Ατάκα της βλαχάρας, γκαρσόνας από να σήριαλ της ελληνικής τβ που συμπρωταγωνιστεί με τον Κατακουζίνα, τον ειδικό στις αποχετεύσεις.

- Τι αιθέρια ύπαρξη είναι αυτή η φίλη σου ρε Ελένη... τι ευγενικός άνθρωπος... την έχω ερωτευτεί.
- Tι λες μωρή κατακουζίνα... είναι αυτή μια τσαπερδονοκολοσφυρίχτρα... δεν την έχεις καταλάβει ακόμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα της οποίας τα θέλγητρα παραπέμπουν στην γνωστή ιέρεια του έρωτα και η οποία διανθίζει την κατά τα άλλα βαρετή αναπαραγωγική διαδικασία με διάφορες τεχνικές, αξεσουάρ και ειδικά εφέ.

Στον δρόμο που χάραξε η Τσιτσιολίνα.

Η Αυτής Εξοχότης Cicciοlina (από allivegp, 30/11/09)Δρόμος στα Μελίσσια (από Khan, 12/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αντίστοιχος ορισμός για τις γυναίκες που θάβουν απίστευτα και άνευ λόγου τους άνδρες...

- Άκουσες την Κούλα τι μου είπε για τον Κώστα και τον Γιάννη; Λέει μεγάλες αδερφές και μου είπε επίσης ότι όλοι στην δουλειά της, της την πέφτουν ασύστολα, αλλά είναι όλοι καθάρματα και γουρούνια.
- Βρήκες και εσύ γυναίκα να ακούσεις... Η Κούλα είναι γνωστή μισανήρ. Γράφ' την στ'αρχίδια σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξευρωπαϊσμένος χαρακτηρισμός για γκόμενα πατσαβούρα.

-Χωρίς μεγάλα βυζιά η γκόμενα είναι πατσαβουρέισον.

Δες και -έισον, -έισιον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύζυγος / γκόμενα σλανγκιστή, η οποία ως νέα Λυσιστράτη καταστρώνει σχέδια με άλλες ομοιοπαθείς για να ξεκολλήσουν οι άνδρες / γκόμενοι τους απ' τα πισιά τους. Η «Λυσιστράτη» «(δια-)λύει τον στρατό», η «Λυσισλάνγκη» «(δια-)λύει την σλανγκ», ή έτσι θα ήθελε... Θα τα καταφέρουν, ή το δέλεαρ του σλανγκ ξεπερνά την γενετησία ορμή; Ιδού η απορία!

Ένα όπλο τους η σεξουαλική απεργία, όπως και στην κωμωδία του Αριστοφάνη. «Make love, not slang», το σύνθημά τους, αλλά καθώς η σλανγκ είναι η sublimatio/ εξιδανίκευση του σεξ, το έργο που περιμένει τις Λυσισλάνγκες είναι δύσκολο! Το μόνο που τους μένει είναι να κρατήσουν «μπούτια ερμητικά κλειστά» μέχρι οι Σλάνγκοι άντρες τους να βάλουν μυαλό.

Άλλο όπλο είναι το γνωστό Γκραν Γκρινιόλ: -Πάλι ανεβάζεις λήμμα; -Πάλι ψάχνεις για μήδια; -Δεν πιστεύω να υπάρχουν και τίποτα γκόμενες σ' αυτό το σάιτ που ξημεροβραδιάζεσαι! Στο τελευταίο η απάντηση βεβαίως είναι: «Όχι, μα η σλανγκ είναι μόνο για αγοράκια, αγάπη μου! Είναι μια καθαρά αντρική υπόθεση, σαν το κυνήγι, το ψάρεμα, το ποδόσφαιρο κτλ», χεχε. Η γκρίνια δεν πιάνει.

Άλλο που επιχειρεί η Λυσισλάνγκη για να καταλύσει το σάιτ που μονοπωλεί το ενδιαφέρον του άντρα της είναι να μπει με πλαστή ταυτότητα και να προσπαθήσει να τα κάνει όλα μπάχαλο με μπαγαποντοδοσίες, φιτιλιές κτλ. Ευτυχώς, ούτε αυτό μπορεί να είναι αποτελεσματικό, ύστερα από τις νέες ρυθμίσεις του ρουμάνου.

Ως τελευταίο όπλο, μπορεί να επιστρατεύσει και τα παιδιά, αν υπάρχουν. «Καλά εμένα, δεν με λυπάσαι! Αυτά τα κακόμοιρα δεν τα λυπάσαι; Τι σου φταίνε να μην έχουν ψωμί να φάνε, επειδή εσύ προτιμάς να λημματοδοτείς αντί να δουλεύεις;». Όμως ούτε αυτό δεν συγκινεί τον Σλάνγκο. Μπορεί να έρθει ως ενίσχυση και η πεθερά: «Ανεπρόκοπε, παλιολημματατζή!» με τον πλάστη της κουζίνας. Και πάλι, χωρίς αποτέλεσμα.

Η μόνη λύση είναι να αφεθεί η ίδια η Λυσισλάνγκη στην μαγεία της σλανγκ. Να αυξήσει τον σλανγκικό της πλούτο, ώστε να μην έχει πια σλανγκιπενία. Ας πούμε στο σεξ να ξέρει πέντε- έξι μπινελίκια παρά πάνω, που θα τα έχει διαβάσει στο σάιτ. Να μην γελάει μόνο με ένα λολ, αλλά και μ' ένα Μ.Α.Ο, ένα Roflcopter, ένα LMFAO ρε παιδί! Μόνο έτσι θα μπορέσει να κερδίσει τον Σλάνγκο άνδρα της και να σώσει τον γάμο / σχέση της!

Ασίστ: Vrastaman.

Εν μέσω οργίου σχολίων και αλλαξολημματιών:
-Ωχ, ωχ, παίδες σας αφήνω τώρα, γιατί πλάκωσε η Λυσισλάνγκη με την μάνα της και τις βλέπω να έχουν άγριες διαθέσεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη που μας δίνει δύο περιπτώσεις. α) καράτι-βιόλα. β) καρά-τιβιόλα.

α) καράτι-βιόλα.
Στην πρώτη περίπτωση: έχουμε το καράτι που είναι μονάδα καθαρότητας του χρυσού και μέτρο βάρους πολύτιμων λίθων και, μεταφορικά, κάνει πιο μεγάλο το μέγεθος, στο οποίο αναφέρετα,ι και το βιόλα που έχει πολλές σημασίες:

  1. μουσικό όργανο με χαρακτηριστικό σχήμα.
  2. γυναικάρα με πολλές καμπύλες.
  3. γυναίκα χαζή, χαζοβιόλα.
  4. λουλούδι βιολέτα.
  5. γυναίκα όμορφη και φρέσκια σαν λουλούδι.

Σύμφωνα με τους ως άνω ορισμούς ερμηνεύουμε την καρατιβιόλα:

  1. μουσικό όργανο με ήχο πολλών καρατίων.
  2. γυναικάρα που περπατά και τρίζει η γη που πατά και την αξιολογείς με πολλά καράτια.
  3. γυναίκα που δεν είναι απλώς βλάκας, αλλά πανύβλακας.
  4. άνθος που η μυρωδιά του δεν συγκρίνεται με καμιά άλλη.
  5. γυναίκα πανέμορφη σαν λουλούδι.

β) καρά-τιβιόλα.
Στην β' περίπτωση: έχουμε το τουρκικής προέλευσης «καρά», που επιτείνει την σημασία της λέξης που την ακολουθεί και την «τιβιόλας» από το τιβι, που σημαίνει αυτόν που αποχαυνώνεται στην τηλεόραση και απενεργοποιεί τις λίγες λειτουργίες του εγκεφάλου του. Συνεπώς καρατιβιόλα εδώ, είναι η κατάσταση αυτού που έχει πέσει το μυαλό του σε λήθαργο.

  1. Πω πω μανάρι μου εσύ! Τι καρατιβιόλα είσαι εσύ!
  2. Μην του μιλάς... μετακόμισε από τη νιρβάνα στην καρατιβιόλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα που δεν έχει τίποτα ωραίο πάνω της! (πάτος σε όλα)

- Ρε Σάκη, πώς σου φάνηκε η καινούρια;
- Άσε ρε φίλε, πολύ πατόλα!

Bλ. και σχετικά λήμματα μπάζο, το, μπαζόλα, μπαζόλι, το, μπαζολιό, το και μπαζόμπαζο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που ενώ της λες πώς έχουν τα πράγματα και πας να βγάλεις άκρη, εκείνη έχει πλάσει στο μυαλό της ένα σενάριο επιστημονική φαντασίας το οποίο εμπεριέχει στάνταρ ότι θέλεις να βγεις από πάνω, να την πληγώσεις, ότι δεν έχεις συναισθήματα, ότι την εκμεταλλεύεσαι όλα αυτά τα χρόνια κλπ κλπ κλπ. με αποτέλεσμα να σε κάνει να ξεχνάς τα σοβαρά πράγματα που της έλεγες και να απολογείσαι στις αηδίες που σου λέει εκείνη.

Θέλει πολλή προσοχή αυτό το είδος καθότι μπορεί να σε κάνει να πνίγεσαι από το δίκιο σου και στην τελική να μην είναι αυτό το θέμα.

- Ο Μάκης έμπλεξε με μια τύπισσα τρελή σεναριογκόμενα. Τον κατηγόρησε για πράγματα που ούτε καν τα είχε σκεφθεί ο άνθρωπος, πόσο μάλλον να τα έχει κάνει. Την έστειλε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified