Further tags

Η άδεια που παίρνει μια εν λοχεία ούσα μητέρα, όπως όλοι ξέρουμε, λέγεται άδεια λοχείας.

Σε περιπτώσεις που αυτό επαναληφθεί σύντομα, η άδεια παρατείνεται επί το περίπου διπλάσιο, καθιστούσα την ευτυχή μητέρα απούσα από την εργασία της για χρόνια.

Η προσαύξηση αυτή μπορεί να συναχθεί ως προαγωγή από την λοχεία σε λοχία και έπειτα σε επιλοχεία.

- Καλά που είναι η Μαίρη την απέλυσαν;Έχω χρόνια να την δω στο γραφείο.

- Γέννησε στο καπάκι 2 μπέιμπια και το τράβηξε λίγο παραπάνω με την άδεια.

- Αχα άδεια επιλοχίας δηλαδή

Κατερίνα Ξαπλωτή. (από Hank, 17/06/09)Και μια λεχώνα του Picasso. (από Hank, 17/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκοπρεπέστερη απόδοση του εφαψία.

Ο εφαψάκιας πάσχει από σεξουαλική παραφιλία με ζητούμενο την μη συναινετική σωματική τριβή με αγνώστους σε στενούς και συνωστισμένους χώρους όπως σε μέσα μαζικής συγκοινωνίας, μπαρ, πολιτικές εκδηλώσεις, εκκλησίες, συναγωγές, τεμένη.

Ετυμολογία: εφαψ- (εφάπτω) -άκιας.

Αυτό που τώρα με απασχολεί είναι ένα κόκκινο πανί που έχω δει από ώρα: ένα σφιχτό άσπρο παντελόνι με υποψία στρινγκ που έχει ακουμπήσει στο πλαϊνό μέρος της διπλανής, άδειας πλέον, θέσης. Εγκαθίσταμαι εκεί. Είπαμε, θα είμαι ήσυχη. Γέρνω μόνο λίγο προς το μέρος της και την ακουμπάω με το μπράτσο μου. Υγρός σπασμός αλληλούια. Εκείνη ούτε που παίρνει είδηση τη σκοπιμότητα του αγγίγματος. Ο συρμός πέφτει σε αναταράξεις. Δε βλέπω για ποιο λόγο να μην κρατήσω αυτή τη στάση μέχρι να φτάσω στο τέλος της διαδρομής.
(Η εφαψίας)

Ο original εφαψίας δεν φοράει ποτέ εσώρουχα. Το καλοκαίρι είναι η καλύτερη εποχή για να δράσει και να θέσει σε εφαρμογή τα κρυφά εφαψιστικά του σχέδια. Θα τον βρείτε συχνά να διασκεδάζει σε καλοκαιρινά μπαράκια/clubs με σήμα κατατεθέν το αεράτο-ανάλαφρο παντελόνι (κατά προτίμηση λινό) που το επιτρέπει να λικνίζεται αισθανόμενος τις εκκρεμοειδείς κινήσεις του πέους του. Κρατώντας στο ένα χέρι το ποτό κουνιέται απαλά στο ρυθμό της μελωδίας και προσεγγίζει εκστασιασμένος το επόμενο θύμα του, συνήθως από πίσω. Πρόκειται για τη στιγμή της εφαψιστικής κορύφωσης. Ο εφαψίας δεν αποζητά το σεξ παρά μόνον αυτές τις στιγμές αμοιβαίου εφαψιστικού χορού με το θύμα που ανυποψίαστα συμμετέχει...Όταν πλέον το καταλάβει είναι ήδη αργά και ο εφαψίας θα έχει ολοκληρώσει το έργο του.
(προφίλ αναγεννησιακού εφαψάκια, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καραβανάς, απάλευτος καρμίρης μονιμάς που έχει τις δυο σαρδέλες στην παραλλαγή του από τον καιρό που οι ΕΣΣΟ ήταν σε αριθμό διψήφιο. Αναλαμβάνει συνήθως υπηρεσία λοχία εβδομάδος ή όργανου υπηρεσίας. Και σε κάθε παράκληση να σε καβατζώσει, σε αρχίζει στα σιχτίρια τύπου «γαμώ τον άξονα της γης κωλόψαρο, που εγώ φοράω μπερέ απ'όταν εσύ βύζαινες» κτλ κτλ.

Γι' αυτές του τις βωμολοχίες χαρακτηρίζεται έτσι.

- Ρε σειρά, ποιός είναι όργανο σήμερα;
- Ο καραβανόπουλος.
- Φτου ρε γαμώτο, πάλι ο βωμολοχίας είναι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ισχύουν όλα όπως και στον καληνυχτάκια με μία ειδοποιό διαφορά. Ενώ ο καληνυχτάκιας είναι απελπισμένος, έχει λιώσει στο μόντελινγκ, στο τέντωμα του δοξαριού ή τέλος πάντων στην μαλακία, ο καληνυχτυχεράκιας από μία διαβολική σύμπτωση σε κάποιο από τα άπειρα ραντεβού που έχει βγει, έπειτα από μυριάδες ιστορίες για πρώην γκόμενους που έχει ακούσει από τις κοπέλες που έχει ξεπαραδιαστεί να κερνάει μπας και δει κίνηση στην δεντρογαλιά του που δεν προκαλείται από τα χοντρόχερά του, κατάφερε να πηδήξει. Η γκόμενα ήταν άνω του μετρίου, εξ ου και «τυχεράκιας», και ο κακομοίρης αναθάρρησε και πλέον βγαίνει με ραντεβού ακόμη κ με την Ομηρική Πηνελόπη με την οποία μπορεί να ακούει και 20 χρόνια τον νταλκά της με τον γαμίκο Οδυσσέα με την κρυφή ελπίδα ότι, αφού του 'κατσε μια φορά, η φάση θα ναι κάθε μέρα καλημέρα. Πού να 'ξερε ο κακομοίρης πως είδε χαρά στο ψόφιο του επειδή η κοπέλα μπέρδεψε την βότκα με το νερό και από τότε βλέπει εφιάλτες. Ο καλυνυχτυχεράκιας ελπίζει... Το κακό όμως είναι ότι έγινε πιο θρασύς. Σε σημείο να περάσει στην κατηγορία αγαπούλη φωτεινούλη. Να νιώθει σεξόνιο κι ας τον έχουν οι γυναίκες για κλαψοφιλενάδα άνευ αιδοίου.

- Κλασσικός καληνυχτάκιας ο ... ε;
- Μπα πήδηξε την Λολότα ρε συ.
- Σοβαρά;Τότε ανασκευάζω, καληνυχτυχεράκιας είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα εισιτήρια για κάπου όπου δεν θέλουμε να πάμε, ή αυτά που φτύνουμε αίμα για να αποκτήσουμε.

Τέσσερις ώρες περίμενα στην ουρά για τα γαμολοσιχτίρια, ε μπάφιασα κι έφυγα, στο διάλο και η συναυλία και όλα.

Got a better definition? Add it!

Published

Το μειωμένο εισιτήριο για τους φοιτηταί.

Ασίστ Νick.

Καλά ρε πούστη, εξήντα χρονώ κοντεύεις και μπορείς και βγάζεις φοιτητήριο; Δεν σ' έχουν πιάσει με το πλαστό πάσο ακόμα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τον συναντάμε σε ηλικίες από 15 έως και 23. Είναι αυτός που έχει ξεχάσει το εσώρουχό του (συνήθως μποξεράκι με σχεδιάκια) λίγο πιο πάνω από το κανονικό και το τζιν του πέφτει διαρκώς. Αυτό το τζιν είναι συνήθως βρώμικο και μάρκας Lee (εξ ού και το ντερτιλής > dirty Lees) ή κι αν δεν είναι, θα είναι ξεβαμμένο και πάντα θα πέφτει όλως τυχαίως προς τα κάτω...

Ο ντερτιλής επίσης σιχαίνεται καθετί trendy αλλά όταν έγιναν τα Αll Star της μόδας όλως τυχαίως πάλι έτρεξε να τα αγοράσει. Του αρέσει να τον κοιτάνε σε κείνο το σημείο όπου πέφτει το τζιν και φαίνεται το εσώρουχο.

Φιλική σημείωση: δεν κάνει για άτομα τα οποία έχουν λίγη παραπάνω κοιλίτσα.

Οι γυναίκες το χρησιμοποιούμε για να δείξουμε και το ότι κάποιος έχει μείνει ακόμα στα λυκειακά χρόνια.

Επίσης τα προσόντα που πιθανόν να είχε ένας ντερτιλής δε διαγράφονται με το συγκεκριμένο είδος ντυσίματος άρα εντελώς δημοκρατικά κατηγορείται πολλές φορές για μικρότητες... κάθε είδους!

*Ουδεμία σχέση με τον κρατούμενο Νίκο Ντερτιλή για όσους τον έχουν ακουστά.

– Αν εσύ καταλάβεις πες το μου και μένα...
– Το ότι είναι ντερτιλής δεν σημαίνει ότι δεν έχει, απλά δεν του αρέσει να φαίνεται, προτιμά να επιδεικνύει το μποξεράκι του...

O Nικόλαος Ντερτιλής εν δράσει (από allivegp, 16/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εσώρουχο ανδρικό παλαιάς κοπής και σχεδίου, πρωτίστως σλιπάκι υπόλευκο λόγω μακροχρόνιας χρήσης.

Το εν λόγω εσώρουχο έχει την εξής ιδιότητα: Είτε απορροφάει τις δυσάρεστες οσμές από διασπορά κλανοβολισμών είτε αντιστέκεται σθεναρά στην φθορά που αναπόδραστα προκαλεί ο πυροβολισμός από τόσο κοντινή απόσταση σε ένα ταπεινό βαμβακερό ύφασμα.

Το αλεξίκλανο βρακί, έπειτα από μαγευτικές νύχτες με φασολάδα και λοιπά πορδογενή φαγητα, παρουσιάζει φαινόμενα όσμωσης με το περιεχόμενο του εντέρου αμέσως πριν την απέκκριση. Κοινώς, χρωματίζεται σε χρώματα φαιάς αποχρώσεως, ελαφρώς καφέ. Μερικές φορές όταν το κλάσιμο γίνεται σε παρέα ανδρών, και δη σε κατασκηνώσεις, η ανάγκη να επιβληθεί κάποιος με το περιεχόμενο του κώλου, του το αλεξίκλανο βρακί χρωματίζεται κίτρινο μπροστά, αποτέλεσμα της υπερπροσπάθειας αερισμού και ίσως έπειτα απο κατανάλωση φτηνόμπυρας.

Γνωστός κλανιάρης πηγαίνει σε μαγαζί εσωρρούχων για να αγοράσει εσώρρουχα και παραγγέλνει ως εξής:
- Δώστε μου σας παρακαλώ μια εξάδα αλεξίκλανα μινέρβα νούμερο 6

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορισμός καθιερωθείς για άτομα με βαπτιστικό όνομα Στέφανος, οι οποίοι, είτε εξαιτίας αγαπης για το εθνικό μας φαγητο, όρα φασολάδα, είτε λόγω εξαιρετικώς παραγωγικού κωλαντέρου κλάνουν σε χρόνο χε σε. Τους ακολουθεί αχλύ, όχι λόγω μεγαλείου ή φήμης, αλλά λόγω οσμών.

- Με ποιόν βγήκες σήμερα;
- Με τον στέκλανο.
- Τυχερέ μια χαρά πέρασες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευμεγέθης κουράδα, δυσκόλως αποδεσμευόμενη εκ του παχέος εντέρου και δι' αυτόν η έκλυσή της προκαλεί δάκρυα ανακούφισης, όπως τα οφθαλμικά κολλύρια.

Είχα να χέσω 3 μέρες κι έβγαλα ένα κωλύριο άλλο πράγμα...

Προφ λογοπαίγνιο με τις λέξεις «κώλος» και «κολλύριο». Βλ. και γεννητούρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified