Further tags

Αυτός που αφορά spam, που έρχεται σε απρόσκλητη επικοινωνία, συνήθως με σκοπό τις πωλήσεις ή την προώθηση ιδεών. Ενοχλητικός, γλοιώδης, 80s απατεώνας.

Είναι Spamστικό να μου υποδεικνύει κάποιος τι να αγοράσω.

βλ. και σπαμστικός, σπαμαρχίδας, σπαμεράς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που λέει και κάνει ΑΛΛ ΝΤ ΑΛΛΑ (sic). Συνήθως είναι οτινανιστής.

Άλλα 'ντ΄άλλα, τι με λλλες τώρα ρε φιλλλάρα, ότι να 'ναι μιλλλάμε.

(Σαλλλονικιός) respect.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άπαιχτος, ο ασυναγώνιστος. Γκρηκλισμός από το άπαιχτος και την κατάληξη -able που δηλώνει στα αγγλικά ιδιότητα, π.χ. predictable σημαίνει προβλέψιμος από το predict (προβλέπω) και την κατάληξη -able, ή affordable=εφικτός κ.λπ.

Ανπαίκταμπλ ο τύπος. Ήξερε όλη τη βαθμολογία του καμπιονάτο!

Καλά, ο Σουμάχερ ανπαίκταμπλ. Τερμάτισε πρώτος με τη ρόδα φευγάτη!

Πήγαμε Λευκάδα φέτος. Ανπαίκταμπλ!

Δες και ανπαίζαπολ στο cySlang.com.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εξαιρετικά όμορφη γυναίκα. Πρόκειται για πιο κομψή διατύπωση του μουνάρα, εκ του προθέματος αρχί- και του λήμματος μύδι.

Δεν πρέπει να συγχέεται με την αρχιμήδεια, δηλαδή την επιδέξια μηδοπλάστρια.

- Ο άμεμπτος τύπος είναι το «μήδι», οπότε αν σε πει κάποιος «Αρχιμήδεια» δεν υπάρχει περιθώριο παρεξήγησης (…) Το «Αρχιμύδεια» πάλι ή το «σπέκια για το μύδι» έχουν πολυσημία …
(Χρήστης Khanαπευθυνόμενος προς αρχιμήδεια Mes αναφορικά με το λήμμα το μυδίαμα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση / πρόσωπο αλλού, αλλού κι αλλού, άντε άντε, περιορισμένης έως και ανύπαρκτης σοβαρότητας και σημασίας.

Πηγή:Isminuta.

- Δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας! Θα αναλάβει την δουλειά ο σύρφερ μάνατζέρ μας!
- Αχαχούχα! Με τον αχαχούα θα συνεργαστούμε; Τα πιάσαμε τα λεφτά μας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το «ρομαντικός» και «βρώμα». Ατάκα Καραγκιόζη από παλιά, αρχές του 20ου αιώνα, τουλάχιστον. Ήταν ιδανικό ο ρομαντισμός, στην αστική κοινωνία της Αθήνας, αλλά ο Καραγκιόζης ήταν η πικρή καθημερινότητα.

Καραγκιόζης: Έλα να κάτσουμε εδώ, δίπλα στην παράγκα, είναι πολύ βρωμαντικά!

Got a better definition? Add it!

Published

Η γαμιοσύνη χαρακτηρίζει έναν άνθρωπο αριστοκρατικά γαμάτο. Είναι η γαμιοσύνη που ξεχωρίζει τους γαμάτους από τους υπεράνω γαμάτους.

1)Ο Skoumas έχει υπερβολική γαμιοσύνη.
2) Είστε δαιμόνιος, γαμιοσυνότατε!
3) Η γαμιοσύνη του/της έλκει πλανήτες
4) Γαμιόσυνος είδηση.
5) Τη γαμιοσύνη μη τη κλαις εκεί που πάει να σκύψει με το σουγιά στο κόκκαλο με το λουρί στο σβέρκο Νάτη πετιέται απο ξαρχής κι αντριεύει και θεριεύει και καμακώνει το θεριό με το καμάκι του ήλιου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οντολογικοσλάνγκ όρος αναφερόμενος σε πρόσωπα, πράγματα ή καταστάσεις θεωρούμενες ως γεγονότα, ένεκα ψευδαίσθησης, αυθυποβολής, ή τυφλής πίστης του συλλογικού ασυνειδήτου, απορρέουσας από την έντεχνη και συνεχή προβολή τους ως πραγματικότητες.

Αναλυτικός ορισμός: Κάτι που γίνεται αποδεκτό σαν γεγονός παρά το ότι δεν είναι ή μπορεί να μην είναι, μία υπόθεση ή αυθαίρετος ισχυρισμός που αναφέρεται και επαναλαμβάνεται τόσο συχνά ώστε από τον πολύ λαό να εκλαμβάνεται ως αλήθεια.

Μετάφραση από το αγγλικό «factoid».

Αν αναρωτιέστε γιατί αυτό να μπει στο σλανγκ: διότι είναι ένας αδόκιμος, νεοεισηχθής «made-up» όρος, ακόμη κι αν επινοήθηκε από πανεπιστημιακούς κύκλους.

Θείος: Γεια σου, λαντ! Τι νέα από το λόγγο;

Ανιψιός: Γεια σου θείε ΜακΛήρ! Άσε, οι αγρότες σκιάχτηκαν το πρωί, αφού λένε πως αντίκρισαν τη Νέσυ, να έχει βγάλει το κεφάλι από τη λίμνη στην όχθη και να προσπαθεί να φάει ένα κοπάδι κατσίκες...

Θείος: Πφφφ, αυτό το «γεγονοειδές» της θέασης του τέρατος έχει επηρεάσει πολύ κόσμο και βλέπουν ό,τι θέλουνε, οι αγράμματοι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

*Καμία σχέση με την ΠΑΣΠ*. Προκύπτει από τις λέξεις «πάω» και «σπίτι» και υποδηλώνει το αυτό. Βλ. επίσης: την κανά.

- Λοιπόν μάγκες, μάλλον θα γίνω πασπίτης σε λίγο...

(από Khan, 14/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φαινόμενο που ένας κωλόφαρδος κάνει μια ζημιά, αλλά τελικά γλυτώνει από ένα μεγαλύτερο κακό.

Οι πιο παλιοί και οι χλεχλέδες το λένε «τυχερός μέσα στην ατυχία του».

- Ρε συ, ο Κώστας κόλλησε ίο στο μσν. Άμα σου στείλει ένα λινκ μη το πατήσεις. Εκτελεί κάτι περίεργες εντολές Τζάβα και θα κολήσεις κι εσύ. Εγώ δεν το ήξερα και το πάτησα!
- Έλα ρε... και σου γαμήθηκε ο κομπιούτορας από τον ιό;
- Θυμάσαι που σού λεγα ότι μου κολλούσε η Τζάβα;
- Ναι, και τι έχει να κάνει;
- Ε, χτες την είχα απεγκαταστήσει και ο ιός δεν κατάφερε να τρέξει!!
- Τη γλίτωσες γκαντεμοτυχερέ!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified