Further tags

Απευθύνεται σε ωραία έγκυο γυναίκα που συνεχίζει να έχει την σεξουαλικότητα της παρά την προχωρημένη εγκυμοσύνη της.

- Τι ωραίο μουνί είναι αυτό απέναντι ρε Σταύρο...
- Έγκυος είναι ρε μαλάκα....
- Γκαστρωμένο μου μουνί, του πούτσου μου μεζές!

(από Hank, 15/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα από διαφήμιση, απορρυπαντικού μάλλον, τη δεκαετία του '80. Χρησιμοποιείται στις μέρες μας για γκομενάκια που δεν κολλάνε πουθενά, είναι λίγο χαζομούνες, η λέξη «όχι» δεν υπάρχει στο λεξιλόγιο τους, και υποβάλλονται στα πιο βρώμικα, πρόστυχα και ταπεινωτικά γαμήσια που χωράει αντρικός νούς. Η γκόμενα που βγάζει γούστα.

- Πώς τα πάτε με τη Βαννέσα;
- Τέλεια φίλε μου, κώλο - πίπα την πηγαίνω.
- Έλα ρε; Κάνει και τέτοια;
- Τα κάνει όλα και συμφέρει σου λέω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που δεν ντρέπεται να κάνει αυτό που άλλες δεν κάνουν λόγω ηθικών αναστολών. (αντίθετο: μυξοπαρθένα)
Της αρέσει να ταλαιπωρεί ανεπανόρθωτα το προς διείσδυση πέος. Αλλά το αυτό πράττει και όταν το πέος βρίσκεται εκτός του κόλπου της ποικιλοτρόπως (πεοθηλασμός, χειρομαλάξεις, ποδομαλακία κ.λ.π.) Η βάσανος του πέους είναι τέτοια που ενίοτε τραυματίζεται (ως πετσάκι πρωτάρη ανδρός). Παρά την μη στενότητα του κόλπου της, έχει τον τρόπο να διαφαίνεται ως στενή και στενομούνα. Το γαμήσι σε όλο του Μεγαλείο.

- Πώς ήταν εχθές η Τασία; Καλή; - Μόνο καλή... Τα έδωσε όλα. Πουτσοξέσκιστρα η κυρία απο τις πολύ καλές. Ακόμη πονάει το καβλί μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ψώλα, η καριόλα, η χαρχάλα γυναίκα. Προφέρεται και «πατσαούρα». χωρίς «β».
Μεταφορική χρήση της «πατσαβούρας», του πανιού που χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό πατωμάτων: κάτι βρώμικο και χαμερπές δηλαδή.

- Μωρή πατσαούρα, με την αγαπημένη μου ποδοσφαιρική ομάδα!

Στα δεξιά ο Πατσιαβούρας (1988) (από PUNKELISD, 27/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Κλασική έκφραση ψόγου προς όσους δεν θέλουν να καταβάλουν προσπάθεια για την επίτευξη των στόχων (τους), όχι μόνο στη σεξουαλική αρένα αλλά και γενικότερα. Ολόκληρη η έκφραση είναι «εσύ θες και το μουνί στο πιάτο» σε διάφορες παραλλαγές, και είναι ένας πολύ πιο εύγλωττος τρόπος να πεις «συν Αθηνά και χείρα κίνει» ή «εσύ θες και το παξιμάδι βρεγμένο».

Απευθύνεται γενικά σε όσους θεωρούν ότι το σύμπαν τους χρωστάει, και αντλεί τη δύναμή της από την σπλατεροσουρεαλιστική εικόνα ενός αιδοίου σε πιάτο μόλις ακουμπισμένο στο τραπέζι από έμπειρο σερβιτόρο και με μαχαιροπίρουνα εκατέρωθεν (να μη συγχέεται, ωστόσο, νοηματικά με την παραπλήσιας εικονοπλασίας φράση μουνί με ρύζι).

αισθητικός συζητά με φίλη της

- Αναδουλειές Μάρω μου, το μουνί δεν έχει λεφτά, τώρα με την κρίση όλες κάνουν μπραζίλιαν στο σπίτι, μόνες, με φίλες, δεν ξέρω....
- Ε και συ βρε Λέλα, βάλε μια διαφήμιση στην τοπική εφημερίδα., δικτυώσου με κανένα καλλυντικάδικο....περιμένεις κι εσύ το μουνί στο πιάτο....
- Τι να σου πω βρε Μάρω, εσένα σ' έχωσε ο Κωνσταντίνος στο γραφείο και ησύχασες, νομίζεις εύκολο είναι για μας τις ελεύθερες επαγγελματίες....

Τροφή για τσανακογλύφτες (από Vrastaman, 03/12/08)(από Khan, 06/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Να δώσω και γω μια τρίτη ερμηνεία. Το ξέρω και με την έννοια του «πυρ και μανία», δηλ. έξαλλος και καβλωμένος για καυγά.

Ο Νάσος είναι μεγάλη κομπλέξα, δεν είναι να του πηγαίνεις κόντρα, δε δέχεται κουβέντα και γίνεται έξαλλος με την παραμικρή αντίρρηση. Φωνάζει, ουρλιάζει, του πετάγονται οι φλέβες, το μάτι του γυαλίζει, γάμησέ τα... Δεν ξέρω αν το εννοεί ή αν παίζει θέατρο, πάντως γίνεται πύρκαυλος και σε κάνει ρόμπα μπροστά σε όλους.

Got a better definition? Add it!

Published

Προ καιρού υπέβαλα στο δημόσιο πρόχειρο έκκληση για λήμμα που να ορίζει την εκνευριστική συνήθεια αρκετών γυναικών να φιλούν στο στόμα τον σύντροφό τους μετά της ολοκλήρωση μίας πίπας (μπλιάχ!).

Ο Γεώργιος Πρεζάκκης ανταποκρίθηκε με το ευρηματικότατο λήμμα Φιλοπίππου το οποίο αφ' ενός μεν συνδυάζει «αρχαιότητα, θέα, πίπα και ίππο» αφεδύο δε παραπέμπει στου Φιλοπάππου, «το πάλαι ποτέ στέκι για τσιμπούκι στο αυτοκίνητο (και πατάμε τα φρένα για σύνθημα να έρθουν οι ματάκηδες)».

Ωστόσο, το Σιδηρούν Προσωνύμιον έθεσε μια σκωπτική παρατήρηση, αφήνοντας μια πικρή επίγευση στα χείλη όλων μας: «υπάρχει και το φιλί μετά το γλειφομούνι, το η πίπα μετά τον κώλο και μετά φιλί (χα!) και όλ' αυτά που πρέπει να συμπεριληφθούν)». Κατέστησε λοιπόν επιτακτική την εύρεση ενός λιγότερο φαλλοκεντρικού λήμματος που να εμπεριέχει κάθε πιθανό συνδυασμό και παραλλαγή του φαινομένου «εκδικητικόπιπα».

Εξ ου προτείνεται η μπαγαποντολειχία (εκ των μπαγαπόντης και λείχω) ως επαμφοτερίζων και μητροσεξουαλικός συμβιβασμός.

Φτού Κύριε (φυλακήν) τω σπέρματί μου!

Η ανταπόκριση του σλανκεπώνυμου πλήθους στην αρχική μου ερώτηση στο Δημόσιο Πρόχειρο υπήρξε σπερματορροϊκή. Δυστυχώς όμως, τα λήμματα δεν αναρτήθηκαν, ίσως για τον φόβο των Ιουδαίων. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να παρουσιάσω τις καλύτερες σχετικές προτάσεις:

  1. Τσιμπούμεραγκ, ιδέα του Χαλικού. Κττμγ πρόκειται για το απόλυτο σχετικό λήμμα, άξιο μυρίων σπεκ και καραπέκ, είθε να αναρτηθεί πάραυτα! [σ.ς.ήδη αναρτήτηκε] Ο ίδιος πρότεινε και το προσφυές μακάριοι οι πτωχοί τω σπέρματι.

  2. Χυσόφιλο και εκδίκηση της πιπατζούς από τον συμπάσχοντα acg. Δεν θα περίμενε κανείς κάτι λιγότερο από το αδιαμφισβήτητο ρεμάλι του σαϊτόστ!

  3. Πιποφιλία, από τον πνευματικό Αγιατολάχ και μπυροκροτητή μας Χεσούς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σαν ουσιαστικό σημαίνει πουτάνα. Σαν επίθετο, απ' όπου και κατάγεται ετυμολογικά το ουσιαστικό, χαρακτηρίζει κάτι με την ιδιότητα του καθαρού.

Η λέξη άρχισε να χρησιμοποιείται ευρύτερα μετά την Μικρασιατική καταστροφή και την εγκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα, όπου η έφεση των γυναικών προσφύγων στην καθαριότητα προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στους ιθαγενείς, οι οποίοι όπως φαίνεται ήταν τσακωμένοι με τα σαπούνια.

Τη μοναδική εξαίρεση ως τότε αποτελούσαν οι ντόπιες πουτάνες, που η φύση της εργασίας τους τις υποχρέωνε να πλένουν συχνά τα ρούχα τους, τα σκεπάσματά τους αλλά και τους εαυτούς τους. Έτσι, οι σοφοί ημών πρόγονοι ταύτισαν επαγωγικά την ιδιότητα της καθαρής με την ιδιότητα της πουτάνας.

Μαρίκα: Να χαίρεσαι τη νύφη σου, καλή κοπέλα φαίνεται. Και καθαρή...
Κατίνα: Άσε με Μαρίκα μου, να δω τι θα κάνω με τη παστρικιά που μου κουβάλησε ο γιος μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδιαιτέρως μειωτικός-απαξιωτικός χαρακτηρισμός που προφέρεται με υφάκι και τόνο ειρωνικό, χρησιμοποιείται δε προκειμένου να επειτείνει το χαρακτηρισμό μιας γυναίκας ως τιποτένιας. Αν και δεν υπάρχει διάκριση ηλικίας, συνήθως δεν χρησιμοποιείται όταν απευθυνόμαστε σε κοπέλα μικρής ηλικίας (αυτή θα είναι συνήθως ψωλίδι ή ψωλίτσα).

- Ρε μαλάκα, αφού ο Βάζελος είναι ομάδα της χούντας...
- Και πού το ξέρεις εσύ ρε μαλάκα;
- Είδα χθες στην τηλεόραση τη γυναίκα του Παπαδόπουλου που το έλεγε!
- Ποιά μωρέ, αυτή η ψώλα... γάμησέ την αυτήν...

(από Galadriel, 27/11/12)

Βλ. και σχετικά λήμματα ψωλέτα, ψωλού, η, ψωλίστ, ξεψώλι, το

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η κολλητή φίλη της (/του (ουδ.)) Λίλιαν.

Είναι πραγματικά αχώριστες, πάνε πάντα πακέτο!
Είναι και οι δύο θήλεα νέας κοπής, αλλά η διαφορά τους είναι η εξής: Ενώ η/το Λίλιαν είναι το υπερβατικό θεόμουνο, η τελευταία λέξη της τεχνολογίας στην κατηγορία τριφασικό μουνί, η Καυλάουρα δεν έχει αντίστοιχες φυσικές προϋποθέσεις για να οδηγηθεί στην επίτευξη ανάλογων προσόντων. Κι έτσι μένει στον β' γυναικείο ρόλο, για τον οποίο, όμως, της αξίζει Όσκαρ!

Είναι καυλιάρα, γιατί η κοπέλα δείχνει ότι το παλεύει πραγματικά πολύ. Έχει δοκιμάσει τα πάντα, σιλικόνες, τσιμπουκόχειλα, εξτένσιον, ψεύτικα νύχια κ.ο.κ. Κι έτσι τελικά δεν σε καυλώνει με την ίδια την ομορφιά της, όσο με την προσπάθεια που καταβάλλει για να σε καυλώσει.

Και το πιο συγκινητικό απ' όλα είναι ασφαλώς το ονοματάκι της! Ετυμολογείται από το Ευαγγελία, που έγινε Βαγγελίτσα, από εκεί Λίτσα, και το Λίτσα θεωρήθηκε εκ των υστέρων ότι προκύπτει απ' το Λάουρα. Καθώς όλη αυτή η αγωνία και επιμονή έχει κάτι το καυλωτικό, τελικά χαρατηρίζεται ως Καυλάουρα.

-Τι μου λες ρε φίλε; Θα ξεμοναχιάσεις εσύ την Λίλιαν, και θα μ' αφήσεις εμένα με την Λάουρα; Δεν παίζω!
-Γιατί σε χαλάει; Μια χαρά Καυλάουρα είναι! Άμα θες άσ' τις μου εμένα και τις δύο!...

Η Καυλάουρα δεν είναι εδώ... (από HODJAS, 18/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified