Further tags

Αυτός που κάνει τζούρα. Από τον Σέρβο προπονητή μπάσκετ Βλάνταν Τζούροβιτς, του Πανιωνίου και άλλων ομάδων. Σχηματίζεται κατά το δεντηβρίσκοβιτς και άλλες εμπνεύσεις εκ Γιουγκοσλαβίας.

- Ωχ, θα μας φέρεις κι εκείνον τον τζούροβιτς στην παρέα;

(από Lafkadio, 03/02/09)(από Lafkadio, 03/02/09)(από pavleas, 04/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του «sex, drugs & rock n' roll», που καθιερώθηκε από βάζελους φανατικούς με τον μπασκετμπολίστα Ντέγιαν Μποντιρόγκα εκ γιουγκοσλαβίας, όταν αυτός μεγαλουργούσε στην Μπανάθα. Υπονοείται ότι ο Μποντιρόγκα ήταν ο απόλυτος εθισμός. Υπάρχει και ομώνυμο ραπ τραγούδι με πρωταγωνιστή τον Σέρβο.

Τους χόρεψε πάλι ο Ντεγιάναρος και πήραμε την κούπα!!! Eτς! Sex, droga & Bodiroga!

Το τραγούδι (από Lafkadio, 03/02/09)Οι κλασικές νωχελίμ μποντιρογκιές (από Lafkadio, 03/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι μεταφέρεται το «sex» στα ελληνικά, σλανγκική αδεία για πλάκα. Και «σεχάκι».

Έπεσε σεχάκι χτες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Chat-αρκτικόλεξο του Laughing My Fucking Ass Off, ήτοι «γελάω μέχρι ξεσκίσματος και συνεχίζω να γελάω».

Χρησιμοποιείται για να δείξει ο chatter το πόσο ασύλληπτα τρομερά κι ανεκδιήγητα αστείο του φαίνεται κάτι, δηλαδή μέχρι απιστεύτου.

Επειδή όλα αυτά τα αρκτικόλεξα που αφορούν το πόσο γελάει κάποιος σε ένα chat είναι καμπόσα, λέω να τα βάλω με σειρά προτεραιότητας, από το πιο λίγο αστείο (ανθυπομειδίαμα - χαχα) μέχρι το πιο πολύ αστείο (ξεκωλωτικό - χαχαχαχαχαχαχα) και τις αντίστοιχες κεντρικές ιδέες / ελεύθερες μεταφράσεις, έτσι για ενδεικτική αναφορά.

  • LOL (Laughing Out Loud - γελάω δυνατά) ή LOL (β' εκδοχή: Lots Of Laughs - πολλά γέλια),
  • LOLZ (το ίδιο με πριν, αλλά στον πληθυντικό, δηλαδή πάρα πολλά γέλια),
  • LMAO (Laughing My Ass Off - ξεκωλώθηκα στο γέλιο),
  • LMFAO (Laughing My Fucking Ass Off - ξεκωλώθηκα εντελώς και συνεχίζω να γελάω),
  • ROFL (Rolling on Floor Laughing - κυλιέμαι στο πάτωμα από τα γέλια),
  • ROFLMAO (Rolling on Floor Laughing My Ass Off - κυλιέμαι στο πάτωμα ξεκωλωμένος από τα γέλια) και πάει λέγοντας.

Επίσης βιβλιογραφική αναφορά στα:

  • rotf-lol λήμμα από το οποίο εμπνεύστηκε το παρόν,
  • lol-some,
  • lolen.

    Aν ξέχασα κανένα σχωράτε με.

Πάει έχει χαθεί το μέτρο του γέλιου στο chat, πετρέλεος! Δηλαδή πάω στοίχημα ότι μέχρι να ανεβάσω τον ορισμό θα χουν ανακαλύψει κι άλλες εκατό αρκτικόμπουρδες, ώστε το γέλιο να πιάνει δυο - τρεις σειρές στα room για να φαίνεται τέλος πάντων πόσο διασκεδάζει ο κόσμος όταν κάποιος γράφει μια ανοησία.

maria99: - geia sou saki lol

sakis: - ep maria edw kai sy; lolz
mikripetalouditsa: ti 8a gini re maria 8a mas afisis kana gomeno LMAO!!!!!1111

maria99: - LMFAO

sakis: - min xtipieste koritsia gia oles exei o mpakses ROFL

maria99: - ti le re saki pou xtipiomaste gia parti sou ROFLMAO!!!!!!!1111111

(*σ.σ.: καλά συγνώμη τώρα, σας φάνηκε ο,τιδήποτε από τα παραπάνω να δικαιολογεί ακόμα και το lol; πρόκειται για φιλοσοφικό ζήτημα με μεγάλες προεκτάσεις, το κόβω εδώ και επιφυλάσσομαι - LOL).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην διάλεκτο των αγγλόφωνων μπουρδελιάρηδων το αρκτικόλεξο CIM σημαίνει Cum In Mouth, δηλαδή «εκσπερμάτιση στο στόμα», κι είναι υπηρεσία που περιέχει η κορασίς στις υπηρεσίες της ή την προσφέρει για κάποια έξτρα γιούρια. Στην διάλεκτο των ελληνόφωνων μπουρδελιάρηδων, η ως άνω κορασίς χαρακτηρίζεται «σιμαδεμένη» εκ του CIM δηλονότι, κι επειδή προφανώς «σημαδεύεται» από το σχετικό κατά ριπάς.

Σιμαδεμένη, όμως, μπορεί να είναι και μια οποιαδήποτε νοικοκυρά, που πιστεύει στο γνωμικό: «η καλή πίπα καταλήγει στο στομάχι».

Συνώνυμα: σιμαδιακή, σιμαδούρα, σιμαντική, σιμαίνουσα.

Διάλογος μπουρδελιάρηδων:

- Θα πάω με την Τζέσικα αύριο! Απ' όλες τις τουρίστριες είναι η πιο σιμαντική, αυτή με την πιο σιμαίνουσα προσωπικότητα!
- Ναι, κι εμένα μου έχει σταθεί σιμαδιακή στον μπουρδελιάρικο βίο μου!
- Λένε ότι είναι η πιο σιμαδεμένη! Μιλάμε για scarface καταστάσεις!

Scarface καταστάσεις! Κοστίζουν βέβαια κάτι παραπάνω!... (από Hank, 03/02/09)Όξινα φλόκια disaster (από Vrastaman, 04/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην διάλεκτο των αγγλόφωνων μπουρδελιάρηδων το αρκτικόλεξο CIF σημαίνει Cum In Face, δηλαδή «εκσπερμάτιση στο πρόσωπο», κι είναι υπηρεσία που περιέχει η κορασίς στις υπηρεσίες της ή την προσφέρει για κάποια έξτρα γιούρια.

Ενώ, λοιπόν, η συφιλιάρα είναι ο φόβος και ο τρόμος του μπουρδελιάρη, η σιφιλιάρα είναι ο αναπαμός του, το μεράκι και το γούστο του. Καθώς βέβαια οι σιφιλιάρες είναι συχνά οι πλέον τελειωμένες, συμβαίνει η σιφιλιάρα να είναι και συφιλιάρα, οπότε θέλει προσοχή! Ο όρος έχει το δικό του σλανγκικό ενδιαφέρον, καθώς αποτελεί εξορκισμό της σύφιλης, που είχε ταλαιπωρήσει κορασίδες και νεανίες, ιδίως στο παρελθόν.

Συνώνυμο: σιφιλιδικιά.

Διάλογος μπουρδελιάρηδων:

- Πώς πήγε χτες με την Τζέσικα;
- Άσε, πού να στα λέω τι μανούρα έπαθα! Η γκόμενα είναι σιφιλιάρα!
- Έλα ρε συ, σε σιφιλιδικιά έπεσες; Γουστάρω! Θα πάω κι εγώ!
- Πήγαινε όσο μπορείς πιο γρήγορα να προλάβεις, γιατί τέτοιο σιφίλιασμα δύσκολα θα ξαναβρείς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το Wash & Go στα βλάχικα.

Να χάνου χρόνου; Τούρα μη του πλύσ' κη τσακίσ' τα έχου δύου ση ήνα!

Got a better definition? Add it!

Published

Το ηλεκτρονικό καμάκι, το οποίο είναι πολύ διαδεδομένο στις μέρες μας που ο κόσμος διαθέτει εύκολα πρόσβαση στο internet. Κατά μία έννοια, είναι και πιο εύκολο γιατί έχεις χρόνο να σκεφτείς τι θα πεις. Τη «γλώσσα του σώματος» την υποκαθιστούν διάφορα emoticons (φατσούλες κλπ). Μπορεί να γίνει σε κάποιο chat (π.χ. IRC), σε sites όπως Zoo, Facebook κλπ.

- Πάλι στον υπολογιστή είσαι; Τι κάνεις πια;
- Ψήνω κάτι γκομενάκια που γνώρισα εδώ στο Facebook!
- Κόψε ρε συ το e-καμάκι και βγες έξω να γνωρίσεις κανα πιπίνι από κοντά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα Γαλλικά, το «νοικοκυριό για τρεις», δηλαδή το τρίο, ή τριολέ, ή three-some. Ο γαλλικός όρος είναι γνωστός τοις πάσι και χρησιμοποιείται.

Αν έχω καταλάβει καλά τις τελευταίες εξελίξεις στο σαπούνι του σάιτ, πάμε για ménage à trois Λίλιαν, Μένιου και Καυλάουρας.

Jules et Jim (από Hank, 04/02/09)The Duchess (από Hank, 04/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O φαξ σέρβερ (fax server), ο εξυπηρετητής των φαξ δηλαδή, π.χ., αποτελεί την πύλη εισόδου/εξόδου των φαξ που αποστέλλονται και λαμβάνονται μέσω των διαφόρων υπολογιστών, ενός εταιρικού δικτύου και ασχολείται με τη διαχείρισή τους.

Κάνοντας μια μικρή παράφραση, το τοπίο αλλάζει δραματικά. Προκύπτει ο φακ σέρβερ, που, ω της περιπτώσεως, το τελευταίο γράμμα της πρώτης λέξης (κ) με το πρώτο της δεύτερης (σ) κάνουν τον όρο φακ σέρβερ, να προσεγγίζει την εκφορά του όρου, φαξ σέρβερ.

Όταν δε η παύση μεταξύ των δυο λέξεων είναι μικρότερη, η προσέγγιση είναι μεγαλύτερη και η πιθανότητα παραπλάνησης του άλλου είναι μεγαλύτερη. Στην παραπλάνηση βέβαια του άλλου συμβάλλει το γνωστικό υπόβαθρο κάποιου ακροατή για τέτοια θέματα, η αντιληπτική του ικανότητα, τα συμφραζόμενα καθώς και ενδεχόμενα ακούσματα του όρου που αυτός μπορεί να διαθέτει.

Ποιος είναι όμως ο φακ σέρβερ;

Η φράση σχηματίζεται από την αγγλική λέξη fuck (συνουσιάζομαι) κι από την επίσης αγγλική λέξη server (εξυπηρετητής). Μιλάμε λοιπόν για εξυπηρετητή σεξουαλικών περιπτύξεων.

Ως φακ σέρβερ, θεωρούμε κάποιον που συνουσιάζεται με έναν ή παραπάνω παρτενέρς. Λόγω όμως ότι η λέξη σέρβερ παραπέμπει περισσότερο σε δικτυακή χρήση αρκετών τερματικών (λοιπών δικτυακών υπολογιστών), ο όρος κολλάει περισσότερο στην περίπτωση παρτούζας.

Επειδή δε ο όρος σέρβερ παραπέμπει σε εξυπηρέτηση δικτυακών υπολογιστών και γι' αυτό πρέπει να 'ναι ταχύτατος και να διασυνδέεται σε dt με τα τερματικά, ο όρος φάκ σέρβερ δένει καλύτερα με έναν ταχυπηδήκουλα που διαθέτει επαναληπτική καραμπίνα.

Αν τώρα διαβαίνει κι άλλος άνδρας τη γέφυρα του ποταμού γαμάει, ως φακ σέρβερ θεωρείται αυτός που κατά τη γενική ομολογία των συναθλητών, είναι ο... εξυπηρετητής (κριτήρια: αντοχή, τεχνική, κεντρικότητα ρόλου).

Λάουρα: Καλλιόπη σήμερα που κατά την Πετρούλα και την Πούτση έχει πουτσόκρυο, προτείνω να έρθεις απ' το σπίτι για να ζεσταθούμε συλλογικά.
Καλλιόπη: A..
Λάουρα: Έχω φτιάξει που λες στο μαλακοπίτουρα το Μένιο, μια κατσαρόλα θαλασσινό βιάγκρα. Θα είναι φακ σέρβερ με τα όλα του ο Μένιος απόψε. Δε θα πέσει σε φάση nietwork όπως τις προάλλες. Στο εγγυώμαι.
Καλλιόπη: Μα τι σχέση έχουν τα fax με το θαλασσινό βιάγκρα; Ξέρω εγώ να στέλνω fax;
Λάουρα: Μην το κουράζουμε. Έλα για τρίο.
Καλλιόπη: Τρίο Κιτάρα;
Λάουρα: Είσαι ωραία αλλά ξανθιά γαμώ την αγανάκτηση. Κοίτα για αυτό που θα γίνει το βράδυ δε χρειάζεται μυαλό. Μια παρτουζίτσα θα κάνουμε μωρή ηλίθια.
Καλλιόπη: Και το φαξ τι το θέλουμε; Θα κάνουμε καμιά περίεργη στάση που χρειάζεται αυτό το ρημάδι;
Λάουρα: Σκάσε και έλα.

(από GATZMAN, 07/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified