Further tags

Το άθλημα που όποιος πάσχει από τουκανισμό βλέπει beach volley, ενώ όποιος είναι υγιής βλέπει bitch volley.

(Στην παραλία)
- Ήρθε εδώ χτες ο πατέρας σου κι έβλεπε Μπιτς Βόλει.
- Μπα; Ήταν εδώ ο πορνόγερος;

(Απ' την ταινία του Νίκου Περάκη «Ψυχραιμία, όλα παίζουν», όθεν και μερικές απ' τις φωτογραφίες).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο οπαδός της σκοτεινής ατμοσφαιρικής μουσικής και γενικά της gothic κουλτούρας, ο γκοθάς. Βγαίνει από την αγγλική λέξη dark (σκοτεινός).

- Τι λες, πάμε Rebound σήμερα;
- Μπα, δε γουστάρω, έχει πολύ μελαγχολική ατμόσφαιρα και είναι γεμάτο νταρκάδες. Θα προτιμούσα πιο εύθυμο περιβάλλον.

Jeanne d\'Arc (από Hank, 01/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Παράφραση του Oval Office, του γραφείου του Λευκού Οίκου, όπου έλαβε χώρα η σκανδαλώδης μη σεξουαλική πράξη (όπως ορίζει ο Bill Clinton το σεξ) ανάμεσα στον Μπιλ Πλύντον και την Φυσαρμόνικα Λεβίνσκι. Την παράφραση εισήγαγε στην Ελλάδα, αφού είχε κατά κόρον χρησιμοποιηθεί διεθνώς, ο γελοιογράφος ΚΥΡ. Έκτοτε χρησιμοποιείται για οποιοδήποτε χώρο, πρακτική, ή θύτη σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας, ή γενικότερα σε σχέση με την πρακτική του στοματικού σεξ, ιδίως αν εξασκείται στα πλαίσια εκμετάλλευσης, άσκησης εξουσίας και ξεπέτας. Η φράση επανήλθε στην επικαιρότητα κατά την πρόσφατη Ζαχοπουλιάδα.

Συνώνυμο: Σκύψε ευλογημένη

- Και που λες, κλείνω το μάτι πονηρά στην γραμματέα μου, και της λέω: Είσαι να περάσουμε απ' το Oral Office;
- Ώπα ρε Ζαχόπουλε! Κατούρα και λίγο! Πρόσεξε μόνο μην γίνεις Ζαχοπουλιάδα κι εσύ!

The Clinton Memorial (από Hank, 02/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται σλανγκικώς και ως μετάφραση του αγγλικού «master». Λ.χ. για τον κάτοχο μεταπτυχιακού τίτλου Μάστερ. Ή για τον webmaster.
(Όπως αντίστοιχα «εργένης» ο κάτοχος bachelor, «δικτάτωρ», «αλέκτωρ» κ.ο.κ.)

  1. - Τι κάνει στην Αγγλία ο Νικόλας; Ακόμη εργένης είναι;
    - Έχεις χάσει επεισόδια. Τώρα είναι μάστορας! Σωστή μαστοράντζα, δηλαδή, και πάει για Δικτάτορας!

  2. (σε φόρουμ)
    - Με τις μαλακίες που γράφεις πας ολοταχώς για να σε κάνει μπανάκι ο μάστορας!

Γωγώ Μαστροκώστα. Η...... μαστόρισα  (από GATZMAN, 02/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πρακτική του να κλέβεις την δουλειά άλλων, κάνοντας ένα απλό copy paste στον υπολογιστή σου. Σχηματίζεται κατά το clopyright.

- Πολύ καλή η εργασία του Νίκου.
- Ναι, αλλά υποψιάζομαι ότι την έχει κάνει clopy-paste. Δεν μοιάζει με το ύφος του...

(από Khan, 18/07/11)

Βλ. και clopy disk

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Jefferson! Είναι ο τύπος με το αυτάρεσκο αστραφτερό χαμόγελο και το ωραίο σώμα, που (θεωρεί ότι) καμία γυναίκα δεν θα μπορούσε να του αντισταθεί, ακόμα και αν τον έβλεπε να της φέρνει παραγγελία πίτσα στο σπίτι.

Η προέλευση του λήμματος Jefferson, και για τους μυημένους στο Παντρεμένοι με Παιδιά είναι από τον άντρα της Μάρσυ, ο οποίος είναι η πλέον τυπική no-name φάτσα αμερικάνικης τσόντας της δεκαετίας του 80.

- Καλά ρε συ, τι είναι αυτός ο Jefferson που κουβάλησε η Εύη, για να σε κάνει να ζηλέψεις;;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ban (μόνιμη απαγόρευση εισόδου) που τρώει κάποιος από ένα chatroom, site κλπ. επειδή δε συμμορφώθηκε με τους κανόνες, ή απλά επειδή ο admin δε γουστάρει τη φάτσα του και θέλει να τον πετάξει εκτός.

Επίσης, υπάρχει και το συνώνυμο «μπάνιο» (ή banιο).

– Τι λέει, μπήκες καθόλου τελευταία στο www.superwowtsonta.com?
– Άσε πίκρα... Άφηνα το pc βράδια ολόκληρα να κατεβάζει από κει συνέχεια και τελικά έφαγα μπανάνα... Αυτά παθαίνει όποιος δε διαβάζει πρώτα τους κανόνες.

Φάε τη μπανάνα! (από Cunning Linguist, 23/04/09)Έφαγα μπανάνα! (από panos1962, 19/11/09)

Σχετικά: μπανάκι, μπανιστάν. Βλ. και μπαν-άνα, η

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

To Thesaurus Linguae Graecae (TLG) («Θησαυρός της Ελληνικής Γλώσσας») είναι πρόγραμμα που περιέχει όλα τα κείμενα της ελληνικής γλώσσας από τον Όμηρο ως τον 15ο αιώνα και έχει χαρακτηριστεί ως η ηλεκτρονική κιβωτός του ασύλληπτου πλούτου της γλώσσας μας, ένα μνημείο για τον Ελληνισμό. Το Thesaurus Slanguae Graecae (TSG) δεν είναι άλλο απ' το slang.gr, και είναι η νέα κιβωτός και παρακαταθήκη του ασύλληπτου μεγαλείου και όλβου της ελληνικής σλανγκ.

- Ρε συ Επαμεινώνδα, όπως διάβαζα χτες Ηλία Πετρόπουλο, βρήκα κάμποσες άγνωστες λέξεις.
- Μπες στο TSG, τι κάθεσαι;
- Έλα μου ντε...
- Κι εγώ χτες που πόσταρα στο bourdela.com δεν μπορούσα να καταλάβω τους όρους ενός μπουρδελιάρη, αλλά μ' ένα κλικ στο TSG, έλυσα τις απορίες μου κι επανήλθα δριμύτερος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν, το λήμμα οφσάιντ παραπέμπει σε ποδοσφαιρικό όρο όπου ο παίχτης πιάνεται να είναι σε αντικανονική θέση, πίσω από τον επιτρεπόμενο χώρο παιχνιδιού. Ο όρος αυτός βρίσκει γενικευμένη χρήση και σε άλλα θέματα άσχετα του χώρου, ένα εκ των οποίων είναι και σε αγώνες στο γήπεδο. Χρησιμοποιείται όταν τσακώνεται ο παίχτης που πάει να μπει αντικανονικά σε απαγορευμένα εδάφη. Όταν δηλαδή προσπαθεί να κάνει αγώνα εντός έδρας αφού του έχει ήδη απαγορευτεί. Οι συνέπειες του να πιαστείς οφσάιντ συνήθως δεν είναι σοβαρές γιατί μπορείς κάλλιστα να μπαλώσεις το συμβάν λέγοντας ότι έγινε κατά λάθος. Συνεχείς παραβιάσεις όμως μπορεί να οδηγήσουν σε οριστική ματαίωση του αγώνα χωρίς επανάληψη, που σε στέλνουν για προπόνηση με τη μανουέλα μέχρι να βρεθεί καινούρια ομάδα.

  1. - Ρε Μάκη, προσπάθησα να κάνω αγώνα εντός έδρας με τη Λίλιαν χθες, αλλά πιάστηκα οφσάιντ...

  2. - Ο Βάγγουρας; Ρε αυτός προσπαθεί να κάνει αγώνα εντός έδρας εδώ και καιρό τώρα αλλά πιάνεται συνέχεια οφσάιντ. Μεγάλη γκαντεμιά... Γεννημένος οφσάιντ ο κακομοίρης...
    - Τι λες ρε... Σοβαρά;
    - Χειρότερος και από τον Ιντζάγκι σου λέω ρε...

(από DT Jesus, 09/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνδυασμός από τις δυο λέξεις straight και gay. Στα αγγλικά stray.

Αυτός που δεν είναι τίποτα από τα δύο, ούτε άντρας είναι, ούτε την τρίζει την όπισθεν ακριβώς. Στα αγγλικά stray σημαίνει αδέσποτο, και μου αρέσει σαν λέξη, ταιριάζει.

Ο στρέι είναι η νέα γενιά αρσενικού της δεκαετίας που διανύουμε. Δεν βάζει κρέας στον κώλο του (κατά κανόνα), αλλά αγοράζει κρεμούλες για το προσωπάκι του. Δεν το «σηκώνει το σακάκι», αλλά μία χαλάουα την κάνει το καλοκαίρι (για να μην τον λένε βερμουδιάρη), δεν το ζυγίζει το λουκουμάκι, αλλά άμα πάει σε ρεμπετάδικο ή μπουζούκια το χορεύει το τσιφτετέλι του, δεν «τη σφίγγει τη γραβάτα», αλλά ζεϊμπέκικο δεν χορεύει, ή θα χορέψει γκεϊμπέκικο, ή θα περιοριστεί να βαράει παλαμάκια σε γυναίκες που χορεύουν ζεϊμπέκικο. (ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟ).

Είναι ο άντρας που έχει πεσμένα επίπεδα τεστοστερόνης. Δεν τον λες πούστη ακριβώς, αλλά άντρας μια φορά δεν είναι. Θα το φορέσει το ροζ το πουκαμισάκι, θα το ξεφυλλίσει το Cosmopolitan, θα την πιει την pina colada του. Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε.

(Μεταξύ κολλητών)
- Ρε συ; Αυτός ο Θανασάκης τον παίρνει ή δεν τον παίρνει; Δεν μπορώ να βγάλω συμπέρασμα...
- Είναι στρέι ο Θανασάκης, ούτε κι αυτός ξέρει τι είναι...
- Δηλαδή;
- Έχει πέσει περονόσπορος στους άντρες αδερφεεεεεεεέ.
- Λες να του τον βάζουν;
- Δεν ξέρω, αλλά σίγουρα του τον έχουν ακουμπήσει λιγάκι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified