Έκφραση που χρησιμοποιούμε για να δείξουμε ότι μια γυναίκα είναι αγάμητη, αραχνομούνα.

- Πω ρε μαλ, κοίτα πώς με κόβει το πουρί απέναντι ρε! Λέω να πάω να της μιλήσω.
- Ποια ρε μαλ ναούμ;
- Αυτή ρε η ξανθιά. Ωραία θείτσα ε;
- Ποια ρε, αυτή την ξέρω και πολύ καλά μάλιστα.
- Αλήθεια ρε; Είναι ελεύθερη; Πού μένει; - Απηδήτου και Αγάμου γωνία, τρέξε μαλάκα θα σου κάτσει η θεία και θα βατέψεις απόψε!
- Τρέχωωω!!!!

(από prasas, 19/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξοδεύω το χρόνο μου άσκοπα από δω κι από κει, αφήνοντας στην άκρη τις υποχρεώσεις μου, αντίστοιχο του κωλοβαράω.

- Σωτήρη πήγες στον τάδε πελάτη ;
- ....Όχι...
- Μαλάκα, πάλι πούτσιζες από το πρωί;!;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε συνέχεια της κατά senekas εκδοχής του όρου ψωλαρμενίζω, η έκφραση «εδώ καράβια χάνονται κι αυτός /-ή /-ό ψωλαρμενίζει» περιγράφει την ενασχόληση με τα επουσιώδη από το ανυποψιάστο υποκείμενο, όταν η κατάσταση είναι ιδιαιτέρως δύσκολη και η αποκλειστική ενασχόληση μόνο με τα απολύτως απαραίτητα είναι επιβεβλημένη.

Η στεριανή εκδοχή της θαλασσινής αυτής έκφρασης είναι το «εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται». Το πρώτο συνθετικό της έκφρασης δεν χρειάζεται συστάσεις: όταν κάτι καίγεται, πολλώ δε μάλλον όταν είναι όλος ο κόσμος, είναι προφανές ότι η κατάσταση είναι άκρως σημαντική και επείγουσα. Σ' ό,τι αφορά το δεύτερο συνθετικό για το καλλωπιζόμενο μουνί, οι εκδοχές είναι περισσότερες:

- Το χτένισμα και ο καλλωπισμός είναι μία μάλλον περιττή πολυτέλεια όταν έρχεται η συντέλεια του κόσμου λόγω πυρκαγιάς. Ακόμη περισσότερο αν μιλάμε για το χτένισμα του μουνιού, το οποίο στο φινάλε φινάλε και ποιος θα το δει υπό τις παρούσες συνθήκες;

- Πες πως θέλεις για κάποιον λόγο -ανεξήγητο σ' εμάς τους υπολοίπους- να το χτενίσεις. Ούτως ή άλλως, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων που υπάρχει κάτι για χτένισμα, η συγκεκριμένη κόμη είναι μικρή ή ανύπαρκτη και η ενασχόληση με το χτένισμά της, ακόμα και υπό ΚΣ, είναι άσκοπη.

- Όπως είναι γνωστό (και περίεργο), ο όρος μουνί χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει υποτιμητικά κάποιον ή κάποια (μουνί κλαμένο, μουνί της λάσπης και του αγρού, μουνίκακας), οπότε η έκφραση μπορεί να σημαίνει ότι ο αποδέκτης της οργής μας ασχολείται με μαλακίες ως μη όφειλε, χωρίς όμως άμεση ή έμμεση αναφορά στο γυναικείο γεννητικό όργανο.

Σημειώνεται ότι η συγκεκριμένη έκφραση χρησιμοποιήθηκε και από τον γνωστό κωμικό Χ. Κλυνν με διαλυτικά στους διφθόγγους -αι- και -ου- σε μία εποχή που η χρήση ρισκέ εκφράσεων και βωμολοχιών δεν ήταν εύκολη, ρίχνοντας στάχτη στα μάτια του συντηρητικού κοινού, αφού η κατανόηση του νοήματος δυσχεράνθηκε σημαντικά με την συγκεκριμένη εκφορά.

- Άντε ρε γαμώτο, το έργο ξεκινάει σε 10 λεπτά, πότε θα πάμε, πότε θα παρκάρουμε; Άντε! - Καλά ντε! Να σου πω... Να βάλω το εκείνο το μπουστάκι το λαχανί ή το άλλο το ξώπλατο με τις πέρλες;
- Α καλά... Εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα καλλιστεία. Διαδικασία - εκδήλωση ιδιαίτερα δημοφιλής, με εορταστικό περιτύλιγμα, κατά την οποία επιδεικνύονται πλήθος όμορφες (ο θεός να το κάνει, γιατί δεν ξέρουμε τί κρύβεται κάτω από τον σοβά) γυναίκες, καλλίγραμμες και, υποτίθεται, έξυπνες και χαριτωμένες (το μορφωμένες λέω να μην το βάλω, αν και μερικές θεωρούν ότι είναι κι απ' αυτό). Απώτερος στόχος της διαδικασίας αυτής που αναμεταδίδεται πάντα από την τηλεόραση και χτυπάει ένα γερό τοις εκατό τηλεθέασης είναι το βραβείο, το οποίο πρωτίστως θα προωθήσει τις αυτο-σκλάβες στην τηλεπιάτσα ή στη διαφήμιση και αργότερα στην αργή αλλά σταθερή κατανάλωσή τους από το τηλεκοινό. Το χειρότερο είναι όταν κάποιες υπερβαίνουν το όριο και πιστεύουν, οι κακομοίρες, ότι τους αξίζει κάτι καλύτερο σε αυτή τη ζωή, κάτι σε κουλτούρα ας πούμε, κάτι σε θέατρο, βλ. Βίκυ Κουλιανού. Εκεί παίζεται το αληθινό δράμα. Κλαψ. Σνιφ. Λυγμ.

- Τι κάθεσαι και βλέπεις εκεί ρε μαλάκα;
- Ωχου ρε πούστη, με το σχόλιο στο στόμα είσαι κάθε φορά... Άσε και κανέναν να χαζέψει λίγο το μουνοπάζαρο ρε φίλε....

(από ironick, 26/05/08)(από acg, 26/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published

Παίρνω τον πούλο ή Παίρνω (το) μπούλο (για τη Βόρεια Ελλάδα) ή σκέτο: (το) Μπούλο: την κάνω, με διώχνουν ή διώχνω. Πάρε μπούλο: φεύγα, καν' την. Παράγωγο ρήμα: (τη) μπουλεύω, Αόριστος: (τη) μπούλεψα

  1. - Χαχα! Τι έγινε ρε μαλάκα, σου έφαγε την γκόμενα ο Θανάσης ο χλιμίντζουρας; - Γαμώ το στανιό σου, πάρε μπούλο ΤΩΡΑ, μη σου γαμήσω!

  2. - Εεμ, Γιώργο, με τον Θανάση δεν έπαιξε τίποτα, λάθος σ' τα είπανε. - Το μπούλο τώρα, μωρή χαμούρα! Μπούλο είπαμε, γαμώ τον αντίθεό σου!

  3. - Και τι έγινε τελικά; Τον έδειρες το Θανάση; - Άσε, μόλις είδα τα μπράτσα του, τη μπούλεψα στο φτερό. Πόρτα στο Πρίβιλετζ, γάμα τα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κώλος, σημαίνει τελείως «μουνί».

Ζωρζ: Τί παίχτηκε εχθές με τον Χρηστάρα;
Ανρί: Άσε, γίναμε κώλος (τελείως μουνί δηλαδή).

Quel cul! (από Vrastaman, 30/10/09)(από Khan, 23/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πρώην προπονητής του Παναθηναϊκού Βίκτορ Μουνιόθ και ο παγκοσμίου φήμης Ιταλός προπονητής Φάμπιο Καπέλο. Αν κάποια μέρα αυτοί οι δύο συνεργαστούν θα κάνουν το πιο ενδιαφέρον προπονητικό δίδυμο της ιστορίας.

(από την εφημερίδα SPORTDAY)(σ.σ. απο σατιρική στήλη)
Ερώτηση στον Φάμπιο Καπέλο:
- Θα σας ενδιέφερε ο πάγκος του Παναθηναϊκού;
- Βεβαίως αρκεί να έχω για βοηθό τον Μουνιόθ.
Άρα καταλάβατε τι είδους προπονητικό δίδυμο θα έχει η Πανάθα του χρόνου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος κάνει λάθη και δικαιολογείται με άσχετες ή πολύ ασήμαντες δικαιολογίες.

- Πώς έπαιξες έτσι χθες ρε; Σαν ξυλοπόδαρος ήσουν.
- Ρε, δεν με βόλευε η μπάλα.
- Της στραβιάς της πούτσας, οι τρίχες την φταίνε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χαρακτηρίζει κάποιον που τα θέλει όλα δικά του, κάποιον που θέλει και την πίτα γερή και τον σκύλο χορτάτο, κάποιον που θέλει και τον Παναθηναϊκό πρωταθλητή και τον Ολυμπιακό στη Β Εθνική (ή το ανάποδο), κάποιον που σε τελική ανάλυση δεν ικανοποιείται με τίποτα.

- Κοίτα το μαλάκα, δεν φτάνει που κέρδισε το τζακποτ στο τζόκερ , παραπονιέται γιατί υπάρχει και άλλος νικητής. Εμ βρήκαμε μουνί εμ το θέλουμε και ξυρισμένο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως φυσική συνέχεια του σκίσε με ναύτη ν' αλλάξω ράφτη (βλέπε και το διάλογο που ακολουθεί του λήμματος), παρουσιάζουμε το πουλί του ναύτη, το οποίο λαμβάνεται σε καταστάσεις μεγάλης ήττας, φόλας και άλλα τέτοια.

Είναι απορίας άξιον πώς είναι δυνατόν να συνυπάρχουν στην γλώσσα φράσεις όπως το «ε, καλέ, ναύτη» και η φήμη φλώρικης θητείας που έχει το ναυτικό, με ατάκες τέτοιου τύπου, όπου το πουλί του ναύτη επικρέμαται ως δαμόκλειος πέοντας πάνω από το κεφάλι του δύστυχου ηττηθέντος, χωρίς να δημιουργείται καμία σύγχυση.

Πόλεμος πάντων πατήρ, που έλεγε και ο Ηράκλειτος, ο Ησίοδος έξυσε το μούσι του, παιδί, πιάσε μια μουσακά ακόμα. Ας αποδεχτούμε τις αντιφάσεις των οποίων η νεοελληνική διάλεκτος βρίθει και ας τρέξουμε γυμνοί στα λιβάδια σαν τα χίπια.

- Έδωσα και κει βιογραφικό, και αλλού και παρ' αλλού. Μόνιμη απάντηση: «θα σας πάρουμε εμείς τηλέφωνο».
- Τι να πω ρε φίλε... Τόσα χρόνια σπουδές μπίζνες αντμινιστρέσιον στην Αγγλία, και να μην μπορείς να βρεις μια δουλειά της προκοπής...
- Άσε, θα μου κόψει και η οικογένεια την επιχορήγηση... Το πουλί του ναύτη θα πάρω. Μάλλον με βλέπω γκαρσόνι.

"ε καλέ ναύτη" (από jesus, 20/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified