοποιείται πλέον κυρίως ως ad hoc χαριτωμενιά θαυμασμού ή ειρωνείας.

Ευχαριστώ τον Jonas για την Δημόσια Πάσα.

- Βγενόπουλε, κάνε πρόταση για την παέ. ότι ποσό θες αλλα βγες και πες ένα ποσό. και τα άλλα άστα σε εμάς. εμείς που χρόνια φωνάζαμε «παύλο θεέ-πάρε την παέ» (για να μας λυτρώσει από την καβουρο-οικογένεια) ειμαστε όλοι μαζί σου.
(εδώ)

- Ζουράρη Θεέ πάρε την ΠΑΕ! Δικαιώνεσαι μεγάλε για τη μνημειώδη φράση σου «Υπουργείο Εξωτερικών Τεμενάδων» - και εννοούσες βέβαια εκείνο το σκοτεινό οργανισμό που υποδύεται πως υπερασπίζεται τα ελληνικά συμφέροντα.
(εκεί)

- Σε απελπισία οι οπαδοί του Παναθηναϊκού μετά τη χθεσινή ήττα στην μαρτυρική Μεγαλόνησο. Το σύνθημα που κυριαρχούσε κατά την επιστροφή της ομάδας από τα κατερχόμενα, ήταν «Μητσοτάκη θεέ, πάρε την ΠΑΕ! Μητσοτάκη θεέ, πάρε την ΠΑΕ!».
(παραδίπλα)

- Εrdogan θεέ πάρε την ΠΑΕ. Το εννοώ. Από τη στιγμή που οι «διοικητές» θωρηκτών (Αβέρωφ) κατάντησαν πορτιέρηδες σε κλαμπάκια, δεν υπάρχει άλλη λύση.
(παρακείθε)

(από electron, 08/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified