Γλαφυρή φράση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον μεταφορικό ευνουχισμό ενός ανδρός, τη μετατροπή του σε ένα άβουλο ον που άγεται και φέρεται υπό τις διαταγές ή επιθυμίες της γυναίκας του και την εν γένει παθητική του στάση έναντι αυτής. Το θύμα αν δεν είναι ήδη, μετατρέπεται σταδιακά σε μπουχεσολεβιέ.

- Λοιπόν Μπάμπη το βράδυ έχω κλείσει με τα παιδιά άλφα τράπεζα πίστεως Γονίδη. Πες και στον Πέτρο να έρθει.
- Χα χα χα! Ρε σιγά μην έρθει! Αφού τον έχει βάλει στο βρακί της η άλλη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση επιβεβαίωσης που απαντά σε κάτι που είπε κάποιος άλλος. Στα καλιαρντά μπαίνει και ερωτηματικό. Για πιο έμφαση μπορεί να προστεθεί το μα ή το όμως.

  1. - Πωπω, χάλια οι δρόμοι σε αυτή την περιοχή! - Μα τελείως;

2.- Τον ξέρεις το Νίκο; Περιπτωσάρα! - Τελείως όμως;

  1. -Καλα, αυτη η ταινία ήταν το κάτι άλλο! -Εντελώς;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πραγματικό γεγονός, όταν μια παρέα φαντάρων αφού είχαν κάνει χοντρή μαλακία και τους έπιασε η αστυνομία, έβαλαν τον gay της παρέας να «βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά». Οπότε και η προσέγγιση του gay ήταν πολύ χαριτωμένη. Χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει την εκδηλωμένη ομοφυλοφυλία.

- Δε μας τα λες καλά...
- Ντιγκι-νταγκ κυρ αστυνόμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση στα καλιαρντά που σημαίνει «γιατί να συμβεί;».

Το πουρκέ προφανώς είναι απο απο το Ιταλικό perche. Το υπόλοιπο είναι πιθανόν ψευτογαλλικό.

Αχ μου έτζασε με το γαργαρότεκνο η λούγκρα! Πουρκέ ντε σκεντέ σε μένα τη ψαμμοσκελού;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψευδοκαλιαρντὴ πεζοτραγουδικὴ ἔκφρασι, ποὺ σημαίνει ὅτι μᾶς ἔχουνε ρημάξει στὶς ὑποσχέσεις (συμπεριλαμβανομένων ὑπονοουμένων), ὅτι θὰ γαμήσουμε, ἀλλὰ τίποτε δὲν γίνεται. Ἡ ἄλλη πλευρὰ τὸ πάει ὅλο «γύρω-γύρω νἄρχεται, καὶ μέσα νὰ μὴ μπαίνῃ».

Δὲν τὴν ἄκουσα ποτὲ σὲ γνήσιο καλιαρντὸ πλαίσιο, μόνο ἀπὸ ἡμιμαθεῖς μικροαστοὺς ψευδομπενάβοντες.

Γλωσσάριο

Ἀβέλω: γενικὸ ρῆμα τῆς καλιαρντῆς, περὶπου ὅπως τὸ get τῆς ἀγγλικῆς, καὶ βάλε.
Κουραβέλω: γαμάω
νάκα: τίποτε

*Assist: popaoua από ΔΠ*

Ὅλο ἄβελε κουράβελε, καὶ κουραβέλα νάκα μᾶς τὸ πᾶνε τὰ κορίτσια. Μπάς καὶ μᾶς κοζάρανε γιὰ βοσκούς;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάγκικο ισοδύναμο του λοιπόν.

Το λεπόν μαζευόμαστε όλοι και την κάνουμε για μπαρότσαρκα.

Le pont, γαλλιστί. (από Vrastaman, 29/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση-καμουφλάζ για τους γκέι!

- Δηλαδή το γυαλιζεις το δοξάρι...
- Παρακαλώ ;
- Ο ήλιος καίει για μας τους γκέι...

Βλ. και την τρίζει την όπισθεν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα Χριστούγεννα στα καλιαρντά, εκ του αγγλικού birth (=γέννηση) και του Μους-Τζουσής.

Ανήμερα Μπέρθα του Μους-Τζουσή αρρίβαρε από τον Τζιναβότοπο.

(από Khan, 25/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλιαρντή λέξη από το πάνω-κάτω, σημαίνει άσκοπα.

Μα ο μπερντές έχει φτερά, αλέ πάει στη χάλω
και λούγκρα ο λαός, κατσικές και προβατές
ταπί από τους ψαλιδόκωλους, η πόλη εάλω
αβέλει τα ντουλά και σέρνεται πανωκατές….
(Από καλιαρντοστιχούργημα εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατόφια καλό / χρήσιμο.

- Και είναι καλό ρε αυτό το σταφ;
- Λίρα εκατό ρε λέμε!

(από filologas, 20/03/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified