Further tags

Στην σεξοσλάνγκ αναφέρεται στο επίμονο, εντατικό και περισπούδαστο γλείψιμο των όρχεων του εραστή, οπότε το άφθονο σάλιο παραλληλίζεται με την καραμέλα, και τα αρχίδια με ξηρούς καρπούς ή ποπ κορν που καραμελώνονται. Πρόκειται για πρακτική που προσφέρει μια κατιτίς παραπάνω κίνκι αίσθηση.

  1. Για μένα προσωπικά γυναίκα που δεν καραμελώνει 'καρυδάκια' είναι άκυρη.

  2. Για μένα, η συνταγή της επιτυχίας στο sex είναι σχετικά απλή:
    Όσο εκτελείται η συνταγή τα φιλιά πρέπει να τα μοιράζει αβέρτα, η πίπα πρέπει να είναι βαθειά και υγρή, αφού καραμελώσει καλά τα αρχίδια, να στήνεται ωραία για να τον παίρνει βαθειά και να πετάξει απ’την «κουζίνα» της το λιπαντικό.

  3. ούτε λόγος να καραμελώσει λίγο τα όμορφα ξυρισμένα μπαλάκια μου ή να γλύψει λίγο κοιλιά και στήθος να νιώσουμε λίγο την γλωσσίτσα της....), μετά από 3-4 λεπτά την σταμάτησα ευγενικά καθότι δεν έχυνα ούτε με σφαίρες.Έδειξε να θέλει να κάνει «κάτι» για να καταφέρω να χύσω, φαντάζομαι πιο πολύ για να μην την εκθέσω στην τσατσά παρά από ενδιαφέρον...

(Από διευθύνσεις για ενήλικες στο Διαδίκτυο).

(από patsis, 19/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Bones Ι like to fuck, υποδηλώνει την ερωτική επιθυμία προς γυναίκες που διανύουν αισίως την δεύτερη εκατονταετία της ζωής τους (βλ.νίντζα), εξ ού και η αναφορά των ατόμων αυτών ως οστά.

Συγκριτικά, η βαθμίδα είναι: milf > gilf > bilf

- Καλά φίλε, το τσέκαρες το bilfόνι στο φαρμακείο;Σαν τα κρύα τα νερά!
- Δεν ξέρω major, πολύ κοκαλιάρα για τα γούστα μου.

(από doodoon, 16/04/11)Τρελό μπιλφάκι! Κρατήστε μου μια κνήμη και μια ωλένη για ποδοφραπέ! (από Khan, 16/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α. Σύμφωνα με ψιλοορισμό κατά Δ.Π. σκιαγραφείται εκείνος ο τύπος ανθρώπα που ενώ γνωρίζει ότι ο βαθύτερος πυρήνας της ύπαρξής του, η ιδιαίτερη ατομικότητά του, η ταυτότητά του, η μοναδικότητά του ανάμεσα στο Είδος, συμπυκνώνεται περισσότερο απ’ όλαωστην προσπάθεια κατάκτησης του Άλλου, στην αποπλάνηση του ποθητού αντικειμένου, στην αδιαπραγμάτευτη διασπερμάτευση και εντέλει στην κατάλυση των ορίων του σώματος, του νου και την ψυχής, παραμένει πάντα στο παρατρίχα. Γιατί δεν θέλει, ή γιατί δεν μπορεί, ή γιατί νομίζει ότι δεν θέλει, ή δεν μπορεί. Ή για λόγους αδιάγνωστους, που βρίσκονται στο σκοτάδι, πίσω από το κοινωνικό προσωπείο που προβάλλει εκείνη τη στιγμή. Κι επειδή συνεύρεση χωρίς συναίνεση δε λέει, γιατί παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι, την κρίσιμη ώρα υπαναχωρεί… Βέβαια αν υπάρχει μια πιθανότητα να χώσει την εξαργυρώνει από πριν, πάει τη νέα στη Σχολή, στη λαϊκή, φιάχνει τα υδραυλικά, τις πρίζες, πάει πιμί πάει τα παιδιά φροντιστήριο (λέμε τώρα).Καληνυχτάκιας, αγκαλίτσας, νεροκουβαλητής, θυρωρός, γκομενοφύλακας, ποτεγαμήσης, καληνυχτυχεράκιας, μουνοφύλαξ, bye sexual μουνοβοσκός, χαρεμάκιας, πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα, συνώνυμα.

Β. Κουτουτουμουγού τώρα, και με δεδομένο την αμφισημία της γλώσσας, γαμησοχαμάλης είναι ο που γαμεί σα να τραβάει χαμαλίκι, εντελώς τελείως όμως και χωρίς ίχνος γκάβλας να διανθίζει την πράξη του αυτή, τόσο πιο σκληρός, όσο βασικότερο το ένστικτο, όσο πιο στοιχειώδεις οι ανάγκες που ικανοποιούνται.

Επιτομή του γαμησοχαμάλη ο χαρακτήρας του Τζ. Τζαννίνι στην ταινία “επτά ομορφιές» Pasqualino Settebellezze που αναγκάζεται να πηδήξει την νταλίκα-μπαζόλα- φράου-δίκα του στρ. συγκέντρωσης για να μη δει τα ραδίκια ανάποδα, ή στην πιο μπλακχιούμορ εκδοχή να μη δει τον κόσμο μέσα από τον φούρνο…

Ο χαρακτήρας αναγκάζεται να δώσει ό,τι πολυτιμότερο έχει, να ξεπουλήσει τα πάντα, ακόμα και το ονόρε του (αφού για μια τιμή ζει ο άνδρας) για να επιβιώσει.

Στα καθ’ ημάς, σε πιο λάιτ κοινωνικές συνθήκες, γαμησοχαμάλης γίνεται κάποιος για να δει πρωτάθλημα στη νόβα, να δει μαγειρευτό φαΐ, να δει κάνα γεμάτο ψυγείο, κάνα πλυμένο σώβρακο, τις Σημειώσεις του κ. Απιθανόπουλου κ.α. ευτελή αγαθά. Τόσο πιο βαθειά χώνεται στη χαμαλίκα, όσο πιο πολύ το υπό εκμετάλλευση αντικείμενο αντιστέκεται…

Έχοντας την υποψία ότι πρόκειται για νεολογισμό ή λεξιπλασία (το αν η «λεξιπλασία» είναι νεολογισμός, αλλουνού παπά βαγγέλιο, δεν απασχολεί) έχω να επισημάνω ότι εδώ κάνουμε ρεπορτάζ, οπότε το ό,τι νά 'ναι είναι εκ των ουκ άνευ.

Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι η επανάσταση, εκτός από την τυπογραφία, στηρίχτηκε και στην Εγκυκλοπαίδεια του Ντιντερό (pun intended)

Νονός, κουμπάρος και μπαμπάς του λήμματος Gatz από Δ.Π.

(υπογραφή: ο γαμησοχαμάλης της υπόθεσης)

- Ρε μαλάκα, η πατόζα δε μου δίνει τη γκούρσα να κατέβω, θέλει λέει νάρθει κι αυτή μαζί…
- Χέστην ρε, παπάρα, γαμησοχαμάλη, κατέβα με τη γαζγκάνα.

Οι επτά ομορφιές (από gaidouragathos, 16/04/11)εσχάτως και με ι (από johnblack, 17/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπάσταρδο του γαμίκου με κληρονομικό χάρισμα κι αδερφάκι του φακάτου, το «μικρός στο μάτι μεγάλος στο κρεβάτι» του ταιριάζει γάντι.

Τόσο εξαιτίας της μειωτικής κατάληξης, όσο και του παραπλανητικού συνειρμού με τη «φακή» και τα παλικάρια της, επιτείνεται το τρομερά εκτιμήσιμο απ’ τις παρτενέρ του -επιπλέον των άλλων- προσόν του, να περνά κάτω από ραντάρ αυστηρών γονιών, συζύγων, της κουτσομπόλας της διπλανής πόρτας και πολλών δυσανεκτικών ως προς τις σεξουαλικές χαρές των άλλων.

Χορτάτος αλλά σπάνια κορεσμένος, δεν περιαυτολογεί ως προς τα γαμικά, οπότε ξαφνιάζει πεινασμένους ή αχόρταγους που νοιώθουν κάπως σα να τους έφαγε στη στροφή, όταν γίνει η στραβή κι αποκαλυφθεί μέρος της δράσης του, οπότε και του απονέμουν -εν αγνοία του- το χαρακτηρισμό είτε περιπαικτικά, είτε με μίζερα αμήχανη παραδοχή, αλλά όχι με ζήλια.

Μάλλον αναμενόμενο που ο γούγλης σχεδόν τον αγνοεί, όντως, κυκλοφόρησε αρκετά καμιά εικοσαετία πριν, όπως αναφέρει ο Nakas -κι επιβεβαιώνει ο Mr. Cadmus- για τον ομόρριζό του φακάτο.

- Πολύ φακίκος μας προέκυψε ο δνέας του Τρίτου.
- Ναι, καλά!
- Ρε μαλάκα, σου λέω τον μπάνισαν με ξανθό μωρό στο «Βιέννη»!!
- Σιγά! Κόψε κάτι.
- Koλλάει μπρίκια ο αρχιλέουρας ρε;
- Ρε μαλακαρχίδα, εσύ δε μου τα ‘κανες νταούλια προχθές πως ο τύπος δεν ξέρει αν είναι οριζόντια ή κάθετα; Τον έκοβες κιόλα, νομίζω;
- Γιατί ρε τρόμπα του βου γραφείου (μη χέσω), εσύ πήρες πρέφα την παραλλαγή;
- Ρε δε γαμιέσαι ν’ ασπρίσεις με το γραφείο;
- Παίζει να ‘ναι η ανιψιά του γκραν-μαλακοδίκα!
- Χαα!! Βρε το φακίκο!! Άξιος!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σικ έκφραση την οποία χρησιμοποιεί κάποιος όταν κάνει σεξ με κυρία της υψηλής κοινωνίας για να προειδοποιήσει ότι σε είναι έτοιμος να «τελειώσει».

- Σας αρέσει λαίδη μου;
- Ω, ναι με τρελαίνετε!
- Ειστε καταπληκτική! Δεν μπορώ να κρατηθώ άλλο! Εκσπερματείνω!
- Υπέροχα! προσέξτε μη μου χαλάσετε τη μιζανπλί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μέρος όπου πέφτει σεχ, αλλά που δεν είναι ποτέ το ίδιο μας το σπίτι, ούτε και σεξοξενοδοχείο με κουβερτούλες και λοιπά κομφόρ. Ως επί το πλείστον δε, στη σεξοκαβάντζα πας εποχούμενος, δηλαδή το φίκι-φίκι πέφτει μέσα στο αυτοκίνητό σου/του/της.

Είναι συνήθως πρακτική ξεπέτας ή κερατώματος. Συνήθως πρόκειται για το αποτέλεσμα μακροσκελούς ψησίματος της γκόμενας από τον οδηγό, ο οποίος μπορεί και να έχει βολτάρει στη μισή Αττική χαλαρά-χαλαρά μέχρι να φτάσει και καλά όλως τυχαίως, σε ένα απόμερο σημείο. Αν βέβαια η γκόμενα είναι περπατημένη, πιθανόν και να βρεθεί σε γνώριμο στέκι της...

Πρόκειται συνήθως για ένα απόμερο σημείο της πόλης: δασάκι, ερημιά, βράχος. Διάσημες σεξοκαβάντζες της Αθήνας ήταν πάντα ο Λυκαβηττός, η Γκράβα, του Φιλοπάππου τον παλιό καλό καιρό, και κάποια κολπάκια των Ν Προαστίων ή ο βράχος πάνω από τη λίμνη της Βουλιαγμένης. Απ' ό,τι βλέπουμε από το λινκ του παραδείγματος 1, τα μέρη αυτά ακόμα διατηρούν τη φήμη τους. Υποθέτω πως τώρα πια θα υπάρχει μέγας συνωστισμός εκεί, αφού ήδη στα ογδόνταζ όλο και κάποιον γνωστό έβρισκες στο διπλανό αμάξι...

Πολλές όμως από τις τυχαίες συναντήσεις είναι στημένες για να κάνει κάποιος πλάκα στον άλλον ή για να τρομάξουν το γκομενάκι κλπ. Άλλες φορές δε, υπάρχει συνεννόηση μεταξύ του γαμιά και κάποιου ηδονοβλεψία. Παλιά τουλάστιχον γινόταν το εξής κόλπο: ο πηδιάς (του οποίου ήταν και το αυτοκίνητο) φρόντιζε να πατάει συνθηματικά το φρένο ώστε ο ματάκιας φίλος να έρχεται πάνω στην κατάλληλη στιγμή, κατά την οποία πια η γκόμενα τα έδινε όλα και δεν χαμπάριαζε Χριστό -κι έτσι έκανε μάτι ανενόχλητος.

Άλλες φορές πάλι οι συναντήσεις δεν είναι τυχαίες, ίσα-ίσα πρόκειται για ντου από καναν προστυχάκια ο οποίος φρικάρει αμφότερους τους παρτενέρ με αποτέλεσμα διάφορες σκηνές υστερίας και πανικού.

Από τα σεξ + καβάντζα.

  1. Σεξοκαβάτζες: H Αθήνα είναι ένα μεγάλο υπαίθριο κρεβάτι
    Έχεις γκόμενα αλλά δεν έχεις σπίτι να στεγάσετε τον έρωτά σας; Είσαι απλά λάτρης του sex σε δημόσιους χώρους; Αγόρασες καινούριο αυτοκίνητο και θες να το «εγκαινιάσεις»; Το ΜΕΝ 24 φτιάχνει για εσένα τον απόλυτο οδηγό σεξοκαβάτζας. από δω

(σ.ς. να πω ότι είναι απίστευτο το ότι η λέξη αυτή γουγλάρεται μόνο μέσω αυτού του άρθρου, το οποίο όμως έχει διαδοθεί σε εκατοντάδες σάη και μπλογκς, δοκιμάστε να δείτε.)

  1. - Ρε μαλάκα, οικογενειάρχης πράμα και την πας ακόμα τη γυναίκα σε σεξοκαβάντζες;
    - Τι να κάνω γιατρέ μου, στο κρεβάτι δεν μου σηκώνεται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καυλιάγγουρας, ο άντρας ο καυλιάρης με τη μεγάλη πούτσα!!! Έπαινος!!

Καλώς τον τον καυλιάγγουρα!! Είναι καυλιάγγουρας ο Μήτσος, κι ας δείχνει μισοριξιά !!

(από patsis, 13/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τεχνίτρια στην πίπα !!

ε !! βρε παιδιά δεν πιστεύω να χρειάζεται κι εδώ ανάλυση του χαρακτηρισμού !!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έννοια απέχει από το τετριμμένο κοπρολάγνος. Είναι η απόλαυση, μέσω της όσφρησης, αέριων κενώσεων εναλλάξ από τους παρτενέρ. Συναντάται κυρίως σε ερωτική συνεύρεση μεταξύ ομοφύλων, και κυρίως γυναικών. Η αρχή έγινε το 1989 στη Βραζιλία.

Κλάσε μας τα φρύδια.
— Γιατί κύριε; Μήπως είσθε πορδολάγνος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταντρικό θεωρείται και το ομοφυλοφυλικό σεξ. Σεξ μεταξύ αντρών πολύ ψαγμένων, που βαρέθηκαν το μουνί. Τώρα πια ζητάνε μόνο τ' αντρικό...

Ρε μαλάκα μου. Eίσαι για ένα ταντρικό;
— Τσ... εεε... οκ........

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified