Selected tags

Further tags

Άτομο μιας κάποιας ηλικίας με καράφλα αλλά και κοτσίδα ή υπόλοιπο κόμης και μακρύ μαλλί, ή τύπος που ξεχάστηκε στη δεκαετία του '70 και απλά ο χρόνος έδειξε τα σημάδια του. Σιτεμένος κατά κανόνα λάτρης της εποχής των χίπηδων που τώρα τους ανακάλυψε, ή τώρα τόλμησε, αλλά το αποτέλεσμα του ντυσίματος / εμφάνισης είναι ολίγον αστείο ή και θλιβερό.

  1. - Πω,πω μηχανάρα πού' φτιαξε ο τυπάς! Χάρλευ δεν είναι ρε συ;
    - Ναι μωρέ,την έχει ένας καραφλόχιπας 55άρης γείτονας που την είδε born to be wild κι έτσι...

  2. - Άτσα εμφάνιση ο σιτεμένος...καπελάκι μαλλούρα και το πιπινάκι δίπλα! Μια χαρά τον κόβω...
    - Έλα καημένε ξεκόλλα με τον καραφλόχιπα!

  3. - Μιμίκα τι λέει με τον μεγαλωμένο; Πολύ παρέα σε βλέπω τελευταία...
    - Όχι μωρέ, τίποτα σοβαρό..
    - Καλά ντάξ...σιτεμένος ο καραφλόχιπας αλλά μην τον υποτιμάς...

για του λόγου το αληθές... (από Τσακ εις την μέσην, 24/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος ανθρώπου που βάζει like σε κάθε post στο facebook, από διαφήμιση ψαροταβέρνας μέχρι site υπέρ της ευθανασίας, ενίοτε με απώτερους σκοπούς, αν γίνεται στο προφίλ γκόμενας. Κάνει like σε κάθε τραγούδι που ποστάρει, από Ημισκούμπρια μέχρι Κάρμινα Μπουράνα και από Τερλέγκα έως στρουμφάκια.

Το παρωχημένο μοντέλο λαϊκισμού της «Αυριανής» των 80's συναντάται σήμερα ως like-ισμός με ακραία μορφή του τον επονείδιστο εις εμέ αυτο-like-ισμό, ο οποίος είναι η υπέρτατη μορφή βλακείας. Για να ποστάρεις κάτι ρε μάστορα σημαίνει ότι σου αρέσει. Τί το βάζεις το like; Είναι σαν αυτοϊκανοποίηση σε ντο ματζόρε συνοδεία κουαρτέτου από τρόμπες ποδηλάτου.

Ρε συ ο Μάκης γουστάρει την Ντιάνα!
— Έλα ρε, πού το ξέρεις;
— Όλη μέρα κάνει like στα ποσταρίσματά της! Έκανε μέχρι και σε γκρουπ απολέπισης δέρματος με σαγόνια καρχαρία!
— Like-ιστής παιδί μου... τί περιμένεις;

(από σφυρίζων, 01/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το συνήθως άνευ ουσίας και γεμάτο σεξουαλικά υπονοούμενα φλιρτ.

Ως έκφραση για να δηλώσει ότι κάτι γίνεται χωρίς προφανή λόγο, έτσι, για την καβλάντα.

- Τι έγινε ρε Μήτσο χθες με το γκομενάκι, έφαγες τπτ;
- Όχι μωρέ, με την μαλακισμένη, έγινε καλή καβλάντα αλλά στο τέλος με το πουλί στο χέρι με άφησε.

- Και τι να πάμε να κάνουμε ρε συ τέτοια ώρα σπίτι του Τάσου, αυτός μπορεί και να κοιμάται.
- Έλα μωρέ, μην είσαι μαλάκας, πάμε έτσι, για την καβλάντα!!

(από jesus, 25/02/11)τσεκάρετε στο 00:42... (από Τσακ εις την μέσην, 26/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που ακούγεται από τα μεγάφωνα του συρμού του μετρό όταν αναχωρεί από το Σύνταγμα.

Ο Ευαγγελισμός είναι νοσοκομείο στην εν λόγω περιοχή. Στην σλανγκική χρησιμοποιείται όταν αυτός που την εκφέρει, αν και υγιής, νιώθει ότι έχει φτάσει στα όριά του από διάφορους παράγοντες κι από στιγμή σε στιγμή θα καταλήξει εκεί.

- Καλά ρε φίλε, πώς την παλεύεις κάνοντας τρεις δουλειές, πηγαίνοντας στο γυμναστήριο και με την Μαιρούλα να σε πρήζει;
- Δεν είμαι σίγουρος ότι την παλεύω. Επόμενη στάση: Ευαγγελισμός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του ελληνιστικού «καρά» και του αγγλικανικού «like».

Nεόκοπος ιντερνετικός όρος που προήλθε από το φατσοβιβλίο.

Συμπληρώνει το like σε ένα post του f/b όταν του σχολιαστή δεν του φτάνει ένα απλό like, καραγουστάρει αλλά και έμμεσα θέλει να δείξει και την καταγωγή του.

Πέρασε και στον μιλητό λόγο σε νέους και νέες κάθε ηλικίας και μαλακίας, ως καραλάικ.

  1. - Wow! Καραlike φίλος! Και γαμώ τα βίντεα ανέβασες! Ι χα!

  2. - Tι λέει το βρώμικο; Καλό;
    - Καραlike σε λέω!

(από Khan, 24/12/13)(από Khan, 28/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γνωστός τοις πάσι ο ορισμός και το περιεχόμενο της παρτούζας. Είναι η έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου για υγιή κοινωνικοποίηση, όπως το αναφέρει αναλυτικά ο Αριστοτέλης.

Εις το ως άνω εκστομισθέν τριπάρτουζο παρατηρείται έντονη συνουσιαστική δραστηριότητα επιτείνουσα την απόλαυση των συμμετεχόντων, άλλως δε τον χαβαλέ αυτών καθώς εκ του γέλωτος μπερδεύουν πού μπαίνει τι. Ο όρος τριπάρτουζο είναι συνήθως απείκασμα αναμνήσεων από χρόνων πολλών και η αχλύ η περιβάλλουσα τα διημειφθέντα τα αναγάγει εις γεγονός κοσμογονικό.

Οι συμμετέχοντες εις το τριπάρτουζο ενίοτε διοργανώνουν χοροεσπερίδες ίνα, ενθυμούμενοι τα πεϊκά τους έπη, βαυκαλισθώσιν αυταρέσκως. Τόπος διεξαγωγής της μυσταγωγίας είναι συνήθως τουριστική νήσος με συμπαρομαρτούν αυτής το άπειρο αλκοόλ. Κατ' εξαίρεση εις Μύκονο το τριπάρτουζο συνομολογείται ως τρίκαβλο ή ιντερσίτι. Εις την μορφή αυτή ευνοημένος είναι πάντα ο δεύτερος του χορού ο οποίος, έχων το γενικό πρόσταγμα, παίρνει, δίνει και παίζει την τουλούμπα στον πρώτο.

(μονόλογος φίλου προς συνομώτη-συνένοχο) :
- Θυμάσαι την Νίκη την αδερφή της Κλάρας της αλληθωροβύζας που την είχαμε τρελάνει στο τριπάρτουζο ένα φεγγάρι στην Ρόδο; Ε, την είδα προχτές και συγκινήθηκα... Τί γούστα είχαμε βγάλει ρε φίλε...

(από GATZMAN, 02/03/11)Τζερονύμο Γιάνκα ->τραινάκι.... intercity, Εναλλακτικοί όροι για το τριπάρτουζο (από GATZMAN, 02/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χυλόπιτα που τρώει γνωστός μιλφoμανής όταν τον απορρίπτει πουρογκόμενα. Είναι επαχθέστατη γιατί έχει τη σιγουριά πως το μιλφ δύσκολα να πει όχι αλλά την πατάει επειδή είναι κάφρος.

- Τι άκυρο έφαγε χτες ρε ο Βαγγέλης! Την έπεσε στην κυρα Τζένη την περιπτερού που ήταν στανταράκι πήδημα και έφαγε πουρόπιτα!

(από Vrastaman, 04/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στραβισμός ή αλληθωρία στα τσιτσία ή βυζιά παρατηρείται σε δύο μορφές:

  • Στον κάθετο άξονα, που είναι και η γλαφυροτέρα μορφή. Στην περίπτωση αυτή η δύσμοιρη κάτοχος του βυζοσέτ έχει ανισομερώς κρεμαστά μεμέ. Έτσι το ένα παραμένει ημιθελκτικό ενώ το άλλο φλερτάρει επικίνδυνα με τον αφαλό.
  • Στον οριζόντιο άξονα. Στην μορφή αυτή μόλις επιτύχεις το γδύσιμο της αλληθωροβύζας συνήθως γκριματσώνεσαι σαν να δοκίμασες ληγμένο ζωντανό γιαούρτι. Ήτοι θωρείς 2 ρώγες η μία να βλέπει ανατολή και η άλλη δύση με αποτέλεσμα αντί για ανάπλαση ερωτικών εικόνων στον εγκέφαλο, ανακαλείς αποσπάσματα από βιντεοσαβούρες-ταινίες του 1980 με ψευτοαλλήθωρους που συνήθως είναι και κεκέδες. Η αλληθωροβύζα έχει συνήθως αχλαδάτα στήθη δυσανάλογα με το σώμα της σε κάθε οψιόν δυσαναλογίας.

- Μην πας για μπάνιο στην παραλία γυμνιστών «της γριάς το μνι» γιατί συχνάζουν κάτι αλληθωροβύζες Γερμανίδες 50άρες τύπου Angela MerKel και θα ξενερώσεις τελείως. Θα τον ψάχνεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανήκει στην ιδιόλεκτο των δεξιών, ακροδεξιών και όσων εντοπίζουν τα προβλήματα της νεοελληνικής κενωνίας ιδίως στην αθρόα προσέλευση αλλοδαπών μεταναστών. Το λογοπαίγνιο αφορά στην αρρώστια Ηπατίτιδα και στο κτήριο της Υπατίας, όπου κατέφυγαν στις αρχές του 2011 τριακόσιοι μετανάστες απεργοί πείνας.

Στην (ακρο)δεξιά ιδιόλεκτο ο όρος σημαίνει δύο πράγματα κυρίως: α) Αριστερές ιδεολογίες που βάζουν τον εργασιακό διεθνισμό πάνω από το θεωρούμενο εθνικό συμφέρον, και οι οποίες κατά τους χρήστες του όρου μεταδίδονται μολυσματικώς χτυπώντας κατ' αρχήν συριζαίους και θολοκουλτουριάρηδες και μετά άλλα ευπαθή μέλη της κοινωνίας. β) Τους ίδιους τους μετανάστες ως μολυσματική ασθένεια για την εθνική κοινωνία. Είναι χαρακτηριστικό, εξάλλου, ότι οι εν λόγω απεργοί πείνας αντιμετωπίστηκαν συχνά ως «κίνδυνος για την υγεία» από έναν ευρύτερο κυριαρχικό λόγο (discourse) όχι μόνο δεξιών.

(Σ.ς.: Ο ρατσισμός ιδίως της δεύτερης σημασίας είναι προφανής, προκειμένου περί συνανθρώπων μας που κινδυνεύουν με θάνατο ή με μη αναστρέψιμες βλάβες εν μέσω γενικής αδιαφορίας, και χρειάστηκε να επιστρατεύσω όλο τον σλανγκικό μου αμοραλισμό για να το αναρτήσω).

  1. Τελικά κυβερνάει κανείς αυτόν τον τόπο; Έχει περάσει περίπου ένας μήνας από την τελευταία ανάρτηση και 32 μέρες από την έναρξη της απεργίας πείνας των απίθανων που μάζεψε ο ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ. στο μέγαρο ηπατίτιδα, εε Υπατία ήθελα να πω. (Εδώ).

  2. - Πλάκα με κάνεις; Κόλλησες κι εσύ υπατίτιδα και πας για αλληλεγγύη; Στην γιαγιούλα που έριξαν χτες τρεις μαχαιριές οι πάκηδες στον άγιο Παντελεήμονα ποιος θα δείξει αλληλεγγύη;
    (Σύνηθες παπαραλήρημα).

Και η λατρεία της Υπατίας. (από Khan, 04/03/11)(από Vrastaman, 04/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας πολιτικός όρος που αρχίζει να καθιερώνεται. Η κατάληξη -ατο δείχνει ότι το υπόδειγμα της λέξης είναι το προλεταριάτο, ενώ το α΄ συστατικό βγαίνει από το αγγλικό precarious που σημαίνει επισφαλής.

Στο πρεκαριάτο συμπεριλαμβάνονται: «Οι άνεργοι, οι φτωχοί και οι απασχολήσιμοι (όρος που καθιερώθηκε από τον Σημίτη), δηλαδή οι άνθρωποι που δουλεύουν με το μπλοκάκι, με καθεστώς stage -απόκτηση εμπειρίας- του ΟΑΕΔ για λιγότερο από 1 χρόνο και χωρίς ασφάλιση, οι μερικώς απασχολούμενοι και οι ενοικιαζόμενοι, με άλλα λόγια οι εργαζόμενοι με ελαστικές σχέσεις εργασίας». (Δες). Θα προσθέταμε και τους ένδοξους πιτσαράδες, πιτσαφέρνες ντελιβεράδες.

Το πρεκαριάτο συνδέεται συχνά με την γενιά των 700 Ευρώ και με θέματα διαγενεακής δικαιοσύνης, καθώς πρεκάριος είναι συχνά ο Έλληνας νέος που δεν μπορεί να βρει εργασία ανάλογη με τα πτωχία του, ενώ μεγαλώνει σε οικογενειακό καθεστώς τ. κυνόδοντα του (Λ)άνθιμου. Ένα φλέγον ερώτημα είναι αν το πρεκαριάτο μπορεί να αναδειχθεί σε επαναστατικό υποκείμενο, όπως το προλεταριάτο (Δες). Πάντως πρωταγωνιστεί τελευταίως σε κινητοποιήσεις, και έχει και δικό του άγιο προστάτη, τον άγιο Πρεκάριο. Συγγενές με το πρεκαριάτο σε παρόμοιες κοινωνικές εξεγέρσεις είναι και το λεγόμενο κογκνιταριάτο, δηλαδή τα παραμορφωμένα κοινωνικά στρώματα που είναι πρεκαριάτοι επειδή έπαθαν παραμόρφωση.

  1. «Φάτε τους γονείς σας!» Πως το «πρεκαριάτο» θα ξεπεράσει την κρίση. [...] Και δεν αναφέρομαι εδώ στις προσωπικές και οικονογενειακές σχέσεις ανάμεσα σε γονείς και παιδιά. Κάθε άλλο. Αυτές ήταν και είναι μια χαρά. Το αποδεικνύουν έτσι κι αλλιώς οι μεγάλες μεταβιβάσεις πόρων από τους γονείς στα παιδιά για εκπαίδευση και διασκέδαση. Το οικογενειακό σχέδιο Μάρσαλ στην Ελλάδα είναι κεντρικό χαρακτηριστικό της αναδιανομής που γίνεται ανάμεσα στις γενιές. Κανείς δεν το αμφισβητεί αυτό. Αμφισβείται όμως το κατά πόσο αυτό βοηθάει τους νέους ή αντιθέτως τους κάνει εξαρτημένους μαμάκηδες.(Εδώ).

  2. Το πρεκαριάτο δεν είναι το νέο επαναστατικό υποκείμενο. Δεν πρόκειται να υποκαταστήσει εκμοντερνισμένα την αγωνία ενός αριστερού. (Εδώ).

  3. Βγήκαν στους δρόμους το «πρεκαριάτο» και οι μετανάστες/τριες δεύτερης γενιάς, οι άνεργοι/ες και οι απολυμένοι/ες. (Δεκέμβρης 2008, μια εξέγερση αλλιώτικη απ'τις άλλες).

(από Khan, 10/02/14)ο προστάτης Άγιος - από σβέρκο... (από xalikoutis, 25/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified