Συνουσιάζομαι έτσι και έτσι, χωρίς ιδιαίτερη όρεξη.

Χρησιμοποιείται όταν ο μπήχτης βάζει από υποχρέωση, απλά και μόνο επειδή του ζητείται από την δικιά του, χωρίς ο ίδιος να γουστάρει εκείνη τη χρονική στιγμή.

Ο βάζων ντεμί συνήθως δεν ολοκληρώνει τη συνουσία, αφήνοντας το μωρό του ντεμί-ικανοποιημένη.

- Πώς πάει ρε, διαβάζεις καθόλου για τις εξετάσεις;
- Ε προσπαθώ, αλλά έχω και τη δικιά μου που θέλει όλο κόλπα και δεν προλαβαίνω, τι να κάνω δεν ξέρω, άσ' τα.
- Θα σου πω εγώ ρε. Βάλε ντεμί και διάβασε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δέον, απλώς, να επισημανθεί ότι δίπλα σε όλες τις πάμπολλες φαλλοκρατικές χρήσεις του γαμάω, χρησιμοποιείται πλέον και από (συμβατικά λεγόμενες/ους) «ερωμένες» και «ερωμένους» για να σημάνει ότι γαμάνε τον εραστή τους από την πλευρά του/ της ερωμένου/ης, που δεν είναι όμως καθόλου ένας παθητικός ρόλος, όπως θα ήθελαν να μας κάνουν να πιστέψουμε κάποιες γλωσσικές προκαταλήψεις. Δεν φιλοσοφώ άλλο περί του θέματος, καθώς τα γράφει εξαιρετικά ο σλάνγκαρχος Λύο Καλοβυρνάς εδώ. Αξίζει πάντως η διερώτηση κατά πόσον η κορεκτιλάτη αυτή χρήση νέας κοπής μας ήρθε από τα αγγλικάνικα (το to fuck που χρησιμοποιείται και από τον/την ερώμενο/η), αν συνδέεται με θήλεα νέας κοπής που ρίχνουν δυο μουνιά φού και φού, με υφισταμένους που πέτυχαν να ανέλθουν στην επαγγελματική ιεραρχία βρίσκοντας την σωστή απάντηση στο προαιώνιο ερώτημα ποιον πρέπει να γαμήσω κ.τ.ό.

- Και της είχε πει της Καυλάουρας το Λίλιαν να μην γαμήσει τον Μένιο από το πρώτο ραντεβού, αλλά πού αυτή! Μες στην καύλα της, τον γάμησε τρεις φορές, και το άλλο πρωί μόλις ξυπνήσανε τού 'ριξε κι από πάνω άλλο ένα μουνί.

Από το άρθρο του Λύο στο Πρόταγκον (από Khan, 01/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Ατάκα του Γιώργου Λεβέντη από το τηλεπαιχνίδι X-Factor, τον Ιανουάριο του 2010. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει αγανάκτηση για μία κατάσταση ή κάποιο πρόσωπο.

  1. - Πόσο ήρθε ο λογαριασμός του τηλεφώνου;
    - Θα σου πω ρε μπαμπά, αλλά μη μου φωνάξεις, γιατί αυτό το μήνα μίλαγα με τον Νίκο στο κινητό λίγες ωρίτσες.
    - Πόσο; Πες μου να ακούσω.
    - Ε να....450 ευρώ.
    - Θα τρελαθώ, θα πηδηχτώ απ' το παράθυρο!

  2. - Τι έγινε από προχθές με τη Μαριάννα;
    - Τσακωθήκαμε λίγο, ψιλοπράγματα μωρέ.
    - Και τώρα είστε οκ;
    - Δεν θα το 'λεγα. Την έχω πάρει 3 φορές και τις έστειλα 5-6 μηνύματα και δεν απαντάει. Άσε, θα τρελαθώ, θα πηδηχτώ απ' το παράθυρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Γνωστότατο λογοπαίγνιο σε περιβάλλοντα όπως στρατώνες, γυμναστήρια (λες και μοναστήρια;) όπου υπάρχουν κοινά ντους.

  2. Μεταξύ ζευγαριών παίρνει προφανέστατα διαφορετική χροιά.

  1. - Άντε να φεύγουνε οι πρωινοί. - Έλα να συντουζιαστούμε ρε μεγάλε. Χίλιοι καλοί χωρούν μα μήτε ένας πούστης.

  2. - Ααχ!! Τι ζέστη!! - Τι λες, να συντουζιαστούμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλα μέσα. Έκφραση χρησιμοποιούμενη για γυναίκα ανοιχτή, ή άνδρα ομοίως όπενχολ, έως χωνί, από κατόψεως διαμέτρου εμπροσθίου και οπισθίας οπής.

Υπονοεί την ευρύχωρη γυναίκα, ή άνδρα δυνάμενη-ο να ικανοποιήσει-φιλοξενήσει άνω του ενός μουσαφιραίων, μετά των αβγουλακίων τους, ήτοι ορχεόσακκων, μετά της φυσικής μάλλινης επενδύσεώς των.

- Ιωσήφ, κρύο κάνει, πάμε να κάνουμε μια ερωτική συνεύρεση με τον Φίφη, που είναι σε οίστρο;
- Άσε μωρή, μη σπάσουμε κανά γεννητικό μόριο… Πάμε στον Τασούλη που είναι all-in και θα βάλουμε και τα μπαλάκια μέσα να ζεσταθούμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Μπορεί να αναφέρεται σε δυσδιάκριτη υπο-περίπτωση ενός γενικότερου φαινομένου, η οποία συνήθως αμελείται ή παραβλέπεται για λειτουργικούς ή άλλους λόγους και σκοπούς.

Μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να χρησιμοποιηθεί όπως οι «ψύλλοι στ' άχυρα».

Μαθηματικά, μπορεί να παρασταθεί με μία τοπική ασυνέχεια ή ακρότατο κατά τμήματα συνεχούς συνάρτησης, ορισμένης σ' όλο το R, ή ως ένα πεπερασμένο στοιχειο υψηλής διακριτοποίησης (του οποίου οι ιδιότητες θεωρούνατι, πρακτικά, αμελητέες), ή ως απειροστικό στοιχείο, μπουρουμπούρου...

Πραγματολογικά, η απεικόνιση μίας «πούτσας», δηλ. ενός μορίου (κάποιου λοστρόμου, Γκασμαδονησιώτη, Φιλιππινέζου μάγειρα, ή ενός θηλαστικού της θαλάσσης) στο αρχιπέλαγος θα μπορούσε να θεωρηθεί μία αμελητέα ποσότης στην ευρύτερη οντότητά του (κοινωνικο-οικονομική, ναυτιλιακή, γεωγραφική, κλιματολογική, κλπ.)...

  1. Ή, μπορεί να αναφέρεται σε αναπάντεχη, απροσδόκητη εμφάνιση ενός φαινομένου ή πράγματος το οποίο, σε συνδυασμό με τα προηγούμενα, μπορεί να «προεξέχει» της γενικότερης στάθμης των πραγμάτων...

Φυσικο-μαθηματικά, αν και απέχουμε πολύ από την κατανόηση των εννοιών της σύγχρονης κοσμολογίας, αλλά γουστάρουμε να την κάνουμε κρεμαστάρια και να την βαφτίζουμε «μπλε», θα μπορούσε να αποσωθεί με τις θεωρίες για παράλληλα σύμπαντα και σκουληκότρυπες....

Στην καθομιλουμένη, το «ξεκάρφωτο», το απιστεύτου, το «ξώμπαρκο» που πετάγεται στη ζωή μας και μας αφήνει σέκους, είναι κάποιες έννοιες που θα μπορούσαν να περιγραφούν από το εν λόγω λήμμα.

  1. Για την ιστορία της φράσης, πιθανότατα ανεφωνήθη δια στόματος τινός λειτουργού των παραμεθορίων νήσων και χερσονήσων (ιδέ το παράδειγμα)...
  1. Μας πήγε τώρα ο Σάββας ο Μπούκερ από τας Σέρρας, σαν μια πούτσα στο Αιγαίο, να μας κάνει το ντι-τζέη και να κατακτήσει την Αμερική...Ανάθεμα κι αν τον ακούσει κανείς στο ντοριτάδικο στο Σαν Ντιέγκο...

  2. Ποιον είδα ρε τις προάλλες; Το Θέμη τον ψηλλό ρε! Στο σταθμό, στην απέναντι αποβάθρα! Ήταν πήχτρα, ρε, σαρδέλες ο κόσμος! Και πεταγόταν η μάπα του σαν μια πούτσα στο Αιγαίο! Καλή φάση!

  3. Ακάκιε! Τρέξε να βαρέσεις τα σήμανδρα! Θαύμα! Φαλλός αναδυόμενος από της θαλάσσης! Του Αγίου Π.. ανήμερα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση η οποία προκύπτει από την ενστικτώδη διάγνωση ότι τα υγρά του αντικειμένου του πόθου διακρίνονται από την γλυκιά τους γεύση, την ωραία μυρωδιά και ενδεχομένως από θεραπευτικές ιδιότητες. Παίζει επίσης και η προσμονή της αγιοσύνης μετά την κατάποση, ιδιότητα που, αν και αποδίδεται από την εκκλησία στην μαυροδάφνη, εντούτοις και άλλες ουσίες την διεκδικούν.

Τυχόν ταύτιση του λήμματος με την πασίγνωστη έκφραση: «Σφάξε με αγά μου να αγιάσω» είναι υπό συζήτηση.

-Πω ρε μάγκα τι κόμματος είναι τούτος;
-Πού ρε συ;
-Να πίσω σου. Χύσε πασά μου να μεταλάβω!!!

(από Khan, 28/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση, που χρησιμοποιείται για να δηλώσει επικείμενον λούτσο (μεταφορικά ή και κυριολεκτικά). Μερικώς παρόμοιο με την φράση κάνε χωρίστρα κι έρχομαι, δεδομένου ότι, μόνον η έκφανσή της: ετοιμάσου κι έρχομαι να σε γαμήσω έχει εδώ εφαρμογή, ενώ το ρήμα μεριάζω βρίσκεται σε διαλεκτική σχέση με τη λέξη κωλομέρια, ως προς την προετοιμασία - αναμονή ψωλιάς...

Εκ του γνωστού ποιήματος Ο βράχος και το κύμα του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, όπου προσωποποιείται ο βράχος ως Τούρκος και το μανιασμένο κύμα ως Έλλην, που αποζητεί διψασμένος το λυτρωμό του! Όλως παραδόξως, μια απλή αντικατάσταση του βράχου σε κώλο και του κύματος σε λούτσο, αρκεί, ώστε να αποδίδεται διττώς το ίδιο νόημα (κοίτα ο διάολος!). Ιδού το ποίημα.

- Έξι-πέντε! Αφήνεις παραμαμά! Έτσι και φέρω πεντάρες, την πούτσισες!
- Ωχ! Πεντάρια! Σκατά έφαγες;
- Μέριασε κώλε να διαβώ!

(από Khan, 23/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για την ετήσια ποσότητα αιδοιοφόρων που αλληλεπίδρασαν με την κάτω κεφαλή ενός ατόμου.

-στάνταρ, τσιμπούκ λουκούμ,πισωκολλητό κ.α.

Στελέχη του υπουργείου οικονομικών εξετάζουν τη θεσμοθέτηση του εν λόγω εισοδήματος στη φορολογική δήλωση.

- Και το κάτω κεφαλήν εισόδημα οκ;
- Γάμησέ τα, χειρότερα κι απ' το κανονικό....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμπνευσμένο από το σχόλιο του σλανγκοχρήστη Χανκ στο λήμμα όποιος τη νύχτα περπατεί λάσπες και σκατά πατεί. Δηλώνει αντίθεση στο πρωκτικό σεξ, λόγω δυσάρεστων πιθανών συνεπειών.

- Και που λες Μήτσο, εκεί που έχω βάλει το Λίλιαν στα τέσσερα και του ξεσκίζω τον κώλο, λιγάκι πριν χύσω και φωνάξω, συνειδητοποιώ ότι μια κουράδα έχει κολλήσει στο πουτσοκέφαλό μου...
- Εμ τι τα θες κι εσύ αυτά; Δεν ξέρεις ότι όποιος τον κώλο αναζητεί, λάσπες και σκατά θα βρει;

αυτά είναι... (από DT Jesus, 09/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified