Πρόκειται για φυλές φίλων τση χιπχόπ, άκα χιπχοπάκια.

Η αποδελτίωση των φυλώνε είναι πέρα από τους σκοπούς του ορισμού αυτούνου, ωσεκτουτού περιοριζόμεθα στα απολύτως βασικά: οι χιπχοπάδες είναι συμπαθείς κατά τα λοιπά μαδαφάκες που όταν δεν ακούν ή / και χώνουν ρίμες, κάνουν γκράφιτι και μπρέικντανς. Η ενδυματολογικές τους επιλογές ξεκινάνε από διακριτικό γκαντζ και καταλήγουν στο λουκ του Ali G και τα αγαπημένα τους επιφώνημα είναι γιο! και ρησπέκτ!

Disclaimer: στην Ελλάδα υπάρχουν πάμπολλες φυλές χιπχοπάδων, γουαναμπήδων και μη. Χάριν οικονομίας, θα αρκεστώ στο τσουβάλιασμα δυο μεγάλων σκηνών, οι οποίες σιχαίνονται αλλήλους:

  • Οι Διονυσιακοί: ραπερόνια ελαφρών βαρών που δεν παίρνουν τον εαυτό τους και πολύ στα σοβαρά με αποτέλεσμα να κατηγορούνται από άλλες φυλές για μεϊνστριμίλα. Πιονέροι της σκηνής τα χαβαλεδιάρικα ΗΜΙΖ, που εξακολουθούν να πραγματεύονται και τα πιο «σοβαρά» θέματα λολαδερώ τω τρόπω. Έτεροι εταίροι οι Goin' Through, οι Stavento, ο Υποχθόνιος.
  • Οι Απολλώνιοι: οργισμένοι βαρυψώληδες σταυροφόροι κατά πάσης κοινωνικής αδικίας που παίρνουν τον εαυτό πάρα πολύ στα σοβαρά. Στέκι τους το www.hiphop.gr. Μια σημαντική συνομοταξία αποκηρύσσει την χιπχόπ μετά βδελυγμίας δίκην εναλλακτικίλας και αυτοπροσδιορίζεται λοουμπαπάδες. Προεξέχων ο B.D. Foxmoor των Active Burger. Βλ. επίσης Totem, Βαβυλώνα, Non Grata, Βrigade αλλά και την πα μαλ, πα μαλ Sadahzinia.

Η μόνη αφορμή που προκάλεσε σχεδόν όλες οι φυλές των χιπχοπάδων να συνευρεθούν ειρηνικάήταν η δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Ίσως απειδή ο ακομπλεξάριστος Killah P υποδήλωνε στοιχεία κι από τα δύο ρεύματα (συγκρίνατε την Κρίση και το Ρούμι Τεκίλα με τα Εκτός Ελέγχου και [Σιγά μη Κλάψω](Σιγά μην κλάψω)).

Τέλος, λίγα λόγια για την ετυμολογία του όρου. Ο χιπχοπάς, όπως και τα συναφή χιπστεράς, χίπης, χιπ, καθώς και η ζητωκραυγή χιπ, χιπ, ουρά! (και ταλιμπάν) είναι εκ του «hep», παμπάλαιας σλανγκιάς για ψαγμένα άτομα (βλ. εδώ). Πρώιμο παράγωγο από τον χώρο τση τζαζ: hepcat.

Οι θεωρίες διίστανται για την πρωθύστερη προέλευση του hep:

Διαλέγετε και παίρνετε.

1.
- Στα Δυτικά οι Χιπχοπάδες Συζητούν για τον Σεξισμό Μέσα μας. Μια ανοιχτή συζήτηση με αφορμή το στίχο που δίχασε τον κόσμο στο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ.

2.
-Συνέντευξη τύπου Χιπχοπάδων για τον δολοφονηθέντα Killah P (Βίντεο) - #KillahP

3.
- Η συντριπτική πλειονότητα των χιπχοπάδων έχει i.q. μικρότερο του μέσου.
1)Αδυνατούν να διαβάσουν ένα κείμενο πάνω από 5 γραμμές
2)Αδυνατούν να συνθέσουν ένα κείμενο πάνω από 2 γραμμές.
3)Το λεξιλόγιό τους περιορίζεται σε 100 λέξεις.
4)Μιλάνε για πράγματα που δεν ξέρουν και έχουν και φανατική άποψη κιόλας

4.
- Λοιπον, οπως εχω ηδη πει, πιστευω οτι ενα σοβαρο πληγμα για την ελληνικη χιπ χοπ σκηνη ηταν (και δυστυχως ειναι) ο διχασμος του κοινου σε «χιπχοπαδες» και «λοουμπαπαδες». Προσωπικα δεν βαζω ταμπελες στην μουσικη, δηλαδη ακουω οτι μ αρεσει, αλλα προτυμω ο καλλιτεχνης που ακουω να ειναι παραδειγμα προς μιμηση σε μενα.

(από Khan, 10/07/14)Μεταξύ των διονυσιακών στιγμών μπορεί να συγκαταλεγεί και η πανούσειος στροφή του πρώην λοουμπαπά Νικήτα Κλιντ. (από Khan, 15/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξελληνισμός του γερμανικού μουσικού καταστήματος Thomann, το οποίο έχουν τιμήσει και τιμούν ουκ ολίγοι έλληνες οργανοπαίχτες, μουσικοί, στουντιάδες και λαϊβάδες, όλων των επιπέδων εξειδίκευσης και από όλα τα είδη μουσικής, εξ ου και η ελληνοποίηση του με καθ' όλα λαϊκό όνομα, δίνοντας έτσι στους μη γνώστες την αίσθηση ότι ο Θωμάς είναι κάποιος οργανοποιός κρυμμένος πίσω από τα τσιμέντα σε κάποιο στενό του Πειραιά, του Ψυρρή ή των Εξαρχείων.

Η σχεδόν κωδική αυτή ονομασία είναι σε ευρεία χρήση μεταξύ όσων επιθυμούν να επενδύσουν σε κάθε είδους μουσικό εξοπλισμό, αλλά δεν θέλουν να τους πιάσουν και τον κώλο, αλλά ούτε και να τους πιάσουνε μαλάκες.

Ας τονιστεί, ωστόσο, ότι το παρόν λήμμα δεν έχει σε καμία περίπτωση την πρόθεση να διαφημίσει το εν λόγω μουσικό κατάστημα. Έμποροι είναι κι αυτοί, οπότε οι τιμές προσαρμόζονται ανάλογα με τις επικρατούσες οικονομικές τάσεις και συνθήκες. Συν τοις άλλοις, επίδοξε επενδυτή, caveat: το γεγονός ότι ο Θωμάς θεωρείται μία καλή γενικά λύση και σοβαρό κατάστημα στο είδος του, δεν σημαίνει ότι το στοκ του δεν αποτελείται σε ένα πάρα πολύ μεγάλο ποσοστό από κινεζιές, με ό,τι ενδέχεται να συνεπάγεται κάτι τέτοιο.

Και όπως πάντα, πριν βάλεις το χέρι στην τσέπη, σκέψου πολύ καλά ποιόν πας να κάνεις πλούσιο.

  1. στο ηλεκτρονικάδικο της γειτονιάς σου ζητάς τροφοδοτικό 9 βολτ και τουλάχιστον 500μιλιαμπέρ, με την ίδια πολικότητα, και αντάπτορα που ταιριάζει στην πεταλιέρα. Πάντως κάτω από την τιμή του θωμά δεν θα βρεις πιστεύω (βέβαια από θωμά θα σου έλθει τόσο μόνο αν παραγγείλεις και πολλά άλλα πράγματα).Συμπέρασμα, αν δεν παραγγέλνεις από θωμά, πάρτο από artsound να είσαι σίγουρος. (Από εδώ)

  2. μετά από πολλά παζάρια στον Νακα για το presonus eureka μου το έδινε χαλαρά 15% πιο ακριβά από τον Θωμά, οπότε το αγόρασα από Θωμά χωρίς παζάρια και χάρες. (Από εδώ)

  3. καλησπερα,θα ηθελα να ρωτησω τους πιο γνωστες εδω μεσα ποια ψηφιακη κονσολα θα προτειναν για στουντιο...εχω δυο στο μυαλο απο θωμα (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σαπόρτ (αγγλ. support) καλείται το συγκρότημα που εμφανίζεται πριν από την κύρια μπάντα της βραδιάς, η οποία και αποτελεί το μεγάλο όνομα της συνολικής διοργάνωσης. Ή, όπως λέγεται σε αυτές τις περιπτώσεις, το σαπόρτ συγκρότημα είναι αυτό που ανοίγει τη συναυλία.

Σκοπός του σαπόρτ είναι τυπικά να προλογίσει την μπάντα, να αποτελέσει δηλαδή την εισαγωγή της εκδήλωσης πριν από την μεγάλη ατραξιόν της βραδιάς, εξυπηρετώντας έτσι διάφορους σκοπούς: αφενός γεμίζει ικανοποιητικά το ευρύτερο πρόγραμμα της βραδιάς, δίνοντας στον θεατή την αίσθηση και την ικανοποίηση ότι έχει παρακολουθήσει ένα ολοκληρωμένο θέαμα, αφετέρου προσφέρει στα συγκροτήματα την ευκαιρία να παρουσιάσουν το υλικό τους σ' ένα ευρύτερο κοινό, παρέχοντας έτσι στους θεατές την ευκαιρία να γνωρίσουν νέες μπάντες, και να ακούσουν νέους ήχους και νέους θορύβους.

Βέβαια, η παραπάνω παράγραφος αποτελεί την πολιτικώς ορθή άποψη περί των σαπόρτ σχημάτων. Υπάρχει και μία άλλη άποψη που υποστηρίζει ότι οι σαπόρτ μπάντες βρίσκονται στο πρόγραμμα προκειμένου να αναδεικνύεται η υπεροχή του κυρίου ονόματος της διοργάνωσης. Μ' άλλα λόγια, η παρουσία του σαπόρτ υφίσταται ως μέτρο σύγκρισης, ανάλογα πάντα με την περίσταση: ερασιτέχνες και επαγγελματίες, ανερχόμενοι και καταξιωμένοι, ντόπιοι και ξένοι, παιχταράδες και wannabes, κ.ο.κ. Η αντίληψη αυτή πολλές φορές ενισχύεται από την συμπεριφορά των διοργανωτών απέναντι στα σαπόρτ σχήματα: λιγότερος χρόνος για soundcheck ή και καθόλου soundcheck, απουσία βασικών παροχών (το καμαρίνι το διαγράφουμε στο 90% των περιπτώσεων), γενικότερη αδιαφορία και απαξίωση και πάει λέγοντας. Πολλές φορές βέβαια αυτό δεν έχει να κάνει με εμπάθεια εκ μέρους των διοργανωτών. Οι λαϊβάδες, όντας επιχειρηματίες, ενδιαφέρονται κατά κύριο λόγο να κόψουν εισιτήρια και αυτό το έχουνε ήδη πετύχει με το μεγάλο όνομα. Ως εκ τούτου, τα υπόλοιπα δεν είναι παρά μικρολεπτομέρειες. Το σωστό βέβαια να λέγεται: υπάρχουν και λαϊβάδες που συμπεριφέρονται εξίσου ισότιμα (βλέπε: επαγγελματικά) σε όλα τα σχήματα της βραδιάς. Το ίδιο, ευτυχώς, ισχύει και για αρκετούς ηχολήπτες.

Υπάρχουν ωστόσο και περιπτώσεις όπου, παρά τις αντιξοότητες, τα σαπόρτ σχήματα φέρνουν τούμπα τα μπιφτέκια και αποδεικνύονται όχι μόνο άξια της περίστασης, όχι μόνο κερδίζουν τις εντυπώσεις και την εκτίμηση του κόσμου, αλλά αποδεικνύονται και πολύ καλύτερα από τους κράχτες της βραδιάς. Δυστυχώς όμως, αυτό δεν συνεπάγεται πάντα ενίσχυση του κύρους τους ως μπάντα, παρά μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις. Τα αταβιστικά αντανακλαστικά του κοινού απέναντι στους «διάσημους» της βραδιάς συνήθως υπερισχύουν, ακόμη και μετά το πέρας της συναυλίας.

Η απήχηση και η προσέλευση των σαπόρτ σχημάτων σε περιπτώσεις συναυλιών που δεν περιλαμβάνουν σχήματα του εξωτερικού ή διάσημες μπάντες του εσωτερικού (βλέπε: μεγάλα ονόματα) είναι αντιστρόφως ανάλογη της σειράς με την οποία θα εμφανιστούν. Επειδή στις περισσότερες συναυλίες τέτοιου τύπου το κοινό απαρτίζεται από φίλους / συγγενείς / γκόμενες των σχημάτων που εμφανίζονται και λιγότερο από μουσικόφιλους (οι οποίοι εξ ορισμού θα κάτσουν να παρακολουθήσουν τη συναυλία μέχρι τέλους), το αν το σχήμα που εμφανίζεται θα έχει κοινό ή όχι (πέραν των προαναφερθέντων σταντέθεατών) εξαρτάται από την ώρα που θα βγει: αν βγει πρώτο η τελευταίο τότε πούλο, είτε γιατί στην πρώτη περίπτωση γενικά ελάχιστοι πάνε από την αρχή της συναυλίας, είτε επειδή η ώρα εμφάνισης στη δεύτερη περίπτωση είναι περασμένη, οπότε και οι περισσότεροι έχουν ήδη φύγει ή για άφτερ, ή για να προλάβουν τα τελευταία δρομολόγια των μέσων συγκοινωνίας. Συνήθως, η καλύτερη θέση, συχνά με αναπρογραμματισμό της όλης διοργάνωσης, πλειστάκις αυθαίρετο και της τελευταίας στιγμής, και έπειτα από γερούς (έως ακραίους) καυγάδες, είναι στη μέση του line-up της βραδιάς, δηλαδή δεύτερο ή τρίτο συγκρότημα σε σειρά εμφάνισης, ανάλογα με το πόσα συγκροτήματα παίζουν. Οι θέσεις αυτές είναι συνήθως σιγουράντζες και με εγγυημένη προσέλευση -το αν βέβαια γενικά μετράει η μπάντα βάσει αντικειμενικών (ή ό,τι) κριτηρίων είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο.

Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί ότι τα παραπάνω τίθενται σε πολύ γενικά πλαίσια. Οι συναυλίες, όντας κοινωνικά (πρωτίστως) και πολιτιστικά (δευτερευόντως) συμβάντα, πού και πού δεν ακολουθούν καμία πεπατημένη. Αυτό σημαίνει ότι όντως υπάρχουν, καθόλου σπάνια μάλιστα, εκείνες οι μαγικές βραδιές όπου ο κόσμος είναι πολύς, καλός, και γουστάρει, ο ήχος είναι εξαιρετικός, και η μπάντα βρίσκεται σε μεγάλα κέφια, τα δίνει όλα και με το παραπάνω και όλοι επιστρέφουν στα σπίτια τους ευχαριστημένοι και με όμορφες αναμνήσεις από τη βραδιά. Το μυστικό, εν τέλει, είναι ένα: καλή συναυλία σημαίνει να παίζεις με την ίδια ενέργεια και ενθουσιασμό. είτε εμφανίζεσαι στο μπαράκι της γειτονιάς σου, είτε στο πιο άρτιο και διάσημο λαϊβάδικο της χώρας σου. Τίποτε άλλο.

Βλ. και σαπορτάρω.

  1. γιατι αραγε ολα τα μικρα group που παιζουν support σε super-bands, εχουν χαλια ηχο;γιατι αραγε; (Από εδώ)

  2. υπόψιν, αυτός ο alec empire που ήτανε στους atari teenage riot παίζει σαπόρτ στους nin, εδώ το βιντεάκι δεν μπορώ να το ανοίξω καααάποτε μου΄χε δώσει μια κασέτα τους ο hindu (από εδώ)

3.Πήγα Αμύνταιο παρ'όλο που είμαι απο Θεσσαλονίκη για 2 λόγους ...
1)Φοβήθηκα μήν ακυρωθούνε οι Σέρρες λόγω καιρού και με βόλευε και η κυριακή για μία βολτίτσα.
2)Στο Αμύνταιο παίζανε σαπόρτ και μία από τις αγαπημένες μου undeground μπάντες οι Overgarven.
Δυστηχώς δεν είμαι αρμόδιος να κάνω ρεπορτ αλλά έριχνε καρεκλοπόδαρα!!! και δεν παίξανε και oi Overgarven γαμώτο! (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφερόμεθα στην λεγόμενη ψευτοφωνή (άκα φαλτσέτο): την ενίοτε εκνευριστική τεχνική του να τραγουδά κάποιος μερικές οκτάβες πιο ψηλά από το κανονικό εύρος της φωνής του.

Χαρακτηριστικές περιπτώσεις ψεύτικων λαρυγγισμών: τα τσιριχτά dream-on! dream-on! του Steven Tyler των Aerosmith, τα ποντικοειδή stayin' alive - stayin' alive των Bee Gees και τα living in a material world της πρώιμης Θεοτόκου, οι γκλαμουροροκιές του Freddie Mercury και του ανιψιού του Mika, οι πάσης φύσεως καφρομεταλλισμοί.

Πιο ανατολικά του Μισσισσιπή, ψεύτικες συχνά συνοδεύουν municipal κλαρίνα, νταλαροιειδείς ψευτοφωνές πλουμίζουν μπουζουκοροκιές, ακόμα και ο καληνυχτάκιας Laurent Petit-Couteau ψεύτικα ρωτάει το αντικείμενο του πόθου του εάν κοιμάται μαζί με τον γάτο της, ή εάν μ' άλλον αν στο κρεβάτι τον αλλάζει, κατσιμηχέσω!

Διεθνιστί: falsetto.

- Χωρις καμμια διαθεση να αμφισβητησω την πειρα σας αγαπητη Voice teacher,νομιζω οτι ΚΑΙ οι γυναικες εχουν 'ψευτικες'...Απλα κατα τη γνωμη μου δεν χαλανε αισθητικα το τραγουδι,διοτι η 'θηλυκη αποχρωση' του ηχου των ψευτικων δεν δημιουργει τοσο μεγαλη 'κακοφωνια' οσο στον ανδρα...
(εδώ)

- Αποφεύγετε να τραγουδάτε με ψεύτικη φωνή. Είναι η λάθος χρήση της φωνής και κάνει τόσο κακό στο λαιμό που τον συνηθίζεται στο να τραγουδάει ψεύτικα που μαθαίνει έτσι και δεν θα μπορεί να συμπεριφερθεί σωστά όταν προσπαθήσετε να τραγουδήσετε με την αληθινή. ([εκεί](παραπέρα)

(από vikar, 24/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαγαζί τύπου κλαμπ ή μπαρ που εξειδικεύεται στην διοργάνωση και πραγματοποίηση συναυλιών (live < λάιβ στο ελληνικότερο).

Η διαφορά του κατ' εξοχήν λαϊβάδικου σε σχέση με τα διάφορα μπαράκια ή κλαμπάκια που διοργανώνουν περιστασιακές εμφανίσεις μουσικών ή συγκροτημάτων, έγκειται στην ειδική διαμόρφωση του χώρου (ύπαρξη σκηνής, υπερυψωμένης ή στο επίπεδο του πατώματος) έναντι της δημιουργίας χώρου μέσω της αφαίρεσης τραπεζιών, πάγκων, καναπέδων στα δεύτερα, καθώς και στον ιδιόκτητο ηχητικό και μουσικό εξοπλισμό (π.χ. ολοκληρωμένο σετ ντραμς, ενισχυτές, κονσόλες, P.A. κλπ συναφή), αν και το δεύτερο δεν αποτελεί πάντα κανόνα. Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό είναι τ' ότι στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχουν στάνταρ εβδομαδιαίο πρόγραμμα εμφανίσεων, αλλά φιλοξενούν διάφορες διοργανώσεις, συχνά με συνεχή ροή διαφορετικών συναυλιών.

Τα λαϊβάδικα δεν περιορίζονται σε συναυλίες συγκεκριμένων μουσικών ιδιωμάτων, αν και στα καθ' ημάς ασχολούνται περισσότερο με ροκ / μέταλ και έντεχνη ελληνική μουσική. Πρέπει επίσης να αναφερθεί τ' ότι όσον αφορά το σκέλος της παροχής αλκοολούχων, τα λαϊβάδικα δεν διαφέρουν σχεδόν σε τίποτα απ' τα παραδοσιακά κλαμπάκια-μπαράκια-ελληνάδικα, είτε ως προς τις τιμές και την ακρίβεια, είτε ως προς την ποιότητα - η μπόμπα πάει σύννεφο και στα μεν και στα δε.

Οι ιδιοκτήτες των μαγαζιών αυτών λέγονται λαϊβάδες.

  1. Τον θυμάμαι στις αρχές τις δεκαετίας του 80 να παίζει συχνά-πυκνά σε ένα λαιβάδικο στην Μεσογείων στο ύψος της Αγ.Παρασκευής . «Ρόδα» το λέγανε το μαγαζί αν θυμάμαι καλά και μάζευε 50-100 άτομα.Όταν δεν έπαιζε ο Nick,παίζανε οι «Μουσικές Ταξιαρχίες».Τέλειο line up για τότε.Ιδανικό. (Εδώ)

  2. Το ΑΝ είναι για το πολύ 350 άτομα. Παραπάνω χωράει μεν, αλλά δεν φχαριστιέσαι συναυλία, εκτός εάν είσαι στις 5 πρώτες σειρές. Βασικά πιο πολύ κοντά σε προβάδικο πάει παρά σε λαιβάδικο. (Εκεί)

  3. Εδω θα ηθελα να αναφερω ενα μαγαζι το οποιο δεν ηταν μεταλ, αλλα αποτελουσε μια πολυ καλη προσπαθεια προς την κατευθυνση αυτου που λεω ''σωστο ροκ κλαμπ''. Τελη 90 και το μαγαζι ηταν το Bug στο Γκαζι. Αρκετα μεγαλος χωρος, industrial σκηνικο με σωληνες τεραστιους ανεμιστηρες κτλ. Η μουσικη ηταν αυστηρα ξενη και κινουνταν απο το mainstream rock της εποχης, στο ανερχομενο crossover (μετεπειτα numetal), industrial και στο τσακιρ κεφι επιλεγμενα μεταλ κομματια. Μπορει μουσικα να μην με καλυπτε 100% αλλα ηταν ενας πολυ ωραιος χωρος, προπαντως με καλο κοσμο και οχι καμμενους και πρεζακια. Σωστος ηχος και πολλες ωραιες παρουσιες χεχε, μιας και ηταν παντα τιγκα. Μετα εγινε αποτυχημενο λαιβαδικο και τελικα απ οτι εμαθα gay bar (ε ρε νηλες που θα επαιξαν τις πρωτες μερες) (Λίγο πιο πέρα)

(από Khan, 25/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τζουράς.

Νυκτό μουσικό όργανο, οκτάχορδο ή εξάχορδο. Έχει μανίκι και κεφαλάρι μπουζουκιού αλλά μικρότερο σκάφος, περίπου διπλάσιο από τον μπαγλαμά. Κατασκευάζεται από τα ίδια υλικά και με παρόμοιες τεχνικές με το μπουζούκι.

Ο ήχος του θυμίζει μπουζούκι αλλά έχει τη δική του ιδιαίτερη χροιά, γι' αυτό ο τζουράς έχει κατακτήσει την θέση που έχει σήμερα στην ελληνική λαϊκή ορχήστρα.

-Ωραίο νταλγκά το γαμημένο το μισομπούζουκο. Άλλη φκιάξη.

μισομπουζουκο (από iwn, 05/11/10)

Ο ορισμός του τζουρά από την Βικιπαίδεια

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που υποδηλώνει την ζημιά που υφίστανται τα ηχεία υψηλών συχνοτήτων (πρίμα) όταν αναπαράγουν ήχους σε υπερβολικά μεγάλη ένταση.

- Χθες είχανε έρθει κάτι φίλοι από το χωριό και ακούγαμε στο αμάξι κάτι πανηγυριώτικα. Βιολιά, τσαμπούνες.... άστα χάσιμο, μερακλώνω σε κάποια φάση τσιτώνω το AIWA και καψάλισα τα tweeter.
- Ωχ πάνε τα καινούρια ηχεία. άκλαφτα δηλαδή....
- Χαλάλι !!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχετικά με την μουσική:

  1. Η κονσέρβα αναφέρεται σε ένα στάνταρ ρεπερτόριο συγκροτήματος, ορχήστρας, συνόλου, ή μεμονωμένου μουσικού το οποίο δεν ανανεώνεται, αλλά απλά αναπαράγεται αυτούσιο σε ζωντανό περιβάλλον, συχνά δε χωρίς να αλλάζει ούτε καν η σειρά εκτέλεσης των κομματιών. Και ενίοτε κρατάει χρόνια αυτή η κολώνια...

Οι λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν ένα συγκρότημα σε αυτή την κατάσταση ποικίλλουν. Άλλες φορές είναι καθαρά απώλεια έμπνευσης ή ευελιξίας των μελών του (ή του μεμονωμένου μουσικού), άλλες φορές είναι απλά βαρεμάρα (ιδιαίτερα αν υπάρχουν αρκετά χρόνια ζωής στις μουσικές πιάτσες), άλλες φορές είναι το ζήτημα είναι καθαρά εμπορικό (όπως στις περιπτώσεις μουσικών που παίζουν σε εκδηλώσεις, συνεστιάσεις, γάμους, μπαράκια, ξενοδοχεία κλπ.). Κάποιοι την βλέπουν τη δουλειά και απομακρύνονται, άλλοι επιμένουν στο ίδιο μοτίβο μετατρέποντας εν τέλει το μουσικό λειτούργημα σε μία εντελώς μηχανική δουλειά που δεν αποφέρει πλέον κανένα δημιουργικό όφελος, αλλά μόνο χρηματικό. Ή, απλά, τη μούρη του να λες ότι «παίζω 30 χρόνια και τα 'χω κάνει όλα».

  1. Σχετικά με ντιτζέι ή έτοιμες ηχογραφήσεις: η κονσέρβα δηλώνει είτε το ετοιματζίδικο πρόγραμμα ενός ντιτζέι (και καλά τώρα, γιατί όλοι νομίζουν πως ο ντιτζέι το μόνο που έχει να κάνει είναι απλά να αλλάζει σιντί και να επιλέγει κομμάτια -και πάρα μα πάρα πολλοί δηλώνουν ντιτζέι κάνοντας ακριβώς αυτό και μόνο αυτό) με ελληνικό και/ή ξένο ρεπερτόριο, ή την χρήση ετοιματζίδικης μουσικής σε καταστάσεις όπου παραδοσιακά επιβάλλεται η παρουσία μίας ορχήστρας (π.χ. παραδοσιακοί γάμοι με κλαρίνα και νησιώτικα από σιντί).

Βέβαια για να λέμε τα πράγματα με τ' όνομά τους, πολλοί θεωρούν την (κατά την γνώμη του συντάκτη) επιβεβλημένη παρουσία ορχήστρας ως κάτι όχι απλά δευτερεύον, αλλά ούτε καν τριτεύον (άσε που οι γαμιάτικες ορχήστρες κοστίζουν τα κέρατά τους), αλλά τι να λέμε τώρα...

  1. H διαφορά μεταξύ τους είναι τεράστια, καθώς ειδικά σε πολυκάναλο μουσικό πρόγραμμα νιώθουμε ότι ακούμε live μουσική και όχι «κονσέρβα». Αυτό είναι φυσικά αναμενόμενο αφού το CD είναι βασισμένο σε τεχνολογία του 1981, ενώ τα SACD και DVD-Audio έκαναν τα πρώτα βήματά τους το 1999 και το 2000 αντίστοιχα. (Εδώ)

  2. Κονσέρβα πρώτη οι Ζωντανοί στο Κύτταρο - Σκηνές Ροκ [Ελλάς, 2005, 64'] του Αντώνη Μποσκοΐτη, που μας είχε χαρίσει κάποτε [2002] την Φλέρυ - Τρελή του Φεγγαριού. Τα παλιά θυμούνται οι Διονύσης Σαββόπουλος, Μαρίζα Κωχ [Γκαρίζα Ωχ!], Δημήτρης Πουλικάκος [Εξαδάχτυλος πουρόκερ], Θανάσης Γκαϊφύλλιας, Δέσποινα Γλέζου, Βαγγέλης Γερμανός, Λήδα, Γιάννης Bach Σπυρόπουλος, Δημήτρης Ψαριανός, Λάκης Παπαστάθης, Socrates και οι Πελόμα Μποκιού. Τους σιγοντάρουν κάτι Μακρινά Ξαδέρφια. (Εκεί)

  3. Ο χειροτερος DJ ειναι της Ξανθης (90.6). Ολος μια κονσερβα ειναι (συνεχεια παιζει μια playlist που θα ακουσεις και «επιτυχιες» απο το περσινο καλοκαιρι) και εχεις και το εκνευριστικο jingle «ο νεος DJ...»

Ετσι ειναι ο νεος; Αντε,καλα...... (Παραπέρα)

(από Vrastaman, 12/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τουρκογενές επιφώνημα κυρίως προτρεπτικό κινήσεως, με θετικό ή αρνητικό περιεχόμενο. Προέρχεται από το τούρκικο Ya Allah (παλιότερα στρατιωτικό πρόσταγμα εφόδου στο όνομα του Μεγαλοδύναμου, όπως γιουρούσι-γιούρου-γιάγμα κ.λπ. και νεωστί: Για τ’ όνομα του Θεού, άντε στην ευχή του Θεού κ.α. αντίστοιχα στα εγκλέζικα Jesus Christ, by Jove, Godspeed, κέλτικα Begorrah, ιταλικά Dio Santo, ισπανικά por Dios, γερμανικά zum Donnawetter/um Gotteswillen κ.λπ.). Οι Τούρκοι σταμπουλούδες ταρίφες (που οδηγούσαν τα Μουράτ=Φίατ ταξί αυτοκίνητα), το χρησιμοποιούν κατά κόρον, εν είδει «άιντε, κουνήσου μαλάκα ξημερώσαμε!» (δηλ. ντούρ!/γκίτ!).

Όπως και με πολλές άλλες τούρκικες λέξεις, συμβαίνει να συμφύρεται η έννοια της με αντίστοιχη εν μέρει ομόηχη ελληνική δηλ. γιάλα - για έλα < έρχομαι (όπως π.χ. μέραμπα - καλημέρα, μπρε - μωρέ / βρε / ρε / ορέ Ρούμελη-Μοριάς / βορέ Κεφαλλονιά κ.λπ)., ώστε συχνά να αλλοιώνεται τεχνηέντως η ετυμολογία τους. Ομοίως, οι απόψεις για την προέλευση του προτρεπτικού μορίου ά(ι)ντε διίστανται: Προέρχεται από το ιταλο-ισπανικό andar(e) (προστακτική: anda!=περπάτα, προχώρα) ή από το τούρκικο hayti = άντε / μπρος (π.χ. hayti bacalum = άντε να δούμε); Μάλλον το δεύτερο.

Στην Ελλάδα σχετίζεται περισσότερο με τα τσακίσματα του ρεμπέτικου, δηλαδή είτε ως επιφώνημα επιδοκιμασίας για τις τσαλκάντζες του τραγουδιάρη (π.χ. Έλα, άντε, δώσ' του, αμάν-αμάν τα βεραμάν, ωχαμάνα άλα της, ολούρμι, γιαχαμπίμπι, έτσι, γκιουζελίμ, αυτά είναι, ώπα, γειά σου, ντιριντάχτα, να μου ζήσεις, μπιραλλάχ, σσσσσ... κ.λπ.), είτε ως προτροπή προς χορευτή, να φέρει τις βόλτες του με όμορφες (αλλά απέριττες) φιγούρες. Αξιοσημείωτο είναι, ότι παλιότερα σφύριζαν χαρούμενα οι θαμώνες των καφωδείων κι ακόμη παλιότερα έριχναν και πιστολιές στον αέρα (ή στο ταβάνι), σαν την Άγρια Δύση!

Εκτός της συνηθισμένης χρήσης του, το νατουραλιζέ ελληνικό πλέον «γιάλα» (εκ του υποτιθέμενου «έλα»), συνέχισε και μετά το ’50 να προσφωνεί ειρωνικά τους βλαχόμαγκες, που σηκώνονταν να τσουρο-χορέψουν (βλ. γιέλλλα!). Συγκεκριμένα, ο Τσιτσάνης το’ λεγε συχνά είτε κοροϊδευτικά, είτε γιατί έτσι του 'βγαινε αφού ήταν από τα Τρίκαλα κι οι Πειραιώτες ρεμπέτες τον αποκαλούσαν υποτιμητικά «Βλάχο» ή «Πονηρό» ή «Τσίλα» (=Βασίλης στα βλάχικα), καθώς έσκωπταν όσους έμπαιναν στο ταράφι και δεν προέρχονταν από 3-4 πόλεις (λιμάνια) που διέθεταν βιομηχανικό υποπρολεταριάτο.

Τέλος, σημειωτέον ότι υφίσταται και νεο-κουτούκι με τη λογοπαιγνιώδη επωνυμία «Πάμε γι’ άλλα», στα Εξάρχεια.

- Μαέστρο παίξε ένα απ’ τα δικά μου!
- Έγινε Γιώργο μου! (Ακολουθεί ταξίμι)
- Γιάλααααααα! Αυτός είσαι!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παγιωμένος όρος της ιδιολέκτου των μουσικών που παίζουν κάποιο όργανο. Δηλώνει την βασική περιποίηση και συντήρηση του οργάνου που πρέπει να γίνεται μετά από κάθε παράσταση ή και περιοδικά.

Για παράδειγμα, το μπάνιο-ξύρισμα μιας κιθάρας περιλαμβάνει γενικό καθάρισμα από σκόνες, στάχτες τσιγάρων, λουλούδια και άμμο που χώθηκαν στο ηχείο της (ανάλογα με το που θα κληθεί ο φουκαράς καλλιτέχνης να βγάλει το νυχτοκάματο του τρόμου), γυάλισμα των τάστων και προσεκτικό πέρασμα με ειδικά λάδια. Η αφοσίωση του μουσικού την ώρα της διαδικασίας έχει κάτι το ερωτικό για όποιον είχε την τύχη να την παρακολουθήσει. Η τυχόν αλλαγή ταλαιπωρημένων χορδών μάλλον δεν εντάσσεται στην αναλυόμενη έκφραση.

Διακρίνεται από το σέρβις του οργάνου το οποίο γίνεται μετά από πολλά μουσικά «χιλιόμετρα» προς αποκατάσταση του σχήματος του σκαριού και των υλικών.

- Πόση ώρα σου παίρνει αυτή η συντήρηση;
- Καμιά ωρίτσα αν δεν βιάζομαι - δεν κρατάς τον καφέ λίγο πιο μακριά από την Lakewood;
- Εεε, οκ, μην αγχώνεσαι. Έτσι που το περνάς λάδι μου θυμίζεις τη συντήρηση του G3 στο στρατό...
- Μου φάνηκε ή συνέκρινες το μπάνιο-ξύρισμα της κιθάρας που μας κάνει να ταξιδεύουμε με τη συντήρηση μιας μηχανής θανάτου;
- Μου φάνηκε ή με είπες αναίσθητο στρατόκαυλο;

Got a better definition? Add it!

Published