Νά τό πάρει τό ποτάμι; (Χχμφφ)

Απλή σύνθετη λέξη, συνδυασμός των: σπουδές + αράζω. Γνωστή, δοκιμασμένη, πολυαγαπημένη ασχολία, φοιτητική ντόλτσε βίτα.

Κάποτε, τουλάχιστο, ενσάρκωνε την ποιότητα και ποσότητα του χρόνου τόσων πολλών φοιτητών/φοιτητριών(ψέμα), που θα μπορούσε, κάλλιστα, να είχε γίνει η επίσημη. Και σλανγκιά το σπουδάζω, σκέτο.

- Αυτός, ο φίλος σου, τι σόι, σπουδάζει;
- Πώς, βέβαια... Σπουδαράζει.
- Α, μάλιστα. Και πώς τα βγάζει πέρα;
- Πλερώνει ο γέρος του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

φιλοσοφικότα, (η)

Η φοιτήτρια, ή η απόφοιτος της φιλοσοφικής. Δεν είναι υποτιμητικό, ή βρισιά.

  1. -μαλάκα μου συνεχίζεις ακάθεκτη!!
    -παντα. δεν ωρροδω προ ουδενος!
    -με ποιους κάνεις παρέα ρε κωλόπαιδο τελευταία; Τι λέξεις είναι αυτές; Δεν ντρέπεσαι λιγάκι;
    -once a φιλοσοφικοτα, always a φιλοσοφικοτα :Ρ
    -Δεν πειράζει. Σ'αγαπάμε και έτσι, να ξες. ΕΔΩ

  2. -Και ολοκληρωματα... (ελπιζω να το εκτιμησουν οι θετικαριοι)
    -λολ, το εκτιμουν κι οι φιλοσοφικοτες που συμπαθουν τα μαθηματικα παντως :Ρ (εδώ)

  3. -πες τους ρε έντυυυυυ. με βρηκαν φιλοσοφικοτα κ με δουλευουν
    -φιλοσοφικότα είναι η ψαγμένη κότα σαν να λέμε; :Ρ (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοροϊδεύουνε έτσι το Πάντειο Πανεπιστήμιο ότι απλώς μπερμπαντεύουν κτλ.

Επειδή πήρε ένα κωλοσφούγγι από την Μπερμπάντειο πιστεύει ότι θα βρει δουλειά. Για ντελιβερά τον κόβω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης, λέγεται έτσι σκωπτικώς το ομόηχο ΠΑ.ΠΕΙ., ήτοι το Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Εξάλλου, έτσι ονομάζεται και το περιοδικό του Πανεπιστημίου.

Είτε παπί, είτε Πιπάντειο, πίπες σπουδές θα κάνουμε, αυτό είναι το μόνο σίγουρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πτυχίο πανεπιστημίου της ψωροτζέφραινας, αυτό που προσφέρει κάθε εχέγγυο να ενταχθείς κι εσύ στην γενιά των 700 Ευρώ. Και δεν αναφερόμεθα σε ΤΕΙ Ζαμπονοκοπτικής, μιλάμε για Μαθηματικό Πατρών και βάλε.

Αλλά ας μη γκρινιάζουμε, υπάρχει κι η οικοδομή.

- Ήμουν κι εγώ, κάποτε, ένα συμβατικό παιδί, με τους γονείς μου και τη μικρότερη αδερφή μου, δηλαδή ένα παιδί της μάζας (άχρωμο, άοσμο και άγευστο) που κάποια στιγμή κατάφερε να μπει στο πανεπιστήμιο και να πάρει το «πτωχείο» του ως Μαθηματικός.
(εδώ)

- Στη φτωχοελλάδα που ψωμολυσσαει ηρθαν ολοι και βρηκαν δουλεια και εγω με πτωχιο πανεπιστημιου δε μπορώ!!!
(εκεί)

(από Vrastaman, 01/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση των αρχικών Α.Π.Θ. του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης.

Το ευαγές αυτό Ίδυρμα, από τα μεγαλύτερα των Βλακανίων, έχει προ πολλού ταυτιστεί με τη μοίρα της πόλης που το φιλοξενεί: Πλήρης παράκμα σε κάθε έκφανσή του, νεπωτισμός στο έπακρο στα υψηλά καπέλα, καταλήψεις, φράπα, κυλικεία-στέκια κουκουλοφλώρων, γκόμενες-ταγάρια, καταυλισμοί αθιγγάνων και ζάκια στον περίβολο της ΑΧΕΠΑ, αναμεμιγμένα με χαμένα χρόνια και απατηλά όνειρα φοιτητών, και όλαφ τα στο κέντρο της πόλης, μεταξύ Καυτατζογλείου και Παλαί ντε Σπορ (όπου κάποτε χτυπούσε η καρδιά του ελληνικού μπάσκετ, με τα αξέχαστα μαπίδια ανάμεσα σε Γκάλη-Πρέλεβιτς).

Τελέρε που θα σπουδάσω στο Αχρηστογέλειο –δεν πάω καλύτερα Κλουζ Ναπόκα;

αννα πρελεβιτς (από johnblack, 24/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιθετικός προσδιορισμός που προκύπτει από το ουσιαστικό ωδείο με την κατάληξη -ουχος (στην θηλυκή βερσιόν -ούχα π.χ. αδειούχα, στο ουδέτερο -ούχο, ή και -ουχάκι -Βλ. Παράδειγμα). Δηλώνει, είτε τον κάτοχο μουσικού πτυχίου από αναγνωρισμένο -ή μη- ωδείο, ή απλά κάποιον που έχει στο βιογραφικό του μουσικές σπουδές, ασχέτως με το αν δεν κατάφερε, όχι μόνο να τις ολοκληρώσει, αλλά ούτε καν να ξεπεράσει τα βασικά επίπεδα - χωρίς βέβαια αυτό να τον εμποδίζει από το να πουλάει μούρη λες και είναι η μετενσάρκωση του Παγκανίνι.

Χρησιμοποιείται ενίοτε ειρωνικά ή κοροϊδευτικά από μουσικούς που, ενώ κατέχουν τα τεχνικά κάποιου οργάνου, δεν διαθέτουν θεωρητικό υπόβαθρο των γνώσεων τους, δηλαδή από μουσικούς μη ωδειούχους (Παρένθεση: Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει αυτοί οι μουσικοί, είτε είναι καριερίστες είτε όχι, να αντιμετωπίζονται εξαρχής μειωτικά ως ερασιτέχνες, καθώς η ικανότητα τους και η μουσική ευαισθησία τους μπορούν να είναι πραγματικά πολύ υψηλού επιπέδου).

Εν τέλει, η αξία ή μη του να είσαι ωδειούχος τελεί υπό καθεστώς αμφισβήτησης στους κύκλους των μουσικών, ανάλογα βέβαια από το ποια σκοπιά το βλέπει ο καθένας -και όπως πάντα, ανάλογα με το μουσικό στρατόπεδο του καθενός.

  1. - Τι έγινε με μπασίστα, έσκασε μύτη κανένας;
    - Αμέ, μας ήρθε ένα ωδειουχάκι αλλά λάκισε μετά την πρόβα. Δεν πολυγούσταρε...

  2. Να τους χέσω όλους τους κωλοωδειούχους! Ένα σόλο της προκοπής τους ζητάς να παίξουν και σε κοιτάνε λες και είσαι από άλλο πλανήτη...

  3. - Αδερφέ έχεις ξαναπαίξει ποτέ;
    - Αμέ. Τόσα χρόνια ωδειούχος τι διάολο, άλλη δουλειά δεν κάνω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

αλέκτωρ, αλέκτορας

Έτσι αποκαλείται με περιφρονητική διάθεση ο λέκτορας, δηλαδή κάποιος που έχει καταλάβει την πρώτη από τις 4 βαθμίδες (ονομαστικά λέκτορας, επίκουρος, αναπληρωτής καθηγητής και καθηγητής) του διδακτικού επιστημονικού προσωπικού (Δ.Ε.Π.) μιας πανεπιστημιακής έδρας.

Επίσης, το λήμμα αποδίδεται έναντι του ορθού όρου λόγω άγνοιας και όχι διάθεσης υποτίμησης, από κυρα-περμαθούλες του μεσο-δημοτικού (παρ. 2).

Ο λέκτορας μπορεί ωστόσο να μιμείται τις ιδιότητες του συνονόματου του αλέκτορα (κόκκορα) όταν είναι εξίσου υπερφίαλος και μπήχτης.

Ο επίκουρος επίσης αποκαλείται στοργικά και «επικουράδας», ενώ η συντομογραφία «Καθ.» του καθηγητή, δέον να μη δημιουργεί συνειρμούς με την έδρα όπου καθόμαστε κατά τη διάρκεια της αφόδευσης (καθίκι).

Τέλος, το Δ.Ε.Π., να μη συγχέεται με τη «διάχυτη ενδαγγειακή πήξη», έναν καταρράκτη αντιδράσεων που οδηγεί σε εκτεταμένη πήξη του αίματος, αν και τα δύο μπορούν ν΄αποβούν εξίσου θανατηφόρα.

  1. - Καλά, τί σου είναι άνθρωπος! Από τότε που έγινε αλέκτορας, την έχει δει κάπως τώρα και δεν μιλιέται, ο Δημητράκης. - Φταις που δεν τον γάμησες μικρό να σε λέει θείο.

  2. - Σπουδαίος γιατρός σου λέω, Νίτσα μου. Αλέκτωρ πανεπιστημίου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(άκλ.) Ο χώρος. Λογοπαίγνιο με τις λέξεις χώρος και horror (αγγλ.: τρόμος, φρίκη). Μαθηματικό χούμορ.

Τα Μαθηματικά, από καθαρά φορμαλιστική άποψη, πραγματεύονται πάντοτε χώρους, ή αλλιώς δομές, σύνολα πάντως από πράγματα, τα οποία σχετίζονται μεταξύ τους είτε με απλούς είτε με φρικιαστικά πολύπλοκους τρόπους. Η δεύτερη κατηγορία μάλιστα έχει τέτοιο εύρος, που στην πιάτσα θ' ακούσεις να λεν ότι έτσι παίρνουν οι περισσότεροι χώροι τ' όνομά τους: προστιμήν δηλαδή του ανθρώπου που τρελάθηκε πρώτος, όταν τους βρήκε και τους μελέτησε. Πρώτος, μα όχι και τελευταίος...

Ευκλείδης λοιπόν και Μινκόβσκι, και Χίλμπερτ και Μπάναχ και Σομπόλεφ, και Κολμογκόροφ και Φρεσέ και Χάουσντορφ και Τιχόνοφ, καί καί καί —μα τί λεμε τώρα, εδώ κοτζαμάν πολωνικό έθνος έχει βογκήξει κάτ' απ' το αφύσικο βάρος αυτού που είν' εκεί, εσύ όμως δέν το βλέπεις (αυτό είναι σχήμα λόγου για τα μαθηματικά).

Κι' αν ποτέ —κούφια η ώρα που διαβάζει— ακούσετε για «χώρο vikar» στα μαθηματικά, μη με κλάψτε, αλλά να φέρνετε τσιγάρα, κάπου εκεί στο Άρκαμ θα μ' έχουνε, πιστεύω πως ξέρω και πού, τρίτη πόρτα κάτω, τρίτη κόμμα πρώτη τέταρτη πρώτη πέμπτη ένατη, δεύτερη έκτη πέμπτη τρίτη πέμπτη, όγδοη ένατη έβδομη ένατη τρίτη, και τα λοιπά και τα λοιπά και τα λοιπά, εις τους αιώνας των αιώνων, αατά.

– Δίνω μεθαύριο γραμμική άλγεβρα κι' έχω καραφρικάρει ρε φίλε. Τί σκατά είναι διανυσματικός χώρος ακόμα δεν έχω καταλάβει. Κοιμάμαι κι' ονειρεύομαι βαθμωτά να με κυνηγάν με τόξα και να μου πετάν διανύσματα ντουγρού για την καρδιά...
– Και σε πετυχαίνουν;
– Αμέ, πού και πού. Να, δες εδώ...
– Πό ρε φίλε μου, είσαι και πρωτοετό. Πού να κάνεις και συναρτησιακή ανάλυση να δεις τι εστί χώρορ... Εκεί τον λένε Μπάναχ...

O  χώρος ... ο χώρος ... (από Vrastaman, 31/05/09)(από jesus, 18/08/09)(από BuBis, 19/08/09)Υπερβολικός χώρορ... (από vikar, 30/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν, ως Δόκτωρ (Δρ) αναφέρουμε ή προσφωνούμε τον διδάκτορα ή το γιατρό.

Αν παραφράσουμε τη λέξη δόκτωρ προκύπτει ο πρώκτωρ, που σημαίνει: δόκτωρ του πρωκτού, ή μ' άλλα λόγια δόκτωρ του κώλου. Άρα η λέξη έχει υποτιμητική χροιά και στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει τις εξής σημασίες:

  1. Κάποιος δόκτωρ που έχει πάρει πτυχίο από κάποιο πανεπιστήμιο της πλάκας (βλ. Πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ και παράδειγμα 2).

  2. Κάποιος δόκτωρ που έχει πάρει πτυχίο με δόλιες μεθόδους (πχ παραγγελία από μπαγαπόντηδες κατασκευαστές πτυχίων - Βλ. παράδειγμα 5).

  3. Κάποιος δόκτωρ που ενώ μπορεί να θεωρείται αυθεντία σε επίπεδο γνώσεων, εντούτοις στην εφαρμογή τα θαλασσώνει (πχ ένας υπουργός - Βλ. παράδειγμα 4).

  4. Μπορεί να αποκαλεστεί έτσι κάποιος δόκτωρ, λόγω ζήλιας κάποιων, ή γιατί κάποιος μπορεί να 'χει προσωπικά μαζί του, ή ακόμα και στα πλαίσια χιούμορ από κάποιον φίλο του (Βλ. Παράδειγμα 1).

  5. Μπορεί να αποκαλεστεί έτσι κάποιος δόκτωρ, ή ο ίδιος μπορεί να αποκαλέσει έτσι τον εαυτό του, όταν το αντικείμενο ενασχόλησης του θεωρείται υποδεέστερο από αυτό που σπούδασε - (βλ. παράδειγμα 3).

  1. ...πολύ ψαγμένο αυτό το πρώτο που είπες για κάτι οιδιπόδεια, για να το λες εσύ κάτι θα ξέρεις, αφού είσαι πρώκτωρ, εμ... sorry Δρ.
    Δες
    Σημείωση:Το ελληνικό ερωτηματικό πρέπει να γίνει αλλοδαπό.

  2. - Κι είναι καλός στη δουλειά του ο Γιάννης;
    - Άσχετος.
    - Αφού άκουσα πως είναι αριστούχος δόκτωρ από αγγλικό πανεπιστήμιο.
    - Λοιπόν. Ας βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους: Είναι αχριστούχος πρώκτωρ από το αγγλικό πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ.

  3. - Καλά ρε φίλε, είσαι ο καλύτερος μηχανικός τηλεπικοινωνιών και μάλιστα με καραγαμάτο διδακτορικό και αντί να ασχολείσαι με σοβαρά πράγματα, σε έχουν βάλει και κολλάς καλώδια. Απαράδεκτο! Δόκτωρ είσαι εσύ, ή Πρώκτωρ;
    - Μάλλον το δεύτερο.

  4. - Καλά ρε, λέγατε πως ο Αλογοσκούφης είναι ο γκραν γαμάω της οικονομίας και εγώ βλέπω πως είναι γκραν γαμιάς της οικονομίας.
    - Δε θα διαφωνήσω, αλλά ξέρεις... φταίνε κι οι συγκυρίες.Εγώ ξέρω πως είναι μέγας δόκτωρ. - Μέγας ναι. Αλλά όχι Δόκτωρ. Πρώκτωρ.

  5. - Ξέρεις, ε; O Γιάννης μου 'λεγε πως του 'ρθε ένα mail που τον πληροφορούσε... λέει πως θα μπορεί να παραγγείλει ένα πτυχίο μέσω internet, αντί αδράς αμοιβής βεβαίως βεβαίως. Μετά... διορίζεσαι στο δημόσιο κι από κει παν κι άλλοι. Χωρίς σπουδές, κόπο και μαλακίες. Ακόμα λέει, μέχρι και δόκτωρ γίνεσαι.
    -Α ρε χάπατο. Πρώκτωρ μπορεί. Δόκτωρ ποτέ!

Πρώκτωρ Αλογοσκούφης (Καπότα του Αλόγου) (από GATZMAN, 14/12/08)Πρώκτωρ Χριστοδουλάκης (από GATZMAN, 14/12/08)Πρώκτωρ Γιάννος (από GATZMAN, 14/12/08)Πρώκτορες τζογαδόροι (από Vrastaman, 14/12/08)Ο Πρώκτωρ της Μεγάλης των Μπάτσων Σχολής, (φώτο που βρήκε ο notheitis) (από Khan, 18/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified