Selected tags

Further tags

Το μποτιλιάρισμα ή αμφορεάρισμα των αυτοκινήτων, έτσι ώστε να ακινητοποιούνται πλήρως και να θυμίζουν τουτού στοιβαγμένα σε πάρκινγκ. Λέγεται και φωτογραφία. Άμα είσαι σεντανάκιας, ας πρόσεχες...

Πάσα: Αγκού.

- Πάλι πορεία στο κέντρο έχει και την κάνανε πάρκινγκ την Κηφισίας, γαμώ τον Τσίπρα μου μέσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Και συχωρεμένος / σχωρεμένος, είναι ό,τι και ο μακαρίτης, δηλαδή ο πρώην γκόμενος, που η γυναίκα τον έχει χωρίσει και θάψει μέσα της. Σε σύγκριση με το μακαρίτης, δηλώνει επιπλέον ότι μπορεί και να τον έχει συγχωρέσει για όσα της έκανε, ή έστω να έχει αλλάξει σελίδα. Οπότε μιλάμε για μια μεγαλόκαρδη γυναίκα που δεν κρατάει κακία.

Η έκφραση βέβαια έχει υπαρξιακό βάθος, καθώς κάθε χωρισμός είναι ένας θάνατος, ενίοτε και μια αλλαγή ταυτότητας, ιδίως για τις γυναίκες που φαίνεται ότι δένονται πιο οντολογικά με τον αγαπημένο τους.

Πάσα: Ironick & το vip.

- Το ξέρεις το μέρος, βλέπω.
- Ναι, είχαμε έρθει μια φορά με τον συγχωρεμένο.
- Δεν μπορείς να αφήσεις τον ακατονόμαστο έξω από την κουβέντα; Δε λέει... Γρουσουζιά...

Το τέλος μιας σχέσης (από Khan, 01/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published

Το τουβλάκι αποτελεί μονάδα μέτρησης:

  • της ισχύος του σήματος που πιάνουμε στο κινητό
  • του επιπέδου φόρτισης της μπαταρίας του κινητού
  • της πληρότητας με καύσιμο του ρεζερβουάρ του αυτοκινήτου, όταν ο σχετικός δείκτης μας επί του καντρανίου δεν συνίσταται στην κλασσική (και παλαιομοδίτικη) βελόνα.

    Συνήθως με σήμα δύο τουβλακίων μπορούμε να πραγματοποιήσουμε μια κλήση, ενώ όταν η μπαταρία του κινητού έχει δύο τουβλάκια, καλύτερα να ψάξουμε επειγόντως για πρίζα. Αν πάλι η βενζίνη μας έχει περιοριστεί στο ένα τουβλάκι, πρέπει επειγόντως να σταματήσουμε στο πρώτο βενζινάδικο που θα βρούμε μπροστά μας, γιατί σε λίγο δεν θα έχουμε καύσιμο ούτε για σάλιο.

Πριν αμφισβητήσει κανείς την σλανγκαμπίλιτυ του λήμματος, να υπενθυμίσουμε ότι αν ένας αλλοδαπός που ζει στη χώρα μας το ακούσει και το ψάξει σε ένα μέινστριμ λεξικό, δεν θα το βρει με την έννοια που το ορίζουμε εδώ.

- Έλα, κάνεις διακοπές... κουνήσου τον κώλο σου, μπας και βρεις καλύτερο σήμα
- Τι κουνήσου ρε μαλ, τρία τουβλάκια σήμα έχω!

πέντε τουβλάκια σήμα και μπαταρία (από allivegp, 18/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που φοιτεί στο διεθνές τμήμα ΙΒ (Αϊ-Μπι) κάποιου σχολείου. Συνήθως αποκαλείται έτσι από τους «μαλάκες ενιαίους» (άτομα που φοιτούν στο Ενιαίο Λύκειο του ίδιου συνήθως σχολείου).

Άντε από 'δώ ρε φλώρε αϊμπίτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ορισμός της είναι η καλή βολή, η ευθεία βολή.

Προέρχεται από τον τοξότη της ταινίας «Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών» (The Lord of the Rings) ονόματι Λέγκολας (Legolas), ο οποίος ήταν πολύ καλός στο είδος του.

  1. Ω, τον πούστη... Τι λεγκολιά πέτυχε...!!!!!!!

  2. Ωραία λεγκολιά φίλος!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Tα γνωστά σε όλους μας iMac της Apple, σε αρχαιοελληνική εκτέλεση.

- Ρε συ!.... είδες τα καινούργια ιμάκια που έφτιαξε το μήλο ;;;;
- Ναι ρε φίλε... απίστευτα... Καλά, αυτός ο Στέφανος ο Εργασίας (Steve Jobs) πρέπει να έχει πολύ νιονιό ρε φίλε...!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιστός ακόλουθος του Vankouf, ανταποκρίνεται στα κωδικοποιημένα καλέσματα χωρίς να ερωτάει πώς και τι. Ηackάρει άμεσα όποιον του υποδεικνύει χρησιμοποιώντας την γνώση που ο ίδιος του έδωσε. Ενίοτε φοράει κουκούλα (προαιρετικά).

Άγνωστος hackαρε χθες τα χαράματα την σελίδα του υπουργείου οικονομικών, το ηλεκτρονικό του ίχνος δείχνει random destinations, πιθανότατα Vankoufιστής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήση νέας κοπής (νομίζω) που αναφέρεται στην ύπαρξη ή όχι παιδιών στη ζωή μας. Λέγεται συνήθως από αυτούς που δεν έχουν και σημαίνει ότι καλό είναι να έχεις παιδιά και να τα χαίρεσαι (εδώ ελλοχεύει υπονοούμενο κακιούλας, είναι ελαφρώς καλία η έκφραση και πάει προς το ας πρόσεχες), αλλά κι αν δεν έχεις πάλι χαίρεσαι: την ελευθερία σου.

Τώρα αν είναι παρηγοριά στον άρρωστο η έκφραση αυτή, εξαρτάται από το ποιος και γιατί το λέει. Συνήθως λέγεται για να σταματήσει η κουβέντα, ιδίως όταν σου κάνουν κήρυγμα ή όταν κάποιος γονιός σου τη λέει αρχίζοντας τα «δεν ξέρεις εσύ» κλπ μπλιάξικα.

  1. - Και γιατί δεν θες να κάνεις παιδιά, δεν σου αρέσουν; Δίνουν μεγάλη χαρά στον άνθρωπο.
    - Ε, όποιος έχει να τα χαίρεται κι όποιος δεν έχει να χαίρεται!

  2. - Πω ρε πούστη, πήζω, τρέχω και δεν φτάνω...
    - Εσύ μη μιλάς, είσαι ελεύθερος και μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις. Ρώτα και μας που έχουμε γαμηθεί με τα παιδιά να τρέχουμε όλη μέρα...
    - Α, κοίτα να δεις, όποιος έχει να τα χαίρεται κι όποιος δεν έχει να χαίρεται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη έχει πολλές έννοιες. Την λες ας πούμε όταν διαφωνείς με κάτι και λες, ας πούμε, ότι δεν θα γίνει ποτέ (τ' Αγίου Πούτσου), ή όταν θες να περιγράψεις κάτι που είναι χάλια, π.χ. μια κατάσταση, ή κάτι, τέλος πάντων. Σε όλες τις περιπτώσεις η λέξη είναι χυδαία.

Πω ρε με αυτή τη κρίση. Δεν θα καταφέρω να κρατήσω το σπίτι μου με τέτοιο τριπούτς επάγγελμα.

Jeanne Tripplehorn, έχει καυλώσει περισσότερα από τρία πουτς (από Vrastaman, 02/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα ούρα, το πουτσοκάτουρο, τα τσίσα.

- Μάγκα, για αμόλυβδη που πάω;
- Στα δέκα μέτρα στο δεξί σου χέρι έχει κάτι χημικές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified