Further tags

Η συσκευή κινητής τηλεφωνίας ή αλλιώς κινητό τηλέφωνο, που είναι όμως μοντέλο περιωπής, σύγχρονο, τελευταίας μόδας, με τεχνολογία αιχμής, αρκετές δυνατότητες, εντυπωσιακή εμφάνιση, σε δυσπρόσιτη τιμή κτήσης, ή γενικότερα που δεν είναι για τον καθένα.

Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως σε παρέες νεαρών ατόμων.

  1. Στον φίλο της παρέας που μόλις έβγαλε και ακούμπησε το καινούργιο κινητό του στο τραπεζάκι του καφέ.
    - Ω πα μεγάλε, και γαμώ τη κινητούρα.

  2. Καλά μωρέ, πώς κάνεις έτσι που στο κλέψανε. Δεν ήταν και καμιά κινητούρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δημοτομπατσοβανάκι είναι το όχημα της δημοτικής αστυνομίας που έχει μέσα κάτι χασομέρηδες με μπερέδες που τα ξύνουν, ενίοτε σου καρφώνουν και καμιά κλήση.

Πριν λίγη ώρα, μια ομάδα Δελτάδων μαζί με Φασίστες επιτέθηκαν στους μετανάστες έξω από την ΑΣΟΕΕ. Ένα δημοτομπατσοβανάκι σπάστηκε ελαφρώς από τους μετανάστες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαριτωμενίστικη εκδοχή του κινητού τηλεφώνου. Ενώ θα περίμενες ότι πρόκειται για μπαμπαδισμό, ένα απλό γουγλάρισμα πείθει περί του αντιθέτου.

Βλ. και κουνιστό.

- Αρχισε η αντιστροφη μετρηση αγαπητοι συμφορουμιτες κ συμφορουμιτισες! Το Πολεμικο Ναυτικο θα με υποδεχθει! :D Ελπιζω να μπορω να μπαινω, εστω και με το κουνητο για λιγο. Θα μου λειψετε αγαπητα μου ρεμαλια..
(εδώ)

- Επίσης βρήκα και μερικά βιντεάκια εμού και του Karvouniaris σε υπέρτατες στιγμές καφρίλας... Θα τα μετατρέψω σε .avi ή .wmv και θα τα ανεβάσω κάποια στιγμή... είναι τραβηγμένα με το κουνητό οπότε η ποιότητα όπως και να έχει gtp θα είναι!
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη έχει πολλές έννοιες. Την λες ας πούμε όταν διαφωνείς με κάτι και λες, ας πούμε, ότι δεν θα γίνει ποτέ (τ' Αγίου Πούτσου), ή όταν θες να περιγράψεις κάτι που είναι χάλια, π.χ. μια κατάσταση, ή κάτι, τέλος πάντων. Σε όλες τις περιπτώσεις η λέξη είναι χυδαία.

Πω ρε με αυτή τη κρίση. Δεν θα καταφέρω να κρατήσω το σπίτι μου με τέτοιο τριπούτς επάγγελμα.

Jeanne Tripplehorn, έχει καυλώσει περισσότερα από τρία πουτς (από Vrastaman, 02/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μονάδα (και αντικείμενο) μέτρησης της σάλτας. Όπως θερμόμετρο, βαρόμετρο, υγρόμετρο, σλανγκόμετρο και άλλα εις -όμετρο. Επίσης, χαρακτηρισμός προσώπου.

Το αντικείμενο: ακαθορίστου σχήματος και υφής όμετρο, με το οποίο μετράται ο βαθμός τρέλας που επικρατεί σε μια συγκεκριμένη περίσταση ή που χαρακτηρίζει ένα συγκεκριμένο άτομο. Νομίζω ότι ο Νταλής έχει ζωγραφίσει κάτι τέτοια (μη με πιστέψετε περδικαλώ).

Το καλολογικό επίθετο, ή μάλλον κατηγορούμενο: τρελόμετρο χαρακτηρίζεται αυτός που συμπεριφέρεται ωσάν τρελός, που είναι εντελώς τελείως καμένος, μπλε, τρελοκομείο. Συνώνυμο στο θηλυκό: τρελοκαμπέρω.

  1. - Πώς περάσατε χθες στο σπίτι του Σάκη;
    - Έχασες! Τα άτομα είναι εντελώς τελείως καμένα, το τρελόμετρο χτύπησε κόκκινο...

  2. - Πώς τα πάει ο Μάριος με την 4873265η γκόμενά του;
    - Γάμησέ τα, πάλι με τρελόμετρο τά 'φτιαξε, δεν σώζεται ο τύπος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάθισμα, πολυθρόνα, κυλινδρικού γεωμετρικού σχήματος, με μπράτσα, κατά κανόνα βαρύ.

Προέλευση της ονομασίας ονομασίας: άγνωστη.

- Τι ωραία αυτή η βαρβάρα, από που την πήρες;
- Από το ΙΚΕΑ.

ΒΑΡΒΑΡΑ (από iwn, 27/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, το μεγάλο χαρτονένιο κουτί.

Εδώ, το καινούργιο διαρκές αγαθό, όχι μεταχείρα και σε καμία περίπτωση φθαρμένο ή σαπάκι.

Μόλις δηλαδή βγήκε και καλάουα από την κούτα του και συναρμολογήθηκε.

Κυρίως χρησιμοποιείται για μηχανάκια.

  1. Φιλε μην τα λες σε εμενα αυτα
    εδω τα περισσοτερα λεφτα που εδωσα στην ζωη μου ηταν 4.000 ευρω για την μπεμβε.
    Εσυ ποσο ειπαμε πειρες το ντενεκε σου ;;;

:2funny::2funny::2funny:

o ΝΤΕΝΕΚΕΣ ειναι ΚΟΥΤΑ φιλε...
οχι αρχαιολογια του 1821.

ειχες και εσυ στα νιατα σου το 1916 ΚΟΥΤΑ μηχανακι, και νομιζω πως ξερεις τη διαφορά..εδώθε

  1. Καταρχάς πόσα χρήματα διαθέτεις.........γιατί στην κατηγορία μοτάρντ κούτα υπολόγιζε κοντά στα 6-7 χιλιάρικα. Τι θες να κάνεις με αύτο το μηχανάκι, την χρήση που το παίρνεις δηλ. γιατί μία λες για sm μία για enduro, καμία σχέση το ένα με το άλλο.....
    να μειώσεις λίγο τις επιλογές γιατί έτσι χύμα στο κύμα δεν θα κατασταλαξεις ποτέ....εκείθε

Μπεβερλυ 300 ΚΟΥΤΑ  (από perkins, 24/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακουμπώ > touch
Τζάμι οθόνης
> screen
∴ Aκουμπότζαμο --> touchscreen.
Τυχαίο; δε νομίζω.

- ...όλα τα smartphones with ακουμποτζαμο ονομάζονται iPhone...
εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύγχρονη διασκευή της φράσης λίθοι, πλίνθοι, κέραμοι, ατάκτως ερριμένοι, όπως αποδόθηκε από διάσημο μηχανουργό, εργαζόμενο στα ναυπηγεία του Σκαραμαγκά, (περί των οποίων πολύς ο ντόρος τελευταίως) και η οποία έχει ευρέως εξαπλωθεί στο σινάφι εκεί κάτω, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιείται από πολλούς που αγνοούν την «αυθεντική» της μορφή.

Η έκφραση περιγράφει μία γενική κατάσταση μπουρδέλο, με πεταμένα αντικείμενα δεξιά και αριστερά, γενικώς μία κατάσταση σπατάλης ή ζημιάς που φέρει καταστροφικές συνέπειες. Η εν λόγω φράση απενδεδυμένη πλήρως της πρωταρχικής αρχαϊκής εκφοράς της, προσαρμόζεται στα σημερινά δεδομένα χρησιμοποιώντας ιδιώματα «της πιάτσας» (πούτσες)...

- Μας φέραν το φορτηγό για επισκευή... Και το θένε σε 3 μέρες! Τι λέει ρε το αφεντικό! Εδώ μέσα γίνεται «βίδες, πούτσες, λάστιχα, ατάκτως ερριμμένα»! Εκτός από τα διαφορικά και το φανάρι, ο πούστς είχε βρει και από κάτω, στο σασί! Να μην πω για τη βαλβίδα κεφαλής που μάλλον έχει κάψει... Αύριο θα ξέρω πόσο θα κοστίσει και μετά θα του πούμε το πότε θα το πάρει, πες στο αφεντικό!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δάνειο εκ του γαλλικού επιθέτου petit (μικρός, μικροκαμωμένος), που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τα εξής:

  1. Τις μικροκαμωμένες και λεπτές (πάντα στα πλαίσια της κομψότητας και όχι της ανορεξίας) κοπέλες ή γυναίκες. Ο χαρακτηρισμός πετίτ για άντρες είναι μάλλον σαρκαστικός, εκτός κι αν υποδηλώνει άλλα προτερήματα (πετίτ στο μάτι...).

  2. Τα μικρά (αλλά όχι απαραίτητα μικροσκοπικά) σε μέγεθος αντικείμενα ή πράγματα πάσης φύσεως, ή ακόμη και τους χαμηλών διαστάσεων χώρους.

Η χρήση του πετίτ πιο γενικά χρησιμοποιείται για να δηλώσει -ενίοτε με ειρωνική διάθεση εκ μέρους του ομιλητή, ενώ άλλες φορές με έκδηλη χαριτωμενιά- τον μινιμαλισμό και την ομορφιά και χάρη που υποτίθεται πως υπάρχει στα μικρά πράγματα, με άλλα λόγια το άκρως αντίθετο του think big, δηλαδή τις διδαχές της τάσης που δηλώνει πως η ευτυχία βρίσκεται στην υπερβολή.

  1. Η Ελένη που λέτε είναι μια γυναίκα η οποία φαίνεται 10 χρόνια νεώτερη της ηλικίας της, αφού είναι petit κορίτσι! Φοράει να φανταστείτε νούμερο παπουτσιών 35. Τόσο petit είναι!!!! (Εδώ)

2.αλλα η απορια μου ειναι γιατι τα θελεις ολα με μπρασελε και μαλιστα τοσο λεπτο; κατι σε λουρακι δε σου αρεσει; εισαι λεπτοκαμωμενη, αλλα αυτο δε σημαινει οτι και τα πραγματα πανω σου θα πρεπει να ειναι petit. (Εκεί)

  1. Τι άλλο να κάνετε στο Ηράκλειο; Να πάτε στο Ιστορικό Μουσείο που είναι πετίτ και συμπαθέστατο και κεντρικό και είχα ξεχάσει ότι είχα πάει μέχρι που το είδα και κάπως μου 'ρθαν ένα ένα χρόνια δοξασμένα. (Παραπέρα)

  2. Μιας και τα ηχειακια ειναι petit κατασταση...σχετικα με ενισχυτη εχετε καμια προταση σε κατι πιο slim, compact και designατο;(το ξερω δεν ζητω τιποτα) (Παρακεί)

(από perkins, 02/09/10)μπισκοτακιααααααααααα!!! (από perkins, 02/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified