Further tags

Γένους ουδέτερου.

Άτομο με το οποίο, ενώ μοιράζεστε το ίδιο κεραμίδι για οικονομικούς λόγους αποκλειστικά (βλ. οικονομική Qρίση), σας χωρίζει ένας τοίχος κι ένα απέραντο διανοητικό και πολιτισμικό χάσμα.

Η στοιχειώδης επικοινωνία μεταξύ σας ανάγεται σ'αυτή που θα'χες μ' ένα κατοικίδιο. Η ειδοποιός διαφορά από τον απλό συγκάτοικο έγκειται στο γεγονός ότι τα συγκατοικίδια είναι άκακα, άδολα και αγνά, επιφορτιζόμενα τον κύριο όγκο των οικοκυρικών εργασιών. Η διαφορά από το απλό κατοικίδιο είναι πώς με τον σκύλο σου μπορείς να δεις μια ταινία μαζί, τον συμπαθούν οι φίλοι σου και δεν ντρέπεσαι να τον κυκλοφορήσεις έξω.

Τα συγκατοικίδια, κατά κοινή ομολογία, απαιτούν συνεχή επίβλεψη (π.χ. φεύγουν διακοπές αφήνοντας τ'ασπρόρουχα απλωμένα ή το αρκουδίσιον στο φουλ, ξεχνάνε τα κλειδιά τους, μπουκάρουν στο δωμάτιο σου τις πιο λάθος στιγμές, παίρνουν ροζ τηλέφωνα τα βράδια κουλουπού).

Στην αρχή σου είχε φανεί λύση ανάγκης να μείνετε μαζί. Στο τέλος καταλήγεις να σου λείπει και να το εκτιμάς που σε ανέχτηκε τόσον καιρό.

Πρόσφατη έγκυρη έρευνα καταδεικνύει ότι στους 3 συγκατοίκους που μένουν μαζί καιρό ο ένας είναι συγκατοικίδιο.

  1. - Πωώ ρε φίλος!! Τί μπουρδέλο γίνεται 'δω μέσα; (κουζίνα) - Τί να κάνω; Λείπει το συγκατοικίδιο αφού... Αν θες νερό, έχει και πλαστικά ποτήρια.

  2. - Θα 'ρθεις ν' αράξουμε για κάνα φόμπα; - Και το συγκατοικίδιο; Δεν θα'ναι σπίτι; - Εε, τέτοια θεούσα που είν' αυτή, έχει ανοσία στα λιβάνια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

α. Το Θηρίο της Αποκάλυψης με μουνί, η αποκρουστική γκόμενα που σου την πέφτει στην ψύχρα αλλά σου φέρνει αναγούλα λόγω εμφάνισης, μυρωδιάς, ηλικίας, στυλ κλπ ή συνδυασμό αυτών (αναλόγως των προτιμήσεων σου). Φυσικά, αν δεν σε βλέπουν οι φίλοι σου ή κανένας γνωστός, ή δεν ντρέπεσαι τόσο πολύ, κι αν είσαι χαραγμένος με το σημείο του Θηρίου* (δλδ χρόνια παθολογική αγαμία) μπορεί και να την γαμήσεις...

β. Η εκθαμβωτική μουνάρα, που σαν την Πόρνη της Βαβυλωνίας* σε κάνει και λιώνεις από καύλα, είσαι έτοιμος να παρατήσεις τα πάντα, ακόμη και την πίστη σου, για μια νύχτα μαζί της, αλλά ξέρεις καλά ότι δεν πρόκειται ποτέ να σου δώσει σημασία, ποτέ (την καριόλα!) και δεν πρόκειται να την γαμήσεις...

(lose-lose κατάσταση, ρε πούστη μου!)

Λογοπαίγνιο αλιευμένο στο Ιντερνέτ αναφερόμενο στον γνωστό αριθμό του θηρίου 666 με την προθήκη του γράμματος Σ (Σ-έξι = Σέξυ, νο;). Αν χρησιμοποιείται άρθρο, τότε μόνο το αρσενικό «ο».

*Δες «Αποκάλυψη» του Ιωάννου στην Καινή Διαθήκη ή άκου Iron Maiden. Αμήν.

  1. — Αγάπη, πάμε για ένα γρήγορο στην τουαλέτα;
    — Μαμά μου, ο Σ6-Σ6-Σ6! Πίσω γορίλα!
    — Α να χαθείς βλάκα!

  2. — Ρε ωραίε, τι με κοιτάς σαν χάνος; Θέλεις τίποτε;
    — Μανούλα! Μωρό μου, τι Σ6-Σ6-Σ6 είσαι συ! Λιώνω!
    — Α να χαθείς βλάκα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα της οποίας τα θέλγητρα παραπέμπουν στην γνωστή ιέρεια του έρωτα και η οποία διανθίζει την κατά τα άλλα βαρετή αναπαραγωγική διαδικασία με διάφορες τεχνικές, αξεσουάρ και ειδικά εφέ.

Στον δρόμο που χάραξε η Τσιτσιολίνα.

Η Αυτής Εξοχότης Cicciοlina (από allivegp, 30/11/09)Δρόμος στα Μελίσσια (από Khan, 12/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γεωργία Γκέλλερ: αναφέρεται σε θηλυκό με εξέχουσες σεξουαλικές επιδόσεις που φτάνουν σε σημείο να λυγίζουν τα πουλάκια όπως ο Γιούρι (ελληνιστί Γεώργιος) Γκέλλερ τα κουταλάκια.

- Τι έγινε ρε συ Κώστα ο Μάκης; Πού έχει χαθεί;

- Άστα. Έμπλεξε με μια γκόμενα πολύ Γεωργίτσα Γκέλλερ. Δεν μπορεί να πάρει τα ποδιά του από την πολύ καβάλα!

Yuri Geller (από panos1962, 28/11/09)Νόσος τοῦ Peyronie: Μάγκες, μή γελᾶτε καθόλου. (από aias.ath, 04/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόθημα που αντικαθιστά το φιλο- στις λέξεις φιλολογία, φιλοσοφία και τα ομόρριζά τους.

Πρόκειται για λογοπαίγνιο με τον φελλό, που όπως είναι γνωστό σημαίνει στην καθομιλουμένη τον επιφανειακό, αναξιόπιστο, επιπόλαιο και βλάκα άνθρωπο.

Γράφεται (εσφαλμένα) και με ένα λάμδα.

  1. Ποιος ήταν εκείνος ο αρχαίος φελλόσοφος, ο οποίος αργόσχολος ων είχε παρατηρήσει τούς κύκλους που κάναν οι σοδειές στο χωριό του και νοικιάζοντας μισοτιμής τα χτήματα παραμονές «παχιών αγελάδων» χέστηκε μεν στο τάλιρο, τάπωσε δε και τούς συγχωριανούς του που τον έβριζαν ανεπρόκοπο...; (από φόρουμ)

  2. Παρεξηγημένος φΕλόσοφος ίσως είναι ο Νίτσε. Όχι όμως και φιλόσοφος... (από φόρουμ)

  3. Οχι αρνουμαι να γραψω σε greekglish τωρα που εχω τν δυνατοτητα να γραφω με ελληνικους χαρακτηρες.Οχι τιποτα αλλο ειχα αρχισει να κανω τρελα ορθογραφικα φελλολογος ανθρωπος. (σχόλιο σε ιστολόι)

  4. Φιλοσοφίες και «Φελοσοφίες»: Διότι οι φιλοσοφίες σώζουν αλλά ξεχνιούνται, ενώ οι «φελοσοφίες» πάντα επιπλέουν!!
    (ιστολόι)

  5. Οι φελόλογοι μένουν στην επιφάνεια (από ελληνική ιστοσελίδα αργκόσχολων)

(από Vrastaman, 26/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λεσβία (συνθηματικό). Παραπέμπει στις Σχολές ΣΒΙΕ.

- Γουστάρω τη Λία...
- Ξέχασε το, πάει Κορέλκο.

(από poniroskylo, 21/11/09)(από poniroskylo, 21/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που συλλέγει, δλδ παίρνει σώβρακα (ως γνωστόν, έτσι λέγαν παλιά τα βρακιά / εσώρουχα / σλιπάκια) σε αντιπαραθέσεις και δη ιδεολογικοπολιτικές, ειδικά στο ιντερνέτι. Φυσικά, αποστομώνοντας τους αντιπάλους με ακαταμάχητα και ατράνταχτα επιχειρήματα.

Ιδιοκατασκευή «της ώρας»:

Καημένε Αναστασόπουλε
τι σου΄μελε να πάθεις,
από τον μαρξιστή karhergr
το μάθημα να μάθεις.
Πως ένα «βήτα» ξέχασες:
οχι «ρακοσυλλέκτης»!
όταν θα παίρνει σώβρακα
ΘΑ ΛΕΣ «ΒΡΑΚΟΣΥΛΛΕΚΤΗΣ!!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «κέρας της Αμαλθείας». Σημαίνει το ακριβώς αντίθετο από το «τέρας μορφώσεως». Λέγεται για τον άνθρωπο τον εντελώς άσχετο, τον σκράπελα, το ντουγάνι, αυτόν που έχει εκτεταμένη εγκυκλοπαιδική άγνοια.

  1. - Ρε Νίκο, ο καινούριος είναι δεν είναι απλώς σκράπας. Μιλάμε για το τέρας της αμαθείας.

  2. - Η Νίτσα δεν ήξερε ότι Αυστρία και Αυστραλία έχει διαφορά. Τέρας της αμαθείας!

  3. - Να ρωτήσουμε και τον ψηλό;
    - Τι να κλάσει; μωρέ ο ψηλός; Αυτός είναι το τέρας της αμαθείας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο με το αξίωμα του Υπάτου Αρμοστού της ΕΕ, του ΟΗΕ κλπ. (πραγματικά δεν έχει καμία σημασία)

Το αξίωμα του Υπάτου Εφαρμοστού, δίδεται στους απανταχού οπαδούς και ταυτόχρονα συχνώς επιδιδόμενους εις το πρωκτικόν σεξ. Απαράιτητη προϋπόθεση για να ανελιχθεί κανείς στο ανώτατο αυτό αξίωμα είναι να είναι μπήχτης και μαρκαλιστής.

Στο ευφάνταστο αυτό λογοπαίγνιο υπεισέρχονται οι εξής 2 όροι που υποδηλώνουν το πρόστυχο του νοήματος:

  1. Υ-πάτος
  2. Εφαρμοστής

Τέλος, το επίσημον του ακούσματος προσδίδει ένα άλλο κύρος και μέγεθος στον χαρακτηριζόμενο κωλαράκια

- Φίλε, προσπάθησα επίμονα αλλά τελικά δεν με άφησε να την πάρω από πίσω...
- Σιγά ρε μάγκα, ποιος είσαι που θα πάρεις κώλο απο την πρώτη μέρα; ... ο Ύπατος Εφαρμοστής;;;!!!

ιδου πεδιο δοξης λαμπρο! (από johnblack, 06/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κομάντο είναι ο στρατιώτης ο οποίος είναι εκπαιδευμένος στην εκτέλεση ειδικών και συνήθως επικίνδυνων αποστολών (αιφνιδιασμούς, δολιοφθορές, ανατινάξεις, κτλ). Η λέξη παραπέμπει σε δυναμισμό, ντουρασελάτη αντοχή, τεχνική, κλπ.

Η λέξη πτωμάντο προκύπτει με παράφραση της λέξης κομάντο, γεννήθηκε στα στρατά, χρησιμοποιείται ευρύτερα και αναφέρεται σε κομάντο με σπεκς πτώματος. Αναφέρεται δηλαδή σε κομάντο για κλάματα.

Αναλυτικότερα, μιλάμε για:

  • Άτομο που το παίζει δραστήριος, δυναμικός, ανθεκτικός και στην πράξη αποδεικνύεται κότα λιράτη (βλ. παρ. 1). Πολλές φορές μπορεί να βγάζουμε κι απωθημένα χαρακτηρίζοντας έτσι κάποιον (βλ. παρ. 2).
  • Άτομο που έχει τα παραπάνω χαρακτηριστικά, αλλά συγκυριακά είναι σε φάση αποσύνθεσης (μπαγιάτικο μύδι από την κούραση, καταρρακωμένος ψυχολογικά, καταβεβλημένος από αρρώστια, έτοιμος για απογείωση, κλπ). Βλ. παρ. 3, 4.
  • Μούχλας, τεμπέλης, άτομο που μέχρι να κουνήσει το ένα πόδι βρωμάει το άλλο (βλ. παρ. 5).

Βλ. και λήμμα κομάντο.

  1. Στον στρατό, ο λοχίας παρατηρεί τον τρόπο που εκτελεί τις κάμψεις ένας φαντάρος (Καλούδης) που το παίζει κομάντο.
    - Έτσι είναι τα κομάντα ρε Καλούδη; - Γιατί;
    - Έχεις ξεσκιστείς στο αερογάμ και αγκομαχάς με 5 κάμψεις. Δεν είσαι κομάντο ρε... πτωμάντο είσαι.

  2. Στον στρατό, σε πορεία νεοσύλλεκτων πεζικάριων που φέρουν πλήρη φόρτο, ένας κομπλεξικός λοχαγός τους βγάζει την πίστη υποχρεώνοντάς τους να ταχύνουν υπερβολικά το βήμα.
    - Άντε ρε παλιοκηδείες, πιο γρήγορα ρε παλιοντακότες. Χωρίς να κόψετε ρυθμό αρχίστε να φωνάζετε: Στην μπάντα, στην μπάντα περνάνε τα πτωμάντα. Δε χαλαρώνουμε λέω...

  3. - Άσε, εδώ και πολύ καιρό μου 'χει φύγει η μαγκιά στη δουλειά. Εγώ που δεν κώλωνα σε τίποτα, έχω καταντήσει πτωμάντο του ελέους.

  4. - Άσ΄τα... Χθες τράβηξα μεγάλο λούκι ως νεροκομάντο και σήμερα είμαι πτωμάντο απ' την κούραση.

  5. Στο δημόσιο, ένας εργατικός πλησιάζει έναν τεμπελχανά φίλο του.
    - Ά ρε Κώστα, αν μ' αρέσει κάτι σε σένα είναι η σταθερή απόδοσή σου. Απ' το πρωί ως το βράδυ... είσαι το απόλυτο πτωμάντο, χα χα χα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified