Further tags

Η γυναίκα που ξεσαλώνει και μπαν-ίζει τεκνά, λογοπαίγνιο που αναφέρεται και στη σεξουαλική χρήση της μπανάνας (με πιάνετε;).

-«Εκδήλωση για το περιβάλλον, παραβρέθηκε η Μιμή Ντενίση...»
-Πάλι έξω βγήκε η μπανάνα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προπονητής των οπισθίων!

Πήρε έναν προπονητή η Έβερτον, Χοσέ Μουνίνιο μάς βγήκε!

Got a better definition? Add it!

Published

Πατρύ εστί το άπατο πηγάδι. Συνήθως αναφέρεται και στις δύο οπές χωρίς διακρίσεις. Επίσης μπορεί να υπονοεί συνήθως το γυναικείο όργανο, αλλά μπορεί και να χρησιμοποιηθεί και σαν χαρακτηρισμός κατάστασης όπως πατρύ λοκώ, πατρύ βιεϊρά.

«Χθές, ήμουν με το γυναικάκι και της έσκισα την πατρύ. Μετά πήρα πατρύ λοκώ και στο τέλος πανηγύρισα σαν τον πατρύ Βιεϊρά»

Σημείωση. Ο Βιεϊρά για όσους δεν ξέρουν είναι Γάλλος ποδοσφαιριστής, υπήρξε μεγάλος αμυντικός μέσος ο οποίος μεγαλούργησε τα προηγούμενα χρόνια. Τώρα που εγέρασε κολλάει τα τελευταία του ένσημα πριν την σύνταξη. Το πλήρες όνομά του είναι Patrick Vieira εξού και το λογοπαίγνιο.

Patrice Loko (από poniroskylo, 31/07/09)Patrick Vieira (από poniroskylo, 31/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετον εκ του πουρός (=γέρων) + τουρίστας.
Σημαίνει τον τσαχπίνη κι αμοράλ νεαρόν που περιδιαβαίνει τα ελληνικά νησιά το καλοκαίρι προκειμένου να ψαρέψει γυναίκες προκεχωρημένης ηλικίας (συνήθως αλλοδαπές), στις οποίες στη συνέχεια κάνει τα γούστα, έναντι αντιτίμου όχι απαραιτήτως χρηματικού (π.χ. ένα ακριβό δώρον, μια γνωριμία σε κύκλους εξουσίας κτλ).

Δηλαδή ζιγκόλα του θέρους.

Τα παλιά χρόνια, στου Ζωναρά και στην πλατεία Κολωνακίου, τα κομψότατα ζιγκολάκια κάθονταν και πίνανε μακαρίως τον καφέ τους, έως ότου κάποια μανδάμ σήκωνε όρθιο τον ακριβό αναπτήρα της να στηθεί στο τραπέζι, που σήμαινε: «Ψάχνομαι». Όλο και κάποιος ευγενής νεαρός θ' άναβε το τσιγάρο της βάβως...

(Βλ. σχετικά «Ο ζεστός μήνας Αύγουστος» με το νεαρό Φέρτη, «Ερωτικές ιστορίες» με το ζεν πρεμιέ Κούρκουλο κ.α.).

Σημειωτέον, ο Τζέι-Τζέι Ρουσσώ, ήτανε προστατευόμενος μια μεγαλοκυράς που τονε σπούδαξε γράμματα (και όχι μόνο).

- Είδες τον Μάκη κουρσάρα;
- Ε, καλά! Χρόνια πουρίστας ο Μάκης. Έχει λέει μια θεία στη Ρώμη και πάει κάθε τόσο και της τα μασάει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το μαγαζί που πουλάει λογιών λογιών καπότες. Κάποτες υπήρχε ένα τέτοιο στην Κάνιγγος νομίζω, κι άλλο ένα κάπου κοντά στην Φειδίου, ή λέω το ίδιο, τεσπα κει μέσα μπορούσες να βρεις ό,τι σχήμα (σε μορφή ζώου, φαντασματακίου, καρτούν κλπ), χρώμα, άρωμα και γεύση καπότας ήθελες. Για την σαχλή ιστορία του πράγματος, είχα πάει προ πολλών ετών με τον πατέρα μου στο Άμστερνταμ, πολύ προτού σκάσουν μύτη αυτά δω χάμου, και κει που βολτάραμε, περάσαμε απ' έξω από ένα τέτοιο. Καθώς δεν τα ήξερα και δεν είδα προσεκτικά την βιτρίνα, μου φάνηκε ότι ήταν ένα μαγαζί με curiosités και είπα στον καημένο τον πατέρα μου «πάμε μέσα να δούμε» και μπήκε κι αυτός μαζί μου αφηρημένος. Όταν κατάλαβε σε τι μαγαζί ήμασταν κόμπλαρε, εγώ το ίδιο, αλλά το παίξαμε άνετοι (ε, ο πατέρας μου είχε πάει προς την πόρτα με ελαφρά πηδηματάκια), διάλεξα μερικές για τους φίλους μου, και τότε η ταμίας μας κοιτάει και τους δύο μαζί συνωμοτικά και μου λέει: «Αυτές είναι για να παίξετε, θα σας δώσω και μερικές κανονικές για την πράξη»...

Λέγεται και κοντομερί από το γαλλικό condommerie.

  1. Προς τιμήν του εξαφανισμένου Γκατς, να χώσω και ένα λογοπαίγνιο: καποτάδικο είναι το στέκι όπου συχνάζουν νέοι μιας κάποιας ηλικίας. Από το «κάποτε».

Θα μπορούσε να λέγεται έτσι και η ντισκοτέκ Ρετρό (αν υπάρχει ακόμα) ή ένα άλλο παρεμφερές κλαμπάκι που δεν ξέρω πώς το λένε, ξέρω όμως ότι υπάρχει κάπου προς Φάληρο;;; (το έμεντάλ μου μέσα...)

  1. - Ρε συ υπάρχουν ακόμα καποτάδικα ή έχουν κλείσει; - Γούγλαρέ το και θα δεις.
    ...
    (μετά από λίγο)
    - Λοιπόν μπες εδώ και θα βρεις μάλλον αυτό που έλεγες:
    http://stellanelcielo.blogspot.com/2009/04/blog-post_15.html

  2. Θα πάμε σε κανα μπαράκι της προκοπής απόψε ή θα με πας πάλι σε καποτάδικο;

Aν γνωστές φίρμες έβγαζαν καπότες... (από allivegp, 01/08/09)Oυροδόχοι κύστεις χοίρων (από allivegp, 01/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σπέρμα, το ψωλόχυμα. Όπως λέμε orange juice, έτσι έχουμε και πέο τζους.

Έτσι, καργιόλα, πιες τώρα πέο τζους, που έχει βιταμίνες να δυναμώσεις, γιατί έχει και δεύτερο γύρο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αστεϊσμός που δηλώνει το πόσο μεγάλο πέος έχει ένας αρειανός... Λογοπαίγνιο που πηγάζει από το «κίτρινη κάρτα».

Και ναι κύριε... πάρε την κίτρινη κάρφα σ'!

Υπάρχει ζωή στον Αρη ! (από GATZMAN, 09/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπορτίφ περιγραφή ζευγαριού στο οποίο ο άντρας είναι κατά πολύ κοντύτερος της γυναίκας ή/και απλά κοντός σε απόλυτες τιμές. Σπάνιο φαινόμενο στις βόρειες χώρες, σύνηθες μεταξύ πολιτικών (π.χ. Σαρκοζί), ραμολί πλουσίων, ηθοποιών (π.χ. Τομ Κρουζ), ο κανόνας στους τζόκεϊ. Ξύπνησε την αστική διανόηση προκαλώντας έναν διάλογο ιδεών που περιλαμβάνει την αστική μυθολογία του Κανόνα Αντίχειρα - Δείκτη, το ρομαντικό επιχείρημα του ακριβού αρώματος που μπαίνει σε μικρό μπουκάλι, αλλά και τον Κανόνα του Δείκτη - Μέσου, ψηλά στο κεφάλι ως κέρατα, και το Γκουσγκούνειας αισθητικής αντεπιχείρημα ότι και τη μαλακία σε μικρά μπουκάλια τη βάζουν στα εργαστήρια.

Η Βούλα μέχρι τα 25 της πρώτευσε στο άλμα επί κοντώ στους στίβους και μετά στο άλμα επί κοντό, μια και ο Αντωνάκης της είναι 1,60...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Πινόκιο είναι ένα ξύλινο ανθρωπάκι, δημιούργημα του ξυλουργού Τζεπέτο. Το όνομά του προέρχεται από το πινέζα (pin) και μάτι (occhio, στα ιταλικά). Ο Πινόκιο είχε μια μακριά μύτη που όταν έλεγε ένα ψέμμα, μεγάλωνε περισσότερο. Πολλές φορές, αναγκαζόταν να πει ένα νέο ψέμμα για να καλύψει ένα προηγούμενο και τότε η μύτη του μεγάλωνε τόσο, που μπορούσε να χωθεί ανάμεσα στα βυζιά της συνομιλήτριας του. Σύντομα, το όνομα του Πινόκιο, έγινε συνώνυμο του ψεύτη.

Ο Πορνόκιο, που αποτελεί και το λήμμα μας, είναι όποιος ψεύδεται περί των ερωτικών επιτυχιών και των σεξουαλικών κατορθωμάτων του, δηλαδή ο ψεύτης του σεξ.

— Σου είπε ο Καυλαγόρας για το μαραθώνιο σεξ που έκανε όλη νύχτα με μια τύπισσα που έβγαλε στο μπαρ;
— Ναι, μόνο που η τύπισσα έφυγε από το μπαρ με άλλον όταν ο Καυλαγόρας είχε πάει να ξεπαρκάρει.
— Α τον Πορνόκιο!

o ορίτζιναλ Πινόκιο (από allivegp, 20/08/09)πες μου ψέμματα, Πινόκιο! (από BuBis, 21/08/09)Πεσ\'το ψέματα... (από MXΣ, 31/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο μεταξύ του αγγλικού hostess = οικοδέσποινα, και του ελληνικού χώσ' τες, το οποίο καθιερώθηκε από την αείμνηστη Μαλβίνα Κάραλη στην εκπομπή της Malvina Hostess, με την έννοια ότι η Μαλβίνα τα έχωνε στους πολιτικούς, στα κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας κ.ο.κ.

Το ρήμα χώνω, όπως φαίνεται στο σάιτ μας, έχει τουλάστιχον τρεις σλανγκ σημασίες: α) βρίζω, ρίχνω μπινελίκια (τα χώνω είς τινα), β) γαμώ (τον χώνω είς τινα), γ) αγγαρεύω (χώνω τινά). Αναλόγως και το χώστες, το οποίο χρησιμοποιείται και ως υπονοούμενο στην κωλομπαρική διάλεκτο, για την κορασίδα, που αναλαμβάνει ρόλο hostess σε οίκον της απωλείας (αν και η ελληνική κουλτούρα δεν έχει φτάσει ούτε καν σε αυτό το επίπεδο φεμινισμού, ήτοι να αναγνωρίζει σε γυναίκα ευαγούς ιδρύματος οποιονδήποτε άλλο ρόλο πέραν του αντικειμένου, οπότε πρόκειται μάλλον για γκρηκλισμό).

Μας υποδέχτηκε η χώστες και άρχισε την επίδειξη των κορασίδων, αν και μεταξύ μας, η χώστες ήταν πιο χώστες από τις άλλες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified