Η φραπομούνα, η νέα -μούνα, που, αν δεν την είχε ανακαλύψει ο Vrastaman, θα έπρεπε να την εφεύρουμε, συνδυάζει δύο από τις μεγαλύτερες εποποιίες του σάιτ μας: Την saga του φραπέ και την saga της -μούνας. Πρόκειται για μια ιδεώδη σλανγκική σύνθεση, μια σλανγκική Dream Team, που θα μπορούσε να συγκριθεί μόνο με μια *λολομούνα, ένα *λολοφραπέ, ή ένα frappé dentatum, τα οποία δεν μπορούν να υπάρξουν, οπότε την καθιστούν μοναδική.

Νιώθω μικρός για να περιγράψω τοιαύτη σλανγκική οντότητα. Οπότε περιμένοντας να συμπληρωθώ ή και να διαψευστώ από έτερο Σλάνγκο επιθυμώ ως νύξη μονάχα να εισαγάγω μια ρεβιζιονιστική υπόθεση εργασίας.

Αν ως φραπεδιάρα εννοούμε την επαγγελματία του φραπέ και φραπαιδοιάρα (κατά Γκατσάνδρα) την μουνάρα τοιαύτη, τότε η φραπομούνα είναι ο generic term, που περιλαμβάνει και τις ερασιτέχνιδες και ίσως κυρίως αυτές.

Κι έρχομαι στον ρεβιζιονισμό: Μια περίπτωση φραπομούνας παρουσιάζει ο Luis Bunuel (Ισπανός, άρα μεσογειακή διαστροφή) στην ταινία του «το Ημερολόγιο μιας Καμαριέρας» (Le Journal d' une Femme de Chambre) με Μισέλ Πικολί και Ζαν Μορώ (ή Μωρό;). Εκεί η φραπομούνα είναι μια θεούσα, που δεν θέλει να κάνει σεξ με τον άντρα της σε περίοδο νηστείας, και ο εξομολόγος της την συμβουλεύει να κάνει φραπέ για το καλό και των δύο. Καθότι το φραπέ (εφόσον γίνεται αλτρουιστικά) σε αντίθεση με το γαμήσι δεν είναι θανάσιμο αμάρτημα. Φραπεδιασθείς ήταν ο Μισέλ Πικολί, αναπληρωματική φραπεδιάρα το Ζαν Μωρό, κύρια φραπομούνα η Françoise Lugagne.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι γενικά εφόσον το φραπέ: α) Αφενός είναι κάτι εξαιρετικά αλτρουιστικό που δεν προσπορίζει ηδονή στην γυναίκα. β) Αφεδύο, είναι κάτι που δεν χαρακτηρίζει μια πιο τελειωμένη κοπέλα (με την καλή έννοια), όπως το στοματικό και το πρωκτικό.

Τελικά, το φραπέ χαρακτηρίζει μια κατά βάση συντηρητική γυναίκα, η οποία είναι ενσωματωμένη σε πατριαρχικές δομές, αλλά χωρίς να γίνεται σκλάβα του σεξ. Θέλει να παρέχει ηδονή στον κύρη του σπιτιού και να τον οδηγήσει στην ολοκλήρωση. Αυτό φαίνεται και σε περιπτώσεις, όπου λόγω περιόδου, προχωρημένης εγκυμοσύνης, ίσως πένθους, ή κάποιου ψυχολογικού λόγου, ή λόγου υγείας, η φραπομούνα δεν μπορεί να κάνει κολπικό σεξ, αλλά δεν είναι και έτοιμη να πει στον παρτενέρ της μεγαλόψυχα κι αν έχω και περίοδο, έχω και άλλη δίοδο ή να γίνει τίγραινα για χάρη του έρωτά τους. Είναι όμως πρόθυμη να παράσχει απλόχερα το καφέ της Χαράς.

Οπότε την φραπομούνα την αντιλαμβάνομαι βασικά ως μια παραδοσιακή μορφή της καλής νοικοκυράς, που είναι δούλα και κυρά, μιας ευμενούς δέσποινας που ξέρει να τηρεί τις ισορροπίες για να στηρίξει το σπιτικό της.

Βεβαίως, ίσως αδικώ το φραπέ παρουσιάζοντας το ως γινόμενο μόνο εξ ανάγκης (περίοδος, εγκυμοσύνη, λόγοι υγείας). Μπορεί να γίνεται και στα πλαίσια μερακιών στα προκαταρκτικά ή και στα άφτερ, ή από τον πρώτο γύρο στον δεύτερο και το νιοστό στα πλαίσια ορθοπεϊκής ασκήσεως. Ή όταν οι παρτενέρ ροντάρουν κι είναι σαν δυο παιδιά που ανακαλύπτουν τον κόσμο. Σε κάθε περίπτωση πάντως η φραπομούνα μου κάνει για χειρώναξ και μου θυμίζει αυτές τις δυνατές Ελληνίδες της παράδοσής μας, που ήξεραν να στηρίξουν το σπίτι τους, το νοικοκυριό, τον Ελληνισμό. (Άλλωστε, όταν οι άλλοι δεν είχαν ακόμη ανακαλύψει τον καφέ, εμείς είχαμε αναγάγει σε τέχνη το ανασεισιφαλλίζειν).

Τα πράγματα αλλάζουν με τις επαγγελματίες φραπομούνες. Αφενός είναι οι φραπεδιάρες των ευαγών ιδρυμάτων. Που κι αυτές στο κάτω κάτω είναι συγκριτικά αξιοπρεπείς παρουσίες. Όπως και οι φραπομούνες διαφόρων στυλ peep show (όχι απαραίτητα πιπ σόου), ιδίως στο εξωτερικό, που κι αυτές μπορεί να είναι πτωχές πλην τίμιες βιοπαλαίστριες, όπως έδειξε πρόσφατη αγγλική ταινία. Αφεδύο, πρωταγωνίστριες τσόντας που ρίχνουν τον φραπέ είτε για λόγους ορθοπεϊκής, είτε στην τελική διασπερμάτευση, κατά το διαφημιστικό σλόγκαν μην τα πιείτε, λουστείτε.

Ενδιάμεση κατηγορία μπορεί να αποτελέσουν οι παιγνιώδεις φραπομούνες, που το εξασκούν σε λάθος ώρες, λ.χ. κατά την οδήγηση, αντί ξυπνητηριού, για να σου αποσπάσουν την προσοχή από την δουλειά ή από την λημματογράφηση στο slang.gr κ.τ.λ. Σε φραπομούνες αποδίδονται πολλά από τα αυτοκινητιστικά ατυχήματα εν Ελλάδι.

Συνώνυμο: αυνανισμός à deux (κατά το ναρκισσισμός à deux).
Υπερθετικό: φραπομούνα με ρόζους.
Αντίστοιχο του vagina dentata: φραπομούνα με νύχια, vagina unguita.

- Τά 'μαθες; Θα κυκλοφορήσει το σίκουελ του Teeth! Λέγεται Nails κι έχει πρωταγωνίστρια μια φραπομούνα που ευνουχίζει τους εραστές της με τα νύχια της!
- Ετς! Γουστάρω! Θα φχαρστθούμε ταινία τρόμου! Μόνο μπλακ δικέ μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τρελούτσικος, ο φευγάτος, αυτός που γυρνάει σα σβούρα, ο ανυπόμονος σε οτιδήποτε.

Κάτσε σε μια μεριά ρε τζιρανανά.

Ο Πρόεδρος της Μαδαγασκάρης Φιλιμπέρ Τσιρανανά. (από Khan, 22/03/11)Στο 1.11. (από Khan, 28/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταχαμούτος ονομάζεται (από συναδέλφους του «παλαιάς κοπής») ο επαγγελματίας μουσικός, ο οποίος παίζει «πλήκτρα» (synthesizer) συνήθως σε «κέντρα διασκεδάσεως» χρησιμοποιώντας έτοιμες ενορχηστρώσεις σε αρχεία midi.

Παίζει δηλαδή «τάχα μου» εκείνος, ενώ στην πραγματικότητα το μουσικό κομμάτι παίζεται από τον η/υ ή κάποιο sequencer.

- Καλά, ρε Μπάμπη, φοβερός ο Λάκης, ε; Παπάδες παίζει ο πούστης!
- Άσε ρε φίλε, μη τσιμπάς... Ας είναι καλά το sequencer. Ταχαμούτος είναι μωρέ, τρομάρα του!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπαστήρ –εκ του Συνδρόμου Π**ολλαπλής **Αυτομπαγαποντοδοτικής Στήριξης (Σ.Π.Α.Στηρ.)– αποκαλείται η νεοδιαγνωσθείσα μετάλλαξη του κλασσικού μπαγαποντοδοτισμού, με έντονα όμως στοιχεία σπασαρχιδισμού και σπαμαρχιδισμού.

Οι σπαστήρες συνήθως χαρακτηρίζονται από τα εξής κοινά χαρακτηριστικά:

1. Εγγράφονται με δύο ή περισσότερους κωδικούς,

2. Οι πολλαπλές τους περσόνες πρωτοεμφανίζονται την ίδια μέρα και πλημμυροδοτούν το σάιτ με λήμματα,

3. Ανταλλάσουν σπέκια, φιλοφρονήσεις και μπαγαποντοδοτούν υπέρ αλλήλων,

4. Συχνά αποκαλύπτονται, μέσα στον ενθουσιασμό τους, καθώς ταυτόχρονα βάζουν το ίδιο λήμμα με πανομοιότυπο σχεδόν ορισμό.

Η βιβλιογραφία αναφέρεται σε δύο μεγάλες κατηγορίες σπαστήρων:

1. Οι Ψυχοσπαστήρες:
Αυτοί πάσχουν από παραλλαγή του συνδρόμου MPD (Multiple Pagapontic Disorder). Zούνε σ’ ένα όνειρο που τρίζει, είναι παντελώς για δέσιμο, αλλά συνήθως δεν είναι επικίνδυνοι παρά μόνο για τον εαυτό τους. Με την πάροδο του χρόνου συνήθως εκφυλίζονται σε τρολ και ωσεκτουτού αποχωρούν από το σάιτ μόλις νοιώσουν την παρατεταμένη περιφρόνηση των θαμώνων.

2. Οι Ξενεροσπαστήρες:
Οι σπαστήρες αυτοί δεν είναι ψυχασθενείς. Ενδέχεται μάλιστα να είναι γνωστοί, ακόμα και διακεκριμένοι λημματοδότες , οι οποίοι για λόγους που μόνο εκείνοι γνωρίζουν υιοθετούν δύο περσόνες και πλημμυροδοτούν το σάιτ με λήμματα τα οποία πολλές φορές είναι καλά έως και ευφυέστατα. Τα κίνητρα τους είναι λιγότερο αυτονόητα από εκείνα των ψυχοσπαστήρων. Μερικοί έχουν οι ίδιοι πέσει θύματα τραυματικής μπαγαπονοτοδοσίας στα παιδικά τους χρόνια, και βάζουν στοίχημα ότι φορώντας την μάσκα του εκδικητή μπορούν να ανέλθουν στο τοπ 10 της βαθμολογίας σε χρόνο dt, παραδίδοντας μάλιστα και μάθημα σε μερικούς μερικούς. Άλλοι πάλι απλούστατα το κάνουν για πλάκα. Στη τελευταία ανάλυση οι ξενεροσπαστήρες καταφέρνουν να ξενερώνουν τόσο τους ενάρετους θαμώνες του σάιτ, όσο και τον εαυτό τους.

Οι γνώμες των ειδικών διίστανται για την ταξινομία των κρουσμάτων που πρόσφατα (24/11/2008) εκδηλώθηκαν στο σλάνγκ ντοτ τζιάρ. Ωστόσο, όλες οι αποχρώσες ενδείξεις συνηγορούν ότι πρόκειται για ξενεροσπαστήρες.

Είπαν για τους σπαστήρες:

«...μια εν δυνάμει βόμβα στα θεμέλια του σάιτ. Ίσως, ίσως μια βόμβα στα ίδια τα θεμέλια του πολιτισμού μας όπως τον ξέρουμε. Τι απέγινε άραγε η Τιμή, η Ειλικρίνεια, τι απέγινε η Αγνότητα, τι απέγινε το πτώμα του Jimmy Hoffa;...»

«....πιστεύω πως (...) πίσω από δαύτους είναι ένας δικός μας...»

«μπορεί νά 'ναι κολλητάρια που παίζουνε μαζί στο σλάνγκ. Μπορεί... Άς το ψάξει ο ρουμάνος

«...τέτοιοι λογαριασμοί αργά ή γρήγορα έστω και ανεπίσημα, γίνονται αντιληπτοί! (...) Πάντως μου έβαλες ψύλλους στ' αφτιά!»

«...αυτός ο πραγματικά προικισμένος νέος θα ασυδοτεί δίχως αντίδραση από μένα τουλάχιστον, λόγω του ότι είναι προικισμένος λημματοδότης... αν όμως αποδειχθεί βραχύβια αυτή του η εποχή της ακμής και συνεχίσει τη λοβιτούρα, θα πέσει πέλεκυς!»

αποκαλύπτουμε! (από xalikoutis, 27/11/08)(από Vrastaman, 30/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

σκορδομπούτσογλου, σκορδοπούτσογλου

Συνώνυμο του «οποιοσδήποτε», «χ», «μέσος άνθρωπος». Χρησιμοποιείται σε διαφημιστικές εταιρίες και αν και ακούγεται ως μειωτική λέξη στην πραγματικότητα είναι σούπερ ουδέτερη και αν σας την απευθύνουν να μην θυμώσετε!

Θέλω να φτιάξουμε ένα σάιτ που να μπαίνει ο κος Σκορδπούτσογλου και να μπορεί να βρει πληροφορίες για τα ωραία έργα της σεζόν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιστί, το αφεντικό.

Ο όρος προκύπτει εκ του γεγονότος ότι στα Ρουμάνικα, boss (boş) σημαίνει αρχίδι.

- Είσαι για κάνα καφεδάκι το Σαββάτο;
- Άσε ρε φίλε ο ρουμάνος και πάλι με μπιφτέκωσε. Όλο το σουκού θα το βγάλω στο γραφείο...
- Τι να κάνουμε, he is the boss!

(από Vrastaman, 16/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κομμωτής, που έχει το τακτ και την ευαισθησία του Ράμπο σε εξόρμηση στο Βιετνάμ και που, σε κουρεύει όπως θέλει εκείνος, παρά τα δάκρυά σου.

Οι Ραμπωτές αξίζουν να πάθουν ό,τι έπαθε η καριέρα του Συλβέστερ Σταλόνε.

Ραμπωτής που σου χρειάζεται ρε μάλετ!

από το Πλαθολόγιο του Λύο Καλοβυρνά, εκδ. Intro 2007.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φοιτητής γεωλογίας σε προχωρημένο έτος, συνήθως μεγαλύτερο/ίσο με 7 χρόνια. Τυπικό παράδειγμα «γεωhumor».

- Καλά, ποιοι είναι όλοι αυτοί που ήρθαν να δώσουν;
- Άσ' τα, με τους πτυχιόσαυρους θα γράψουμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το από θέση ευθύνης καθαιρεθέν και πλέον ανυπόληπτο στέλεχος οργανισμού ή εταιρείας.

Λογοπαίγνιο με τις λέξεις πρώην και προϊστάμενος.

- Ήρθε ο Δημητρίου και ζήτησε αναφορά μέχρι την Παρασκευή για τις νέες συμβάσεις και φώναζε.
- Ποιος καλέ, ο κ. πρωηνστάμενος, άστον να λέει. Δεν είδες το καινούργιο οργανόγραμμα στο ΣουΔουΠού;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά εκ του αγγλικού post-op, το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από σύντμηση του post-operation, δηλαδή μετά την εχγείρηση. Όπου βέβαια «εγχείρηση» δεν είναι ούτε σκωληκοειδής απόφυση, ούτε αμυγδαλές, αλλά η αφαίρεση του κάτω συστήματος, της οικογένειας ολόκληρης, μπαργαλάτσου και αρχιδόμπαλων συμπεριλαμβανομένων. Στην θέση τους προφανώς προστίθεται ψωλότσεπη, η επονομαζόμενη και χοάνη, για τους μη μυημένους μουνί.

Το τραβέλι που έχει κάνει το μεγάλο βήμα είναι πλέον ποστόπι, ενώ οι άλλες οι κραγμένες είναι απλά pre-op και άρα έχουν ακόμη ένα στάδιο μέχρι να χαρακτηρισθούν εντελώς τελειωμένες.

Η έκφραση χρησιμοποιείται τόσο για να περιγράψει κυριολεκτικά άτομο της κατηγορίας Αναΐς από το Παναής, όσο και για να χαρακτηρίσει υποτιμητικά κάποιον που είναι εντελώς φλωρόκουπας και συμπεριφέρεται σαν να μην έχει αρχίδια και τσαγανό.

Το ποστόπι μόνο καταχρηστικά μπορεί πλέον να χρησιμοποιεί εκφράσεις όπως ζμπούτσαμ, στον πούτσο μου λουλούδια και θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια, μπορεί όμως θαυμάσια να λέει στο μουνί μου το ιδιότροπο και, αν είναι της περιοχής, μουνί απ' τα Καλάβρυτα.

Απαντάται ενίοτε και στην εισέτι υποτιμητικότερη εκδοχή η ποστόπα, οπότε και συντάσσεται αποκλειστικά με το «ου μωρή».

Προσοχή: Να μη συγχέεται με το τυφλοκόπι. Καμμία σχέση...

  1. - Τι θεόμουνο είναι αυτή η Τζίλντα ρε μεγάλε...
    - Νννναι... Τώρα που είναι ποστόπι εννοείς, διότι πριν από λίγο καιρό ήταν ψωλαρέος με βυζιά.
    - Τι λες τώρα;!!

  2. - Και πώς να της το πω δηλαδή; Θα πάω έτσι εκεί και θα της το ξεφουρνίσω; Θα με πάρει με τις πέτρες. Πώς να το κάνω; Φοβάμαι...
    - Πω πω ρ' αδερφάκι μου, τι ποστόπι είσαι 'συ; Grow some balls ρε μαλάκα! Κι άμα σου πει και τίποτα, ρίξε και κανά δυό ψιλές να κουλάρει το μουνί της λάσπης και του αγρού...

  3. - Σιγά μην πάω να του κάνω θέμα του κυρίου Σκορδοπούτσογλου. Δεκαπέντε τοις εκατό μείωση μισθού δεν είναι και τόσο άσχημα υπό αυτές τις συνθήκες της παγκόσμιας κρίσης και...
    - Ου μωρή ποστόπα! Ου ρε! Χεζμεντέν έτσι; Νταξ ρε μαλάκα, θα πάω μόνος μου να καθαρίσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified