Είναι γνωστό από την αρχαιότητα ότι ο άνθρωπος, όταν είναι τσακωμένος με τα σαπούνια, είναι παραγωγός των πλέον βρωμερών οσμών που έχουν καταγραφεί στο γνωστό σύμπαν. Αυτό που ταλαιπωρεί όμως ακόμη τους επιστήμονες αλλά και τους ερασιτέχνες είναι το κατά πόσον τα πρωτεία στον άτυπο αυτό διαγωνισμό μπόχας κατέχουν τελικώς οι άντρες ή οι γυναίκες.

Ξεκινώντας, θα ήθελα να καταθέσω ότι από την βρεφική ηλικία ξεκινάει η παραγωγή απίστευτης μπόχας, την οποία οι δυστυχείς αποδέκτες δεν μπορούν να εκτιμήσουν δεόντως διότι είναι στις περισσότερες περιπτώσεις οι (ευτυχείς;) γονείς του μποχοπαραγωγού βρέφους και άρα μη αντικειμενικοί κριτές. Αξίζει να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη έκδοση κωλίλας είναι ανεξάρτητη φύλου (gender-neutral για τους αγγλομαθείς), αλλά από τη νηπιακή ηλικία και όσο το άτομο βαδίζει προς την ενηλικίωση, η παραγωγή μπόχας εξειδικεύεται μεταξύ ανδρών και γυναικών. Όπως ίσως είναι αναμενόμενο, η εξέλιξη της προαναφερθείσας μπόχας συνεχίζει να είναι κοινή σε άνδρες και γυναίκες και επιτείνεται από την ύπαρξη ταρζανιδίων (εντάξει, πιο συχνά σε άνδρες λόγω τριχοφυίας, αλλά... τέσπα, δεν θέλω να μπω στο θέμα αυτό...).

Σε εκτενείς έρευνες διακεκριμένων επιστημόνων έχει αποδειχθεί πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η μουνίλα σ' όλες τις εκδοχές της είναι ό,τι καλύτερο έχει να προσφέρει η μποχοπαραγωγική δεινότητα των γυναικών, με κορωνίδα την «των τελευταίων ημερών της περιόδου μουνίλα (καμένο ντουί)». Η συγκεκριμένη μπόχα έχει οδηγήσει τους άντρες στην εφεύρεση ειδικών αντιμποχικών τεχνικών (βλ. τεστ ντράιβ) προς αποφυγήν δυσάρεστων εκπλήξεων.

Σ' ό,τι αφορά τους άντρες τα πράγματα είναι περιέργως πιο πολύπλοκα. Ενώ στις γυναίκες γίνεται λόγος για διαφορετικά είδη της ίδιας μπόχας (μουνίλα), στους άντρες υπάρχουν διαφορετικά είδη, των οποίων το τυρί αποτελεί τη ναυαρχίδα και αποστωμοτική απάντηση στις γυναίκες για λόγους που εξηγούνται παρακάτω. Έτσι, η ανδρική προσπάθεια ξεκινάει από την generic βαρβατίλα. (κατά ironick: Xμμμ, λοιπόν, η μυρουδιά της βαρβατίλας είναι κάτι που σε παίρνει από τα μούτρα, ξεπερνά την ιδρωτίλα, θέλω να πω δεν είναι απλή ιδρωτίλα, είναι συνολικότερη απλυσιά (ποδαρίλα, κωλίλα, αρχιδίλα, πουτσίλα, απλυτοτζηνίλα, τσιγαρίλα, τσίκνα στα ρούχα, μαλλίλα) σε συνδυασμό με τις εκκρίσεις τεστοστερόνης από κάθε πόρο και αδένα του δέρματος. Η βαρβατίλα σαφώς ξεφεύγει από απλή μυρουδιά, είναι στενότατα συνδεδεμένη με όλο το πορτραίτο που έδωσε ο Κνάσος. Πχ. δεν νοείται βαρβατίλα σε έναν λεπτοκαμωμένο άτριχο ξενερωτούλη άντρα. Κι ας μυρίζει αυτός κάτι από τα παραπάνω ή όλα μαζί. - και ποιοι είμαστε εμείς να διαφωνήσουμε με μία τόσο εμπεριστατωμένη ανάλυση άλλωστε...) Μεγάλο μέρος και μυστικό συστατικό της επιτυχίας της βαρβατίλας είναι βέβαια η ύπαρξη ουρδεσάνς, πολλώ δε μάλλον της ίδιας της ούρδας. Η ούρδα και η προαναφερθείσα εσάνς σχετίζεται κυρίως με τ' αρχίδια, αλλά η τελειότης επιτυγχάνεται διά του πέους.

Το φαινόμενο της αλμυρόπουτσας είναι η ένδειξη και το υπόβαθρο θα λέγαμε για την παραγωγή τυριού, αυτού που στην πρωτοποριακή εργασία του ο χρήστης bladerunner82 αποκάλεσε φετέισον. Η συνταγή για την παραγωγή τυριού είναι πολύπλοκη και επίπονη. Μία βασική διαφορά μεταξύ της τοπ μουνίλας (καμένο ντουί) και του τυριού εστιάζεται ακριβώς στο γεγονός ότι η μεν πρώτη είναι αυτοπαραγώμενη, το δε δεύτερο χρειάζεται την συνεχή κι επίμονη προσπάθεια εκ μέρους του ανδρός. Η απλυσιά σε συνδυασμό με την μη αλλαγή σώβρακου για περίοδο που κυμαίνεται από 2 εβδομάδες μέχρι και 3 μήνες (ανάλογα με την ωρίμανση που επιθυμεί να πετύχει ο παραγωγός) είναι βασικά συστατικά και πλαισιώνονται από μία σειρά άλλων ενεργειών όπως η ειδική διατροφή με αλλαντικά (ο παστουρμάς δε βλάπτει) και αλκοόλ και βέβαια η απουσία τινάγματος του πέους μετά την ούρηση, ώστε να μη χαθούν από την τυροπαραγωγική διαδικασία οι πολύτιμες τελευταίες σταγόνες ούρων.

Το τυρί μπορεί να διαφέρει από παραγωγό σε παραγωγό ως προς την υφή, τη σκληρότητα (οι περισσότερες ποικιλίες είναι του είδους «αλοιφή» ή «spread»), το χρώμα (λευκό ως μπεζάκι) και βέβαια την οσμή, για να μη μιλήσουμε για τη γεύση και χαθεί κάθε έννοια σεβασμού και σοβαρότητος προς το κοινό και τους θεσμούς... Σε κάθε περίπτωση πάντως, το προκύπτον μείγμα είναι εκρηκτικό, ιδίως αν συνδυάζεται με την ύπαρξη ούρδας και ταρζανιδίων στο ίδιο πακέτο. Η τελευταία αυτή περίπτωση απλά δεν παλεύεται και είναι εκτός οποιουδήποτε συναγωνισμού.

Τέλος, το τυρί επιδρά καταλυτικά σε 4 αισθήσεις (όσφρηση, γεύση, όραση και αφή) ενώ το καμένο ντουί στην καλύτερη περίπτωση σε 2 (όσφρηση και γεύση). Η ακοή επηρεάζεται παρομοίως και από τις δύο μπόχες.

Για τους επίδοξους τυροπαραγωγούς, αξίζει να σημειωθεί ότι σχεδόν αποκλειστική προϋπόθεση για Α' ποιότητος προϊόν αποτελεί η μη ύπαρξη περιτομής, αν και έχουν καταγραφεί και συμπαθητικές προσπάθειες από τους «κομμένους».

σλανγκασίστ - πνευματική μητέρα: ironick (ευχαριστώ)

αατα

- Αγάπη μου, θα μου κάνεις μία πίπα;
- Μπα, νηστεύω τα γαλακτοκομικά.
- Ε;
- Εξ και ξερός...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συγχορδία ονομάζεται στη θεωρία της μουσικής το σύνολο τριών τουλάχιστον φθόγγων που ηχούν ταυτόχρονα.

H συνπορδία αποτελεί παράφραση του όρου και ονομάζεται το σύνολο δύο και παραπάνω κλανιών που απελευθερώνονται με μικρή ή με καθόλου χρονική διαφορά μεταξύ τους, επηρεάζοντας το ηχόχρωμα του χώρου.

Όταν επικρατεί πορδοχαρά, κάποιες εκ των κλανιών που δραπετεύουν, συμπίπτουν χρονικά με κάποιες άλλες, οπότε και προκύπτει το φαινόμενο της συνπορδίας. Οι κλανιές μπορεί να είναι κράμα από κομπολογάτες, κούφιες, ξυπόλητες, κλπ. Όλες έχουν ρόλο στην παράσταση. Η φάση θυμίζει πεδίο βολής απελευθέρωσης αερίων.

Η φάση γίνεται καλύτερη μεταξύ παρέας που βρίσκεται εντός κλειστού χώρου και που έχει πρωτύτερα χλαπακιάσει τροφές (φασολάδα, φακές, κουνουπίδια, κρεμμύδια, μπρόκολα, κουνουπίδια κλπ) που επιβοηθούν το κλασίδι και την έκταση του χημικού πολέμου. Σε αυτή την περίπτωση πέφτει το γέλιο της αρκούδας, ενώ ο ένας περιμένει την ανταπόκριση ή το negotiation του άλλου (κατά την κομπιουτερική ορολογία) για τη δημιουργία συνπορδιών και τη συνέχεια των κλανιοβομβαρδισμών. Η φάση αυτή λειτουργεί ως θεατρική παράσταση, με live σενάριο, χωρίς δοκιμές, σκηνοθέτες κλπ, κλπ. Όλοι οι συνδαιτυμόνες πρωταγωνιστούν και αποτελούν παράλληλα το κοινό της παράστασης. Η ευρηματικότητα τους και ο συγχρονισμός των κλανιών κατά τη συνπορδία συγκαταλέγονται στα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της μοναδικής, απρογραμμάτιστης παράστασης (μια φορά παίζει το έργο).

Σύμφωνα με τα παραπάνω θα μπορούσαμε να εντρυφήσουμε στην προσφορά του ρόλου της συνπορδίας σε μια ομήγυρη. Η συνπορδία αποτελεί ένα πρόσθετο κανάλι επικοινωνίας, υποστηρικτικό προς την υπάρχουσα επικοινωνία, αρκεί βέβαια να υπάρχει εξοικείωση μεταξύ των ατόμων και να υπάρχει συμβατότητα και διάθεση για τέτοιου είδους πλάκα.

- Αστα μας είχαν καλέσει για ΣΚστο εξοχικό του Βασίλη. Μαζί με τα άλλα φαγητά είχαν φτιάξει φασόλια γίγαντες. Σε λίγο όταν πήγαμε να ξαπλώσουμε. .άρχισε το κλάσιμο της αρκούδας
- Κατάλαβα...γιγαντομαχία
- Μιλάμε για επαναλαμβανόμενες συνπορδίες. Μπάχαλο. Αφού να φανταστείς, πάρα την ψύχρα ανοίξαμε τα παράθυρα για να εξαεριστεί ο χώρος.
- Μάαααλιστα…μάλιστα
- Δεν τελείωσα. Σε λίγο παγώσαμε και κλάναμε και γελάγαμε δυνατότερα, ώσπου ενοχλήσαμε τους γείτονες και έγινε βραδιάτικα το έλα να δεις και το κάτσε να ακούσεις
- Α….έτσι εξηγείται το ότι είσαι κρυωμένος και το ότι έχεις μαυρισμένο μάτι.
- Κι όλα αυτά από ένα κλάσιμο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλιά, που αποτελεί τεχνικό όρο για τα κάτωθι:

  1. α. Σεξουαλική πρακτική στο πλαίσιο τριολέ ή πάρτυ με ούζα, κατά την οποία ο πεοθηλαστής-στρια, κρατάει στο στόμα του το σπέρμα του εραστή του/της, και στην συνέχεια το φτύνει στο στόμα άλλης-ου ερωμένης-ου, που έρχεται σαν τραίιλερ για να μην χάσει. Με λίγα λόγια το λεγόμενο cum swapping. Περιττό να πούμε ότι το γεγονός μπορεί να επαναληφθεί στη νιοστή, ανάλογα με το αριθμητικό δυναμικό της φάσης πολυφασικής. Η έκφραση βγαίνει ως εξής: Ως αφετηριακή χιονόμπαλα θεωρείται το ανδρικό σπέρμα (λέμε τώρα), και καθώς περνάει από το ένα στόμα στο άλλο, μαζεύει διαδοχικά σάλια, και άλλα υγρά (ιδίως αν παίζει στην φάση και μπουκάκι), οπότε η χιονόμπαλα ολοένα μεγαλώνει ώσπου να φτάσουμε σε χιονοστιβάδα. Την πρακτική περιγράφει γλαφυρά η Βικούλα, η οποία και μου την ψιθύρισε πονηρά. Επιστημονικά, πρόκειται για μια εφαρμογή του νόμου των συγκοινωνούντων δοχείων.

β. Την γνωστή μας μπαγαποντολειχία, σλανγκιστί τσιμπούμεραγκ ή φιλοπίππου. Δηλαδή, η αρχική χιονόμπαλα που εκτοξεύεται στην/ στον σιματζού-ή μαζεύει τα σάλια της/του και επιστρέφει στον εραστή με την μορφή γουτσιστικού φιλιού εκδίκησης. Οι Αγγλοσάξονες έχουν και το snowball slap, όπου η/ο ερωμένη-ος φτύνει το σπέρμα στο χέρι της/του και χαστουκίζει με αυτό τον εραστή.

  1. α. Εφόσον η κοκαΐνη θεωρηθεί ως χιόνι, χιονόμπαλα είναι άλλη μια αγγλιά για την κοκαΐνη ή το πάρτι με κοκαΐνη. Βλ. και νιφάδες και παγόβουνο (Δ.Π.).

β. Συναφώς, η μείξη κοκαΐνης, ηρωΐνης και μορφίνης μαζί στην ίδια σύριγγα, γνωστό και ως speedball. Και εδώ παίζει το ίδιο λογοπαίγνιο με το χιόνι που σωρεύεται αθροιστικά.

Αντισλανγκαρχιδικό disclaimer: Πρόκειται για μετακένωση στην ελληνική αγγλικού τεχνικού όρου, η οποία κρίνεται απαραίτητη για λόγους κάλυψης του σχετικού βιβλιογραφικού κενού. Η χρήση της μπορεί να γίνεται όπως και με τους επιστημονικούς τεχνικούς όρους, δηλαδή με τον αγγλικό όρο εντός παρενθέσεων.

Καυλάουρα: Τι γίνεται βρε Βάγγελα; Χρόνια και ζαμάνια! Ωραίο μαύρισμα έκανες!
Βάγγελας: Μόλις γύρισα από Νότια Αφρική. Αλήθεια τι κάνει το Λίλιαν;
Λάουρα: Μια απ' τα ίδια. Απ' όταν τα έφτιαξε με τον Νώντα το σαπούνι έχει κολλήσει. Πού ήταν εκείνες οι εποχές με τον Πέρι, Θεός σχωρέστον...
Βάγγελας: Μα ο Πέρι ζει! Μόλις μου έστειλε μια κάρτα από την εξωτική Ναμίμπια και μας καλεί για χιονοπόλεμο!
Λάουρα: Έχει χιόνι στη Ναμίμπια;
Βάγγελας: Ναι, κι έχει βρει κι έναν χιονάνθρωπο, Παρασκευά τον λένε...
Λάουρα: Και η λέξη του τίτλου;
Βάγγελας: Ε, άμα έρθει και το Λίλιαν, θα φτιάξουμε μια φοβερή χιονόμπαλα όλοι μαζί...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κασέρι μπορεί να σημαίνει:

  1. Τα μετρητά χρήματα εκ του αγγλικού cash, βλέπε τον άλλο ορισμό και κασερόπιττα.

  2. Το χασίς.

  3. Την ουρδική ουσία που σχηματίζεται στον πέοντα λόγω απλυσιάς και η οποία μοιάζει με τυρί, είτε κασέρι είτε φέτα, είτε κεφαλοτύρι.

  4. Παραπλησίως λέμε χύνω κασέρια όταν φεύγουν τα χοντράδια, δηλαδή όταν υπάρχει εκσπερμάτιση μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα. Αλλά και γενικότερα όταν χύνεται μεγάλη ποσότητα σπέρματος, ή και μεταφορικά για πολλαπλούς οργασμούς.

Η λέξη είναι τουρκική.

  1. Υπερήλικας Σλάνγκος από αυτούς που αποτελούν την πλειοψηφία του σάιτ:
    Καλά μιλάμε κάναμε σεξ χτες με την Λυσισλάνγκη μετά από χρόνια, και μιλάμε έχυνα Έμενταλ! Φίλος: Έμενταλ; Μιλάς με γρίφους, γέροντα.
    Σ.: Τώρα δεν είμαι και σίγουρος... Έμενταλ ήταν; Γραβιέρα, ροκφόρ; Γιατί έχω και μια ασθένεια που λέγεται κασέρι.

  2. Ό,τι κασέρι έχει το τρώει σε κασέρι.

(από GATZMAN, 25/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Εκτός των γνωστών ερμηνειών, η λέξη έχει τις επιπλέον χρήσεις:

  1. Τεμάχιο δόσης ηρωίνης, λόγω περιτυλίγματος (βλ. «πίνω ένα χαρτί») αν και σήμερα συνήθως το «τζί» (=gram.) πουλιέται σε ασημόχαρτο, αλλά και αυτούσιο ποτισμένο χαρτί σε ψυχωσιομιμητικά φάρμακα (βλ. «έφαγα ένα χαρτί»=LSD, goof balls, βενζοδιαζεπίνες κλπ).

  2. Επίσημο έγγραφο (βλ. γραφειοκρατική απειλητική έκφραση «θα σε τυλίξω σε μια κόλλα χαρτί», δηλ. θα σε εμπλέξω στα γρανάζια της δημόσιας διοίκησης-δικαιοσύνης κι άντε μετά να αποδείξεις ότι δεν είσαι ελέφαντας, «έχω χαρτιά με βουλοκέρια», δηλ. είμαι νόμιμος τιτλούχος, «κάνε τα χαρτιά σου», δηλ. κάνε επίσημα μια αίτηση, καθώς και την εύστοχη κρητική παροιμία «τα ζώα τα δένουν με σχοινιά-τους ανθρώπους με χαρτιά» που δηλώνει την δεσμευτικότητα των νομικών εγγράφων).

  3. Τραπουλόχαρτο και μετωνυμικώς η χαρτοπαιξία. Προ αιώνος, η τράπουλα (ιταλ. Trappola = παγίδα, σήμερα carte da gioco / ναπολιτάνικα: piacentine) λέγονταν «χαρτάκια». Βλ. έκφραση «έχω καλό χαρτί», «δώσ' μου χαρτί», «θα παίξω το τελευταίο μου χαρτί» (δηλ. τελική κι αποφασιστική ενέργεια για την έκβαση ενός αγώνα) κ.α.

  4. Κωλόχαρτο. Συγκεκριμένα, όταν κάποιος παράτολμος (όχι τολμηρός) καθ’ έξιν κλανιάρης το παραξηλώσει, οι παριστάμενοι φωνάζουν: «Χαρτί! Δώστε του χαρτί!» (δηλαδή θα χεστείς!) Ανάλογη σημασία, έχει και η ιαχή αγανακτήσεως «σκίσου πούστη!» (= ξεκωλιάστηκες πια)...

  1. - Ψψψτ φιλαράκι! Θες γυναίκα;
    - Όχι!
    - Γουστάρεις να ποιείς κανα χαρτί; -Άσε με ήσυχο ρε φίλε...
    - Κοίτα ’δω, έχω ένα ρολόι χρυσό, ένα πενηντάρικο, το θες;
    - Μη μου γίνεσαι παλτό ρε φίλε! Ξεκουβάλα τ’ άκουσες;
    - Καλά ρε φίλε, πώς κάνεις έτσι; Το ψωμάκι μας πα’ να βγάλουμε...

  2. - Θα σου δείξε εγώ! Θα πάω σε δικηγόρο! Έχω χαρτιά εγώ!
    - Θα μου κλάσεις μια μάντρα λιμουζίνες...

  3. - Μπα-μπα; Τί βλέπω; Χαρτάκι-χαρτάκι; Το στρώσαμε βλέπω...
    - Ουστ από δω βρε κατσικοπόδαρε κι έχω φύλλο σήμερα!

  4. - Ωχ! Μεγάλε, μας την πέσανε... Πού είναι η τουαλέτα;
    - Από κει, αλλά νομίζω δεν έχει χαρτί.
    - Και τώρα;
    - Έχει κονφετί στο πάνω ντουλάπι, αν δε βαριέσαι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για το πώς να φτιάξετε δόκιμο αφρόγαλα δείτε εδώ.

Το σλανγκικό αφρόγαλα είναι το ανδρικό σπέρμα. Ο όρος χρησιμοποιείται στην αργκό των μπουρδελιάρηδων σε σχέση με την πρακτική του φραπέ για να δηλώσει ότι όχι απλά μπορεί να λάβει χώρα το φραπέ από τη φραπεδιάρα κορασίδα, αλλά και ότι αυτό θα γίνει λυσιτελώς (κατά την έκφραση του Ανδρέου Εμπειρίκου), ήτοι με ευτυχή κατάληξη και δεν θα μείνει στη μέση η χειράντληση επειδή και καλά τέλειωσε το τραγούδι που παίζει από τα μεγάφωνα του φραπενέ βάσει του οποίου η κορασίς μετράει τη διάρκεια του χουρού και του πουτού. Αλλά και γενικότερα μπορεί να δηλώσει παιγνιωδώς το ανδρικό σπέρμα, λ.χ. σε περιγραφές χυσομαπιδίων.

Περιέχεται εξάλλου στη σειρά από ερωτικά γάλατα, κρέμες και εν γένει γλεύκη που πραγματεύεται ο σλανγιώτατος ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος κυρίως για να δηλώσει ποιητική αηδία τις σκηνές των εκσπερματίσεων στα έργα του. Ο Εμπειρίκος χρησιμοποιεί επίσης και τον όρο καϊμάκι, ενώ με τον όρο αφρόγαλα δηλώνει και το μουνόγαλα.

  1. Πρώτο ημίχρονο με βαθιά και πολυ υγρη πίπα, καραμέλωμα των @@ και της αρχιδοπαλαίστρας, κατάθεση στο στομα και μου εζητηθει πολυ ευγενικα απο την κοπέλα να παει στο μπανιο για να καθαρισει το μουστακι που δημιουργηθηκε στα χειλη της απο το αφρογαλα. (Από κριτικό μπορντέλου σε γνωστό μπουρδελοσάιτ).

  2. Δυστυχώς μόνο οι γαζέλες καταδέχονται να σερβίρουν αφρόγαλο στο φραπέ, όπως διαπιστώσαμε με τους υπόλοιπους συναδέλφους. (Στο ίδιο μπουρδελοσάιτ, κριτικός φραπενείου επισείει την προσοχή στο ότι δεν έχουν όλοι οι φραπέδες ευτυχή κατάληξη στο εν λόγω ευαγές ίδρυμα).

  3. Τότε κάτι τὸ συνταρακτικὸν καὶ τελείως ἀδόκητον συνέβη- τὸ πρόσωπον τοῦ Ἴαν Τσέρεκ περιελούσθη αιφνιδίως ἀπὸ ἄφθονον ψωλόχυμα! Τὸ ἐλευθερωθὲν πρὸς στιγμὴν ἀπὸ τὸν κλοιὸν τοῦ στόματος τοῦ Βοημοῦ πέος τοῦ παιδός, ποὺ σκιρτοῦσε πάλιν, σφύζον τρομακτικὰ ἀπὸ τὴν καύλαν, μόλις εἰσέδυσε ὁ δάκτυλος του βιολιστοῦ εἰς τὴν ὀπισθίαν σήραγγα τοῦ νεανίου, ἐρεθισμένον σφόδρα, ὅπως ἦτο ἀπὸ τὴν στοματικὴν θωπείαν, ἤρχιζε νὰ ἐκσπερματίζηι καὶ τὸ ἐκτοξευόμενον γοργὰ ἐρωτικὸν ἀφρόγαλα πίπτον ἐπὶ τοῦ προσώπου τοῦ παιδεραστοῦ τοῦ ἑτοιμαζομένου νὰ πάρηι τὴν πτύουσαν τὴν κρέμαν της νεαρὰν ψωλήν του εἰς τὸ στόμα του, ἐκάλυψεν τὸ πρόσωπόν του μὲ τὴν γλοιώδη καὶ λευκὴν πυκνότητά του. (Μέγας Ἀνατολικός, Τόμος 5, σ. 147. Μία από τις συγκριτικά λίγες ομοφυλοφιλικές σκηνές του έργου).

  4. ...αφού τό αφρόγαλα αυτό τό έχυνε ουχί µία νεάνις 17 ή 18 ετών... (δες).

  5. (Ἐδῶ πρέπει νὰ σημειωθῆι, ἐντὸς παρενθέσεως, ὅτι τοῦτο συνέβαινε, παρ' ὅλον ὅτι ἤρεζε πολὺ εἰς τὴν Φλώσσυ καὶ τὴν ἐμέθυσκε ἡ ἰσχυρὰ ὀσμὴ τοῦ σπέρματος, ποὺ ἐξηκοντίζετο τόσον συχνά, κατόπιν μαλακίας, εἰς τὸ πρόσωπόν της• παρ' ὅλον ὅτι εἶχε γευθεῖ καὶ καταπιεῖ μὲ ἔξαρσιν μεγάλην, ὅσας ποσότητας τοῦ ψωλοχύματος εἰσήρχοντο εἰς τὸ ἀνοικτὸν συνήθως πρὸς τὸν σκοπὸν αὐτὸν διψαλέον στόμα της, καθὼς καὶ ὅσην ψωλόκρεμαν ἔπιπτε ἐπὶ τῶν χειλέων της, κατὰ τὰς στιγμὰς τῶν εκσπερματίσεων• παρ' ὅλον ὅτι μὲ μίαν λέξιν, ἤθελε νὰ πιπιλίσηι, νὰ βυζάξηι, καὶ νὰ φάγηι, ὄχι μόνον τὸ μέρος αὐτό, ἀλλὰ ὁλοκλήρους τὰς δόσεις τοῦ πολυτίμου ὅσο καὶ ἡδονικοῦ σπερματικοῦ καϊμακίου, ὥστε νὰ ἀπολαύσηι ὄχι μόνον τὸ «τρομπάρισμα», τὴν πρᾶξιν τῆς ἀντλήσεως καὶ τὸ συνταρακτικὸν θέαμα ἑκάστης εκσπερματίσεως, ἀλλὰ καὶ τὴν ἰδιάζουσαν ὀσμὴν καὶ τὴν πυκνοτάτην γεῦσιν τοῦ προσφερομένου εκάστοτε ψωλοχύματος. [...]) (Μέγας Ανατολικός, Τόμος 1, σ. 268-269).

(από Khan, 27/02/15)(από Khan, 27/02/15)Και σε γουτσιστική εκδοχή. (από Khan, 27/02/15)Πουτό- χουρό με Λίλιαν. (από Khan, 27/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν γουγλίζεται και δε γκζέρω αν λέγεται ακόμα, αλλά εκεί στα έρλjυ ενενήνταζ εμείς μιά φορά το λέγαμε για τις μπόμπες.

Πράγμα που μου θυμίζει τον άλλονε που είχε γράψει ότι το χριστουγεννιάτικο δέντρο το στολίσναγιαν όλη μαζί η οικογένεια. Ε, πώς να μη μαραθεί το τσαμένο...

- Πω ρε πούστη μου, τι μαζούτ ήταν αυτό που μας πότισε ο δικός σου χτες το βράδυ; Ακόμα έχω τσουκνίδες στον εγκέφαλο.
- Όχι και μαζούτ ρε μαλάκα, αυθεντική βότκα ξέρναγια ήτανε, και με ταινία γνησιότητας μάλιστα. Έχει την αντιπροσωπεία ο άθρωπας σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράγωγο της γνωστής σε όλους σουλφαμιδόσκονης. Προέκυψε ύστερα από ανάγκη για εύρεση λύσης σε κάθε καθημερινό πρόβλημα. Κυκλοφορεί σε σκόνη, προσεχώς και σε υπόθετα για άμεση χορήγηση...

- Μαλάκα... δεν την παλεύω...
- Βάλε λίγη σουφραμιδόσκονη...

(από σφυρίζων, 03/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φιλί που δίνεις έχοντας στα χείλη σου μεγάλη δόση από πραλίνα-σοκολάτα μερέντα. Προσφέρει απόλυτη ευχαρίστηση και ηδονή και υπάρχει ο κίνδυνος ζάχαρου σε μεγάλες ποσότητες.

Μπορείτε άπλα να το δοκιμάσετε.

Η κάποτε αθώα διαφήμιση της Hershey που άρχισε τους βρώμικους συνειρμούς. (από Khan, 05/12/12)Μέρεντα με Kavli (από Vrastaman, 05/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το δόκιμο Flocaccino είναι κυριολεκτικά (με λίνκι) με χύσα μέσα. Πρόκειται για ρόφημα τ. τούρτα που προσφέρουν τα Flocafé, των οποίων αποτελούν την σπεσιαλιτέ, σε μια μεγάλη σειρά από γεύσεις, όπως Oreo, μπισκότο, βανίλια, καραμέλα, σοκολάτα και δεν συμμαζεύεται.

Το σλανγκικό φλοκατσίνο είναι κυριολεκτικά (χωρίς λινκ) με χύσα μέσα. Πρόκειται για ρόφημα ή και ρόφτυμα τ. φραπέ, που προσφέρει η αλυσίδα Flocafe, των οποίων αποτελούν την σπεσιαλιτέ. Ετυμολογείται λαδή από το φλόκι (= χοντρό χνούδι από στριμμένο μαλλί < ιταλικό flocco < λατινικό floccus, και λόγω προφανούς ομοιότητας τα εκτοξευόμενα συμπλέγματα σπέρματος) και την κατάληξη -τσίνο που παραπέμπει σε φραπέ.

Ως υπηρεσία φραπενείου (στριπτιτζάδικου, κωλόμπαρου, μασατζίδικου, τσιμπουκάδικου και άλλων -αδικων) αποτελεί συνώνυμο για το φραπέ με γάλα, δηλαδή σημαίνει την υποβολή σε αυνανισμό υπό κορασίδος έως και της ποθούμενης εκσπερμάτισης. Διακρίνεται έτσι από το απλό φραπέ, όπου καθώς η πριβεδιά προσμετράται σε ορισμένο αριθμό τραγουδιών (στα στριποκλαμπάκια τουλάχιστον), κινδυνεύει ο φραπέλληνας αν το τραγούδι τελειώσει αιφνιδίως να χρειαστεί να συνεχίσει σόλο. Αντιθέτως, η υπηρεσία φραπέ με γάλα ή χαριτωμενιστί φλοκατσίνο αποτελεί δέσμευση εκ της κορασίδος ότι ο υπεσχυμένος φλοκοπόταμος θα επιδιωχθεί έως εσχάτων ανεξαρτήτως ασματικών ενδεχομενικοτήτων. Φλοκατσίνο, βεβαίως, αποκαλείται δίκην αστεϊσμού μόνο από τους μπουρδελιάρηδες, καθώς από τα ίδια τα κορίτσια αποκαλείται αραμπιστί μεν «σε κάνω τελειώσει», ουκραναϊζεριστί δε φίν-j-ιsh.

Ο όρος φλοκατσίνο εκφέρεται είτε ως χτύπημα, είτε ως ρόφημα, και στην αφήγηση γενικά σεχουαλικώνε ιστοριώνε ανεξαρτήτως φραπενέδων. Περιγράφει αυτές τις πηδυλλιακές στιγμές, που άλλοι από μας (όσοι διαθέτουν «ατζέντες με ονόματα», που λέει κι ο ΜΧΣ) τις ζουν σε κανονικές συνθήκες πιέσεως και θερμοκρασίας, ενώ άλλοι μπροστά από λαπιτόπια, όταν η κοπελιά χτυπάει τον βασιλόπουλο των ονείρων της στο γκραν φινάλε και περιμένει έχοντας παραδοθεί άνευ διασπερματεύσεων. Τότε το μεν χτυπάω ένα φλοκατσίνο με υποκείμενο την ερωμένη αναφέρεται σε φραπέ, το δε κερνάω φλοκατσίνο με υποκείμενο τον ερώντα αναφέρεται σε (καλή) πίπα. Σε κάθε περίπτωση ο βασιλόπουλος δύναται να ανακράξει ως γαμησιάτικη ρίμα «χύνω, χύνω, κερνάω φλοκατσίνο!».

Dedicated to Gatzman, my sweet Frappentine (με την καλή έννοια).

  1. - Ρίξτε μαύρο στο Dolls. Βάζουν όλους τους φραπεδοκράτορες μαζί στον ίδιο χώρο, πάνω στους χιλιοχυμένους καναπέδες και μπορεί να σού 'ρθει και το φλοκατσίνο του διπλανού σου κερασμένο. Πίκρα!

  2. φεραρι ειμαι εγω ενω εσυ............ο ΑΛ ΠΑΤΣΙΝΟ
    θα πιεις ολο τ σπερμα μ σν να ταν φλοκατσινο
    (Ποιητικό hip-hop αρρωστούργημα εδώ).

  3. - Το καλαμάκι με σκουφο η χωρίς συναγωνιστή;
    - σε παρακαλω πολυ >:( εχεις δει εσυ(ΝΑΙ ΕΣΥ!!!!) πουθενα να πινουν καφε(φραπε-φρεντο εσπρεσσο,φρεντο καπουτσινο,φρεντιντο,φλοκατσινο,φλοραπινο) και να εχουν ναυλον πανω στην ουρηθρα του καλαμακιου;Σε παρακαλω που θα μας μιλησεις για σκουφους και γαντια καλοκαιριατικα ;D (Εδώ δεν τίθεται ακριβώς όπως στον ορισμό, αλλά ωστόσο προϋποτίθενται τα σχετικά φραπε-λογοπαίγνια).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified