Η φράση προέρχεται από το τουρκικό bırak lakırdıyı που σημαίνει κυριολεκτικά «άσε την κουβέντα», και στα καθ' ημάς πα να πει διάφορα πράματα, από «άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε» μέχρι «κόφτο, δε σε παίρνει».

Είναι πιστεύω μία από τις αργκοτικές εκφράσεις οι οποίες ενώ δεν επιβιώνουν στην καθημερινή ομιλία (τουλάστιχον στην Αθήνα), εν τούτοις εντοπίζονται ζωντανές στο νέτι ή στον γραπτό λόγο. Ίσως, λέγω, θα έπρεπε εδώ μέσα να γίνει μιά σχετική κατηγοριοποίηση, ταξινόμηση ή όπως διάολο το λένε τεσπα...αλλά άμα βαριέστε, δε γαμιέται...

Την έκφραση την χρησιμοποιούσε πολύ, αν ενθυμούμαι καλώς, ο Νίκος Τσιφόρος στα γραπτά του (εκεί στα '50-'60), αλλά δεν έχω κανένα βλιβλίο του πρόχειρο, τι θέτε τώρα, τσαμπουκά;

  1. Τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε: ούτε γάτα, ούτε ζημιά! μπρακ-λακριντι.

ΜΠΡΑΚ ΛΑΚΡΙΝΤΙ ΛΟΙΠΟΝ ΛΕΒΕΝΤΙΑ ΜΟΥ ΑΝΑΡΧΟ-ΑΠΛΥΤΗ...!!!

Και μη μας κανετε τον κορηο. [...] Σας ανθιστηκανε. Μπρακ λακριντί.

Αν πάλι τυχαίνει ο σχολιογράφος να μην είναι ασόβαρος άνθρωπος, τότε κάνει τουμπεκί ψιλοκομμένο και μπρακ λακιρντί, μέχρι να βρεθούν επαρκή στοιχεία [...]

[...]και αρχίσουν το μπρακ-λακιρντί και μας φλομώσουν με το άσχετο κουτσομπολιό τους.

(Όλα από το νέτι. Μη με βάζετε να λινκάρω τώρα, μπρακ λακιρντί...)

  1. Αναμνήσεις μυτιληνιού βετεράνου της Μικρασιατικής 1919-22. Ο αφηγητής προσπαθεί να διατηρήσει την συνοχή του στρατεύματος, προστατεύοντας αγαθιάρη φαντάρο από τις κοροϊδίες των συναδέλφων του (στις οποίες βεβαίως συμμετείχε μιά χαρά και ο ίδιος ο αφηγητής). Απο το βιβλίο του Τάκη Κόντου «Μικρασία τέλος», Αθήνα 1980.

- Όποιος μου το ξαναπεί, θα τον σκοτώσω! [...]
- Παιδιά, τους λέω, το πράμα σκούρηνε. Ο Παναωτάκης είνε που δεν είνε στα καλά...Η καζούρα μπράκ...

  1. [...]ο επαρχιώτης [...] συμβαίνει [...] να μην ξεχωρίζει αρκετά καλά τα λογιωτατίστικα από τα τούρκικα [...] Ετσι, «Συγχωρέσετέ με, λέει, αν δεν ηξέρω να κάνω κ' εγώ 'σαν την αφεντιά σας ώμορφο λακρεντί». Νομίζοντας το λακρεντί λογιωτατίστικο. Ανδρ. Λασκαράτος, από το «Ιδού ο Ανθρωπος».

  2. Το τουρκόφωνο νέτι βρίθει εκφράσεων όπως:
    bırak boş lakırdıyı = άσε τα κούφια λόγια.
    bırak lakırdıyı, icraata bak = άσε τα λόγια, κοίτα τα έργα.
    bırak lakırdıyı, işine bak = άσε τις κουβέντες και κοίτα τη δουλειά σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρόμοιο με το «όρσε

Το λέμε στον άλλον για να μην του ρίξουμε εμείς τη μούντζα, αλλά να φυσήξει ο ίδιος τα πέντε ενωμένα δάχτυλά μας, ώστε αυτά να ανοίξουν σαν λουλούδι και να τον μουντζώσουν. Παιδικό. Χρησιμοποιείται όμως κατά κόρον και από ενήλικες.

- Και που λες, εκεί που καθόμουν μόνος μου, σκάει μύτη η Λίλιαν και κάθεται δίπλα μου! Απίστευτο;
- Φύσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικευμένος αργκοτικός σχηματισμός της ενεργητικής στιγμιαίας προστακτικής.

Αναλυσούλα

Καταρχήν, τα ρήματα βήτα συζυγίας, σε -άω/ δηλαδή, σχηματίζουν τυπικά τη στιγμιαία τους προστακτική σε καταλήξεις που έχουν κλασικά κάτι απο σίγμα: γαμάω > γάμησέ τον, βαράω > βάρεσέ τον, ρουφάω > ρούφηξέ τον και λοιπά. Όπως είπαμε κι' εκεί όμως, στην αργκό και καθομιλουμένη είναι η συνεχής προστακτική τους που χρησιμοποιείται κατακόρον με στιγμιαία σημασία: γάμα τον, βάρα τον, ρούφα τον και λοιπά.

Στην άλφα συζυγία τώρα, κάποιες φορές η προστακτική αυτή δικαιολογείται από παράλληλο αργκοτικό, λαϊκό ή και διαλεκτικό τύπο του ρήματος, που το μετατρέπει από άλφα σε βήτα συζυγία (που είναι κι' αυτό αξιόλογο φαινόμενο, αλλά άλλη φορά): σφυρίζω > σφυράω > σφύρα τον (αντί σφύριξέ τον), διαλύω > διαλάω > διάλα τον (αντί διάλυσέ τον). Μεγάλο ατού του σχηματισμού, όπως φαίνεται καθαρά εδώ, είναι ότι προκύπτουν λιγοσύλλαβες λέξεις, που θα 'λεγα ότι τείνουν να προτιμιούνται σε γρήγορη ομιλία.

Υπάρχουν πάντως πάμπολλα παραδείγματα τέτοιων προστακτικών που δε βασίζονται σε παράλληλο τύπο βήτα συζυγίας, μεταξύ των οποίων και τα πασίγνωστα φεύγα (αντί φύγε), έμπα/έβγα (αντί μπες/βγες) και άλλα (δες και παραδείγματα). Εδώ είναι που βλέπει κανείς ότι μάλλον πρόκειται για περιπτώσεις συμμόρφωσης στον πολύ εδραιωμένο σχηματισμό της βήτα συζυγίας, που παίρνει αμπάριζα ό,τι βρίσκει στο διάβα του.

Και δυο παρατηρήσεις

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο σχηματισμός κάποιες φορές υποστηρίζεται απ' τ' ότι τα ηχητικά ινδάλματα που προκύπτουν είναι ήδη γνωστά ως θηλυκά ουσιαστικά (που μπορεί να προκύπτουν και απ' τη χρήση της αργκοτικής κατάληξης ουσιαστικού ): απλώνω > η άπλα > άπλα τον (αντί άπλωσέ τον), γιουχάρω > η γιούχα > γιούχα τον (αντί γιούχαρέ τον), προσβάλλω > η προσβόλα (αντί η προσβολή) > προσβόλα τον (αντί πρόσβαλέ τον), και λοιπά.

Απ' την άλλη όμως υπάρχει και η αντίστροφη επίδραση, η προστακτική σε να σχηματίζει ουσιαστικά (πάλι σε ), είτε ως απαρεμφατική προστακτική: μπαίνω > έμπα > το έμπα, ή αλλιώς: φεύγω > φεύγα > ο φεύγα, σαλτάρω > σάλτα > η σάλτα.

Ακόμη, να θυμίσουμε και συγκεκριμένα παραινετικά και προτρεπτικά επιφωνήματα των ελληνικών, όπως άιντα, γιάλα, γιούργια, τα οποία σε κατάλληλα συμφραζόμενα κάλλιστα μπορούν να υποστηρίξουν το σχηματισμό, με βάση το λεγόμενο νόμο της αναλογίας.

  1. Ωραίο βγαίνει, για συνέχα, για συνέχα! (από φόρουμ)

  2. Τσάκα την τσαπού.

  3. Αρπα το γκολ από τον Καρντόσο, που σας έκανε ό,τι ήθελε στο κέντρο, και μετά τρέχα. (από ιστολόι)

  4. - Δεν το περίμενα να γράψω ολόκληρο σεντόνι για τη φράουλα… αλλά είναι να μην κάνεις το πρώτο το ρημάδι το κλικ
    - [...] άπλα το σεντόνι σου, παρηγορία τώ ‘χουμε
    (σχόλια στον κυρ-Σαράντ)

  5. Nikolis L.: ειδικό για «ανισόρροπους»......ya know............... Nikats: @Νamemate ......i missed your point pal! ....;;
    Nikolis L.: Namemate........θα στο ζωγραφίσω
    Nikats: Aντε ωρέ...ζωγράφα το!
    (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτικός σχηματισμός της προστακτικής στιγμιαίου ποιού ενέργειας (κάνε κάτι άπαξ), με τον τύπο της προστακτικής συνεχούς ποιού ενέργειας (κάνε κάτι συνεχώς, επανειλημμένα): όπως όταν λέμε σε κάποιον τέλειωνε, εννοώντας όμως «τέλειωσε, τώρα».

Ίσως ένα λεπτό παράδειγμα θόλωσης του μηνύματος, η οποία διέπει την αργκό απ' άκρη σ' άκρη (εδώ λίγες πίπες για αργκό και ασάφεια), ωστόσο πρόκειται για εξαιρετικά εδραιωμένο φαινόμενο που ακούγεται συχνότατα και στην καθομιλουμένη, ειδικά όταν ο τύπος που προκύπτει είναι και συντομότερος: συγκεκριμένα στα ρήματα της βήτα συζυγίας (τα σε -άω/ δηλαδή), παίρνεις αντί για τα συνηθισμένα -ησε/-εσε και λοιπά (πιχί, «μίλα ρε», αντί για «μίλησε ρέ»). Πάντως, δέν προκύπτει πάντα συντομότερος τύπος, και εκεί είναι που αναδεικνύεται ο αργκοτικός χαρακτήρας του φαινομένου.

Παγιωμένες προστακτικές τέτοιου τύπου είναι για παράδειγμα οι λέγε αντί πες, έμπαινε αντί μπες (ή έστω μπέκα), κατέβαινε αντί κατέβα, φεύγα αντί φύγε, αλλά και δίνε του, κόλλα το και άλλες.

Τέλος, το ενδιαφέρον με το φαινόμενο αυτό είναι ότι έχει εδραιωθεί τόσο ώστε να ενθαρρύνει απ' ότι φαίνεται και τη γενίκευση της προστακτικής σε , παρατήρηση που αξίζει όμως δικό της λήμμα (αλλά δες το τελευταίο παράδειγμα).

  1. Το προβλημα σου ειναι μεγαλο... και εγκεφαλικο!!! Χτυπα μια το κεφαλι σου στον τοιχο μπας και παρεις στρωφες και τα ξαναλεμε... (σχόλιο σε ιστολόι)

  2. Κι εσύ πως το ξέρεις αυτό ρε; Έλα έλα 'μολόγα τα όλα, εσύ το παίρνεις το παραδάκι ε; Ξέρνα τα όλα τώρα παλιοχάκερ (από φόρουμ)

  3. Ξύπνα επιτέλους, ρε πούστη! Ξύπνα γαμώ το κέρατο μου... και γάμα τον κουρέα (από ιστολόι)

  4. Αντε ξεκινάτε τις μηνύσεις και μην κολλάτε πουθενα (από εδώ)

  5. Δώσε Shinoharas δώσε ! Έμπαινε ρε ΤΕΡΆΣΤΙΕ ΔΙΝΟΣΑΥΡΕ έμπαινε και πάρτους τα κεφάλια... πάρτους τα όλα και κατά-γάμα τους! (από φόρουμ)

  6. με δυσκολία κρατιέσαι να μην του φωνάξεις «Πολύ ωραία, κατέβαινε το παραδάκι αν με θέλεις σενιαρισμένη» (από εδώ)

  7. έλα στρίβε όπως είσαι, πάρε δρόμο (από ιστολόι)

  8. - Δεν μου λές γυναίκα, με απατάς!; Λέγε τώρα! Ναι ή ού;!
    - Ουουουου!
    (από εδώ)

  9. -ΦΥΓΕ ΑΠΟ ΠΑΝΩ ΜΟΥ, ΑΝΩΜΑΛΕ!
    -Δυο λεπτά θα πάρει, μωρό μου.
    -ΔΕ ΘΕΛΩ ΛΕΜΕ ΡΕ, ΦΕΥΓΕ!
    (από εδώ)

  10. - Θα συνεχίσει κανείς από την επόχα που το σταμάτησα, γιατί βαριέμαι; Ή να συνεχίσω;
    - Συνέχα το
    (από φόρουμ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη / επιφώνημα που σημαίνει φύγε, ουστ, όξω. Προέρχεται από τα Καλιαρντά.

Σχετικά λήμματα: την κάνω, την κανά, παίρνω τον πούλο, αδειάζω τη γωνιά.

  1. - Άντε τζους μωρή τώρα, γιατί πρέπει να ετοιμαστώ να πάω στο κομμωτήριο.

  2. - Τζους μωρή ψαμοσκελού νταλκαρέτεκνη που θα μας πεις και υψομετρούδες! Δεν έρχεσαι να μας ροσολιμαντάρεις τα σερμέλια;

(Μετάφραση: Ούστ μωρή καυλιάρη κωλόμπαρε που θα μας πεις και αδερφές! Δεν έρχεσαι να μας γλύψεις τα πέη. [lamproukos.blogspot.com])

(από allivegp, 04/07/10)"Βρε άντε τώρα τζους", καρβελιά. (από Khan, 08/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάληξη που παίρνει η προστακτική των ρημάτων μπαίνω, βγαίνω και πίνω εις την μαγκικήν. Προφ προέρχεται από δημώδη παραφθορά η οποία κατόπιν πέρασε στην μαγκίτικη καθομιλουμένη (βλ. παράδ. 1).

Το πιέκα είναι σπανιότερο και μάλλον λέγεται πιο πολύ για πλάκα.

Όποιος όμως ξέρει κάτι παραπάνω για την προέλευση αυτών των καταλήξεων, ας μας πει να ξεστραβωθούμε.

  1. ...στη χαλκιδα χρησιμοποιούταν πιο παλιά (τώρα δεν το ακους συχνά) το μπέκα-βγέκα αντί για το μπες βγες!! (από το νέτι

  2. Λέω τοῦ Θανάση γρήγορα, Θανάση, βγέκα ὄξω γιατὶ τὴ Γεωργούλα μας τὴν τρώει ὁ Κάτω Κόσμος
    (από το άσμα αυτό)

  3. Άιντα, πιέκα το να τελειώνουμε, πάμε να φύγουμε, νύσταξα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόσταγμα ή προτροπή που προτρέπει τον πλησίον να αφήσει τα δύσκολα μονοπάτια, και να κάνει κάτι ευκολότερο από αυτό των δυνατοτήτων του. Εμπνευσμένο από το γνωστό παιχνίδι μπουλώ (bouleaux) ή αλλιώς γνωστό ως πιλλότα, όπου το να παίξεις τα κόζια ή αλλιώς ατού, δείχνει την σίγουρη και απλή κίνηση.

- Σήμερα άμα πάμε για μπάλα, θα παίξω στόπερ...
- Ρε παίξε κόζια, που θες να παίξεις στόπερ, μέχρι χτες δεν ήξερες τι σχήμα έχει η μπάλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέχρι τις αρχές των '90, τα περισσότερα νοικοκυριά είχαν την ίδια γκρι τηλεφωνική συσκευή με τον μύλο – καβουρδιστήρι. Τις αναλογικές αυτές συσκευές προμηθευόταν ο Σ. Κόκκαλης μπυρ-μπαρά από την Ανατολική Γερμανία, τις αποσυναρμολογούσε και επανασυναρμολογούσε στην Ψωροκώσταινα (για να έχουν Ελληνική προστιθέμενη αξία) και τις μοσχοπουλούσε στον ΟΤΕ.

Όσοι μεταξύ μας πρόλαβαν ασπρόμαυρη τηλεόραση θα θυμούνται πως, κάθε φορά που η τηλεφωνική γραμμή ήταν κακή ή πέφταμε σε συνακροάσεις, λέγαμε το μαγικό: «για πάρε το μηδέν!» και, ως εκ θαύματος, η γραμμή γινόταν καμπάνα -ή έτσι επιλέγουμε να θυμόμαστε.

Στα μέσα των '90, ο ίδιος Σωκράτης και οι συν αυτώ ολοκλήρωσαν το εθνικό τους έργο με την πλήρη ψηφιοποίηση του δικτύου του ΟΤΕ, με παράπλευρο θύμα την περί ου ο λόγος έκφραση, η οποία οδηγήθηκε σε μαρασμό.

Η έκφραση ωστόσο παρέμεινε βαθιά ριζωμένη στο συλλογικό υποσυνείδητο και επανεμφανίστηκε θριαμβευτικά ως σλανγκ. Πλέον λέμε «για πάρε το μηδέν» όταν:

- βρισκόμαστε σε σύνδεση με Κάιρο με κάποιον, - ζητάμε από κάποιον που δεν τα λέει λιανά να τα σπάσει και να τα ξαναρίξει, - υπάρχει τεχνικό πρόβλημα σύνδεσης με πάσης μαραφέτι (διαδίκτυο, WiFi, GSM, κλπ).

  1. Αρνητικό επακόλουθο της δυτικής εκδοχής του έθνους-κράτους στη Νεωτερικότητα (πανθομολογούμενο σε διεθνή βιβλιογραφία) είναι το χάσμα (ρήξη, αντίθεση, αντιπαλότητα) ανάμεσα στην κοινωνία των πολιτών και στους μηχανισμούς του κράτους. Αν και τους διαχειριστές των μηχανισμών τους λέμε «κοινωνικούς λειτουργούς», το φαινόμενο αυτονόμησης των στόχων και επιδιώξεων του κράτους από τις ανάγκες και προτεραιότητες του κοινωνικού σώματος είναι κανόνας στη σημερινή διεθνή πραγματικότητα. Οι εξαιρέσεις δεν αναιρούν τον κανόνα....
    - Για πάρε το μηδέν ρε Γιάννη....

  2. - Το φελέκι μου μέσα, ο πλοηγός μου πιάνει δορυφόρο!
    - Τι νασπώ, πάρε το μηδέν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκοτικός σχηματισμός της προστακτικής ενικού στην ενεργητική φωνή, για (υπερδισύλλαβα) ρήματα που λήγουν σε -ώνω.

Τα πιο συνηθισμένα, που έχουν παγιωθεί ευρύτατα ώστε να στέκουν και εκτός αργκοτικών συμφραζομένων, είναι τα εξής: τσάκω από το τσακώνω, πλέρω από το πλερώνω/πληρώνω (να μη συγχέεται με το πλερώ), σήκω από το σηκώνω (να μη συγχέεται με το σήκω της μεσοπαθητικής φωνής).

Ο σχηματισμός εξηγείται πιθανά ως εξής: τσάκωσε/τσάκωνε > τσάκωσ'/τσάκων' (έκκρουση του έψιλον) > τσάκω (αποβολή και του συμφώνου για λόγους ευφωνίας).

  1. — Εσείς τι θα πάρετε κύριε;
    Ο τύπος γυρίζει το κορμί του, μονοκόμματα σαν το λύκο, πάνω στη καρέκλα του και μου ρίχνει την βόμβα!
    Τσάκω... μια πράσινη!!!
    (από το μπίαρ τζι αρ)

  2. [...] Πιάσε το βαζάκι. Κατέβασε το παντελόνι σου. Κατέβασε την κυλότα σου. Σκύψε. [...] Σήκω το καπάκι. [...] Βύθισε δύο δάχτυλα της επιλογής σου μέσα στη βαζελίνη. [...] (από το φόρουμ του χίπ χόπ τζι αρ)

  3. Πλέρω τώρα Πιτσιρίκε: Πρόστιμο ύψους 3.000 ευρώ επέβαλε το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) στο ραδιοφωνικό σταθμό «Σκάι» για την εκπομπή του «πιτσιρίκου». (από ιστολόι)

  4. ΕΚΦΩΝΗΤΗΣ: Προσποίηση, δεύτερη προσποίηση, τζάμπ σούτ... και τάπα!
    ΑΓΑΝΑΚΤΙΛΑΣ: Ε κάρφω το το γαμίδι ρε κρέας, τί τζάμπ σούτ και μαλακίες κάτ' απ' το καλάθι!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιο γαμοσλανγκομπρουτάλ εκδοχή του τουμπεκί ψιλοκομμένο, δηλαδή κάνε μόκο, βούλωσ' το, βγάλε το σκασμό σου.

- ΟΤΑΝ ΜΙΛΑΝΕ ΤΑ ΛΙΟΝΤΑΡΙΑ ΤΑ ΒΑΤΡΑΧΙΑ ΤΟΥΜΠέΚΑ (εδώ)

- Οταν μιλαει ο καπτα-Μακης, οι χαρτογιακαδες κανουν τουμπεκα (εκεί)

"Της κακομοίρας". Από το 0:11 και πέρα ακούγεται ο όρος (από GATZMAN, 16/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified