Further tags

Υποκοριστικό του γύρου, χρησιμοποιείται συχνότατα στο στρατό για αναφορά στο γνωστό και φτηνό έδεσμα.

- Ψαράδες είστε εξοδούχοι σήμερα. Θα μου φέρετε κανένα γυρόνι επιστρέφοντας;
- Έγινε! Χωρίς κρεμμύδι έτσι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έδεσμα ακριβώς αντίθετο από το κουτόχορτο. Όταν το τρως γίνεσαι αίφνης πονηρός και εξυπνάκιας. Με άλλα λόγια, ρωτάμε έναν συνομιλητή αν έχει φάει πονηρόπιτα σε περιπτώσεις που προσπαθεί να μας ξεγελάσει και νομίζει ότι δεν θα το καταλάβουμε, ή που το παίζει έξυπνος, εξυπνίδης, αλητίστας.

Μερικές φορές το τρώω πονηρόπιτα μπορεί να δηλώσει ότι πέφτω θύμα πονηριάς, αν και μάλλον κατά παραφθορά της αρχικής σημασίας της φράσης κττμγ, ενώ κερνάω πονηρόπιτα ότι προσπαθώ να πιάσω κάποιον κότσο.

  1. γεννηθήκατε έξυπνοι η φάγατε πονηρόπιτα; 2 μήνες στο πεύκο και 3 μήνες παραμεθώριο έκανα..και μαγκιά μου που είχα βύσμα και μπήκα σε γραφείο..εγώ τουλάχιστον πήγα..και δεν κόπηκα σαν γιωτόμπαλο όπως εσείς.. (Εδώ).

  2. πονηροπιτα φαγατε το πρωι ε;αντι να πειτε ενα μπραβο που ελληνες διαπρεπουν στο εξωτερικο το παιζετε γατακια.χαζεψατε απο τη φαπα και γινατε μαγκες στο ιντερνετ. (Εδώ).

  3. έλα αγορίνα, αλλού η πονηρόπιτα, σε αυτούς που σε πέρνει και την τρώνε. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπουρδολογία, παπαρολογία, ουτιδανολογία. Επίσης, η υστερόβουλη παραφιλολογία για ένα ζήτημα.

Ενδεχομένως από το «παπαρολογία», με αντικατάσταση του παπαριού με μπανάνα.

  1. Από εδώ:
    σε λίγο θα αρχίσουν και οι του Ατρομήτου να ψάχνουν πότε έπαιξαν καλή μπάλα και θα αρχισούν τις μπανανολογίες ότι παίζαμε διαστημικά, εμεις και η Μαντσεστερ κ.α
  2. Από εδώ:
    Καιρός λοιπόν πια να σταματήσει η γνωστή καραμέλα με τους «εσχατολάγνους», τα «δεκανίκια» και όλη την γνωστή μπανανολογία που θυμίζει ΚΚΕ και τα γνωστά περί «ιμπεριαλιστικών, καπιταλιστικών, προτεράτων, δικτατορίες προλεταρίου», γιατί κουράζει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελληνική μετάφραση της λέξης «brunch» από τα αγγλικά. Το πεύμα (πρωινό + γεύμα) είναι το γεύμα που τρώγεται συνήθως αργά το πρωί ή προς τις μεσημεριανές ώρες.

«Σήμερα θα πάμε για πεύμα με τα παιδιά!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι τόσο αφύσικα, τεχνητά κίτρινες προτηγανισμένες πατάτες των εστιατορίων, που οδηγείσαι να πιστέψεις ότι μάλλον έχουν κατασκευαστεί από ψόφια καναρίνια, ανακυκλωμένες λεμονόκουπες... , αφού και η γεύση τους μόνο πατάτα δεν θυμίζει...

- Με πήγε σ'ένα άθλιο fast food κι άρχισε να τρώει κάτι θλιβερές κιτριτάτες... Μ'έπιασε ναυτία...

Πηγή: Πλαθολόγιο , εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η σιχαμερή λευκή ουσία, γνωστή επιστημονικά και ως σμήγμα, που πιάνουμε στην πούτσα όταν έχουμε να αλλάξουμε σώβρακο 2 βδομάδες. Χαρακτηριστικό της είναι η λευκή σαν τυρί υφή της και η απαίσια μυρωδιά της.

Το φετέισον προέρχεται από το temptation (μεγάλη επιτυχία του Arash) και την ελληνική φέτα.

  1. Πω ρε μαλάκα, έπιασα φετέισον στην πούτσα μου... Θες λίγο;

  2. - Έχω να κάνω μπάνιο 2 εβδομάδες και όχι μόνο αυτό, την παίζω και χύνω στο σώβρακο.
    - Ω ρε φίλε, θα έχεις πιάσει τρελό φετέισον.

KAVLI dick-cheese spread - το φέρνει και ο Βασιλόπουλος (από Vrastaman, 19/01/09)Φέτα is sexy και δεν πα να λέτε ό,τι θέλετε :-P (από Galadriel, 22/03/09)

Συνώνυμα: τυράκι. Σχετικά: τυρί, ούρδα, αλμυρόπουτσα, μυτζήθρα. Δες και -έισον, -έισιον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκική εκφορά της ουτοπίας και εν γένει ενός φανταστικού / ιδεατού / ονειρικού κόσμου. Από λεξιπλασία του Ευγένιου Τριβιζά για ομώνυμο κόμικ / τηλεοπτική σειρά με πρωταγωνιστές φρούτα.

Είναι μία, μόνο μία, η ονειρεμένη Φρουτοπία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σημασία της λέξης δεν έχει σχέση με τον Άγγλο φιλέλληνα Τζωρτζ Κάνιγκ (1770-1827), ούτε φυσικά με την πλατεία Κάνιγγος.

Η λέξη αναφέρεται στη στρατιωτική ορολογία και συναντάται συνήθως σε απαντήσεις εφέδρων και μονίμων υπαξιωματικών, αναφορικά με ερώτηση νεοσυλλέκτων για το είδος του φαγητού της ημέρας και αφορά ψαρωτική απάντηση για το φαγητό αυτό.

Ο μη μυημένος, ακούγοντας τον όρο, ξενίζεται γιατί περιμένοντας ως απάντηση ένα τυπικό είδος φαγητού σε έναν εντελώς τυποποιημένο χώρο, εκπλήσσεται. Φαντάζεται διάφορα, αλλά εις μάτην. Όταν με τα πολλά ο νεοσύλλεκτος δεν μπορεί να αποκωδικοποιήσει τον όρο, ρωτά και γειώνεται γιατί καταλαβαίνει πως τόση ώρα δουλευόταν. Η απάντηση που δίνεται από τον ανώτερο είναι: Κάνιγκες είναι οι πούτσες οι Αμερικάνικες.

Στον στρατό:
- Τι θα φάμε σήμερα λοχία;
- Α σήμερα μετά τα έρπινγκ και τα βαρελάκια και τις ασκήσεις ακριβείας που κάνατε, ήρθε η ώρα να φάτε φαγητό αξιώσεων. Πρέπει να δυναμώσετε για όλα αυτά που κάνετε. Θα φάτε κάνιγκες.
- Κα..Κάνιγκες το είπατε; Τι είναι αυτό; Πρώτη φορά το ακούω
- Κάνιγκες είναι οι πούτσες οι Αμερικάνικες. Χα...χα...χα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φανταστικό προϊόν, εν είδει υπερβολής και χλευασμού.

- Ο Κώστας μου είπε ότι είστε επιχειρηματίας. Τι ακριβώς εμπορεύεστε;
- Χαλβαδόπουτσες, είμαι αποκλειστικός εισαγωγέας.

Βοήθειά σας! (από Vrastaman, 29/08/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γύρος φτιαγμένος από κρέας γάτας. Σημαίνει κακής ποιότητας γύρος (συνήθως αισθητή στη γεύση), ή σατιρικά για να διακωμωδήσουμε το ποιόν ενός άγνωστου για μας σουβλατζίδικου. Πιο σπάνια χρησιμοποιείται και ο σκυλόγυρος.

- Λοιπόν προτείνω να πάμε για σουβλάκια στο «Γύρω γύρο όλοι»
- Ωχ... τι σερβίρουν εκεί; Γατόγυρο απ' όλα;

- Χθες το βράδυ τι κάνατε αφότου έφυγα;
- Πήγαμε για σουβλάκια σε ένα άθλιο μαγαζί, σκέτος γατόγυρος. Το μισό σουβλάκι το έδωσα σε έναν σκύλο, το μύρισε και έφυγε!

Όλα καλά! (από Galadriel, 16/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified