Selected tags

Further tags

Μνημειώδης έκφραση που υποδηλώνει τον μαθητή ο οποίος τήνε πίνει στον σχολικό χώρο, κατά τη διάρκεια των διδακτικών ωρών ή του διαλείμματος.

Σημειώσεις:

1) Η έκφραση ΔΕΝ χρησιμοποιείται για κάποιον ο οποίος την πίνει στον σχολικό χώρο όντας εξωσχολικός ή σε ώρες μη λειτουργίας του σχολείου.
2) Παρόλο που η έκφραση είναι μεταφορική υπάρχει καταγεγραμμένο περιστατικό μαθητών σε σχολείο της Πάτρας οι οποίοι για ασαφείς λόγους (μάλλον δόξα) προέβησαν στην παραπάνω ενέργεια.

-Και την ήπιε στο σχολείο ρε;
-Αυτός ρε κόβει τζιβάνες από το απουσιολόγιο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαβαλετζίδικος χαρακτηρισμός για αυτόν που σκάει το μπαφίδιο.

- Παιδιά, σκάω ε!
- Παρ' τονε! Πρωτοσκάστης πρωτομυριστής!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευρηματικός όρος με σαφή αναφορά στα είδη θαλάσσης Billabong. Ο όρος περιγράφει έναν ενδιαφέροντα τρόπο bmx:

Αφού πιεις το ένα τέταρτο του περιεχομένου ενός κουτιού μπύρας 500ml, ανοίγεις μια τρύπα (όσο το δυνατόν κυκλικότερη) στο ύψος πάνω από την εναπομένουσα μπύρα. Εκεί χώνεις ένα μπαφίδι, στρέιτ κατά προτίμησιν, και σφραγίζεις την τρύπα με τσίχλα. Έπειτα, εν είδει μπονγκ, ανάβεις τον μπάφο και όσο ρουφάς από το στόμιο του κουτιού (έχοντας προνοήσει να κάνεις μία δεύτερη τρύπα διπλα στην άλλη για τον αέρα) φέρνεις το κουτί σε γωνία σιγά σιγά μέχρι η μπύρα να φτάσει στο στόμα σου και πίνεις χωρίς διακοπή για ανάσα μεταξύ μπάφου-μπύρας.

Φημολογείται ότι τα copyrights ανήκουν σε φοιτητή ΤΕΙ βορείου Ελλάδος.

- Πάλι λιώμα ο Γιωργάκης;
- Ε αφού έχει χορηγό Μπύραμπονγκ...

(από Utumno, 14/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός που υποδηλώνει δυσαρέσκεια απέναντι σε μπαφοτσίγαρο το οποίο έχει στριφτεί με χοντρό χαρτί (βλ. Rizla κόκκινο, λευκο) αντί του συνηθισμένου λεπτού (βλ. Rizla ασημί).

- Τι είναι αυτό ρε; Με Α4 έστριψες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην δεκαετία του '30 ένα τάλιρο ήταν μιά ποσότητα χασίς μεγέθους κέρματος πεντάδραχμου της εποχής (με το κατάλληλο πλάσιμο, καθότι μαλακό και εύπλαστο - δεν είχε πέσει πολλη χέννα) το οποίο ζύγιζε περι το 1 δράμι = 3,2 γρμ.
Δεν ξέρω άν είχε και σχέση με την τιμή του (αν και από πάντα η τιμή ήταν πιό ευμετάβλητη, ανάλογα την επάρκεια της αγοράς την ποιότητα, την αξία του νομίσματος κλπ κλπ)

Στην υπόγα

Ρε ν’ από πι ρε ν’ από πίσω στη στρατώνα βαρέσαν μα βαρέσαν μάγκα στην υπόγα

Μπαίνει 'νας μπα μπαίνει 'νας μπάτσος με το κούφιο Και ρίχνει μου και ρίχνει μούσμουλα στο ρούφο

Και κατρακύ και κατρακύλισε το φέσι μας σβήνει ο να μας σβήνει ο ναργιλές στη μέση

Ωωωωωώχ ωωχ!

Και τον ανά και τον ανάβει η Κυριακούλα ρε που `χει τάλιρα και τσιγαριές στη ζούλα

Γεια σου ρε Μή γεια σου ρε Μήτσο στραβοκάνη που σαι μαστού πουσαι μαστούρι απ’ το ντουμάνι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν πολλές μεγάλες κατηγορίες φευγάτων ανθρώπωνε, ας τους καταμετρήσουμε:

Δεν υπήρχε, κάποιος δεν θα’ πρεπε να το λημματοδοτήσει;

1.
Επίσης, γνωρίζω πάρα πολύ καλά ότι του φευγάτου η μάνα δεν έκλαψε ποτέ, όπως λέει η παροιμία, αλλά ο φευγάτος ήρωας δεν έχει γίνει ποτέ. Και την Ελλάδα του 21ου αιώνα, όπως είναι σήμερα, δεν την έκαναν οι φευγάτοι. Την έκαναν αυτοί που έμειναν, αγωνίστηκαν και όταν χρειάστηκε έπεσαν.

2.
Φευγάτο ασιατικό tapas

3.
Ο Πάνος Μουζουράκης έχει χαρακτηριστεί αρκετές φορές ως «αντισυμβατικός» και «φευγάτος»

4.
Το λήμμα είναι για δύο φευγάτους του σάιτ, την Πειρατίνα και τον Τζήζαντα.

5.
Η φαντασία μου αρνιόταν ότι ήταν τέζα
φευγάτος πρόωρα απ’ την πολλή την πρέζα.

6.
Φευγάτος ο Σαλπιγγίδης. Πολύ δύσκολα θα παραμείνει και του χρόνου στον ΠΑΟΚ ο Δημήτρης Σαλπιγγίδης, καθώς εκτός από τον ίδιο επιθυμεί και ο σύλλογος την αποχώρηση του.

(από Khan, 16/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

πρεζέμπορος, -ας, -όρι

Από το πρέζα (ναρκωτικό) και το έμπορος. Σημαίνει αυτος που πουλάει ναρκωτικά ή και ο ναρκομανής (ή τοξικομανης).

Στην τάξη του φροντιστηρίου μου έχω ένα πρεζέμπορα, το παιδί σνιφάρει μαρκαδόρους εν ώρα μαθήματος σου λέω.

Στο σκοτεινό και αφανές πίσω μέρος του λυκείου πέφτει πολύ πρεζεμπορία και είναι όλα δωρεάν απλά τα ανταλλάζουν με κάτι άλλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γνωστή μάρκα παπουτσίων που χρησιμοποιείται (ως φράση) για να δώσει έμφαση στο επίμονο κροκοδείλιασμα.

-Τι θα γίνει, θα γυρίσει το γάρο;
-Μπα, δεν το ξέρεις ότι αυτός μικρός φόραγε κροκοντιλίνο;
-Όχι...

(από kloufo, 07/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά της γνωστής σκεϊτάδικης ατάκας που δηλώνει την νταφού.

- Άντε να αρχίσουν τα τσομπαρόκια.
- Κάτσε βγάζω πρώτα ένα όλι, και στρίβω.
- ΟΟΟκ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη ναρκοσλάνγκ, ο τύπος ή το μέρος που μπορείς να βρεις ή/και να προμηθευτείς ό,τι βάλει ο νους σου (θεωρητικά) από τα είδη ναρκωτικών που κυκλοφορούν. Συνήθως αυτός ή εκεί που υπάρχει κάποια ποικιλία γιατί σπάνια έως ποτέ δεν τα έχει κάποιος όλα.

-Λέω να φύγω για κάνα μήνα κάμπινγκ στη Ίφκινθο και πρέπει να ψωνίσω τίποτα, έχεις καμιά καλή άκρη;
-Tράβα στο Τζίμακα, αυτος είναι φαρμακείο. Ό,τι γουστάρεις τό 'χει.
-Και οι ξήγες του, λένε;
-Όπως σε κόψει...

«Με περνάει μια βόλτα από τό Σύνδεσμο... μαλάκα φαρμακείο εκεί μέσα... χόρτα, σκόνες, χάπια... Τα πάντα όλα! Τρόμαξα να βγω...»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified