Further tags

Κλαψουρίζω (συνήθως παρόντος κάποιου άλλου), γκρινιάζω συνέχεια, παρατεταμένα, ενοχλητικά δοθείσης πρώτης ευκαιρίας.

Εναλλακτικά: παραπονιέμαι για τα πάντα, νιώθω ο αδικημένος της ζωής.

Προέλευση/ετυμολογία: από την αγγλική λέξη «whine». Η ελληνική έκδοση προσθέτει το στοιχείο του ενοχλητικού, του συνεχόμενου και παρατεταμένου με αποτέλεσμα το σπάσιμο νεύρων του συνομιλητή/παρηγορητή.

  1. -Τι θα κάνεις τώρα, θα συνεχίσεις να γουαϊνάρεις για τις γκόμενες ή θα κοιτάξεις λίγο τον εαυτό σου; Δεν αξίζει να χαλιέσαι γι' αυτή.

  2. - Ορεστάρα, μη γουαϊνάρεις ρε φίλε για το μέιτζ, μια χαρά είναι το κλας μας έχεις πάρει τ' αυτιά τόσην ώρα.

  3. - Μην τον φέρεις ξανά στην παρέα δεν αντέχω αυτό το γουαϊνάρισμα για την πορεία του Παναθηναϊκού όλη την ώρα, φτάνει πια!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκανδαλίζω κάποιον. Τον πειράζω. Τον προκαλώ. Προέρχεται εκ της αγγλικής λέξης trigger (σκανδαλίζω, σκανδάλη, ερεθίζω, προκαλώ δράση). Είναι πολύ διαδεδομένος ο όρος στα ηλεκτρονικά κυκλώματα (trigger pulse=παλμός σκανδαλισμού), όπου η εκπομπή του συγκεκριμένου παλμού θέτει σε λειτουργία ένα συγκεκριμένο κύκλωμα που ήταν προηγουμένως σε ανενεργή κατάσταση.

-Τι τύπος ο Πέτρος ε; Δεν αφήνει κανέναν ήσυχο. Ξέρει τι απασχολεί τον καθένα και τον τριγκάρει ανάλογα. Μετά κάθεται κι απολαμβάνει το έργο του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Κωλοβάρεμα», οποιαδήποτε δραστηριότητα δεν έχει σχέση με διάβασμα ή δουλειά.

Η έκφραση διαδόθηκε από Έλληνες φοιτητές στις ΗΠΑ, εκ του bullshit.

Κλείστε τα βιβλία, ώρα για μπουλσιτάκι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βάζω στην άκρη, κάνω κουμάντο για πάρτη μου.

Λέξη που χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες φοιτητές της Ιταλίας. Από το Ιταλικό risparmio = αποταμίευση.

- Καλά, ρε αδερφάκι μου... είσαι μεγάλος μοναχοφάης... - Γιατί το λες αυτό, Βαγγέλη μου, με πληγώνεις ...
- Άσε μας, ρε φούρμπο, το ρισπάρμιασες όλο το χταποδάκι στο πιάτο σου μη τυχόν και φάει κάνας άλλος και τώρα κάνεις το κορόιδο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την ομώνυμη τηλεοπτική σειρά (βέβαια ο ορισμός δεν έχει καμία σχέση με το περιεχόμενο της σειράς)

prison>πρήζον>πρήζω

break-->σπάω

= στα πρήζω και στα σπάω.

Αμάν πια με αυτήν την κατάσταση! Μου έχεις σπάσει τα νεύρα. Συνέχεια ρωτάς πού πάω και πού βρίσκομαι! Ρrison break έχεις καταντήσει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Fucked
Up
Beyond
All
Recognition

Ακρωνύμιο το οποίο εικάζεται ότι εφευρέθη πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο από μηχανικούς/επισκευαστές τηλεφωνικών θαλάμων, οι οποίοι φτάνοντας στον θάλαμο προς επισκευή έπρεπε να αναφέρουν την κατάσταση στα κεντρικά, συχνά μέσω πολύ κακής γραμμής άρα έπρεπε να χρησιμοποιούν σύντομες φράσεις για να ακουστούν. Η φράση σημαίνει ότι μια κατάσταση/αντικείμενο είναι εντελώς χάλια.

Η πρώτη καταγεγραμμένη περίπτωση χρήσης αναφέρεται στο περιοδικό Yank του Αμερικάνικου στρατού τον Ιανουάριο του 1944.

Παρόμοιο ακρωνύμιο είναι το SNAFU: Situation Normal - All Fucked Up με πρώτη καταγραφή το περιοδικό «Notes and Queries» τον Σεπτέμβριο του 1941.

Όπως είναι λογικό (για τη δεκαετία του '40) και οι δύο αναφερθείσες καταγραφές, δεν ανέφεραν τη λέξη fucked αλλά fouled.

- Μεγάλε άκουσα ότι έσκασες με 100 σε κολώνα χθες το βράδυ. Το αυτοκίνητο πώς είναι;
- Άσ' τα αδερφέ, FUBAR...

Το ομώνυμο κόμικ αμερικανικής στρατιωτικής Ιστορίας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με ζόμπι (από Khan, 27/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

α. Οι νεότερες (και της μοδός) σαγιονάρες που σχεδόν στο σύνολό τους κατασκευάζονται από αφρώδες υλικό (με κάποιες παραλλαγές σε δέρμα). Σε αντίθεση με τις κλασσικές, λεπτές κίτρινες σαγιονάρες που κυκλοφορούσαν τις δεκαετίες του 70 και του 80, οι νέες διατίθενται σε άπειρους συνδυασμούς χρωμάτων και σχεδίων.
Αναβιωτές του είδους, οι εταιρίες beachwear και streetwear, πρωτοστατούσης της Βραζιλιάνικης Reef. Με το μπουμ της αγοράς, όλες οι εταιρίες αθλητικών ειδών μπήκαν στο παιχνίδι, παρασύροντας και τους μεγάλους οίκους μόδας οι οποίοι ως συνήθως έφτασαν το είδος σε επίπεδα υπερβολής.

β. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, flip-flop χαρακτηρίζονται οι περιπτώσεις όπου δημόσια πρόσωπα (ως επί το πλείστον πολιτικοί), είναι αρχικά υπέρ ενός θέματος και ξαφνικά είναι κατά (ή το αντίστροφο). Η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε περιπτώσεις εκλεγμένων προσώπων (Γερουσιαστές και μέλη του Κογκρέσου), όπου η αλλαγή της γνώμης τους συνδυάζεται με την αντίστοιχη αλλαγή της ψήφου τους για κάποιο νομοσχέδιο.
Τα flip-flop παίζουν μεγάλο ρόλο στις εκλογές (ως όπλο στα χέρια αντιπάλων), ειδικά όταν έχουν προκύψει για σημαντικά νομοθετήματα (π.χ. αμβλώσεις, συντάξεις, υγεία, άμυνα, μεταναστευτική πολιτική). Παράδειγμα: ο Δημοκρατικός υποψήφιος για τις προεδρικές εκλογές του 2004 John Kerry, κατηγορήθηκε ως flip-flopper λόγω των θέσεων και ψήφων του στη Γερουσία, στο θέμα του πολέμου στο Ιράκ.

Στην Αγγλία, χρησιμοποιείται η φράση: U-Turn.

  1. Φίλε είδες τα φετινά flip-flop της Volcom; Απίθανα σχέδια.

2. - Καλά, ο Τατούλης πριν λίγο καιρό δεν έλεγε ότι δεν θα υπερψηφίσει το χωροταξικό νομοσχέδιο; Πώς και το ψήφισε τελικά; - Άσε με μωρέ, αν ήταν στην Αμερική θα τον λέγανε flip-flopper!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φυλακή. Ειδικότερα, το βαθύ και ανήλιαγο κελί. Είναι παραφθορά της τούρκικης λέξης zindan που ακριβώς σημαίνει μπουντρούμι.

Χρησιμοποιείται και κυριολεκτικά (βλ. παράδειγμα 1) αλλά είναι μάλλον σπάνιο. Πιο συνηθισμένη είναι η έκφραση για το γκιζντάνι (βλ. παράδειγμα 2) που σημαίνει ότι κάτι είναι Γ.Τ.Π. (γου-του-πού), φορ δε πουτς ον δε ράιντ και τελείως για φτύσιμο.

Μια ειδική χρήση της λέξης (βλ. παράδειγμα 3) συναντάμε στο τραπέζι της πόκας. Στο γκιζντάνι λέμε ότι βρίσκεται/πάει κάποιος που χάνει πολλά και συνεχώς αγοράζει κάβες ή βγάζει λεφτά απ' την τσέπη.

  1. (Από το www.mpakouros.com)
    Άιντε να σε δούμε παλικάρι, που είσαι εσύ. Αν δεν ήταν ο Κολοκοτρώνης σήμερα θα μιλούσες σερβοκροάτικα, και θα σε λέγαν Αμπντούλ. Θα ήσουν δε σε κάνα τουρκικό γκιζντάνι...

  2. - Άσε με ρε, με τον πάλτουρα... Αυτός ο παίκτης δεν κάνει ούτε για την Αναγέννηση Επανομής... Για το γκιζντάνι είναι...

  3. - Τι έγινε, Γιαννάκη; Καλό κόλπο πήρες... Ρέφαρες; - Είσαι καλά, κόρη μου; Στο γκιζντάνι είμαι, κανονικά... Χίλια γιούρια χωμένος είμαι...

Ένα πολύ γλυκό τούρκικο τραγουδάκι για το Μπόντουμ. Αφιερωμένο εξαιρετικά στους απανταχού ανεξίτουρκους... (από HODJAS, 21/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι που είναι trendy, κάτι που είναι στη μόδα, κάτι που πρέπει να κάνεις έτσι απλά. Προέρχεται από το Αγγλικό must που σημαίνει πρέπει. Έτσι λοιπόν σήμερα είναι μαστ να πας διακοπές στη Μύκονο, να φοράς ακριβά επώνυμα ρούχα, να πηγαίνεις στο Μέγαρο και ακόμα περισσότερο μαστ να πηγαίνεις με τον παίδαρο.

Πρέπει να πάμε Ρέμο οπωσδήποτε... είναι μαστ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κωλοβάρεμα ολημερίς και ειδικότερα στις καφετέριες και στα μπαράκια, αγκαλιά με μια φραπεδούμπα του νεοέλληνα. Ο όρος προέρχεται από τον γνωστό για τις μαλακίες του γ.γ. του ΟΗΕ Κόφι Ανάν.

- Πω πω φίλε λιώσαμε αυτή την εβδομάδα. Έλειπε το αφεντικό και το ρίξαμε στο κόφι αυνάν.

Κόφι Ανάν (από panos1962, 07/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified