Selected tags

Further tags

Μεγάλη αλήθεια! (στο ποδόσφαιρο).

Μτφ. χρησιμοποιείται κατά κόρον από αρσενικά. Επισημαίνει μια κατάσταση κατά την οποία το αρσενικό έχει συνευρεθεί με αμφιβόλου ηθικής θηλυκό, το οποίο τυγχάνει να είναι άτομο φιλικό με το περιβάλλον του. Στατιστικές μελέτες δείχνουν πως το αποτέλεσμα της συνουσίας αυτής κρίνεται άκρως αισθησιακό και ερεθιστικό και ακολουθείται από πλήρεις οργασμούς συνήθως κι από τις δύο πλευρές...

Έκφραση που δηλώνεται από αυθεντίες στο χώρο του ποδοσφαίρου και κατ' επέκταση και στον ερωτικό τομέα. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως προτροπή προς την συγκεκριμένη ενέργεια σε άτομα στα οποία ισχύει η ρήση «πολλά μουνιά τριγύρω σου, στον πούτσο σου κανένα» και αμφιταλαντεύονται για το αν είναι σωστό να ακολουθήσουν αυτό που τους λέει το «κεφάλι» τους.

- Πολλά μουνιά τριγύρω σου, στον πούτσο σου κανένα, ρέιιι!
- Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα. Εσύ γαμάς δηλαδή;;
- Άμα δεν «μπαζώσεις» δεν χτίζεις σπίτι, ρέιιι!!
- Το καλό το παλικάρι ξέρει κι άλλο μονοπάτι... Θα πάω να ψωνίσω μία απ' τις φτηνές...
- Τα καλύτερα γκολ μπαίνουν στα φιλικά , ρέιιι!!! Άσε τις πουτάνες και πιάσε τις φακλάνες που γυρνάς!

... Ρέιιιιιιι!!!

(από Don_Kilotis, 26/03/09)κ μια δικια μου. καλουλα ητανε. (από jesus, 26/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, οι λάσπες στα ποντιακά.

Στην Θεσσαλονίκη, τσαμούρια αποκαλούνται οι οπαδοί του Απόλλωνα Καλαμαριάς από τους υπολοίπους, δηλαδή από τους γύφτους, τα σκουλήκια και τις γριές.

Το παρατσούκλι προέκυψε από το γεγονός ότι εκείνα τα χρόνια (πάλι καρφώθηκα...) η Καλαμαριά ήταν εκτός Θεσσαλονίκης, και ως εξοχή ήταν τίγκα στη λάσπη. Επειδή στην Καλαμαριά ήταν και είναι τόπος που κατ' εξοχήν πήγαν κι έμειναν οι πρόσφυγες από τον Πόντο, αντί να λέμε τους οπαδούς της τοπικής ομάδας «λασπούρια», τους λέμε τσαμούρια. αατα

- Ου βρωμοσκούληκο! Σκουλήκια βρωμερά που ζείτε μες στο χώμα...
- Άι ρε σκατόγυφτε...
- Καλά ρε,τι κάφροι είστε... Είναι επίπεδο αυτό;
- Ρε, ρε... Μιλάν' όλοι, μιλάν' κι οι κώλοι. Ρε τσαμούρι, εσύ από τις μεγάλες ομάδες, τι είσαι;

Το γηπεδο του Απολλωνα οταν φτιαχνοταν - ποοοοολλη λασπη ρε παιδακι μου... (από acg, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νικώ, κερδίζω.

Από την λέξη «ρόμβος».

Κάποια παιδικά παιχνίδια (όπως το κουτσό), είχαν έναν ρόμβο που σημείωνε το νικητήριο τέλος της διαδρομής και όποιος έφτανε εκεί πρώτος έκανε ρόμβο-ρόμπο-ρούμπο.

Ρούμπος = η επιτυχία, η νίκη.
Σε ρούμπωσα = σε νίκησα.

Ε, να έχουμε και μία σεμνή λέξη για την νίκη μας. Είπαμε σλανγκ, αλλά αν μας καλέσουν για γκολφ και νικήσουμε, μην πλακώσουμε τον άλλον στα «σου έσκισα τα βάρδουλα ρε πούστη», «σου γάμησα τα πρέκια ρε παπάρα», δεν σηκώνει, θα ξεφτιλιστούμε σε τέτοιο «κωλομεγλειφάτο» περιβάλλον. :-) Ενώ ένα «σας ρούμπωσα» αγαπητέ μου, αφήνει άλλες εντυπώσεις.

- Ποιος κέρδισε στο τάβλι ρε;
- Εγώ ρε, τον ρούμπωσα τον Κώστα.

(από vip, 23/03/09)(από Βασίλης-7, 28/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντρικό φαντασιακό σεξολυμπιακό αγώνισμα.

12 δωδεκάδες αντρών, που πέρασαν στον τελικό (και μην ρωτάτε πως, εμείς πάντως είμαστε μέσα), παρατάσσονται σε παράλληλες σειρές, καθισμένοι σε αναπαυτικές σεζ λονγκ, αραχτοί και λάϊτ.

12 Λίλιαν , Σουζάνες, Ντέμπορες, Τζέσικες, Λόλες και ό,τι άλλο εμπίπτει στην κατηγορία μανουλομάνουλο, στέκονται ανά μία στην αρχή της κάθε αντρικής δωδεκάδας, φορώντας την στολή της Εύας π.Α (προ Αμαρτήματος).

Με το μπαμ του αφέτη, σκύβουν επί τη σκυτάλη. Οι άντρες μπορούν μόνο να τις παροτρύνουν να «σκυταλοδρομήσουν» γρήγορα, καθώς κάθε άλλη βοήθεια απαγορεύεται.

Νικήτρια όποια, αφού παραλάβει και ξετελέψει 11 σκυτάλες στην σειρά, ξετελέψει πρώτη και την δωδεκάτη σκυτάλη.

Η παραλλαγή κατά την οποίαν 12 Λίλιαν τσιμπουκοδρομούν επί μίας και μόνης σκυτάλης, ελέγχεται ως υπέρ του δέοντος φαντασιακή.

- Ρε συ, τι χείλια είναι αυτά που έχει το Λελάκι!
- Είδες ρε; Aυτή είναι για τσιμπουκοδρομίες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρική σλανγκορολογία. Αναφέρεται σε άστοχο σουτ το οποίο πήρε υπερβολικό ύψος, φτάνοντας την πτηνόσφαιρα, γεγονός για το οποίο, ο επίδοξος σκόρερ κινδυνεύει να λιντσαριστεί, όχι μόνο από έξαλλους απογοητευμένους οπαδούς της ομάδας του, αλλά και από οργισμένους ακτιβιστές της Greenpeace.

Χρήση: «Το σουτ / η μπάλα πήγε στα πουλιά» ή πιο απλά σκέτο: «στα πουλιά».

- Καραμήτρος με τη μπάλα... Καραμήτρος... Καραμήτρος... κάνει ό,τι θέλει στο χώρο του κέντρου... Καραμήτρος... Καραμήτρος λίγο έξω από τη περιοχή... ΤΟ ΣΟΥΤ ΚΑΙ.... στα πουλιά....

Επίσης δες και στο γάμο του Καραγκιόζη, καντήλι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πρόεδρος, η ομάδα και οι οπαδοί του Απόλλωνα Αθηνών.

Επειδή κάθε χρόνο, το καλοκαίρι που δεν είχε ποδόσφαιρο, νοίκιαζαν το γήπεδο της Ριζούπολης στους μάρτυρες του Ιεχωβά, για να κάνουν το ετήσιο συνέδριο.

Θα πάμε να ρίξουμε τρία μπαλάκια στους ιεχωβάδες μέσα στη Ριζούπολη.

Καλώς τα παιδιά, τρία - μηδέν...  (Αλέφαντος) (από Marco De Sade, 18/03/09)Το γήπεδο της Ριζούπολης - μετά την ανακαίνιση για τους Ολυμπιακούς (από poniroskylo, 18/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το ποδοσφαιρικό παιχνίδι όπου η μία ομάδα διασύρεται εντελώς. Που αρπάζει από 3 μπαλάκια και πάνω. Που παρακαλάς -αν είναι η ομάδα σου- να τελειώσει η ξεφτίλα, αλλά όχι μόνο δεν τελειώνει, αλλά πιάνει και βροχή και δεν έχεις ομπρέλα.

  2. Η ομάδα για το άθλιο θέαμα που παρουσιάζει.

  1. Είχε ένα πορνό χτές, Μάντσεστερ - Λίβερπουλ, 1 - 4.

  2. Άστα, πορνό είμαστε χτές. Ρουφήξαμε 5 μπαλάκια.

Εδώ οι μπάλες κάνουν ουρά (από Marco De Sade, 16/03/09)Πόσες μπάλες είπαμε;   (από Marco De Sade, 16/03/09)

Βλ. και τσόντα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ποδόσφαιρο κακής ποιότητας. Το μη μου άπτου, που όλοι πέφτουν και ξανασηκώνονται αμέσως και ανά δύο λεπτά. Το αδερφίστικο fair game soccer.

Ρε ουστ!

  1. Άντε ρε που θα κάτσω να δώ πορνόσφαιρο...

  2. Ακόμα και το πορνόσφαιρο που δείχνει (η τιβί) σακατεμένο το δείχνει...

Φίλοι (;) και οπαδοί... (από Marco De Sade, 16/03/09)Τουλάχιστον να έπαιζε αυτή η 11αδα, θα βλέπαμε άλλη μπάλα (μπάλες) (από Marco De Sade, 16/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για παρακμιακούς σφίχτερμεν και σβάρτσους, που δεν τους πάει καθόλου η σφιχτεροσύνη, αλλά τους χαλάει.

Από τον Χ. Τσέκο, που είχε αναλάβει την Εθνική ομάδα Άρσης Βαρών και τους έδινε διάφορα περίεργα σκευάσματα, που αποδείχτηκαν παράνομα. Σε μια αποθήκη του βρέθηκαν πολλές ληγμένες ουσίες, το 2004, ενώ φημολογείτο ότι πολλοί σβάρτσοι συνέχιζαν να κάνουν ουρές για να πάρουν τις ουσίες. Από τότε, όταν βλέπουμε ένα παρακμιακό μπιλντέρι χρησιμοποιούμε αυτήν την έκφραση.

-Πώς είναι έτσι αυτός ο κακαμοίρης; Απ' τα ληγμένα του Τσέκου πήρε;

Χ. Τσέκος (από Dirty Talking, 15/03/09)Χ. Τσέκος (από Dirty Talking, 15/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριστική ρίμα, κυρίως στα γήπεδα, αλλά και αλλού, όταν απευθυνόμαστε σε Ιταλό παίκτη αντίπαλης ομάδας.

«Ρουφιάνο, ρουφιάνο! Ιταλιάνο!».

Got a better definition? Add it!

Published