Further tags

Οι χειροπέδες στην και πολύ γαμάουα σλανγκ. Καρακλασσικούρα σε λέω! Για να τις πεις έτσι τις χειροπέδες μάλλον κάποτε στις έχουν φορέσει, άρα είσαι γκάνγκστα γιόου και τις θεωρείς κάτι το συνηθισμένο σαν βραχιόλια. Πέρα από τη πλάκα τώρα, είναι διεθνής σλανγκ αφού έτσι τις λένε και αλλού, γκάνγκστερς και μη. Προφάνουσλυ λέγονται και έτσι λόγω του τρόπου που φοριούνται.

Βλέπε και: κελεψέδες.

  1. - Σ 'τό 'πα; Πιάσανε τον Νίκο να ληστεύει περίπτερο...Πετάχτηκαν κάτι μπάτσοι από ένα στενό και....
    - Και τι;!
    - Ε τι «και τι»; Βραχιολάκια κατευθείαν...Δικαστήριο αύριο.

  2. (στίχοι από το τραγούδι «Θυμάμαι» των Tang Ram)
    ...αποφυγή και τρέξιμο από τα καρακόλια, δε μας άρεσε το τμήμα ούτε τα βραχιόλια...

(από GATZMAN, 17/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπληρωματικός ορισμός - σπεκ στους προλαλήσαντες: η έκφραση «από χέρι», όπως έχει προαναφερθεί, σημαίνει χωρίς αμφιβολία, κατευθείαν και, αναφορικά με αναμέτρηση, βέβαιη και προδιαγεγραμμένη επικράτηση (π.χ. κερδισμένος από χέρι) ή ήττα (π.χ. την πουτσίσαμε από χέρι).

Άλλη μια έννοια της έκφρασης είναι, η πιο γλυκιά και γούτσικη: «από χέρι αγαπημένο».

Χρησιμοποιείται κυρίως για δώρα και συνοδεύεται από πειράγματα, πονηρά γελάκια, μισοκλείσματα των ματιών, ερυθήματα προσώπων και λοιπά. Όταν κάτι χαρακτηρίζεται ως «από χέρι», πα να πει μας το κανε δώρο το αντικείμενο των τρυφερών μας συναισθημάτων γενικώς, συνήθως γκόμενος / γκόμενα, και βέβαια παίρνει άλλη διάσταση, από ιερή έως και μυθική.

Π1 Εδώ: Χαζεύω τη Βίλα Αμαλίας και σκέφτομαι πως κρατάει ακόμα, αυτή η κολόνια. Έχω κι εγώ μια chanel, δώρο από «χέρι», εδώ και δεν θυμάμαι πόσα χρόνια. Το χρώμα της έχει αλλάξει και η μυρωδιά της, δεν είναι το ίδιο έντονη.

Π2 Εδώ: Χτες πήρα ένα δώρο «από χέρι», μια κρυστάλλινη αχιβάδα που την έχω όλη μέρα και την χαζεύω μπες-βγες. Είναι ένα υπέροχο πρίσμα, ουράνια τόξα παντού στον τοίχο, τις κουρτίνες, τα βιβλία, τους πίνακες, μαγεία... με ηρεμεί και με κάνει να χαμογελάω και μόνο που την βλέπω...

Π3 Εδώ: Juanita La Quejica said... Δεν γελάμε, χαμογελάμε! Ένα παρόμοιο γούρι, αρκουδάκι όμως, έχω στα κλειδιά μου αρκετά χρόνια, γιατί είναι δώρο από «χέρι». Από τις δύο ανηψιές μου. Έχει ελαφρώς ταλαιπωρηθεί, αλλά δεν μου πάει καρδιά να το αλλάξω.

Π4 Εδώ: Ειμαι ο ιδιοκτήτης της μπανάνας. Παρακαλώ μπορείτε να μου τη στείλετε; Είναι δώρο από «Χέρι», το οποίο παρεπιπτώντος αντικαθιστά τη μπανάνα οσο καιρό την ψάχνω...

Π5 Τα κορίτσια είναι μαζεμένα στο σπίτι της Σοφίας και ετοιμάζονται για το πάρτυ. -Ρε Σοφία να βάλω αυτά τα σκουλαρίκια σου με τις καρδούλες; Αφού εσύ φοράς τα χρυσά...
(Σοφία - κόβει την προηγούμενη κίνησή της στην μέση, γλαρώνει, μειδιά με γλύκα και αναπόληση:)
-Βρε Κατερίνα μου, γκχμ, όοοοχι αυτά, διάλεξε τίποτα άλλο από το κουτί...
-Μπα; (πονηρό γελάκι) γκατάλαβα, γιατί όχι αυτά; Από χέρι είναι;
-Ε, γκχμ, μου τά 'κανε (σ.ς. δώρο) ο Απόστολος, δεν θέλω να δει να τα φοράει άλλη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα παπούτσια, στην μωρουδοσλάνγκ, την ιδιόλεκτο των μωρών / μαμάδων / θειάδων / γιαγιάδων / νονών / γειτονισσών (τον όρο επινόησε ο τζίμ μπλόντος).

Εμείς οι μεγάλοι θα το πούμε όταν θέλουμε να είμαστε γούτσου ή όταν επίτηδες θέλουμε να κάνουμε τους σαχλούς... Αλλά δεν μιλάμε για γόβες στιλέτο ή ξώφτερνα, -παρά μόνο για αθλητικά ή κάτι σε βολικό και αναπαυτικό.

  1. - Κοίτα, κοίτα, κοίτα τι σου πήρε η νονά!!! Καινούργια παπά!

  2. Δες, μωρό μου τα καινούργια μου παπάαααα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αμάξι ή μηχανάκι που έχει υποστεί κάποια after market βελτιωτική επέμβαση επί του κινητήρα του. Συχνά συγχέεται εσφαλμένα με το κωλοφτιαγμένο, παρόλο που οι δύο όροι δεν ταυτίζονται. Σκοπός του παρόντος είναι να άρει δια παντός την σχετική παρεξήγηση.

Το κωλόφτιαγμα ή κωλοφτιάξιμο αφορά, όπως έχουμε πει, μια πολύ ευρεία γκάμα επεμβάσεων: από τις καθαρά χρηστικές μετατροπές στα μηχανικά μέρη (μοτέρ, αναρτήσεις κλπ) μέχρι τις καθαρά «εικαστικές» παρεμβάσεις, τύπου φιμάτο τζάμι, μπλε φωτάκια στο καπό κλπ.

Αντιθέτως, το πείραγμα αφορά αποκλειστικά τον κινητήρα. Σε μια στρογγυλοφάναρη πάπια π.χ. μπορείς να τοποθετήσεις μεγαλύτερο πιστόνι (αύξηση κυβισμού) ή να βάλεις μεγαλύτερο καρμπυρατέρ (για αποδοτικότερες καύσεις). Το πείραγμα έχει κατά κανόνα ουσιαστικό αποτέλεσμα, δεν γίνεται για το θεαθήναι. Το εργαλείο αναβαθμίζεται και πηγαίνει πιο κομμάτια. Ωστόσο, πείραγμα από πείραγμα διαφέρει. Άλλα είναι ποιοτικά και κρατάνε μια ζωή, άλλα κρατάνε μια βδομάδα ή και λιγότερο. Αν π.χ. πρέπει οπωσδήποτε να κερδίσεις μια στημένη κόντρα, υπάρχουν τρόποι πειράγματος που θα πουσάρουν το μηχάνημα στα όριά του, ίσα για τον αγώνα. Μετά πας στανταράκι για αλλαγή μοτέρ.

Συμπέρασμα: Το κωλοφτιαγμένο είναι σαφώς ευρύτερη έννοια. Ένα κωλοφτιαγμένο παίζει συνήθως να είναι και πειραγμένο, το αντίθετο όμως είναι λογικώς αδύνατο.

Οι κάγκουρες σαφώς και δεν αποστέργουν το απλό πείραγμα, ρέπουν όμως περισσότερο προς το γενικότερο κωλοφτιάξιμο, όντας αθεράπευτα ποζεράδες και φιγουρατζήδες.

Οι κάγκουρες δεν διαθέτουν την αποκλειστικότητα στις μοντιφιές. Καθ' όλα ευυπόληπτοι τυπάδες, χομπίστες και λάτρεις της αυτοκίνησης, πειράζουν το μοτέρ του αμαξιού τους, χωρίς βέβαια να το κάνουν και λατέρνα. Κυκλοφορούν λοιπόν στους δρόμους πειραγμένα εργαλεία με κάτι μοτέρ τούμπανα, που ούτε καν τους φαίνεται. Θα το καταλάβεις μόνο αν πας να μετρηθείς μαζί τους, οπότε και θα σε κεράσουν ένα ζεστό τσαγάκι... (αφού πρώτα φας τη σκόνη τους).

Υπάρχει και υπερθετικός για το πειραγμένο, αν και όχι τόσο διαδεδομένος: κωλοπειραγμένο. Με την προσθήκη του επιτατικού προθέματος κωλο-, μιλάμε πλέον για ένα υπερμηχάνημα-κόσμημα, που και τουμπανιασμένο μοτέρ διαθέτει, αλλά και εξωτερικά γαμεί μανούλες, είναι άκρως εντυπωσιακό, άγριο και «κακό»...

  1. Θρυλείται βάσιμα πως οι μοτοσυκλέτες των ζητάδων (των μπάτσων της Ομάδας Ζήτα), ιδίως εκείνα τα αειθαλή Suzuki GSX 750, είναι πειραγμένα, ενίοτε και με έξοδα των ιδίων των καυλόγκαζων αναβατών τους. Διότι ο αστικός μύθος θέλει τους σκληροτράχηλους αυτούς μηχανόβιους να προέρχονται από την ίδια πάστα με αυτούς που κυνηγούν, δλδ τους κάγκουρες και λοιπούς παραβατικούς τύπους. Δεν είναι σπάνιο να εμπλακεί ζητάς σε κόντρα, έτσι, για την καύλα του (προσωπικά είχα πετύχει ζητά να στήνει το προαναφερθέν εφταμισάρι suzuki του, με ένα Honda CBR 900, στο φαληρικό Δέλτα. Για την ιστορία, ο χοντάκιας τον πάτησε).

  2. Το πείραγμα δύναται να γίνει και ηλεκτρονικά, με την εισαγωγή του κατάλληλου προγράμματος στον εγκέφαλο του αυτοκινήτου. Αυτό συνήθως γίνεται μόνο σε εξουσιοδοτημένα συνεργεία, με κωδικούς που έρχονται απευθείας από τη μαμά εταιρεία. Π.χ. για το Mercedes SLK 200, μπορείς με ένα τέτοιο ειδικό κιτάκι, που κοστίζει μόλις 2300 ευρώπουλα, να ανεβάσεις την ιπποδύναμη από 163 σε 192 αλόγατα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπινελίκι αυτό και οι παραλλαγές του (μωρή ξεσκισμένη, παλιοξεσκισμένη, κ.α.) αποτελούν πολύ βαριές προσβόλες.

Συνήθως απονέμεται σε:

Εκ του αρχ. σχίζω.

Αποσιστωμένη, εις την μαρτυριάρικην Τζύπρον.

  1. - Και μετά η Απελευθέρωση. Βλέπουμε τη λευτεριά «πανώρια κόρη» που την κατάντησαν ξεσκισμένη πόρνη να σέρνεται τα επόμενα χρόνια στους δρόμους της Αθήνας, διεκδικούμενη από πλήθος νταβατζήδες και εργολάβους. Η ανασυγκρότηση της νέας Ελλάδας... (από εδώ)
  1. - Η ξεσκισμένη η Canon δε δίνει τα specs για να φτιαχτούν drivers για τον εκτυπωτή μου (μόνο μαύρο και υπό προϋποθέσεις μπορώ να τυπώσω)... (από εδώ)

Ο γιατρός με το μαγικό νυστέρι (από Vrastaman, 24/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για τα περίεργα αυτά παπούτσια (από σανδάλια μέχρι μπότες) που οφείλουν την ονομασία τους στην τεράστια σόλα τους, την μονοκόμματη, άκαμπτη και πολύ μεγάλου πάχους, που θυμίζει την μη σλανγκ πλατφόρμα (εξέδρα, αποβάθρα κλπ), δηλ. ένα τεράστιο επίπεδο, τσιμεντένιο, βαρύ κι ασήκωτο μονομπλόκ.

Τα παπούτσια πλατφόρμες έχουν ιδιαίτερη ιστορία. Η πρώτη τους μορφή έσκασε μύτη στα αρχαία ελληνικά χρόνια (κόθορνοι), χρησιμοποιήθηκαν κατόπιν στην Βενετία τον 16ο αιώνα όπου έφτασαν μέχρι τα 60 εκατοστά περικαλώ, υπάρχουν και σε άλλους πολιτισμούς εξαπανέκαθεν (Ιαπωνία, Κίνα, αρχαία Ρώμη) και επανήλθαν στην Ευρώπη τον 18ο αιώνα. Από τότε όλο και ξαναβγαίνανε στη μόδα, μέχρι που, η δεκαετία του 70, με την γενιά των λουλουδιών, τα κατέστησε σύμβολο της χειραφετημένης γυναίκας («Giovanni, scrive puttana», βλ. σχόλια εδώ) και των γκλαμ ροκ αστέρων ή άλλων (David Bowie, KISS, Elton John, Marilyn Manson, Spice Girls, Prince).

Το υλικό κατασκευής της πλατφόρμας είναι από φελλό (ω μνήμες...), ξύλο, πλαστικό.

από Βίκυ, εδώ και εδώ

Ακολουθεί υποκειμενικός ορισμός...

Όπως λέει και ένας φίλτατος συσλανγκιστής που δεν θέλησε να αποκαλυφθεί: «Δεν ανέλαβες λήμμα. Ανέλαβες την θανατική καταδίκη της πίστης σου στην ύπαρξη κόσμου πέρα από τα φαινόμενα...»

Ο δε νονός του λήμματος, Πάτσης, έφη: «Είδος γυναικείου παπουτσιού. Λήμμα που δεν προσφέρεται για πολλά αστεράκια, επομένως ζητείται κατά προτίμηση σλανγκίστρια με ισχυρό αίσθημα καθήκοντος και αυταπάρνηση».

Ναι, δεν ήταν όμως μόνο θέμα καθήκοντος και αυταπάρνησης, κυρίες και κύριοι. Είναι ότι η υποφαινομένη γεννήθηκε την εποχή τής πλατφόρμας (ε, κει κοντά). Είναι ότι πρωτο-είδε με τα μάτια της τον κόσμο μέσα από το φριχτό φελλένιο πέδιλο της μαμάς τού παιδικού της φίλου, πρώτα το παπούτσι και μετά η μαμά, αυτομάτως χαρακτηρίστηκε η μαμά τού μικρού Νικόλα (ναι έτσι τονε λέγανε) στο μυαλό τής υποφαινομένης ως κάτι το μη πρέπον, δεν υπήρχαν ακόμα όλα τα λόγια σε κείνη την ηλικία βλέπετε, δεν υπήρχε το σλανγκρ αγαπητοί, δεν ήταν ζωή αυτή, πώς να μιλήσεις και να πεις τι νιώθεις για το πατούμενο αυτό και τα όλα όσα έφερε πάνω του...

Η μοίρα του καημένου του Νικόλα ήταν προδιαγεγραμμένη και το φελλένιο αυτό πράμα τον κλώτσησε μακριά μια μέρα και τον πέταξε στις αγκαλιές των παππούδων του γιατί και ο πατέρας είχε πάει για τσιγάρα - και η υποφαινομένη έχασε τον παιδικό της φίλο, όλ' αυτά για ένα παπούτσι, για μία πλατφόρμα.

Και μετά το πράμα ξεχάστηκε και ξαφνικά ήρθαν τα ενενήντας και νά 'σου πάλι το παπούτσι αυτό στις βιτρίνες...

Και μετά ήρθε το σλανγκρ και η επιταγή του νονού-Πάτση. Πώς να μην αναλάβω λοιπόν αυτή την παιδική εικόνα... Κι απ' ό,τι ψυχανεμίζομαι, πολλούς στιγμάτισε η πλατφόρμα. Και τους φέροντες αυτήν και τους υποφέροντες (από) αυτήν.

- Μωρό μου, δες τι παπούτσια αγόρασα σήμερα... Πλατφόρμεεεεεεεες, γιές! Ξαναγίνανε της μόδας!!!!!!
- (ΓΚΝΤΟΥΠ!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οποιοσδήποτε ανήρ άνω των 60 ετών θα θεωρούσε ότι η λέξη αυτή πηγάζει από τα παραμύθια ή είναι προϊόν μυθοπλασίας που είναι αποτέλεσμα έντονης κατάποσης μπύρας, τσίπουρου με σαφράν ή ούζου.
Κι όμως δρακουλίνια δεν είναι τα παιδιά του δράκου, αυτού του αγαπημένου μυθολογικού τέρατος, ούτε του Γιάγκου Δράκου της Λάμψης.

Δρακουλίνια ονομάζουμε ένα είδος γαριδακίων που κυκλοφορούν στο εμπόριο που το σχήμα τους θυμίζει έντονα τη μασέλα του Δράκουλα με τους μυτερούς κυνόδοντες.

- Πιτσίνια ή δρακουλίνια; Τι να φάω σήμερα;
- Όχι άλλα γαριδάκια ρε! Παχαίνουν.. Πάρε κάνα σουβλάκι!
- Ναι.. Έτσι θα κάνω γράμμωση δηλαδή ε;

(από The_Tongue, 25/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πορνείο, το χαμαιτυπείο, το βιζιτάδικο, ο οίκος απώλειας και ανοχής, ο τελικός προορισμός της κάθε μπουρδελότσαρκας, το ευαγές ίδρυμα όπου ο μπουρδελάρχης υπενοικιάζει στον μπουρδελιάρη (υπό το φευγαλέο βλέμμα του περαστικού μπουρδελοξεπόρτη) τις υπηρεσίας ενός ξεμπούρδου καραπουταναριού πάνω σε μια λεκιασμένη μπαρόκ μπουρδελιάστρα με υπόκρουση στην καλύτερη περίπτωση μπουρδελέ γαμωτζάζ.

Μεταφορικά, το αχούρι (βλ. τριμπούρδελο, σαν μπουρδέλο σε μετακόμιση).

Εκ του μπορντέλο < ιταλ. bordello < γαλλ. bordel < φραγκικό borde (σανίδα).

το 1980, ολη η Ελλάδα ήτανε γεμάτη όμορφα κ με καμία σχέση με το τώρα μπουρδέλα...
(από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το περίφημο μοντέλο DS της γαλλικής αυτοκινητοβιομηχανίας Citroën. Από τα δημοφιλέστερα τετράτροχα όλων των εποχών, πούλησε 1,5 εκατομμύρια τεμάχια κατά τη διάρκεια των 20 ετών παραγωγής του (1955-1975).

Το προσωνύμιο βάτραχος, ως εναλλακτική ονομασία του όλου αυτοκινήτου, είναι καθαρά ελληνική πατέντα, καρπός του ελληνικού ονοματοδοτικού δαιμονίου. Προφάνουσλυ, η έμπνευση δόθηκε πιο πολύ από τα μεγάλα και τουρλωτά μπροστινά φανάρια του DS, που μοιάζουν με τα μάτια του συμπαθούς πρασινωπού αμφιβίου. Γνωστά στην αλλοδαπή ως frog-eyes. Στη χώρα παρασκευής του, το μοντέλο είναι επίσης γνωστό ως Déesse (θεά), όρος που γνώρισε κάποια διάδοση και εκτός γαλλικών συνόρων. Πάντως, θεωρείται γενικά πως ο σχεδιαστής F. Bertoni εμπνεύσθηκε το εμπρόσθιο μέρος του αυτοκινήτου από τα σαγόνια του καρχαρία.

Ο Βάτραχος ήταν ένα χλιδάτο και γαμιστερό για την εποχή του αμάξι, που προκάλεσε αίσθηση. Φουτουριστικός και αεροδυναμικός σχεδιασμός του αμαξώματος, και βέβαια η περίφημη υδροπνευματική ανάρτηση, η μεγάλη πατεντιά της Citroën. «Σαν να έπεσε απ' τον ουρανό» όπως σχολίασε ο στρουκτουραλιστής θεωρητικός της λογοτεχνίας Roland Barthes. Συμβόλιζε την αναγεννώμενη ισχύ της βαριά τραυματισμένης από τον πόλεμο Γαλλίας. Σήμερα, θα το κατατάσσαμε στην κατηγορία μαούνα, βάρκα ή νεκροφόρα.

Ο Βάτραχος είναι όμως και απόλυτα καλτ, αναγνωρίσιμο σύμβολο της αδηφάγου Pop Κουλτούρας. Αγαπήθηκε με πάθος, όπως και το Κατσαριδάκι, από αντικομφορμιστές κουλτουριάρηδες και λοιπές αλτερνατίβες. Το 1999, στο διαγωνισμό για το Αυτοκίνητο του Αιώνα, το βατράχι κατέκτησε την τρίτη θέση. Για την ιστορία, πρώτο ήταν το Ford T, δεύτερο το Mini, τέταρτος ο Σκαραβαίος και πέμπτο το Πορσικό το 911.

  1. Δεν ήταν μόνο η εμφάνιση και ο προχωρημένος για την εποχή του σχεδιασμός, αυτά που τράβηξαν την προσοχή του κοινού. Οι τεχνολογικές καινοτομίες που εισήγαγε ο «βάτραχος» ήταν και πολλές και σημαντικές: Στο DS εφαρμόστηκε για πρώτη φορά πλήρως η θρυλική υδροπνευματική ανάρτηση, μεταβαλλόμενου ύψους.
    Από εδώ.

  2. Στα τέλη του 2005, ακριβώς πενήντα χρόνια μετά, η Citroen παρουσίασε τη C6, τον «εγγονό του βατράχου», που το φθινόπωρο έρχεται πια και στην Ελλάδα.

Ο «βάτραχος» δεν έγινε θρύλος τυχαία, ούτε με τα όπλα του μάρκετινγκ. Ήταν ένα αυτοκίνητο πολύ μπροστά από την εποχή του. Και, φυσικά, για να φτάσει να γίνει σύμβολο μιας χώρας και, κυρίως, ενός τρόπου ζωής, μιας τάσης που συνδύασε μοναδικά την αισθητική με την τεχνολογία. Από εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιστί, έτσι αποκαλούνται αντικείμενα που διευκολύνουν την ζωή (κάνουν κάποιον «ακαμάτη»).

Τα τρία πιο γνωστά είναι:

  • Tο μπιλάκι που προσαρμόζεται στο τιμόνι, κυρίως των φορτηγών, και βοηθάει να στρίβεις πιο εύκολα το τιμόνι,
  • Tο αντικείμενο (ένα ξύλο που στην άκρη έχει ένα χέρι) που σε βοηθάει να ξύσεις την πλάτη σου,
  • O μικρός αυτοσχέδιος ανυψωτήρας (τροχαλία και σκοινί) που χρησιμοποιείται για να ανεβάζεις μικροπράγματα στη σκαλωσιά ή ψηλά σε όροφο. Καμιά φορά και η τροχαλία αποκαλείται ακαμάτης.
  1. - Μαλάκα, χθες μπήκα σε έναν γκόλντεν μπόϊ ταρίφα. Άκου τι εξοπλισμό είχε το τυπάκι. Πέρα από τις κλασικές θήκες για ποτήρια και κινητό, είχε βεντουζάρει ένα μπλοκ Α4 στο παρμπρίζ, ένα notebook που έδειχνε τις μετοχές, gps με φωνή της Πετρούλας, και το κορυφαίο. Σε ταξί μερσεντές, είχε και ακαμάτη στο τιμόνι!
    - Για να έχει ένα χέρι ελεύθερο να κάνει πράξεις, μάλλον!

  2. - Που 'σαι, Σαράντο! Πιάσε από την καρότσα τον ακαμάτη, να ανεβάσουμε τα εργαλεία απάνω, μη λερώσουμε τις σκάλες της κυρίας...

  3. - Μωρό μου, έλα γρήγορα, προλαβαίνεις δεν προλαβαίνεις.
    - Ήρθα. Τι θέλεις;
    - Ξύσε με γρήγορα στην πλάτη. Υποφέρω.
    - Κι εγώ τι θα πάρω ως αντάλλαγμα;
    - Τίποτα, συζυγικό καθήκον σου είναι.
    - Τότε ψάξε να βρεις τον ακαμάτη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified