Further tags

Κείνο που μας τρώει, κείνο που μας σώζει.

  1. Calypso lit dans un mou nid au bord de l'eau.
  2. Chamonix
  3. mea colpa
  4. άβυσσος το μουνί της γυναίκας!
  5. αγαθομούνα
  6. αγαρμπομούνα
  7. αιδοίο το οδοντοφόρο - δαγκανόμουνο - vagina dentata
  8. αιδοιόκυνος
  9. Αιδοίον πέλαγος
  10. αιδοιοφόρο
  11. αιδοιοφόρος ορίζοντας
  12. ακατάσχετη μουνορραγία
  13. άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως
  14. Αμοκάτσι ... Αμουνίκε ... Ρουφάι
  15. ανάγκη πού'χει η Μάρω, πού 'ν' το μουνί της μαύρο
  16. αναμουνή
  17. αναρχομούνι
  18. αντρικό μουνί
  19. άπατα
  20. Από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι.
  21. από φωνή... μουνάρα!
  22. αραχνομούνα
  23. αρχιμύδεια
  24. αρχοντομούνα
  25. αχλαδομουνοπατσαβούρα
  26. βρακί αυτοκινήτου - εσώρουχο με τρύπα
  27. βρήκαμε μουνί, το θέλουμε και ξυρισμένο
  28. βρωμομούνα
  29. γαμώ το μουνί που σε πέταγε
  30. γαμώ το μουνί της Εύας
  31. γαμώ το μουνί της Καλιρρόης
  32. γαμώ το μουνί της οικογένειάς του!
  33. γατάκι
  34. γκαστρωμένο μου μουνί, του πούτσου μου μεζές
  35. γκόμενα με αρχίδια
  36. γλειφομούνι
  37. γλωσσίδι
  38. δαγκωτό
  39. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί ξυρίζεται
  40. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται
  41. έλα μουνί στον τόπο σου
  42. εμού του αιδοίου
  43. επική μουνάρα
  44. έχει να δεί μουνί από βάφτιση
  45. έχει πήξει το μουνί μας
  46. έχει πιξελιάσει το μουνί μας!
  47. ζαχαρομούνα
  48. Η λάρα, η νάρα και το καυτό συναπάντημα
  49. η ωραία μέρα του μήνα
  50. θεομουνία
  51. θεόμουνο
  52. θρυλική μουνάρα
  53. καβλομούνα
  54. και οι παντρεμένες έχουν μουνί
  55. κάλπη
  56. καμένο ντουί
  57. καμηλό
  58. κι άμα γεράσει το μουνί, η τρύπα δεν εφράζει, μα της ψωλής τα γηρατειά είναι πικρό μαράζι
  59. κλαμμένο μουνί
  60. κλαψομούνα
  61. κουτί
  62. λεβεντομούνα
  63. λιβαδομούνι, φυλάω
  64. μαδομούνι
  65. μαλλιαρομούνα
  66. Μανάρα
  67. μαυρομούνα
  68. με υπομονή κι επιμονή, ο κώλος γίνεται μουνί
  69. μύδι
  70. μι εις τη νιοστή
  71. μινέτο
  72. -μούνα, -γκόμενα
  73. μουνάθροιση
  74. μουνάκιας
  75. μουνάντερο
  76. μουνάρα
  77. μουναρδέλι
  78. μουνάρχιδο
  79. μουνάτο
  80. μουνί απ' τα Καλάβρυτα
  81. μουνί καλλιγραφία
  82. μουνί καπέλο
  83. μουνί κλαμένο
  84. μουνί με ρύζι
  85. μουνί της λάσπης και του αγρού
  86. μουνί τραγιάσκα
  87. μουνί τσοκολάτα
  88. μουνιδάκι
  89. μουνίκακας
  90. μουνίλα
  91. Μουνιόθ
  92. Μουνιόθ Καπέλο
  93. μουνιού, του
  94. μουνισμός
  95. Μουνίτις, Πέδρο
  96. μουνίτσα
  97. μουνοβατερλώ
  98. μουνόγαλα
  99. μουνοείλωτας
  100. μουνόλυσσα
  101. μουνομάχος
  102. μουνοπλαγιά
  103. μουνοπλακέτα
  104. μουνοπλημμύρα
  105. μούνος
  106. μουνόσκυλο
  107. μουνότριχα
  108. μουνοτρύπανο
  109. μουνούχω / ευνουχομούνα / μύδουσα
  110. μουνόχειλο
  111. μούνστορμ
  112. μουνώνας
  113. μουτζό
  114. μούτι
  115. μπαγαποντοξούρα
  116. μπαγαποντοπλαστική
  117. μπαργομούνα
  118. μπερδεψομουνιά
  119. μπικίνι
  120. μπουζουκομούνι
  121. μπροστομούνα
  122. μύδι
  123. νάρα
  124. νιμού
  125. ξανθό μουνί, τρελό γαμήσι
  126. ξεκωλόμουνο
  127. ξεμουνιάζω
  128. ξινομούνα
  129. ξινομουνίαση
  130. ο κώλος είναι το μουνί του μέλλοντος
  131. οδοντογλειφίδα
  132. παλιομούνι
  133. παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι
  134. πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω
  135. πηγαδομούνα
  136. πηγάδω
  137. πήρε άδεια το μουνί να παίξει πασαβιόλα
  138. πιάνω αράχνες
  139. πινελάκι
  140. πινέλο
  141. πλακομούνα
  142. πλακομούνι
  143. πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα
  144. πουνάνι
  145. πουτόπιστος
  146. πουτσοπαγίδα
  147. πούττος
  148. πυξλαμούν
  149. ραδίκι σγουρό
  150. σάντομουνιτς
  151. σεισμομούνα
  152. σίστος / σσιήστοςσισυφομούνα
  153. σκαντζόχοιρος
  154. σκεφτόμουνα
  155. σπαθί
  156. στο μουνί μου το ιδιότροπο
  157. στρειδομούνα
  158. τεστ ντράιβ
  159. την έγλειφα και άπλυτη
  160. της έδωσα το μουνί στο φουαγιέ
  161. της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο
  162. τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνής;
  163. το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει
  164. το μουνί και το χταπόδι όσο το χτυπάς απλώνει
  165. το μούνι πηγάδι, της έκανα
  166. το μουνί σέρνει καράβι
  167. το μουνί στο πιάτο
  168. το μουνί της Χάιδως
  169. το μουνί το δίφορο, παίρνει τον κατήφορο.
  170. το μουνί το λένε βιόλα και τον πούτσο πασαβιόλα
  171. το μουνί το λένε Γιώτα και τον πούτσο Παναγιώτα
  172. του μουνιού το πανηγύρι
  173. Τουβλομούνα
  174. τούνελ
  175. τρε μουνι
  176. τριφασικό μουνί
  177. τρύπα
  178. βγάζω το φίδι από την τρύπα
  179. τρώω το μύδι με το τσόφλι
  180. φαρμακομούνα
  181. φλίτσι-φλίτσι
  182. χαζομούνα
  183. χαυνομούνης
  184. χοάνη
  185. χωρίστρα
  186. ψωλότσεπη
  187. ωδείο

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μουρίνιο λέμε κάποιον, όταν ντύνεται κάθε μέρα διαφορετικά, όταν κάνει διάφορα είδη κόμμωσης στα μαλλιά και γενικά, εμφανίζεται όπως ο πρώην προπονητής της Πόρτο και Τσέλσι και νυν της Ίντερ.

-Γεια σας μάγκες.
-Ρε μαλάκα, γιατί έβαλες λακ στα μαλλιά; Ποιος είσαι ρε, ο Μουρίνιο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάρα πολύ σπάνιο ψάρι που συναντάται πάρα πολυ σπάνια στην παραλία της περιοχής Δουνέικα στο Νομό Ηλείας.
Προσοχή: Εάν τυχόν το συναντήσετε ποτέ, υπάρχει να σας μπει στο κώλο!

Πετράν και Αλέκος είναι καθ' οδόν για Δουνέικα.

Πέτρος:- Ρε μαλάκα τι ακούγετε «μπα μπα μπαπ» κατω απο το αμάξι;
Αλέκος:- Πουτσομούρες θα είναι ρε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευφημισμός για τον πολύ χοντρό.

Ο Ευάγγελος Βενιζέλος είναι αδιαμφισβήτητα η πλέον βαρύνουσα προσωπικότητα στο ΠΑΣΟΚ, υπερβαίνοντας κι αυτόν ακόμη τον πληθωρικό Θεόδωρο Πάγκαλο.

Βλ. και σχετικό λήμμα πληθωρικός/ πληθωρικό ταλέντο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευφημισμός για:

  1. Τον χοντρό.

  2. Την βυζού.

Ασίστ: Χανκ.

Ο Θεόδωρος Πάγκαλος με το ιδιαίτερο πληθωρικό στυλ του εξήγησε τα κακά που έχει σωρεύσει στον τόπο η κυβέρνηση της ΝΔ.

Η Πάμελα Άντερσον εκτύλιξε το πληθωρικό ταλέντο της σε σειρές, όπως το Baywatch.

Βλ. και σχετικό λήμμα βαρύνουσα προσωπικότητα, η

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το νικ του Βασίλειου Κωστέτσου, λόγω της διαφήμισης του σίδερου «Στιρέλα» με σλόγκαν «τη Στιρέλα, τη Στιρέλα!». Συνεκδοχικά ο κάθε πούστης, κι ιδίως οι μόδιστροι.

Ασίστ: GATZMAN.

Έμαθα ότι το σιδερώνει το πουκάμισο ο Λούλης! Μεγάλη πουστηρέλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποτε μας απελευθέρωσαν οι κλέφτες κι αρματολοί, τώρα μας κυβερνάνε οι κλέφτες κι αμαρτωλοί.

Η θρυλική ιστορία της κλεφτουριάς συνεχίζεται στις μέρες μας μ' όλες τις μίζες, την μάσα και την ρεμούλα από τους σύγχρονους κλέφτες κι αμαρτωλούς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την κωμωδία «Θεσμοφοριάζουσες» του Αριστοφάνους. Οι Σλανγκοφοριάζουσες είναι το αντίθετο από την Λυσισλάνγκη. Αν η Λυσισλάνγκη είναι αυτή που προσπαθεί πάση θυσία να σταματήσει το σλανγκάρεστο έργο του άντρα της, οι Σλανγκοφοριάζουσες είναι οι γυναίκες, που όπως οι Θεσμοφοριάζουσες, έχουν μετατρέψει την σλανγκ σε καθαρά γυναικεία γιορτή / υπόθεση / δουλειά και δεν επιτρέπουν στους άντρες τους να εισέλθουν. Δηλαδή είναι οι Λήμμαν Sisters, αλλά στο πολύ πιο ακραίο!

Να θυμίσω ότι η αριστοφανική κωμωδία αναφέρεται στην γιορτή «Θεσμοφόρια» προς τιμή της Δήμητρας, που είναι μια καθαρά γυναικεία γιορτή, όπου δεν επιτρέπεται να παρίστανται άνδρες, και τα ευτράπελα αρχίζουν από την στιγμή που δύο άντρες αποφασίζουν να παραβούν την εντολή της θεάς. Παρομοίως, οι Σλανγκοφοριάζουσες είναι σλανγκίστριες μυημένες στα άδυτα της γυναικείας σλανγκ, όπου οι άντρες σλανγκιστές δεν μπορούν να εισέλθουν. Με λίγα λόγια η Λυσισλάνγκη είναι το παράδειγμα γυναίκας προς αποφυγή, ενώ η Σλανγκοφοριάζουσα είναι το πρότυπο της γυναίκας προς μίμηση. Οι Σλανγκοφοριάζουσες είναι το μέλλον της σλανγκ.

Παραδείγματα Σλανγκοφοριαζουσών και Σλανγκοφορίων:

Η αναγωγή της Μουνολογίας σε επιστήμη από την Regina Vagina. Βλ. μουνίλα, η, καμένο ντουί, το, περιοδόβρακο.

Η συγγραφή του Slangopolitan από την Yaloma Dentata σε λήμματα, όπως μωρό και το φιλικό στον χρήστη άνδρα μαγειρεύω ένα καλό γεύμα.

Τα inside informations της Πειρατίνας με έμβλημα το χταπόδι για τις ανάφτρες (pun unintended).

Οι γρίφοι της Στρουμφίτας για τα δώδεκα αρχίδια που έχουν οι γυναίκες...

Η όποια ομοιότητα με χρήστη/ χρήστρια του slang.gr είναι εντελώς συμπτωματική και δεν βαρύνει τον συγγραφέα. (από Hank, 28/02/09)Θεσμοφοριάζουσες. (από Hank, 28/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως ο Ρωμαίος είχε την Ιουλιέτα και Μητσοτάκης την Μαρίκα, έτσι και ο Μέγας Τιμονιέρης Μάο Τσε Τούνγκ είχε για ηγερία την περίφημη Τζιανγκ Τσινγκ.

Η Τζιανγκ μοιράστηκε μαζί του στιγμές άφθονου γέλιου. Όπως όταν ο αστειάτορας Μάο σκάρωνε διασκεδαστικές φάρσες και καψόνια για τους πολιτικούς του αντιπάλους με ξεκαρδιστικά ονόματα όπως: «καθισμένος σε αναπαυτική καρέκλα», «βάτραχοι που πίνουν», «μαϊμούδες που κρατούν σχοινί» και «άγγελος να χτυπά τις χορδές της κιθάρας». Για αυτό το τελευταίο, ο βασανιστής περνούσε ένα σύρμα στο πέος του θύματος μέχρι το αυτί του και μετά το χτυπούσε σαν χορδή.

Στα πλαίσια των θυμηδίας που χαρακτήριζε τα ανέμελα χρόνια της πολιτιστικής επανάστασης, η Τζιανγκ συμμετείχε στην σπαρταριστή «Συμμορία των Τεσσάρων». Οι ανέραστοι και άνευ χιούμορ μεταρρυθμιστές κινέζοι που ανέλαβαν την εξουσία μετά τον θάνατο του Τιμονιέρη συνέλαβαν την Χήρα του και τα λοιπά μέλη της Συμμορίας. Προσφέροντας ένα τελευταίο ρεσιτάλ γέλιου, η Χήρα του Μάο δήλωσε στο δικαστήριο: «Ήμουν ο σκύλος του Προέδρου Μάο. Όταν ο Πρόεδρος μου ζητούσε να δαγκώσω κάποιον, εγώ τον δάγκωνα». Οι ένορκοι έκλασαν στο γέλιο, αλλά ο πρόεδρος του δικαστηρίου, που δεν σήκωνε από πλάκα, την καταδίκασε στην εσχάτη των ποινών. Η φυλακισμένη Τζιανγκ αυτοκτόνησε το 1991, εισπνέοντας τεράστιες ποσότητες νιτρώδους οξειδίου, το γνωστό σε όλους μας «αέριο του γέλιου».

Υπάρχούν δυο μεγάλες σλανγκικές αναφορές στην Χήρα του Μάο:

Α. «Χείρα του Μ.Α.Ο.» αποκαλείται το νοητό χέρι-γαργαλιέρα του αστειάτορα μαοϊστή που μας γαργαλάει με τα καλαμπούρια του και ξεκαρδιζόμαστε στα γέλια.

Β. «Χήρα του Μ.Α.Ο.» αποκαλείται η «εύθυμη χήρα» η οποία πριν καλά-καλά κρυώσει το κουφάρι του κερασφόρου συζύγου της σαλπάρει και τραβάει πλώρη για άλλες πολιτείες...

- ....και τότε ο Κόναν πλησιάζει το κέντρο της αίθουσας και ακουμπάει τα όπλα του μπροστά στα πόδια του Σοφού.
- Ρησπέκτ, γέροντα. Μου είπαν ότι κατέχεις το μυστικό των μυστικών.
- Υπάρχουν και τα πόμολα, Κόναν.
- Μιλάς με γρίφους, γέροντα...

- Μ.Α.Ο!!! Σταμάτα ρε Χεσούς, θα μάς πεθάνεις, η Χείρα του Μ.Α.Ο. είσαι;;; Θέλεις να αφήσω πίσω μια Χήρα του Μ.Α.Ο και πέντε ορφανά;;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γλωσσικό αμάλγαμα των «μεγαλειώδης» και «γλοιώδης». Δύναται να χρησιμοποιηθεί για να χαρακτηρίσει άτομα που το παίζουν καμπόσοι αλλά ταυτοχρόνως είναι σιχαμεροί (βρυ)κόλακες των ανωτέρων τους.

«Ο σοφέρ ανοίγει την πόρτα της απαστράπτουσας Hispano-Suiza και ευθύς ξεπηδά από μέσα αγέρωχος ο στρατάρχης [...]. Από πίσω, σκυφτός, με μοχθηρό χαμόγελο στα χείλη ακολουθεί βήμα προς βήμα ο μεγαγλειώδης υποστράτηγος Παχλάτσας.»

Από ανύπαρκτο μυθιστόρημα που διαδραματίζεται στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου.

Κλασσικός μεγαγλειώδης χαρακτήρας από τον κόσμο των κόμικς. (από the_inq, 25/02/09)Κλασσικός μεγαγλειώδης χαρακτήρας από τον κόσμο των κόμικς. (από the_inq, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified