Further tags

Η προστάτιδα των ηχοληπτών.

Άλλο ένα ανέκδοτο που ξέφυγε, προέρχεται από μια σειρά σύντομων αστείων του τύπου «ποιο είναι το αγαπημένο γλυκό των ηχοληπτών;» «το καζάν-dB!» (KazandB, παρεμπιπτόντως, λέγεται και η εταιρεία που διοργανώνει τις συναυλίες του Μύλου στη Θεσσαλονίκη). Από κει πέρασε και στην καθομιλουμένη, κυρίως ως χιουμοράκι, αλλά και ως επίκληση στα θεία όταν γαμιέται ο Δίας.

Κανονικά, βέβαια, υπάρχουν δεκαεξακάναλες κονσόλες και όχι παναγίες (για κανάλια και φέτες δες εδώ), αλλά πρόκειται για προφανή αναφορα στα διάφορα ευφάνταστα και πολυσύλλαβα προσωνύμια της Παναγίας (Γαλακτοτροφούσα, Βρεφοκρατούσα, Αρκουδιώτισσα, Μυρτιδιώτισσα και δε συμμαζεύεται).

  1. - Να κάνω μια ερώτηση κρίσεως; Εμείς τώρα έχουμε πάρει έξοδο απ' τη μαλακία το μινιντίσκ και όχι απευθείας απ' την κονσόλα. Ορθόν;
    - Ορθότατον.
    - Γιατί;
    - Δεν έφτανε το καλώδιο.
    - Μά'στα
    . Και άμα τελειώσει η κασέτα του μινιντίσκ, σταματάει την ηχογράφηση αυτόματα. Καλά τα λέω;
    - Καλά τα λες.
    - Κι άμα η κασέτα τελειώσει πριν τελειώσει η συναυλία, εμείς θα συνεχίσουμε να έχουμε είσοδο στη δική μας κονσόλα ή θα πάρουμε τ' αρχίδια μας;
    - Ε... δεν ξέρω...
    - Ούτε γω ξέρω.
    - Καλά, άσ' το να γράφει για την ώρα, κι η Παναγιά η Δεκαεξακάναλη να 'ναι μαζί μας...

  2. - Ρε χαμένε, τι έχεις κάνει εδώ;
    - Τι; Τι;
    - Έχεις πανάρει το μάστερ όλο δεξιά! Τόση ώρα δεν εκπέμπουμε στέρεο, εκπέμπουμε δεξί κανάλι κανονικά κι αριστερό τίποτα!
    - Αμάν!
    - Διόρθωσέ το πριν έρθει η κυρία Σοφία, γιατί άμα πάρει χαμπάρι τι έκανες, ούτε η Παναγιά η Δεκαεξακάναλη δε σε σώζει. Θα σε πάει γαμιώντας μέχρι τον Υμηττό και θα σε κρεμάσει απ' την κεραία!
    - (γκουλπ)

Παναγιά Κανάλα Κύθνου.Τώρα και σε δεκαεξακάναλη βερσιόν για ταχύτατο delivery προσευχών στον Υψιστο (από GATZMAN, 22/11/10)Εικόνα με τίτλο "The Madonna of the media" (από Khan, 25/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παπαγάλος είναι πτηνό που μιμείται και αναπαράγει, κατά προσέγγιση, από ακοής και μόνο, τη φωνή του ανθρώπου.

Η γαλλία, στην επαγγελματική αργκό των μουσικών, είναι η εκτέλεση ενός κομματιού, όπως ακριβώς θα εμιμείτο ένας παπαγάλος την ομιλία κάποιου, δηλαδή στο περίπου.

Στη γνήσια γαλλία, ο μουσικός είναι δυνατόν να μην έχει ακούσει ποτέ του το κομμάτι, απλά εκτελεί μια γαλλία, δηλαδή μια φαντασία σε τόνο, δρόμο και ρυθμό του τραγουδιού, προκειμένου να ξεκινήσει ο τραγουδιστής. Σ' αυτή τη περίπτωση αναφερόμαστε σε βατό, τυπικό, αντιπροσωπευτικό κομμάτι και όχι κάτι το πολύπλοκο με πολλές αλλαγές δρόμων, ρυθμού κλπ.

Το γαλλικό κομμάτι παίζεται είτε λόγω παραγγελιάς, είτε αιτήσει του τραγουδιστή ο οποίος τό 'χει, είτε είναι κομμάτι σειράς και ο γάλλος μουσικός δεν τό 'χει.

Εάν τό 'χει, έστω και λίγο, προσπαθεί με αυτοσχεδιασμό της στιγμής, επί τόπου, να το αναπαράγει, εκτελώντας το κατά προσέγγιση.

Στον γάλλο μουσικό δίνεται η ευκαιρία, εφ' όσον έχει τη δυνατότητα και διαθέτει το ταλέντο, να ξεπερνάει (σπανιότατα) το πρωτότυπο, κάνοντας τους παρευρισκομένους μουσικούς να σακουλεύονται, ν' ανοίγουν διάπλατα τα μάτια και να κοιτάζονται μεταξύ τους με νόημα η απορία.

Εναλλακτικά παίζει μια εισαγωγή από ένα ήδη γνωστό και παραπλήσιο σε ρυθμό και δρόμο τραγούδι.

Γενικώς η γαλλία είναι σαν το αλατοπίπερο. Το λίγο νοστιμίζει, ενώ το πολύ κάνει το φαγητό για πέταμα.

Γαλλία κάνει και ο τραγουδιστής όταν δε θυμάται ή δε γνωρίζει κάποια στροφή ήδη γνωστού τραγουδιού, και βάζει δικούς του στίχους της στιγμής, τους οποίους μπορεί και να διατηρεί σε επόμενες εκτελέσεις του τραγουδιού, εφ' όσον δεν έχει μεριμνήσει να μάθει τους γνήσιους.

Κατά κανόνα η γαλλία γίνεται στο χορευτικό πρόγραμμα και είναι σχεδόν βέβαιο ότι περνάει απαρατήρητη από την πλειονότητα των θαμώνων.

  1. - Τέλη, κάνε μια γαλλία σε ντο, χιτζάζ, ζεϊμπέκικο, και μπαίνω «δε ζωντανεύουν οι νεκροί».

  2. - Ρε συ Πάνο, μας έχεις τρελάνει στη γαλλία, κάτσε πέρνα και καμιά εισαγωγή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφερόμεθα στην «απωλεστική» συμπίεση αρχείων ήχου και εικόνας.

Όταν ριπάρουμε κάποιο ψηφιακό μέσο, μπορούμε να επιλέξουμε χάριν οικονομίας κάποιον αλγόριθμο που να συμπιέζει τα δεδόμενα σε μικρότερα αρχεία. Εις βάρος όμως της πχοιότητας του αρχείου, καθώς περιέχει λιγότερες πληροφορίες (μπιτ).

Στην πραγματικότητα, μόνο το αυτί ενός ξινόπουστα σκύλου μπορεί να διακρίνει ένα «χασιάρικο» MP3 από ένα «μη απωλεστικό» FLAC. Το ίδιο πάντως δεν ισχύει στα αρχεία εικόνας, όπου η υπεροχή, πιχί, ενός RAW έναντι ενός JPEG είναι οφθαλμοφανής.

Η έκφραση είναι νεόκοπη και εισέτι αχαρτογράφητη στο γούγλε-γούγλε. Μου την είπε πρόσφατα λαμπάτος audio-ναζός φίλος, διαρρηγνύοντας τα ιμάτιά του για το iPod μου.

Εκ του αγγλικανικού lossy.

- Ρε τσιμπητέ, ξεκόλλα με το βινύλιο!
- Εσύ άκου τις χασιάρικες κονσέρβες σου, κι άσε εμένα να απολαύσω Floyd όπως ξέρω, τον Άη Ποντ μου μέσα!
- Ουναμουχαθείς, το μόνο πράγμα που χάνω με το iPod μου είναι το κριτς - χρατς του καβουρδιστηριού σου.
- Η εισαγωγή του Wish You Were Here χωρίς κριτς - χρατς είναι σαν δέντρο χωρίς ρίζες...
(πραγματική συζήτα με audio-ναζό)

Αη Πόντ, χασιάρική του η χάρη! (από Vrastaman, 18/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή την υπηρεσία επικαλούνται, αγανακτισμένοι - ή, επιζητούν την ίδρυση και λειτουργία της - στα σινάφια των μουσικών και τραγουδιστών, προκειμένου να τους απαλλάξει από τους ατάλαντους, άσχετους, φάλτσους, αριβίστες, καλαμπόρτζηδες, κακοφωνίξ συναδέλφους τους.

Πολύ καλαμπόρτσος ο κιθαρίστας. Όλο πράσινες παίζει. Αν υπήρχε μουσική αστυνομία θα τον είχε συλλάβει.

(από GATZMAN, 15/11/10)(από GATZMAN, 15/11/10)(από GATZMAN, 15/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από το τούρκιοκο düzen που είναι πολυσήμαντο και σημαίνει κανόνας, αρμονία, οργάνωση, κανονικότητα, ακόρντο, συμφωνία και άλλα.

Σημαίνει το κατά διάφορους τρόπους κούρντισμα (χόρδισμα) του τρίχορδου μπουζουκιού (αλλά και άλλων εγχόρδων).

Γνωστά ντουζένια είναι: το Ανοιχτό, το Αραμπιέν, το Ίσο, το Καραντουζένι (μαύρο κούρντισμα - το πλέον φαμόζο), το Συριανό.

Οι εκφράσεις Είμαι στα ντουζένια μου και Είμαι πάνω στα ντουζένια μου αναφέρονται, σε συντριπτικό ποσοστό, σε νέους άντρες, είτε μάστορες σε κάτι, είτε μερακλωμένους από κάτι (συνήθως τα νιάτα τους).

Σημαίνουν πως ο εν λόγω:

  • βρίσκεται σε μεγάλα κέφια (υπονοείται - με καμάρι κι ελαφρά ζήλια - πως γουστάρει γαμήσι/έχει καύλες/είναι πάνω στα μεράκια του),
  • είναι στα καλυτερότερά του από πλευράς απόδοσης, (γαμάει και δέρνει, βρίσκεται στην πιο ακμαία φάση του),
  • δεν υπάρχει κάποιος/κάτι που να μπορεί να τον περιορίσει/ σταματήσει/εμποδίσει.
  1. Ακούστε το «Καραντουζένι» του Μάρκου Βαμβακάρη

  2. - Η Άιντραχτ με τον Γκέκα πάνω στα ντουζένια του ξεσκίζει!
    - Πόσα έχωσε μέχρι τώρα;
    - Έντεκα. Όλα ένα κι ένα.
    - Λες ο Γερμανός να θέλει τον Έλληνά του τελικά;

(από sstteffannoss, 14/11/10)(από sstteffannoss, 14/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση στα σινάφια των μουσικών και τραγουδιστών.

Σημαίνει έχω μελετημένο, προβαρισμένο λεπτομερειακά ένα συγκεκριμένο μουσικό κομμάτι ή τραγούδι, και γνωρίζω επαρκώς να το εκτελέσω, να το ερμηνεύσω, ή και να το διδάξω, κατά κανόνα (όχι υποχρεωτικά) από μνήμης. Συνεπώς υπάρχει η δυνατότητα να εκτελεστεί δημοσίως.

Η έκφραση αφορά κυρίως πολύ πρόσφατα μουσικά κομμάτια, πρόσφατες μουσικές επιτυχίες (σουξέ), ενώ για τα παλαιότερα χρησιμοποιούνται οι απλούστερες εκφράσεις, τό 'χω ή «δεν τό 'χω».

Πρόβα σε σκυλάδικο Τρικάλων.
Ο μπουζουξής στην αοιδό:
- Μαρίτσα, τό 'χεις περασμένο το καινούργιο σουξεδάκι της Βανδή, να το πούμε απόψε;
Η αοιδός:
- Τό 'χω ψιλοπερασμένο. Θα μου το περάσεις στον τόνο μου;
Ο μπουζουξής:
- Να σου το περάσω. Πάμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τζουράς.

Νυκτό μουσικό όργανο, οκτάχορδο ή εξάχορδο. Έχει μανίκι και κεφαλάρι μπουζουκιού αλλά μικρότερο σκάφος, περίπου διπλάσιο από τον μπαγλαμά. Κατασκευάζεται από τα ίδια υλικά και με παρόμοιες τεχνικές με το μπουζούκι.

Ο ήχος του θυμίζει μπουζούκι αλλά έχει τη δική του ιδιαίτερη χροιά, γι' αυτό ο τζουράς έχει κατακτήσει την θέση που έχει σήμερα στην ελληνική λαϊκή ορχήστρα.

-Ωραίο νταλγκά το γαμημένο το μισομπούζουκο. Άλλη φκιάξη.

μισομπουζουκο (από iwn, 05/11/10)

Ο ορισμός του τζουρά από την Βικιπαίδεια

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ντραμίστας ή ντράμερ, drummer. Ο μουσικός που παίζει τα κρουστά σε ένα τυπικό ελληνικό παραδοσιακό λαϊκό ή δημοτικό μουσικό συγκρότημα. Προφανώς από το Jazz Band.

O όρος εμπεριέχει περιπαικτική διάθεση μιας και δημιουργήθηκε στο πρόσφατο παρελθόν, από λαϊκούς μουσικούς για να προσδιορίσει τους συναδέλφους τους μουσικούς, εκτελεστές των κρουστών, με δεδομένη την καχυποψία και ειρωνική διάθεση προς την ξενόφερτη τότε μουσική rock jazz latin pop κλπ και τους έλληνες θιασώτες της μουσικούς.

Συχνά ο τζαζμπανίστας ήταν ντραμίστας με ανησυχίες διεθνούς μουσικής καριέρας που ... κατέληγε σε λαϊκό ή δημοτικό συγκρότημα για βιοπορισμό.

Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι ... τζαζμπανίστες που έπαιξαν σε πάρα πολλές παλιές λαϊκές ελληνικές επιτυχίες, και τους απολαμβάνουμε στα τραγούδια μέχρι σήμερα, είναι ανεπανάληπτοι.

Επίσης το σύνολο των κρουστών μουσικών οργάνων (ντραμς, τύμπανα, πιατίνια κλπ) που στήνονταν στο «λαϊκό» πάλκο αναφέρεται και ως (η) τζαζ.

Μήτσο για το πανηγύρι στο χωριό μεθαύριο, θα πάρουμε για τζαζμπανίστα τον Γιώργο, που έχει και το αγροτικό τζιπάκι, για να μεταφέρουμε τη μικροφωνική, τους ενισχυτές και τη τζαζ.

(από iwn, 16/10/10)(από iwn, 16/10/10)(από iwn, 16/10/10)

Βλέπε και ντηλέυ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκεράπια λέγονται οι καρέκλες τ. Τζέμης Μπράουν στη γλώσσα των μουσικών και των ντιτζέηδων.

- Μάγκες; πάμε τίποτα γκεράπια να ξεφλοκάρουμε; γιατί τις βαρέθηκα τις κλαψομουνιές!

Βλ. και: γκιράπα, γκιράπης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό ουσιαστικό relic (= λείψανο, αντικείμενο πολύ παλιό και μεγάλης θρησκευτικής ή ιστορικής αξίας). Το ρήμα relic, ελληνοποιημένο ως ρελικάρω, είναι νεότερο και δηλώνει κάτι εξειδικευμένο:

Ρελικάρω σημαίνει παλαιώνω τεχνητά ένα μουσικό όργανο, κυρίως ηλεκτρικό και ιδίως ηλεκτρική κιθάρα, ώστε να αποκτήσει ένα ταλαιπωρημένο και αξιοσέβαστο λουκ. Υπάρχουν και έτοιμες προ-ρελικαρισμένες ηλεκτρικές κιθάρες, κάτι σαν τα έτοιμα ταλαιπωρημένα και φθαρμένα μπλουτζήν ένα πράμα. Αν το κάνεις μόνος σου θα χρειαστείς γυαλόχαρτα, εργαλεία, χημικά, στόκο (!) και άλλα τέτοια - υπάρχουν και κατατοπιστικά βιντεάκια στο youtube.

Τώρα γιατί κάποιος θα προτιμήσει να ρελικάρει την κιθάρα του για να πουλήσει μούρη, παρά να την λιώσει στο παίξιμο και να γίνει και καλύτερος μουσικός ταυτόχρονα είναι ένα ζήτημα.

Στα ακουστικά όργανα κατά κανόνα δεν γίνεται ρελικάρισμα γιατί η φυσική κατάσταση των υλικών επηρεάζει τον ήχο τους. Εκτός κι αν κάποιοι επιλέξουν να υποβαθμίσουν και τον ήχο για χάρη του φαίνεσθαι, άβυσσος η ψυχή τους, τι να πω.

Λιγότερο χρησιμοποιούμενος είναι ο τύπος ρελικιάζω > ρελίκιασμα.

Προσοχή στην αντιδιαστολή: Βίντατζ (vintage) όργανο είναι το πραγματικά παλιό, π.χ. μια κιθάρα, που έχει αξία για διάφορους λόγους, ή, καταχρηστικά, αυτό που είναι μεν καινούριο αλλά χρησιμοποιεί μια παλαιότερη και γενικά ξεπερασμένη τεχνολογία από άποψη, π.χ. ενισχυτές με λυχνίες. Η λέξη βίντατζ χρησιμοποιείται και εκτός μουσικής, π.χ. στον κινηματογράφο: vintage porn.

  1. Από εδώ:

- Όχι όχι δεν επηρέασαν τον ήχο...αλλά βασικά ποιον ήχο;;;πριν δεν είχε ήχο... είχε σκατούλες (με τους μαμίσιους epiphone καταλαβαίνεις...)
Θα βάλω και το πίσω μέρος μόλις μπορέσω.
- Ωραίος!! τέτοια projects χρειάζονται να γίνονται κ ας είναι «καγκούρικα», κακόγουστα ή οτιδήποτε... εμένα πάντως μ' αρέσει το αποτέλεσμα...
- Πάντως για να είναι ολοκληρωμένο το αποτέλεσμα θα έπρεπε να ρελικάρεις και το hardware... γέφυρες, κλειδιά κλπ πρέπει να φαίνονται κι αυτά ''ταλαιπωρημένα'' ;)

  1. Από εδώ:

Οι κιθάρες που πραγματικά σιχαίνομαι είναι αυτές που έρχονται από το εργοστάσιο προ-ρελικιασμένες. Πρέπει να είσαι πραγματικά πολύ ΦΛΩΡΟΣ για να πάρεις μια τέτοια κιθάρα. Η αγορά μιας τέτοιας κιθάρας συνεπάγεται πολύ απλά ότι είσαι ΑΝΙΚΑΝΟΣ να πάρεις μια ολοκαίνουργια κιθάρα και να την καταντήσεις σαν τα μούτρα σου. Οι άνθρωποι ( ; ) που ψωνίζουν ΤΕΤΟΙΕΣ κιθάρες, εκτός από υπερβολικά χαζοί (μιας και είναι πανάκριβες και χαλασμένες) είναι επικίνδυνοι για το κοινωνικό σύνολο, θα πρέπει να απομονώνονται και να εξαναγκάζονται σε ακρόαση country και demo blackmetal συγκροτημάτων ΕΝΑΛΛΑΞ. Αν επιζήσουν από αυτήν την διαδικασία (η πιθανότητα αυτή τείνει στο μηδέν) θα υποχρεώνονται να κάνουν ΔΩΡΕΑΝ τηλεφωνική υποστήριξη σε πελάτες καμένους από τα προϊόντα της μικρομαλακής αε για το υπόλοιπο της θλιβερής τους ύπαρξης.

Επίσης δεν μου αρέσουν οι φέντερ.

  1. Από εδώ:

- Σε κάποιους αρέσει και για το χρησιμοποιημένο / broken-in feel.
- Στο παίξιμο εννοείς; Τι αλλαγές περιλαμβάνει το ρελικάρισμα σε αυτό;
- Ναι. Συνήθως όσο πιο απογυμνωμένο είναι το μανίκι από το βερνίκι και φθαρμένο / φαγωμένο το ξύλο, τόσο πιο «εύκολο / ευχάριστο / γρήγορο» θεωρείται στο παίξιμο.
- Ναι κατάλαβα, αν και αυτό γίνεται και ανεξαρτήτως υπόλοιπης εμφάνισης.

Απίστευτα εγκλήματα σε μια αθώα, γέρικη κιθάρα. (από patsis, 06/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified