Selected tags

Further tags

Φούντα, χασίς.

Από το αγγλικό grass.

- Θα παίζει γκρας το βράδυ στης Όλγας ή τζάμπα θα πάμε;
- Τι να σου πω, μπάφο πάντως έχω πάνω μου.
- Ηλίθιε, το ίδιο είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαντάται και ως βράχια, βράχοι. Αγγλιστί rocks. Μορφή ηρωίνης ή κοκαΐνης. Είναι κομμάτια ακανόνιστου σχήματος, που παρασκευάζονται με τη διαδικασία της συμπίεσης / πρεσαρίσματος / πατικώματος της σκόνης.

Εγχωρίως, τα βραχάκια είναι σχεδόν πλήρως ταυτισμένα με την κόκα. Όπως συνήθως συμβαίνει με τη σλανγκ των τοξικομανών, η λέξη δεν περιγράφει απλά τη μορφή του σταφ, αλλά διατηρεί και συνθηματική, ξεκαρφωτική αξία.

Τα βραχάκια παίζουν σε διάφορα μεγέθη. Από λίγα μιλιγκράμ έως κάποια γραμμάρια. Στην τελευταία περίπτωση δεν κάνουμε λόγο πλέον για βραχάκια, αλλά τουλάχιστον για βράχους. Σε ακόμη πιο χοντρές περιπτώσεις, μιλάμε για βουνά ή και παγόβουνα (που είναι και άσπρα).

Τα πιο γνωστά βραχάκια είναι τα κινέζικα, τα οποία παρασκευάζονται σε ευρωπαϊκά εργαστήρια, με βάση που έρχεται από Κίνα και Ινδονησία. Με τον όρο βάση αναφερόμαστε στο προτελευταίο στάδιο επεξεργασίας για τις σκόνες, τη συμπυκνωμένη πρώτη ύλη που σπανίως σκάει στη λιανική. Σε γενικές γραμμές η παρασκευή έχει ως εξής: σπάμε τη συμπυκνωμένη βάση με σφυρί και εν συνεχεία αναμειγνύεται με παρακεταμόλη (depon, panadol etc) και άλλες ουσίες. Το μείγμα μπαίνει στο μίξερ, μετά προστίθεται ασετόν (ξεβαφτικό για τα νύχια, παραισθησιογόνο ελαφράς μορφής) και ακολουθεί η συμπίεση σε ειδικό καλούπι. Η καθαρότητα των βράχων που προκύπτουν, κυμαίνεται γύρω στο 40-50%. Βράχια τέτοιας καθαρότητας δεν διακινούνται στις πιάτσες, όπου θα αρκεστείς σε καθαρότητα της τάξης του 20%.

Τώρα τελευταία έχουν στηθεί και εντός των συνόρων εργαστήρια κατεργασίας ναρκωτικών, καθώς οι ντήλερς φαίνεται πως σταδιακά εγκαταλείπουν την παραδοσιακή εισαγωγή έτοιμου τελικού προϊόντος από το εξωτερικό, και στρέφονται στην υποστήριξη των εγχώριων παραγωγικών δυνάμεων...

- Και τι έκανε νομίζεις ο Λαζόπουλος στο κότερο του Λυμπέρη; Κρατούσε τσίλιες; Βραχάκια κατάπινε. Κοκάκιας, κωλογλείφτης των εφοπλιστών, ένα αρχίδι με προτίμηση στα κρεάτινα τσιγάρα, νομίζει πως έχει το ηθικό ανάστημα να κρίνει τους πάντες και τα πάντα. Ρε ουστ!

(Εμπνευσμένο από εδώ)

σκόνη + βραχάκια (από johnblack, 20/07/09)βράχια, μπορεί και παγόβουνα (από johnblack, 20/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθετο προερχόμενο εκ της σημασίας του ρήματος τσαμπουκαλεύω ως μαρτυρώ, πονηρεύω κάποιον. Ο τσαμπουκαλεμένος είναι και ο άνθρωπος που έχει κάποιον φάκελο στην αστυνομία και αποφεύγει εντυπωσιακές επανεμφανίσεις.

Κοινή χρήση στις μέρες μας του επιθέτου γίνεται μεταξύ χασικλήδων εκ πεποιθήσεως ή εκ παραδρομής, συνήθως νεαρότερων ηλικιών, με ενθουσιασμό και διάθεση για πρόοδο. Σ' αυτές τις περιπτώσεις αναφέρεται σχεδόν πάντοτε στα πακέτα τσιγάρων είτε μαλακά είτε σκληρά με τον παρακάτω διαχωρισμό:

Σκληρό πακέτο τσιγάρων τσαμπουκαλεμένο, ορίζεται το πακέτο από το οποίο έχει αφαιρεθεί το εσωτερικό μαλακό χαρτονάκι που βρίσκεται κάτω από το καπάκι στο μπροστά μέρος του πακέτου. Χρησιμεύει ως τζιβάνα για τους βιαστικούς.

Μαλακό πακέτο τσιγάρων τσαμπουκαλεμένο, ορίζεται το πακέτο από το οποίο έχει αφαιρεθεί η διάφανη πλαστική μεμβράνη που εμποδίζει την υγρασία. Χρησιμεύει ως πρόχειρος αποθηκευτικός χώρος ή αυτοσχέδιο σακ βουαγιάζ. Βέβαια και τα σκληρά πακέτα διαθέτουν τέτοια μεμβράνη, αλλά καθώς τα μαλακά δεν διαθέτουν χαρτονάκι, η αδικία εις βάρος των μαλακών θα ήταν ανεπίτρεπτη ειδικά σε ανθρώπους της συγκεκριμένης ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης.

Θύματα τσαμπουκά τέτοιας μορφής πέφτουν συνήθως ανυποψίαστες πληθυσμιακές ομάδες, τυφλοί, γυναικόπαιδα και ιερωμένοι. Θεωρείται επίσης μεγάλη τιμή να τσαμπουκαλευτεί πακέτο χωμένου στα πράγματα πλην αντιπαθητικού συνανθρώπου μας.

- Ρε Κωστάκη το πακέτο της μάνας μου είναι τσαμπουκαλεμένο... - Δεν είναι της μάνας σου αυτά ρε, της γιαγιάς σου είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπλασία αποτελούμενη από τις λέξεις Χαϊλάντερ και ντίρλα.

Περιγράφει άτομο το οποίο βρίσκεται συνεχώς σε κατάσταση μέθης και που παρ' όλα αυτά συνεχίζει να πίνει χωρίς να χαλιέται ποτέ. Επιπλέον δεν υπάρχουν μαρτυρίες ή ντοκουμέντα ότι έχει γίνει λιώμα στο παρελθόν, σε βαθμό που τίθεται θέμα μυθοποίησής του.

Με άλλα λόγια, είναι ο ντούρασελ κρασοπατέρας, απρόσβλητος από το αλκοόλ (όπως κι ο μυθικός Σκωτσέζος από τα δεινά εν γένει), ο «άνθρωπος σφουγγάρι» που απορροφά τα ποτά χωρίς φόβο και πάθος.

- Πάμε να πιούμε κανα κρασνιάκ;
- Κανα τι;;;
- Κρασνιάκ... κρασί με κονιάκ... δεν έχεις πιει ποτέ;
- Κοίτα... εσύ μπορεί να είσαι ο Χαϊντιρλάντερ ο ίδιος, αλλά εγώ δεν έχω καμία όρεξη να τρέχω για πλύσεις στομάχου μετά...

Heidi - lander (από Vrastaman, 26/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πρεζάκιας που, υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, η φωνή του αλλοιώνεται και ακούγεται πιο ... «ζουζουνίστικη». Ίσως και κάποιες από τις κινήσεις του να προκάλεσαν αυτόν τον χαρακτηρισμό.

Θα το ακούσετε και ως ζούζουνας.

Τι πας να κάνεις τέτοια ώρα στην πλατεία ρε; Τώρα μόνο ζούζουνες θα είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για τους πάσης φύσεως υποχθόνιους, η Δίωξη Ναρκωτικών (για τους φίλους, απλά «δίωξη»). Διδάκτορες της ρουφιανιάς, οι ναρκόμπατσοι δεν είναι και τίποτα τζιμάνια (όπως άλλωστε και τα περισσότερα στρουμφάκια). Αν ξαφνικά ανοίξει ο ουρανός και χιονίσει ναρκόμπατσους, το ψάρωμα αντενδείκνυται. Όλο και κάποιος τρόπος θα βρεθεί να τη σκαπουλάρεις, αν βέβαια δεν κοιμάσαι όρθιος. Φουντάρισμα και ξεφόρτωμα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή σε περίπτωση μπαστ...

Η νάρκα ποντάρει κυρίως στην τσαπατσουλιά και την αποθράσυνση των νταραβεριτζήδων. Η νάρκα φυσικά κυνηγά τους φτωχομπινέδες, όχι τα μεγάλα κεφάλια. Η νάρκα είναι οργανικό μέρος του συστήματος εξουσίας που συντηρεί την απαγόρευση των ναρκωτικών. Απ' την κάθε σύλληψη όλοι κονομάνε: μπάτσοι, δικηγόροι, δικαστέοι, φυλακές, δημοσιογράφοι, ταξιτζήδες και πάει λέγοντας...

- Τι έγινε με το θεματάκι που λέγαμε; Θα βρούμε καμιά άκρη να την κάνουμε λαχείο;
- Φιλαράκι, τι να σου πω, ο δικός μου έχει εξαφανιστεί από προσώπου γης τελευταία.
- Κατάλαβα, θα έσπρωξε τίποτα πακέτα και κρύβεται μην αρπάξει καμιά ξώφαλτση... Θα πάρω το Μπάμπη τον κατσαρίδα να δω αν μου 'χει κάτι.
- Ρε συ, δεν ξέρω... Πρόσεχέ τον αυτόν. Έχει βγει βρώμα ότι είναι ρουφιάνος της νάρκας.
- Όχι ρε, καθαρός είναι, τον ξέρω απ' το σχολείο...
- Εγώ μαλάκα μια φορά στο είπα.

Γαμώ το σπίτι σας γαμώ! (από Vrastaman, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέραν του Σαλονικιώτικου σαλαμακίου, δέον να καταγραφούν και δύο πιο διαδεδομένες χρήσεις του λήμματος σκονάκι:

  • Μικρό σημείωμα από το οποίο ο εξεταζόμενος αντλεί την έμπνευσή του,
  • Δόση σκόνης, δηλαδή «πρέζα» πρέζας.

Εκ των σκόνη < κόνις.

  1. ... «Ααααα.. Ααααα... Ψουυυυυ!» . Τώρα που έχουμε χειμώνα για τα αλά, κρύα. ιώσεις, κρυώματα, αλλεργίες. «Πάρε zewasoft», όπως λέει η διαφήμιση για τα χαρτομάντιλα. Κι αυτή είναι η λέξη κλειδί! Ένα χαρτομάντιλο με χημεία, παρακαλώ. Προσέξτε μονάχα, μήπως τυχαία το χρησιμοποιήσετε!
    (από το www.skonaki.com)

  2. ... δεν είναι η “υπερβολική” δόση που σκοτώνει. Είναι η “καθαρή δόση” που σκοτώνει. Κι η μεγάλη παραγωγή πρέζας στον πλανήτη οδηγεί σε όλο και μεγαλύτερης καθαρότητας σκονάκια. Η καθαρή πρέζα είναι αυτή που σκοτώνει, όχι η “κομμένη”. Κι η παραγωγή πρέζας στον πλανήτη ολοένα και μεγαλώνει. Κι οι τιμές ολοένα και πέφτουν. Κι η καθαρότητα της ηρωίνης ολοένα και αυξάνεται. Κι όλα αυτά σκοτώνουν.
    (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. (η περισσότερο γνωστή σημασία)
    Κόκες, πρέζες και σχετικά παράγωγα. Σε αντίθεση πάντα με το χασίς που είναι σε στερεή μορφή (πρεσαρισμένο / πατικωμένο / σοκολάτα) ή χόρτο.

  2. (η λιγότερο γνωστή σημασία)
    Μποντιμπιλντεράδικα συμπληρώματα διατροφής σε μορφή σκόνης, που διαλύονται σε νερό, γάλα ή χυμό. Οι πιο γνωστές σκόνες είναι οι περιβόητες πρωτεΐνες, που διακρίνονται βασικά σε «όγκου» (περιέχουν πολλούς υδατάνθρακες, τη λεγόμενη σαβούρα), «γράμμωσης» (οι λεγόμενες καθαρές), «ενδιάμεσες» (ή «ογκογράμμωσης», με λίγους υδατάνθρακες). Υπάρχουν κι άλλες σκόνες: κρεατίνες, γλουταμίνες και άλλες ειδικές «φόρμουλες», σχεδόν όλα με την κλασική κατάληξη -ίνη.

Οι σκόνες αυτές είναι κατά βάση ακίνδυνες, εκτός βέβαια κι αν κάποιος αρχίσει να καταπίνει καθημερινά υπερποσότητες, οπότε θα πάει μάλλον για μια ξεγυρισμένη πλύση στομάχου. Οι σκόνες, καθ' όλα νόμιμες και εγκεκριμένες από ΕΟΦ κι έτσι, προσφέρουν μεγάλα περιθώρια κέρδους στον έμπορα, σε αντίθεση με τα πολύ πιο αποτελεσματικά και πολύ πιο επικίνδυνα steroids. Αυτά τα παίρνει κανείς στην ξεφτίλα, π.χ. μια ενεσούλα τέστο θα σου κοστίσει το πολύ 2,5-3 ευρώ.

Καμιά φορά, σπάνια πλέον, παίζει να σου πασάρει κανείς και μουφάτζικες σκόνες, που αντί για πρωτεΐνη είναι τίγκα στη ζάχαρη (παρόμοιοι τρόποι νοθείας εφαρμόζονται ως γνωστόν και στις πρέζες / κόκες). Τότε λέμε ότι πιάστηκες μαλάκας, διότι σου πούλησαν αλεύρια.

  1. «Ο Γουίλι ο μαύρος θερμαστής από το Τζιμπουτί»

Στίχοι: Καββαδίας Νίκος
Μουσική: Μικρούτσικος Θάνος
Πρώτη εκτέλεση: Βασίλης Παπακωνσταντίνου

Ο Γουίλι ο μαύρος θερμαστής από το Τζιμπουτί
όταν από τη βάρδια του τη βραδινή σχολούσε
στην κάμαρά μου ερχότανε γελώντας να με βρει
κι ώρες πολλές για πράγματα περίεργα μου μιλούσε

Μου 'λεγε πώς καπνίζουνε στο Αλγέρι το χασίς
και στο Άντεν πώς χορεύοντας πίνουν την άσπρη σκόνη
κι έπειτα πώς φωνάζουνε και πώς μονολογούν
όταν η ζάλη μ' όνειρα περίεργα τους κυκλώνει

Μου 'λεγε ακόμα ότι είδε αυτός μια νύχτα που 'χε πιει
πως πάνω σ' άτι εκάλπαζε στην πλάτη της θαλάσσης
και πίσωθε του ετρέχανε γοργόνες με φτερά
σαν πάμε στ' Άντεν μου 'λεγε κι εσύ θα δοκιμάσεις

Εγώ γλυκά του χάριζα και λάμες ξυραφιών
και του 'λεγα πως το χασίς τον άνθρωπο σκοτώνει
και τότε αυτός συνήθιζε γελώντας τρανταχτά
με το 'να χέρι του ψηλά πολύ να με σηκώνει

Μες στο τεράστιο σώμα του είχε μια αθώα καρδιά
κάποια νυχτιά μέσα στο μπαρ Ρετζίνα στη Μαρσίλια
για να φυλάξει εμένα από έναν Ισπανό
έφαγε αυτός μια αδειανή στην κεφαλή μποτίλια

Μια μέρα τον αφήσαμε στεγνό απ' τον πυρετό
πέρα στην ʼπω Ανατολή να φλέγεται να λιώνει
θεέ των μαύρων, τον καλό συγχώρεσε Γουίλ
και δώσ' του εκεί που βρίσκεται λίγη απ' την άσπρη σκόνη

  1. - Τι έγινε μητσάκο, πώς πάμε; Πρηζόμαστε, πρηζόμαστε;
    - Το κατά δύναμιν φίλος... Τώρα μόλις πήγα και πήρα μια πρωτεΐνη, καινούρια μάρκα... Για να δούμε πως θα μας πάει...
    - Είσαι αδιόρθωτος αγόρι μου. Εφτακόσα ευρά παίρνεις όλα κι όλα, και πας και τ' ακουμπάς σε σκόνες και μαλακίες. Έτσι το μόνο που πρήζεται είναι η τσέπη του κωλοέμπορα, όχι εσύ...
    - Καλά, μην το λες, έχω δει διαφορά σε σχέση με πριν...
    - Τι διαφορά και αρχίδια με τη ρίγανη μου λες ρε μητσάκο... Αφού σου 'χω πει, δε θέλει κόπο, θέλει τρόπο... Βάλε λίγο φαρμακάκι καημένε κι έχεις τουμπανιάσει πριν το πάρεις χαμπάρι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεκίνησε ως συνθηματικό τοξικομανών και στην πορεία διαδόθηκε ευρύτερα. Όρος-ομπρέλα, που κανονικά περιλαμβάνει όλα τα εργαστηριακώς παρασκευασμένα ναρκωτικά, όσα δηλαδή έχουν υποστεί χημική επεξεργασία. Στην πράξη όμως αναφέρεται σχεδόν πάντα στα κάθε είδους χάπια (καργιόλια, τρελόχαπα, βαρβιτουρικά, υπνοστεντόν, παραισθησιογόνα κλπ κλπ). Η πρέζα και το κοκορέτσι, αν και έχουν υποστεί χημική επεξεργασία, σπανίως χαρακτηρίζονται ως χημεία (ίσως γιατί διατίθενται τόσες και τόσες άλλες απίθανες σλανγκιάρικες ονομασίες για τη χάρη τους).

Υπάρχει ωστόσο άλλος σοβαρότερος λόγος που η ηρώ και το κοκόρι δεν συμπεριλαμβάνονται στη χημεία. Η «χημεία», σε αντίθεση με τα «φυσικά» ντραγκς (χόρτο του θεούλη κ.λπ.), έχει χρεωθεί γενικώς με «καψίματα» και μόνιμες εγκεφαλικές βλάβες. Καψίματα θεωρείται πως προκαλούν κυρίως τα χάπια. Εξ ου και η ταύτιση χαπιών και χημείας. Αντίθετα, οι σκόνες μπορεί να 'χουν χίλιες δυο άλλες παρενέργειες, αλλά αφήνουν ανέγγιχτο το μυαλό - και καλά.

Τον όρο μεταχειρίζονται συχνά οι κλασικοί χασικλήδες (αυτοί δηλαδή που συνειδητά δεν έχουν μπλεχτεί με τα πιο χοντρά) για να διαχωρίσουν τη θέση τους από τους καμένους χαπάκηδες. Μνημειώδης η χασικλίδικης προέλευσης προτροπή: «Φίλε πιες ό,τι άλλο γουστάρεις, μόνο μακριά από χημείες. Θα κάψεις φλάντζα».

Αυτός τώρα ο διαχωρισμός του «χημικού» και του «φυσικού», του «τεχνητά παρασκευασμένου» και του «φυσικά παρασκευασμένου», σηκώνει πολλή συζήτηση. Καταρχήν είναι κι ο ίδιος κατασκευασμένος (constructed). Διότι σε τελική ανάλυση όλα φυσικά είναι. Απ’ την ίδια γη βγήκαν όλα, δεν ήρθαν απ’ το υπερπέραν. Όπως έχει πει κι ο Ουμπέρτο Έκο με το γνωστό χιουμοράκι του, «ποιος μπορεί πλέον να ισχυριστεί ότι η τηλεόραση δεν είναι κάτι φυσικό;» Τα ‘χει πει κι ο Μπωντριγιάρ, και πολιτισμικοί ανθρωπολόγοι και γλωσσολόγοι και θεωρητικοί του πολιτισμού.

Ωστόσο κάποιοι βαθιά νυχτωμένοι τσοπάνηδες εξακολουθούν να τα θεωρούν όλα αυτά ψευτοκουλτουριάρικες μεταμοντερνιές. Είναι αυτοί που ξεχωρίζουν το «αγνό χασίσι» (που πάει πακέτο με χύσι και επιστροφή στη φύση) από τα σκευάσματα των δόλιων πολυεθνικών φαρμακευτικών. Είναι οι ίδιοι που απορρίπτουν τα στεροειδή στον αθλητισμό, κι απ’ την άλλη καταβροχθίζουν τόνους χοληστερίνης, καπνίζουν σαν αράπηδες, ξιδιάζουν σα νεροφίδες, ο κώλος τους έχει βγάλει φύκια απ’ το καθισιό, κι απ’ τη μπάκα δε βλέπουν τον πούτσο τους…

- Ρε φίλε, άκουσα πως ο Μητσάκος έμπλεξε με χημείες και τα ρέστα...
- Αλήθεια είναι. Ο τύπος την έχει κάνει για Κάιρο μεριά...
- Τόσο τσιμπούκι έγινε; Κρίμα ρε πούστη, κι ήτανε ξηγημένο παλικαράκι...
- Κι από ντραγκς τίποτα, μόνο κανά μπαφάκιστο ξεκούδουνο, έτσι για την πλάκα..
- Εκείνο το παρτάλι που τραβιότανε πρέπει να τον έχωσε.
- Ναι την καριόλα γαμώ το σπίτι της... Και του 'χα πει να την προσέχει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική σλανγκ τοξικομανών.

Η Μεγάλη Έλλειψη.

Όταν η ντρόγκα εξαφανίζεται απ' την αγορά. Τότε ακριβώς λέμε πως έπεσε σταλία.

Η σταλία μπορεί να οφείλεται σε μια πλειάδα διαφορετικών λόγων.

Παίζει να δέσανε πολλούς μαζεμένους (μπαράζ συλλήψεων, δλδ) κι όσοι τη σκαπουλάρανε να χώθηκαν στην τρύπα τους περιμένοντας να κοπάσει η μπόρα.

Παίζει κανά βαπόρι απ' την Περσία να πιάστηκε στην Κορινθία.

Παίζει το όλο σκηνικό να είναι στημένο, η έλλειψη να είναι δλδ τεχνητή, για να σπρώξουν τα μεγάλα κεφάλια το πράμα που γουστάρουν.

Και πέρα απ' αυτό.

Το άνοιγμα και το κλείσιμο της κάνουλας αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Μια διαλεκτική αμείλικτη. Τα ντραγκς έχουν τους δικούς τους κανόνες, υπακούν όμως πάντα στους θεμελιώδεις νόμους της αγοράς.

Όταν κάτι προσφέρεται σε πρώτη ζήτηση, δε το εκτιμάς ιδιαίτερα. Πρέπει να σε χτυπήσει της σταλίας ο νόμος για να νιώσεις την καψούρα. Μόνο η Καψούρα οδηγεί στη Μαστούρα. Οι συνειδητοποιημένοι χρήστες τα ξέρουν αυτά, και δεν τρελλαίνονται όταν πέφτει σταλία. Δεν ψαρώνουν επίσης με την πιο λάιτ εκδοχή της σταλίας, το περίφημο Στήσιμο, την Αναμονή, το Περίμενε. Νταραβέρι χωρίς στήσιμο απλά δεν υπάρχει. Είναι το πρώτο πράγμα που μαθαίνει κανείς όταν μπλέξει τα μπούτια του με τα ντραγκς. Πασίγνωστο το I'm waiting for the man. Η αναμονή μπορεί να κρατήσει και για πάντα. Μπορεί επίσης η άκρη σου να σκάσει μόνο για να σου πει πως παίζει μόνο πράμα β' διαλογής και καλά θα κάνεις να περιμένεις λίγο καιρό να σκάσει η καλή παρτίδα.

Τα αρρωστάκια όμως (που κάποτε έλεγαν «φιλαράκι, έχεις ένα κατοστάρικο;» και μετά το γύρισαν σε «φιλαράκι, έχεις ένα ευρώ;» - γαμημένο ευρώ τι μας κάνεις) έχουν εγκαταλείψει τέτοιες πολυτέλειες. Αυτοί θα αγοράσουν ότι υπάρχει, ότι τους δώσουν ... Αλλιώς θα την πληρώσει κανένα φαρμακείο: τρελαμένοι πρεζάκηδες μεταμορφώνονται σε drugstore cowboys. Τι άλλο να κάνουν;

Βιβλιογραφία: Λεωνίδας Χρηστάκης - Μάρκος Επάρατος, Το Λεξικό της Ντάγκλας, εκδ. Opera, Αθήνα 1995

«Η γλώσσα των τοξικομανών είναι μια μορφή της λαϊκής μας γλώσσας, όπου οι αξίες, τα αισθήματα, η αλληλεγγύη, η συνενοχή, η κοινωνική κριτική, η αμφισβήτηση, συγκροτούν τη δική τους αντίσταση, όπου η σημειολογία της γλωσσικής αμφισβήτησης οδηγεί τον αναγνώστη στον εντοπισμό μιας άλλης στάσης μπροστά στα κοινωνικά, ηθικά και πολιτικοϊδεολογικά ζητήματα του σύγχρονου κόσμου»

Γιάννης Πανούσης, καθηγητής Εγκληματολογίας πανεπ. Θράκης.

.............

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified