Βρακί [sic] αυτοκινήτου / εσώρουχο με τρύπα: αποκαλείται το εσώρουχο με τρύπα στο επίμαχο σημείο (βλ.μήδια).

Η σχετική τρύπα προσφέρει εύκολη πρόσβαση χωρίς να χρειαστεί να ξεβρακωθείς εντελώς σε αυτό το τόσο άβολο (αλλά και τόσο ερεθιστικό κατά περίπτωση) χώρο διεξαγωγής σεξουαλικών περιπτύξεων.

Απλά σηκώνεις το μινάκι και γίνεται η δουλειά όπως πρέπει.

Βεβαίως το ίδιο εσώρουχο μπορεί να φορεθεί παντού, στο σπίτι, στο γραφείο, στην εκδρομή και προσφέρει την αβάντα της άμεσης αρπαχτής.

Ας σημειωθεί ότι οι κυρίες καλύτερα να το δοκιμάζουν πρώτα, δεδομένου ότι η τρύπα του βρακιού δεν είναι απαραίτητο ότι θα συμπέσει με την τρύπα του αιδοίου. Αν διαθέτουμε μεγάλο κώλο ή είμαστε ψηλές, μπορεί η τρύπα να βρεθεί στο ηβικό οστό, οπότε τσάμπα τα λεφτά.

(στο κατάστημα εσωρούχων)
- Ρένα μου, ήρθα με κέφια για κάτι καλό, τί μου 'χεις;
- Έλα, ήρθες στον άνθρωπό σου, έχω φέρει κάτι καλά αυτοκινήτου να τον αφήσεις σέκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για τους μαραγκούς και τους μηχανικούς, η σφήνα έχει μια καθωσπρέπει έννοια, την οποία όλοι γνωρίζουμε και γω βαριέμαι να αναπτύξω εδώ. Θα ασχοληθώ με τις σλανγκ σφήνες, τουτέστιν:

  1. Το να φυτρώνεις εκεί που δεν σε σπέρνουν, το να χώνεσαι ανάμεσα στο νταραβέρι δύο ανθρώπων μπλοκάροντάς τους, ακριβώς όπως μια σφήνα χώνεται πχ κάτω από ένα παραθυρόφυλλο και το ακινητοποιεί, παρόλο τον αέρα.

  2. Στο οδήγημα, το να κάνεις σφήνες είναι το να χώνεσαι με ευελιξία και ταχύτητα ανάμεσα στα άλλα εν κινήσει αυτοκίνητα. Ακόμα καλύτερα είναι να το καταφέρνεις ήσυχα (όσο και γοργά), χωρίς να αναβοσβήνεις τα φλας ή τα προβόλια. Κάνοντας σφήνες ελίσσεσαι πολύ γρηγορότερα απ' όλους που πήζουν στην κίνηση. Βρίσκεσαι σε κατάσταση μόνιμου στοιχήματος με τον εαυτό σου και με τους άλλους: βάζεις σημάδι κάποιο ευδιάκριτο όχημα και κοιτάς αν πράγματι προχωράς μες τον χάος ή αν ο μύθος με τον λαγό και τη χελώνα έχει βάση (και έχει, πολλές φορές).

Το οδήγημα αυτό χαρακτηρίζει τους καυλοτίμονους εν γένει, αλλά δεν είναι πάντα γοητευτικό. Είναι καταστροφικό αν είσαι άπειρος οδηγός ή ηλίθιο καυλόγκαζο. Είναι επίσης εκνευριστικότατο όταν γίνεται από ταξιτζή. Ο καλός οδηγός δεν είναι ντε και καλά ο καυλιάρης, είναι αυτός που με το γάντι υπερέχει όλων, χωρίς να έχει προκαλέσει ατύχημα σε ανθρώπους ή ζώα και χωρίς να το κάνει σκόπιμα ώστε να εκνευρίσει τους άλλους. Ανάλογα με το ποιον της σφήνας κρίνεται και ο οδηγός.

  1. Εξάρτημα που χρησιμοποιούν οι κιθαρίστες (pin)

  2. Αξεσουάρ σεξουαλικής διέγερσης για πρωκτικό σεξ.

  1. - Και μετά;
    - Ε τι και μετά, μετά μπήκε σφήνα στη συζήτηση η μάνα της και τα γάμησε όλα. Πάνω που είχαμε ηρεμήσει, ξαναπήρε ο καυγάς.

  2. - Ρε μαλάκα, κοφ' τις μαλακίες, σου έχω πει ότι όταν οδηγείς το αμάξι μου δε γουστάρω σφήνες και καγκουριλίκια...
    - Ε όχι και γκάγκουρας εγώ, δεν το σπάω το αμάξι, το πάω μαλακά, βελούδο... όχι και γκάγκουρας...

  3. Πέρασε την καινούρια χορδή μέσα στον καβαλάρη και τράβηξέ την μέχρι το μεταλλικό τερματικό να «πιάσει» πάνω στο ξύλο. (και ενοείται ότι εφόσον «πιάσει» το μεταλικό τερματικό στο ξύλο, τότε βάζουμε την «σφήνα». Εάν μπεί η σφήνα (ή pin ή πέστε το όπως επιθυμείτε) , ενώ το μεταλλικό τερματικό δεν έχει «πιάσει» στην κάτω οπή του καβαλάρη, τότε κατά το κούρδισμα «τραβιέται» πρός τα πάνω, με αποτέλεσμα πα σπάει ή χορδή...).

  4. - Ρε συ το έμαθες ότι η Σταματία και ο Λάκης χώρισαν;
    - Ναι ρε, πώς έγινε αυτό τόσο ξαφνικά;
    - Καλά, πέθανα στα γέλια όταν τό 'μαθα... Χώρισαν γιατί αυτός της χάρισε για τα πέντε τους χρόνια μια σφήνα που αγόρασε από ένα σεξομάγαζο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Κλασικό, κυρίως καλοκαιρινό φαγητό που αποτελείται από γεμιστές μελιτζάνες με κιμά, το σχήμα και το χρώμα του οποίου θυμίζει μικρού μεγέθους υποδήματα.

Εν ολίγοις κόβουμε μελιτζάνες κατά μήκος και τις αδειάζουμε για να τις γεμίσουμε με κιμά, τον οποίο τσιγαρίζουμε με λάδι και κρεμμύδι και τον σβήνουμε με κρασί, ενώ προσθέτουμε ντομάτες ψιλοκομμένες, αλάτι, πιπέρι, κανέλα και μπαχάρι. Τέλος βάζουμε από πάνω ότι τυρί που λιώνει και ψήνουμε στους 180 βαθμούς μέχρι να να ψηθούν οι μελιτζάνες.

  1. Ελαστικά επιθέματα που βρίσκονται στους σιαγόνες των φρένων των ποδηλάτων και τα οποία εφάπτονται με πίεση επί της στεφάνης στη ζάντα του τροχού κατά το φρενάρισμα, δημιουργώντας έτσι μέσω της τριβής, σημαντική επιβράδυνση.

Με λίγη φαντασία τα επιθέματα αυτά θυμίζουν μικρού μεγέθους υποδήματα.

Συνώνυμα: τακούνια, τακάκια.

  1. Κλασική κι αγαπημένη συνταγή! Έτσι ακριβώς κάνουμε κι εμείς τα παπουτσάκια, μόνο που δεν ξεπικρίζουμε ποτέ τις μελιτζάνες. (εδώ)

  2. Αν λάδι ή γράσο έρθει σε επαφή με τα παπουτσάκια θα πρέπει να τα αντικαταστήσετε, διαφορετικά ενδέχεται να μην λειτουργούν (εδώ)

Ακριβώς αυτό. (1) (από PUNKELISD, 03/11/11)Ακριβώς αυτό. (2) (από PUNKELISD, 03/11/11)(από GATZMAN, 04/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι ενδιάμεσο μεταξύ γνησίου και ιμιτασιόν ανταλλακτικού αυτοκινήτου ή μηχανής.

Ο όρος αναφέρεται είτε σε ιμιτασιόν ανταλλακτικά που προέρχονται όμως από επώνυμες εταιρίες είτε σε ανταλλακτικά που έχουν κατασκευαστεί με τα μηχανήματα της ορίτζιναλ εταιρίας, τα οποία όταν σταμάτησε η παραγωγή/υποστήριξη του μοντέλου, βγήκαν στο σφυρί και αγοράστηκαν από μικρή εταιρία η οποία και συνέχισε την παραγωγή των.

Στην πρώτη περίπτωση τα ανταλλακτικά μπορεί να είναι ακόμα και καλύτερα από τα ορίτζιναλ λόγω τεχνικών βελτιώσεων. Στη δεύτερη περίπτωση, είναι μεν κατασκευασμένα με τα ορίτζιναλ μηχανήματα αλλά χωρίς τη συντήρηση και τις προδιαγραφές της ορίτζιναλ εταιρίας.

Μοναδική εγγύηση για το βαθμό γνησιότητας αποτελεί ο λόγος του μάστορα.

- Εκατό ευρώ για ένα ιμιτασιόν;!
- Δεν είναι ιμιτασιόν κυρία μου! Είναι γνήσιο ιμιτασιόν!

Γνήσια ανταλλακτικά Kayaba για Toyota (από ταμπέλα στη Λιοσίων)

(από electron, 23/09/10)(από Vrastaman, 26/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δούκας ονομάζεται στην μηχανόβια αργκό η motard μηχανή ΚΤΜ Duke.

Ονομάστηκε έτσι, καθώς Duke = Δούκας στα αγγλικά.
Είναι δημοφιλής μηχανή στον κύκλο των νέων λόγω του σχεδιασμού της και των επιδόσεων της. Είναι γνωστή για τα προβλήματα της και τις συχνές επισκέψεις της στα συνεργεία.

Ο κάτοχος της είναι συνήθως 20-30 ετών, φραγκάτος και με ύφος σαράντα καρδιναλίων. Οι οδηγικές του ικανότητες εκφράζονται μέσω της σούζας, της έλλειψης κράνους και της μηχανής που ποτέ δεν ισιώνει στον δρόμο. Παράδειγμα προς αποφυγή.

  1. Ρε τα έμαθες; Ο Μιχάλης αγόρασε έναν δούκα!
    — Ήξερα ότι είναι μαλάκας ο Μιχάλης αλλά όχι και τόσο! Πεταμένα λεφτά...

  2. — Ο τελευταίος δούκας έχει πάθει κρίση ταυτότητας. Είναι motard ή naked;
    — Θα σου πώ εγώ τι είναι... μαλακία είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουλός είναι και ένα εξάρτημα που τοποθετείται στο τιμόνι, συνήθως φορτηγού ή λεωφορείου, και μπορεί ο οδηγός να στρίψει γρήγορα και με το ένα χέρι.

Eυτυχώς έβαλα κουλό στο φορτηγό και δεν ταλαιπωρούμαι...

(από panman_gr, 12/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τουλάστιχον τέσσερεις μεγάλες κατηγορίεςσλανγκικής γουρούνας:

- Σε πρώτη αιτία θανάτου, έχουν ανέλθει οι… τετράτροχες «γουρούνες», με τα τροχαία να σημειώνονται το ένα μετά το άλλο.
(εδώ)

- ΔΕΝ ΝΤΡΕΠΕΣΑΙ ΛΙΓΟ ΝΑ ΛΕΣ ΕΥΤΥΧΩΣ ΠΟΥ ΠΕΘΑΝΕ ΚΑΠΟΙΟΣ. ΟΤΙ ΛΕΣ ΝΑ ΤΟ ΠΑΘΕΙΣ ΜΩΡΗ ΚΑΙ ΓΟΥΡΟΥΝΑ. ΑΠ ΤΟ ΘΕΟ ΘΑ ΤΟ ΒΡΕΙΣ...
(κράξιμο στα φωναχτά, εδώ)

- Γυναίκα: Αγάπη μου πάχυνα;
- Αντρας: Οχι μωρό μου, κούκλα είσαι..
- Γυναίκα: Μα όχι, έγινα σαν βόδι, έκανα κώλο, μπούτια, πώπω…χάλια…
- Αντρας: Οχι ρε μωράκι μου, είσαι πιο ωραία από ποτέ..
- Γυναίκα:Μην επιμένεις…Πάχυνα…
- Αντρας:Ε, καλα…Μπορεί να πήρες κανένα κιλάκι..σιγά…
- Γυναικα:ΤΙΙΙΙΙ;;; Με θεωρεις χοντρη; τέρας; γουρουνα;…(και εδω μπαίνουν τα κλαμματα….)
(ατάκες γύρω από το σεξ και την αγάπη, εδώ)

- Τα πυροτεχνήματα, τα βεγγαλικά και κροτίδες πάντως έχουν κάνει ήδη την εμφάνισή τους σε πάγκους μικροπωλητών, σε μίνι μάρκετ, σε ψιλικατζίδικα, σε περίπτερα, ακόμη και σε φούρνους. Μάλιστα οι γνωρίζοντες τα ζητούν με τις ειδικές ονομασίες τους όπως «γουρούνες», «σκορδάκια», «σφυρίχτρες», «κρακεράκια», «παγίδες» και άλλα.
(εδώ)

- Από αστυνομική πηγή έγινε γνωστό ότι ο συλληφθείς στη Μήλο, πριν από τη σύλληψή του, τηλεφώνησε στη μητέρα του και της είπε να κρύψει τις «γουρούνες». Στην κατοχή του βρέθηκαν αυτοσχέδιοι εκρηκτικοί μηχανισμοί, που αποκαλούνται «γουρούνες», ενώ ίδιοι μηχανισμοί κατασχέθηκαν στο εργαστήριο της μητέρας του στην οδό Σόλωνος 94, στην Καλλιθέα.
(εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης και μαμά και μανίσιο.

Νεολογισμός που αναφέρεται σε ανταλλακτικά παντός τύπου. Παραχθείς από τη λέξη μάνα, αναφέρεται σε ανταλλακτικά μηχανών, μηχανημάτων και γενικότερα συσκευών, τα οποία προέρχονται από το εργοστάσιο κατασκευής. Ο κατασκευαστής με άλλα λόγια, ταυτίζεται με τη μάνα, είναι αυτός που «γεννάει» το ανταλλακτικό.

Συχνότατα, και ειδικά στην επαρχία, παρατηρείται πτώση του «ι» προ του «ο», με αποτέλεσμα να προφέρεται κοφτά (μανίσο). Είμαι αυτήκοος μάρτυς και σε συζήτηση με τεχνικό/ψυκτικό, ερωτηθείς αν το κλιματιστικό του αυτοκινήτου είναι «μανίσιο».

  1. Αγγελία πώλησης στο διαδίκτυο (Ι):
    Θέμα: Μανίσιο ηχοσύστημα Aura (Αναγνώστηκε 231 φορές)

  2. Αγγελία πώλησης στο διαδίκτυο (ΙΙ):
    Ζητήται μανίσιο μεσαίο κομμάτι εξάτμισης 206 1.6 16v (sic)

  3. Σχόλιο διαδικτυακού forum:
    ΠΑΙΔΙΑ ΔΕΝ ΚΟΛΛΑΕΙ ΜΕ ΚΑΜΙΑ ΠΑΝΑΓΙΑ!! ΠΟΛΥ ΚΟΦΤΟ! ΜΑΝΙΣΙΟ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΜΑΝΙΣΙΟ!!!!!!!!!!!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φώκια ή υγρή φώκια: ειδικό στεγανοποιητικό υγρό, κυρίως για ψυγεία αυτοκινήτων τα οποία έχουν τρυπήσει ή έχουν υποστεί ρωγμή.

To υγρό στη σύστασή του περιέχει ρινίσματα χαλκού και αλουμινίου, τα οποία στην προσπάθειά τους να διαφύγουν από το ελαττωματικό σημείο, το φράζουν και σταματάνε έτσι τη διαρροή.

Μια κλασική μέθοδος αντιμετώπισης αυτού του προβλήματος στα παλιότερα χρόνια (αλλά και στις μέρες μας ως λύση ανάγκης), ήταν η χρήση ελληνικού καφέ, όπου οι κόκκοι του παίζανε το ρόλο των σημερινών ρινισμάτων, ενώ κάποιες φορές γινόταν χρήση ακόμα και λουκουμιού.

Ενδιαφέρον ωστόσο έχει η ετυμολογία του λήμματος, καθώς η ονομασία του υγρού προέρχεται από την χειρότερη μετάφραση που μπορεί να επιλέξει κανείς, ανάμεσα στις δύο βασικές σημασίες της αγγλικής λέξης «seal», από το πλήρες «liquid seal», που αναγράφεται πάνω στη συσκευασία του στεγανοποιητικού υγρού και που εκτός των άλλων σημαίνει και «επισφράγιση - στεγανοποίηση».

Τέλος να σημειωθεί πως, αν και πειραματικά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε άλλου είδους διαρροές, όπως σε λέβητες, σε καλοριφέρ, σε ηλιακούς κ.λπ.

- Το λοιπόν, έχε μου εμπιστοσύνη. Η διαρροή μόνο με έναν τρόπο σταματάει πλέον.
- Δηλαδή.
- Απλά θα βάλουμε φώκια στο ψυγείο.
- Ααα! Άλλο τρόπο να βρεις. Εγώ είμαι μέλος της MOm.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1. Εξάρτημα-εργαλείο συγκράτησης, γνωστό κυρίως από τους ηλεκτρονικούς.

Στην ουσία είναι ένα μεταλλικό μανταλάκι με οδοντωτά άκρα μπροστά και μονωμένα τα πίσω (μύδι #1). Το ένα από τα δύο πίσω άκρα είναι ενωμένο είτε με καλώδιο, είτε με ένα σταθερό στέλεχος (μύδι #2), όπου (αυτό το τελευταίο) βοηθάει αργυροχρυσοχόους, μοντελιστές, ηλεκτρονικούς και λοιπούς να συγκρατούν προς επεξεργασία διάφορα μικροαντικείμενα, εξαρτήματα και τέτοια.

Αν το ένα από τα δύο πίσω άκρα τώρα είναι ενωμένο με καλώδιο, το άλλο άκρο του θα καταλήγει είτε σε άλλο κροκοδειλάκι (μύδι #1α) (ώστε να γίνονται πρόχειρες ηλεκτρολογικές συνδέσεις, όπως για παράδειγμα όταν μένουμε από μπαταρία και εξυπηρετικός άνθρωπος μας δίνει λίγο ρεύμα από την μπαταρία του[μύδι #1αα]), είτε σε υποδοχές για ηλεκτρονικό πολύμετρο (μύδι #1β) (ώστε να πιάνει το προς μέτρηση σημείο με αποτέλεσμα σταθερότερη μέτρηση).

Η ονομασία προήλθε από το σχήμα που θυμίζει το κεφάλι του γνωστού ερπετού.

2. Τα είδη ένδυσης της εταιρίας Lacoste, λόγω του λογοτύπου της (μύδι #3).

3. Είδος ανυψωτικού μηχανισμού (γρύλου) που κάνει την εμφάνισή του σε όλα τα βουλκανιζατέρ και τα συνεργεία αυτοκινήτων (μύδι #4).

Τα κύρια σημεία του γρύλου είναι ο λεβιές, ο υδραυλικός μηχανισμός και το σημείο ανύψωσης. Έτσι η κίνηση από το λεβιέ μεταφέρεται μέσω του υδραυλικού μηχανισμού στο σημείο ανύψωσης με τρόπο που βασίζεται στην αρχή λειτουργίας της τρόμπας.

Έχει επικρατήσει λόγω της ευχρηστίας του και της αντοχής του. Διαθέτει ροδάκια και μεταφέρεται εύκολα ελκόμενος από το λεβιέ με τον οποίο γίνεται και η ανύψωση ενώ αντέχει την κακομεταχείριση του συνεργείου και τα μεγάλα βάρη αυτοκινήτων και ημιφορτηγών.

Πιθανολογώ ότι η ονομασία δόθηκε από την νοητή ομοιότητα με το γνωστό ερπετό παραλληλίζοντας τις ρόδες με τα πόδια του ζώου και τον λεβιέ με την ουρά του.

4. Πεταλουργικό εργαλείο το οποίο μοιάζει με ιδιόμορφη μεγάλη πένσα και επιτυγχάνει την σύσφιξη του πετάλου, μετά την τοποθέτηση και το κάρφωμά του στην οπλή (δηλαδή έτσι + μύδι #5).

Κι εδώ έχουμε την προέλευση της ονομασίας από την, κατά κάποιο τρόπο, ομοιότητα με το εν λόγω ζώο.

  1. Πανεύκολο! Απλά με ένα κροκοδειλάκι, αυτό με το καλώδιο, ένωσε τις δυο επαφές και δες αν δίνει τάση 5V, αν όχι θα φταίει 'κείνο 'κει το παπαράκι που είναι πίσω από την δίοδο που είναι δεξιά από την φακή.

  2. Όλο δεν έχει δουλειά και δεν έχει δουλειά ο Παναγιωτάκης και όλο με κροκοδειλάκια σκάει στη καφετερία!

  3. - Ρε μάστορα, αφού το ανυψωτικό δεν κουνάει τι το έβαλες πάνω το αμάξι;
    - Α, ναι. Ε, κατέβασ' το απ' το ανυψωτικό, πάρε τα τέσσερα κροκοδειλάκια, σήκωσε και χώσου. Άντε!
    - (Η ασφάλεια πάει περίπατο γμτπνγμ!)

  4. Τέλος, με το κροκοδειλάκι σφίγγουμε το πέταλο στην οπλή, λιμάρουμε, γυαλίζουμε και είμαστε έτοιμοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified