Αντικαθιστά τον πολύ μαύρο, τον κατράμι, τον ταμ ταμ ταμ, ειδικότερα όταν ο στόχος είναι η γελοιοποίηση της φυλής του. Καθιερώθηκε στην ρατσιστική καθομιλουμένη από την ατάκα του Βέγγου στην ταινία «μην είδατε τον Παναή», όπου βλέποντας το πρόσωπό του να έχει μαυρίσει από τα καυσαέρια αναφωνεί «αμάν ο Καζαμπούμπου». Προέρχεται βέβαια από το όνομα του Τζόζεφ Κάζαβουμπου, πρώτου προέδρου του Κονγκό μετά την απελευθέρωση της χώρας από τους Βέλγους.

Έλα, βάλτο αγόρι μου. Όχι ρε, πάλι το ‘χασε ο καζαμπούμπου, που να του ψοφήσει η Τσίτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μεγάλος είρωνας και χαβαλετζής. Με τον τίτλο «λόρδος» τονίζεται το ποιοτικό στάτους του χιούμορ του.

  1. - Εσύ ακόμα παίζεις με G.I Joe
    - Όπως λέει κι ο Σεφερλής, τι ήταν αυτό, ειρωνία, χλευασμός; Ποιος είσαι, ο Λόρδος Είρων; (από εδώ)

  2. [...] είμαι εκ φύσεως πειραχτήρι! Και είρων. Δηλαδή δεν είμαι είρων. Σιγά μην ήμουν. Είμαι ο Λόρδος Είρων. (από εδώ)

  3. Είμαι γω ο Λόρδος Είρων
    απ' το γένος των Σατύρων
    όμως αν υπάρχει τζόγος
    γίνομαι κι ηθικολόγος
    ήτοι είμαι ταυτοχρόνως
    Άνθρωπος, Θεός και Όνος
    και για δικαιολογία
    πλάθω ιδεολογία
    άγια καταραμένη
    και στα μέτρα μου ραμμένη
    τα παράσημα ξηλώνω
    και πολιτικώς δηλώνω
    δεξιός σοσιαλίζων
    και αριστερά ψηφίζων
    που αποφασιστικά
    χαιρετά φασιστικά.

(από εδώ)

(από doodoon, 31/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βλάκας. Αυτός που δεν του κόβει. Χρησιμοποιείται όταν δε θέλουμε να καταφύγουμε σε χυδαίες εκφράσεις εναντίον κάποιου.

Τι λέει ο αστραπόγιαννος;

Αστραπόγιαννος (από GATZMAN, 02/06/10)

Χαρακτηρισμοί με κύριο όνομα για συνθετικό: αστραπόγιαννος, βιαστικοθοδώρα, βουβαντώνης, γερολάζαρος, γυναικοθόδωρος, λωλοστεφανής, μαλακαντρέας, μαλακαντώνης, μουγγοθόδωρος, ντελημπάσχος, ντελήσαββας, παστρικοθοδώρα, στραβόγιαννος, τρελαντώνης, τρεμολάζαρος, τρομπογιώργης, τρυπαντωνάκης, ψευτοθόδωρος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο δήμαρχος Νικήτας Κακλαμάνης, κατά το «Ομέρ Βρυώνης», επειδή πριονίζει δέντρα. Βλ. για clopyright το λήμμα Νικηταράς ο Δενδροφάγος.

Ο Ομέρ Πριόνης πριόνισε και τον ελάχιστο πνεύμονα πρασίνου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποιος άλλος, ο Ρεχάγκελ...

Ήρθε επιτέλους η ώρα να βγεί στην σύνταξη ο ΠΑΛΑΙΩΝ ΠΑΙΧΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΟΣ και όλη η γερολαία της ομάδας μαζί. Όπως έπρεπε να είχε γίνει απο το 2004, μετά την κατάκτηση του Euro.
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ

από το troktiko.blogspot.com

(από Cunning Linguist, 26/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified