Further tags

Από εκεί είναι όποιος σφίγγεται.

Πω πω, μας τά 'κανε τούμπανο ο αστροφονιάς! Απ' τη Μονή Εσφιγμένου είναι;

Τα τεκταινόμενα των αθλίων τεκτόνων μοναχών στην Μονή Ξεσφιγμένου (από Vrastaman, 09/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκείνος που με δυσκολία συναινεί στην παραγγελία και κατανάλωση πίτσας κατά την παρακολούθηση κάποιου φιλμ ή ματς κυρίως γιατί προτιμά κάποιο άλλο εξίσου υγιεινό έτοιμο έδεσμα.

- Να παραγγείλουμε μία καπριτσιόζα;;
- Πάρε κάνα δίπιτο καλύτερα.
- Αμάν μωρ' αδερφέ μου, είσαι πολύ δύσπιτσος...

Κόλπα ζόρικα που κάνουν στην Ινδία (από Vrastaman, 11/03/09)

Λογοπαίγνιο με το δύσπιστος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο διανομέας πίτσας.

Ο όρος ανήκει στο ρεπερτόριο αστειάτορα που επιχειρεί να γοητεύσει με φτηνά σεξουαλικά υπονοούμενα την κάθε δύσπιτση.

Βλ. επίσης: πιτσαφέρτας, πιτσαράς, πιτσαφέρνης.

«Τα πιτσοπαίδια είναι κάτι σαν τα σπυριά! Βγαίνουν την πιο ακατάλληλη στιγμή, στο πιο ακατάλληλο σημείο και σε αιφνιδιάζουν! Αν τους ρωτήσεις τι γνωρίζουν από κοκ έχουν μία απάντηση.. το στρογγυλό γλυκό σάντουιτς με σοκολάτα απ’ έξω και κρέμα μέσα! Το κακό είναι ότι για τα σπυριά υπάρχει λύση, για τα πιτσοπαίδια όχι!» Από εδώ

«Πλοτ: Το πιτσοπαίδι (δυο μέτρα, πολλά κιλά, ντιπ ληγμένος) γουστάρει, ρε γκαρντάση, να ζήσει ένα αποφοιτητικό όνειρο με την Κιμ, δηλαδή, ήμαρτον, ΚΑΛΑ ΚΑΝΕΙ, αλλά οι σλατς (όλες οι σλατς λέγονται Κιμ στο μυαλό του) δεν του κάθουνται, ή (για να το θέσω αλλέως) δεν παίζουν το παιχνίδι: μ@λακία τους), οπότε πιάνει δουλειά με το πριγιόνι και τα λοιπά […]. Η αποδέλοιπη το σκάει κακήν-κακώς, και αναλαμβάνουν δράση οι δικοί της. Κι επειδής si vis pacem para bellum, η φαμίγια εξοπλίζεται με όλα τα κουζινικά κι όλα τ’ άλλα τα καλούδια που κρύβουν και κρεμάν στους τοίχοι στ’ αμερικάνικα τα σπίτια και τα γκαράζζζ, και μπουκάρει στου ψυχακίου το σπίτι και το κάνει π@υτάνα. Και όχι μόνο το σπίτι.» Film review από εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασσικός ελληνικός γυναικότυπος που χαρακτηρίζεται από χυμώδη και ζουμπουρλούδικη ανατομία με αεροδυναμικές καμπύλες και σφριγηλά σφαιρικά θέλγητρα.

Μπορεί να μη έχει το κορμί-λαμπάδα μιας λεβεντομούνας, αλλά υπερχειλίζει σπιρτάδα, θηλυκότητά και τσαχπινιά με αποτέλεσμα το πιτσολόμετρο κάθε αρσενικού να βαράει τιλτ. Πρόκειται για Κορμί που προσφέρεται για άπλετη απτική αναψυχή. Σε αντίθεση με τον φθισικό και κοκαλιάρικο της ανταγωνισμό, η Φρατζολίνα Ζολί είναι ονειρική βυζού, διαθέτει κώλο αναφοράς, στρατηγικά πιασίματα και εξαίσια μπουτάκια σαν φρεσκοφουρνιστά φρατζολάκια.

Εχθρός της Φρατζολίνας η μάσα. Δεδομένου δε ότι δεν κοπανιέται νυχθημερόν στα γυμναστήρια όπως οι λεβεντομούνες, είναι επιρρεπής στην παχυσαρκία. Ζυγίζεται λοιπόν με ζήλο καθημερνά και αν ποτέ ξεφεύγει λιγάκι αμέσως κάνει κωλόκρυψη, δίαιτα και παραλείβεται με κρέμες μέχρι να ξαναβρεί τα ίσια της.

Με κόπο και υπομονή πολλές Φρατζολίνες παραμένουν θεόμουνα σε βάθος χρόνου. Άλλες πάλι υποκύπτουν στο δέλεαρ των υδατανθράκων και καταλήγουν γαλακτερά βασταγερά ή φακλάνες.

Υπάρχουν πολλές γουάναμπι Φρατζολίνες με σωματότυπο αχλαδιού. Ωστόσο, η δυσανάλογα μεγάλη περιφέρειά τους, τα μπανανόβυζα και η κυτταρίτιδά τους τις καθιστούν ελάχιστα έως καθόλου θελκτικές, εκτός εάν συνεπικουρήσουν το αλκοόλ ή/και άλλα κρυφά χαρίσματα.

Ασσιστ: Angelina Jolie

Λίλιαν: Βύζους Κράιστ, φιλενάδα! Είδες με τι έσκασε μύτη στο μπαρ το Πέρι; Φτυστή η γκόμενα που παίζει την Λάρα αλλά στο πιο ρουμπενσινοκίνητο!

Λάουρα: Εννοείς την Φρατζολίνα Ζολί! Καλά τι γυρεύει μαζί της ο ξεφτιλισμένος;

Λίλιαν: Ξεκόλλα με το παρελθόν, το θέμα είναι να μας γνωρίσει το αμαρτωλό τωωωωρα!

H Angelina και η Φρατζολίνα - με το χέρι στη καρδιά, ποιά προτιμάτε? (από Vrastaman, 11/03/09)Ράνια Θρασκιά - Φρατζολίνα φοσό! (από Vrastaman, 11/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Η γυναίκα, που όπως η Κάρε Ότις στην ταινία «Άγρια Ορχιδαία» κάνει τα αρχιδάκια του κάθε αρσενικού να παθαίνουν ταράκουλο από την υπερπαραγωγή σπερματοζωαρίων.

  2. Ο άνθρωπος που έχει μία ή περισσότερες από τις παρακάτω ιδιότητες σε άγριο βαθμό: αρχίδι, αρχιδόπουστας, αρχίδαμος, αρχιδολεβιές σπασαρχίδης ή και σλανγκαρχίδης-σλανγκαρχίδω.

Κάντε το τεστ του Vrastaman στο λήμμα σλανγκαρχίδης, ο - σλανγκαρχίδω, η κι αν έχετε 9 με 10 βαθμούς, τότε είστε άγρια (σλανγκ-)αρχιδαία, αγγλιστί: Wild Slang-orchid !

Άγρια Ορχιδαία & Αρχιδαία! (από Dirty Talking, 11/03/09)Άγρια Ορχιδαία απλώς. (από Dirty Talking, 11/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αρχική εκδοχή του γνωμικού παραπέμπει στο εξιδανικευμένο γυναικείο πρότυπο του χθες το οποίο πλέον σώζεται μόνο στα έργα του παλαιού Ελληνικού κινηματογράφου: της γυναίκας-τιραμόλα που αφενός είχε τον άνδρα της πασά στα Γιάννενα, αφεδύο ασκούσε πλήρη κυριαρχία στο νοικοκυριό - επικράτειά της, το οποίο συνήθως συμπεριλάμβανε κάποιο σαχλοκούδουνο για δουλικό.

Οι κοινωνικές συνθήκες μετεξελίχτηκαν έκτοτε, και η «εξιδανικευμένη» γυναίκα πλέον συμμετέχει με τον άνδρα ισότιμα τόσο στον επαγγελματικό στίβο όσο και στα του οίκου τους. Ωσεκτουτού, και υπό το σημερινό slangically correct πρίσμα, η έκφραση αντικατοπτρίζει κάτι εντελώς διαφορετικό: Η καλή νοικοκυρά (όπως, άλλωστε, και ο καλός νοικοκύρης) πειραματίζεται στο κρεβάτι με παιχνίδια υποταγής με έντονα στοιχεία μαζοχισμού (Δούλα) τα οποία εναλλάσσονται quid pro quo με *οδοντωτά/αυταρχικά κόλπα *σαδιστικής φύσεως ***(Κυρά)***.

Assist: Mes

Βαγγέλας: Βρε πούστη μου τελικά τι διαφοροποιεί το Λίλιαν από όλα τα άλλα αμαρτωλά; Ασκεί μια απίστευτη γοητεία ακόμα και σε μας που συμφιλιωθήκαμε με την ομοφυλοφιλία!

Πέρι: Η καλή νοικοκυρά είναι δούλα και κυρά!

Βαγγέλας: Μιλάς με γρίφους, γερομπινέ μου!

Πέρι: Το Λίλιαν είναι μια κατά Sacher-Masoch Αφροδίτη με τη Γούνα που όμως μπορεί και γαμάει και δέρνει σύμφωνα με τις παραδόσεις του Sade!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λήμμα εμπνευσμένο από τίτλο (υπαρκτής;) «ερωτικής ταινίας» ο οποίος παρωδεί το θεατρικό έργο «Ο έμπορος της Βενετίας» του Σακεσπύρου.

Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει κάποιον που έχει εξαιρετικές ικανότητες σε έναν τομέα ή ως ειρωνικό συνώνυμο του γκραν γαμάω.

α)
- Μαααλάκα... πως κατάφερες να ξαναστήσεις ολόκληρο το LAN του κτιρίου σε 5 λεπτά;!
-Αγόρι μου... δεν με λένε τυχαία «έμπειρο της Βενετίας» στο networking...

β)
-Σου λέω μην αγοράσεις άλλες μετοχές... η επιχείρηση είναι φιάσκο...
-Κοίτα ρε τη νούλα που την είδε «έμπειρος της Βενετίας» και δίνει και συμβουλές!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο William Shakespeare στο πιο οικείο, αποδιδόμενο ως Σεξ+Σπυρ.

Από παρτίδα Τρίβιαλ:
- Ποιοι 2 μεγάλοι λογοτέχνες απεβίωσαν ακριβώς την ίδια ημέ...
- Έλα, έλα ο Καβλόσπυρος και ο άλλος με τους ανεμόμυλοι! Τέσσερα, μπλε, γεωγραφία, λέγε!

(από Vrastaman, 13/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με τίποτα δεν πρέπει να συνδέσουμε την αντράκλα με τον άντρακλα. Η αντράκλα είναι είδος λάχανου και όταν αφορά κάποιο άτομο συνδέεται αυτομάτως με τον μάπα, το βλήτο, τον αποχαυνωμένο. Υπάρχει και η εκδοχή του αντρούκλα, αλλά δεν έχει καμία σχέση με τον αντράκλα.

Τι να μας πει και ο Ντίνος; Αυτός είναι συνέχεια στην κοσμάρα του και άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε... Κάνει ό,τι του πει η Φροσάρα του η αντράκλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παλλουκάρι που τον έχει παλούκι.

-Και παλλουκάρι και μαλάκας!
-Άστα αυτά! Παλουκάρι είναι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified