Selected tags

Further tags

Το τεντζερέ-μπόι είναι στέλεχος τράπεζας κυρίως, αλλά και των ΔΕΚΟ κτλ. που υφίσταται μείον σε αμοιβές, κύρος κτλ (από χρυσό σε ασήμι και τώρα χάλκινο). Πρώτα ήτανε τα πρωτοκλασάτα γκόλντεν μπόιζ με τις εξωπραγματικές αμοιβές, τα χλιδάτα κάρα (βλέπε καγιέν), τα λαπτοπ και το κινητό (που μόνο καφέ δεν ψήνει). Καθως σφίξανε σιγά-σιγά τα πράγματα, τα γκόλντεν μπόιζ γίνανε σίλβερ μπόιζ, ε τώρα έχουνε γίνει χάλκιν μπόιζ..

Αλλά επειδή δεν είναι δόκιμος ο όρος χάλκιν μπόι και είναι και πιο περιγραφικό της υποβάθμισης αυτής, λέγονται (ν)τεντζερέ μπόι... από το χάλκινο σκεύος -και όχι μόνο, τον τεντζερέ.

Τεντζερέ μπόι, καλά αμειβόμενο στέλεχος με μπάρμπα στην Κορώνη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κράτος - μπουρδέλο, κράτος - μπάχαλο, μπανανία, βλαχοδουκάτο.

Εκ του Μεγάλη Σοσιαλιστική Λαϊκή Λιβυική Αραβική Τζαμαχιρίγια < Great Socialist People's Libyan Arab Jamahiriya < (Arabic: ‏الجماهيرية العربية الليبية الشعبية الاشتراكية العظمى‎ al-Ǧamāhīriyyah al-ʿArabiyyah al-Lībiyyah aš-Šaʿbiyyah al-Ištirākiyyah al-ʿUẓmā).

Τυπική Τζαμαχιρίγια του Βλακανικού Νότου είναι και η Γελλάδα.

Γι' αυτό σου λέω, πλέρω το χαρτόσημο και κουλτούρα να φύγουμε μια ώρα αρχύτερα. Πού να βγάλεις άκρη με τους νόμους και τους υπονόμους τους, στη τζαμαχιρίγια που ζούμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός που έχει αποδοθεί από τον Γ. Μητσικώστα για τους εν γένει άρχοντες ενός τόπου δια στόματος (υποτίθεται) αρχηγού κόμματος.

Καλησπερίζω τα βόδια... Πάτε και ψηφίζετε με κλειστά μάτια και μετά κλαίτε που καθηλώνονται οι συντάξεις... και μιλάτε για κεφαλικό φόρο και άλλα καραγκιοζιλίκια... Τυχεροί είστε που δεν φορολογούν τη μαλθακία που σας δέρνει... Βλαμεναραίοι!!!

Τι περιμένατε ρε ζώα, να σας δώσουν λεφτά αυτοί που πάτε και ψηφίζετε; Θέλατε τους Λαμογιολιγουραίους... Φάτε σκατά τώρα... Βόδια και Αγελάδες...

(από stratos98, 17/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μεσήλικας ή υπερήλικας που το παίζει νεαρό τεκνό και τζόβενο σαν να ήταν στα ντουζένια του και την πέφτει σε πιτσιρίκες, ή έχει άλλες συνήθειες νεαρών, λ.χ. τραγουδάει στη γιουροβύζιον. Βλ. και πουρέιντζερ / πουρέιτζερ, πουρέιβερ, πουρόκερ κ.τ.ό.

Πάσα: Γκάτσμαν.

o danths ap thn alli vgike toso sigouros kai kala gia th prwtia me ta ksekola(den lew tou rouva forousan ligotera alla to proklitiko thewrw oti exei na kanei me to ti foras k oxi me to ti megethos exei)kai aftos san na thele na to paiksei palikaraki to gerontotekno.. (Εδώ).

(από Khan, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση που καθιερώθηκε από τον προπονητή Νίκο Αλέφαντο, όπως και τα μάθε μπαλίτσα και τα πάντα όλα. Σημαίνει κάποιον που είναι καταπληκτικός, πάρα πολύ καλός, μεγαλειώδης, και άλλα υπερθετικά, όπως ούμπερ, έξτρα πρίμα γκουντ, κάτσε κάλλιστα, με λίγα λόγια υστερεί μόνο έναντι του Vankouf, του Chuck Norris και του Μάκη, ενώ παίζει μπάλα κάπου στο επίπεδο του Βέλτσου και του Τάκη Τσουκαλά.

Συνώνυμα: τιτανομέγιστος, γιγαντομέγιστος κ.τ.ό.

  1. O ΕΝΑΣ,Ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ,Ο ΤΙΤΑΝΟΤΕΡΑΣΤΙΟΣ ΤΟΝΙΣ ΣΦΗΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΚΟΝΤΑ ΜΑΣ! (Εδώ).

  2. Ο τιτανοτεράστιος ηγέτης (κοινώς “κωλοτούμπας”) προτείνει κατάργηση συντάξεων (εδώ).

(από Khan, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για ανθρώπους της επίδειξης χωρίς περιεχόμενο, που διαθέτουν μόνο το φαίνεσθαι, οι οποίοι προκειμένου να πραγματοποιούν αυτό το κόμπλεξ τους, μπορεί να στερούνται βασικά αγαθά διαβίωσης, αλλά στο ακριβό ντύσιμο, στο ακριβό κινητό και εν γένει ό,τι μπορούν να επιδεικνύουν, δεν κάνουν κράτει.

Είναι αυτό που λέμε για κάποιους: έλα μωρέ, ο τύπος είναι φιγούρα και λιγούρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη λεγόμενη γλώσσα των νέων είναι οτιδήποτε αποτελεί υπερβολικά αργή διαδικασία, όπως η αδύνατη πλέον καριέρα για την γενιά των 700 Ευρώ.

Πηγή: Η ταινία Wasted Youth, που λέγεται ότι μας επιφυλάσσει φρέσκιες σλανγκιές.

- Πω ρε πούστη, καριέρα έγινε το Α10...

(σ.ς.: Το λεωφορείο που συνδέει το Μενίδι με το κέντρο της Αθήνας).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος που μαλλιοτραβιέται χάριν γούστου. Λίγο σκέρτσο, κούνημα, νάζι, και μόλις μάθει κάποιο άσχημο νέο, πχ ότι η Φωφώ χώρισε με τη Σάσα, πιάνει το μαλλάκι του με τα δυο χεράκια και τραβά, λέγοντας ''το πιο ταιριαστό ζευγάριιιι, όχι δεν είναι δυνατόν (βλέπε ελληνικές ταινίες με ηθοποιούς σε τέτοιους ρόλους).

Κοίτα ρε, αυτός δεν είναι ο μαλιατράβας μες στο μαγαζί;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για κάποιον ο οποίος είναι πάρα πολύ αξιόλογος σε κάτι, σε σημείο που είτε αφήνει τους άλλους πίσω είτε κάνουν οι άλλοι πίσω να περάσει ως ένδειξη σεβασμού!!!

Ο τύπος πήρε την εταιρεία πριν τη χρεωκοπία και την έκανε Νο 1!!! Ο μάγκας είναι όλοι πίσω!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει παρέα, αλλά παρέα από αλάνι. Προέρχεται από τον στρατό, από ένα τάγμα όπου πήγαιναν όλα τα «καλά» παιδιά, κοινώς τα ματσακόνια.

  1. Τάκης: -Ρε μαν, γαμώ τα παιδιά ο Νίκος!!!!
    Ανδρέας: - αι, για πολύ μόμα ,λέμε...

  2. Τάκης: -Τι θα κάνουμε ρε μαν σήμερα;;;
    Ανδρέας: -Θα μαζευτεί η μόμα σπίτι μου, να παίξουμε προ!!!

Museum of Modern Arts, NY (από ironick, 18/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified