Συλλαβικός αναγραμματισμός της λέξης γκόμενα.
Γνώρισα χθες μια μεναγκό σούπερ!
Got a better definition? Add it!
Προέρχεται από συλλαβική αντιστροφή των λέξεων της φράσης μέλι-γάλα και έχει την ίδια σημασία.
- Λιμέ-λαγά με τη Μαρία, δεν πήρε χαμπάρι τίπτις...
βλ. χριστιανοσλάνγκ
Got a better definition? Add it!
Συλλαβικός αναγραμματισμός της λέξης τσό-ντα.
(Ηχητικά η λέξη παραπέμπει στην μάρκα Datsun και ίσως γι' αυτό επικράτησε στα ποδανά, καθώς είναι φορτισμένη και με τους συνειρμούς που προκαλεί η συγκεκριμένη μάρκα).
- Το παιχνίδι χθες ήταν πολύ ντατσό!
Got a better definition? Add it!
Πρόκειται για ποδανή λέξη, και προέρχεται από γνωστό υπερρεαλιστικό ποίημα των ποδανών, το εξής:
Ο τσάρος, που;
κι ο νάρος μου,
τα δυο να βουλώνουν, μα...
Για τους ποδανόφωνους, ο τσάρος δεν είναι άλλος από τον πούτσαρο.
Λακαμά, χθες δίβρα ρασαπέ από την Νηέλε και της πέταξα έναν τσάρο....
Got a better definition? Add it!
Άλλος τρόπος για να πει κανείς πάρε τον πούλο, με το τσάκα να βγαίνει από το τσάκωσε (=πάρε) και την τσαπού να είναι τα ποδανά για το τρίτο το μακρύτερο. Σημαίνει πάρ' τ' αρχίδια μου, αλλά και επιθετικότερα άντε γαμήσου ή σπάσε.
Πολλές φορές χρησιμοποιείται και σαν σύνθημα: τσάκα την τσαπού, ολέ ολέ!
- Άντε, θα παίξεις τάβλι; Μια ώρα κάνεις να ρίξεις!
- Εξάρες, κέρδισα! Τσάκα την τσαπού!
- Φτού!...
(Ζευγάρι φλώρου-υπεργκόμενας περνάει, κάποιος κοιτάζει τα μπούτια της γκόμενας και ο φλώρος ζητάει τα ρέστα)
- Τι κοιτάς ρε, θέλεις τίποτα;
- Τσάκα την τσαπού φιλαράκι γιατί θα βρέξει σφαλιάρες!
Got a better definition? Add it!
Published
Το τσιμπούκι στα ποδανά.
Σήμερα θα βγω για πρώτη φορά με το γκομενάκι που γνώρισα στην Πάρο. Πιστεύω ότι, στην καλύτερη περίπτωση, θα γίνει μόνο μπουκιτσί.
Got a better definition? Add it!
Το τσιγάρο στα ποδανά. Δεν θα πρέπει να συγχέεται με τον γάρο.
Ψηλέ, έλα να σκίσουμε ένα γαροτσί πριν μπούμε στο σινεμά.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Τα μπουκάλια στα ποδανά.
- Όλο καλιαμπού και ψουψουψού στη μέση του μπλοκ, μπροστά στον κόσμο, τον πήρανε χαμπάρι και οι πέτρες ....
- Αφού είναι πύρκαυλος ο μικρός...έχει χαβά πάντως...
- Ρε της ψωλής του το χαβά έχει, αλλά τέσπα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ποδανά (ανάποδα) η λέξη ουίσκι, δηλαδή το πασίγνωστο και ιδιαίτερα προσφιλές σε όλους απεσταγμένο αλκοολούχο ποτό.
(εισβάλλοντας στο δωμάτιο) - Ξεκαβατζωθείτε μαλάκες, τα έχω δει τα ξιου που έχετε κρυμμένα!
Got a better definition? Add it!