Selected tags

Further tags

Η σχετικά νεόκοπη αυτή σλανγκιά έχει κάμποσες εφαρμογές:

1.
- είμαστε πολύ χεσαμόλα χώρα ,άντι να τρέξουμε την Γερμάνια για της αποζημιώσεις επι Β παγκοσμίου πολέμου και να τους τα πάρουμε χοντρά , Αντι να κάνουμε αυτό ,καθόμαστε και ανεχόμαστε αυτόυς
που μας χρωστάν να δηλώνουν...

2.
Μέτα από μισή ώρα τοστ-καφέ-τσιγάρου ακούω τις πρώτες τυμπανοκρουσίες να προμηνύουν την βρωμερή καθιερωμένη πρωινή χεσαμόλα. Με δέος και ευεξία μπαίνω στην αραχνιασμένη τουαλέτα μου και κάθομαι περήφανα στην πορσελάνινη κουραδορουφίχτρα.

3.
Κι εμείς είμαστε υπέρ του να σου γαμήσουμε την πρωκτάδα τόσο πολύ που θα είσαι μια μόνιμη χεσαμόλα.

4.
Η μητέρα του ήταν η Εστε Λόντερ που έγινε βαθύπλουτη πουλώντας ματζούνια και γυναικείες χεσαμόλες.

5.
ΡΕ ΒΑΓΓΕΛΗ ΠΟΛΥ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΕΨΑΧΝΕΣ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΚΑΡΑΠΑΠΑΡΑ ΤΗΝ ΧΕΣΑΜΟΛΑ;

Got a better definition? Add it!

Published

Σύνθετη λέξη: τσουλί + ξεμπούρδελο.

Τέτοιο τσούρδελο που είναι δεν μου κάνει εντύπωση που πηδιέται μόνο με λεφτάδες και φοράει φούστα μέχρι τον αφαλό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ορισμός της αντρίλααας... Ψεκάζω κάβλα, ανάβω.
Δοσμένο εξαιρετικά από τον Τάκη Ζαχαράτο - εύσημα στον καλλιτέχνη.

- Σήμερα καβλοψέκασες (!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γάμια: η ύπουλη πουστάρα, η πουτάνα, όταν κάποιος είναι πονηρός με ερμαφροδιτήσιο ύφος και τρόπο..

Όταν κοροϊδεύει κάποιος και σου σπάει τα αρχίδια, γιατί είναι μες τη κακία την αδελφίστικη.

-Σκάσε μωρή γάμια, βούλωσ' το το μπουρδελάκι σου!

Βλ. και κακός πούστης. Σχετικό: λάμια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λολαδερή εκδοχή της τάπας / πρωκτοτάπας.

Το σεξουαλικό αυτό βοήθημα είναι συνήθως βραχύτερο από το συμβατικό δονητάρι και φέρει προεξοχή ασφαλείας προκειμένου να σφηνώνει κοπροστεγώς στις σούφρες μερακλή(ού)δων. Για οδηγίες αποτελεσματικής και ασφαλούς χρήσεως, βλ. εδώ.

Γνωστό στην εσπερία ως butt plug.

- Πάντως εμείς το butt plug στο χωριό μου το λέμε πορδοβούλωμα
(εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιλαμβάνει το Χαμούρα και το Σιχαμένη.

Η μέτρια προς άσχημη γυναίκα που είναι πονηρή, μοχθηρή και εύκολη. Έχει μια τάση να κριτικάρει μπροστά ή πίσω από την πλάτη του άλλου, επικαλούμενη την ηθική των άλλων γυναικών. Όμως είναι η πιο ξιπασμένη και σιχαμένη ως προς το πως την μεταχειρίζονται αυτή τα αρσενικά.

-Όσο ήμασταν στο μαγαζί παρακολουθούσε το μπάρμαν πότε πηγαίνει τουαλέτα για να πάει, μπας και του πάρει πίπα. -Και αυτός; - Δεν της έδινε σημασία. - Είναι σιχαμούρα τελικά η Ελένη και μας έλεγε παρτόλες τις φίλες της.

(από Khan, 07/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τέως νυμφίδιο που διατηρεί την πιτσιλογένεια του 20+ χρόνια μετά. Εναλλακτικά, πολύ νεαρά μιλφ (κάτω των 25 ετών).

Άλλη μια ευφάνταστη ελληνική απόδοση του αγγλικάνικου MILF(mother I'd like to fuck). Βλ. επίσης: μιλφ, μιλφ σέηκ, μιλφάρα, μιλφέιγ, μιλφομάνα, μιλφού κ.ά.

Αγγλογαλλιστί: milfette.

1.
- η Χριστίνα Αλεξανιάν έχει εξελιχτεί σε απείρου κάλλους μιλφίδιο.

2.
- παντως στο στομα της τα χα δωσει καποτε....τα πηρε γελωντας κιολας....βασικα το μιλφιδιο ειναι για πολυ αγριο σεξ και ξυλο...... :2funny: :2funny:

3.
- Και εγώ θα ήθελα χωρίς ενδοιασμούς να κάνω τις βλακείες του.Να βγάζω γκόμενα μιλφίδιο και να βαράω τατού με το όνομά της.Μετά απο 1-2 μήνες που θα έβρισκα άλλη,ξανά τατου και πάει λέγοντας.Να εφτανα στα 50,γεμάτος τατού απο ονόματα γυναικών(ε) και να τα έπινα στο καφενείο διηγώντας ιστορίες μέχρι να πεθάνω απο αλκοολισμό

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γλειφτρόνι που φιλάει κατουρημένες ποδιές ή μια κατάσταση που είναι χλίδα και πολύ μέλι.

-Αυτόν τον κωλομεγλειφάτο τον Ταδόπουλο στο παράθυρο να γλείφει τον Χατζηπαπάρα τι τον βάλανε;

-Το πούλησε τελικά το σπίτι να μην πληρώνει και χαράτσια και πήρε ένα αμάξι κωλομεγλειφάτο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μπουρδολογία, η εικοτολογία, η σπερμολογία ή και η σπερματολογία, τα παραμύθια, οι φιδιές, αλλά και κάθε βλακεία που λέει κάποιος ενώ κάνει ψώλινγκ, και γενικά οι ανεύθυνες κωλοτρυπίδες. Επίσης, αστειατοριστί η «επιστήμη» του πέους.

1. Πασίγνωστες είναι οι περιπτώσεις Βελουχιώτη που ''τον κρεμάσανε'' επειδή το ΚΚΕ θέλησε κατώ τα όπλα(προδοσία καθαρή ιδεολογική) κ Ζαχαριάδη(γεγονότα που τα αποδέχονται κ οι κόκκινοι απλά δεν θέλουνε να τα πολυθυμούνται) όλα τα άλλα είναι εικασίες κ πουτσολογία...

  1. Περιμένεις από τους φαρμακοτρίφτες και τα ψηφάκια τους να βγεις δήμαρχος ανόητε Νικήτα Κακλαμάνη. Τις πουτσολογίες για παράταξη και αρχές και ιδεολογίες άστες στην άκρη γιατί δεν πείθεις κανέναν. (Από το Φέισμπουκ)

3. Αφήστε την πουτσολογία σας και βοηθήστε στους δρόμους γιατί η Ελλάδα ξεπουλιέται και μετά την ξαναρχίζετε.

4. Το συνηθέστερο θέμα τους είναι η πουτσολογία-πρωκτολογία-παρτουζολογία, μιας και κρίνουν ότι αυτή και μόνο είναι η Gay κουλτούρα.

Got a better definition? Add it!

Published

Η πουτσανάφτρα ή καντηλανάφτρα, δηλαδή το προκλητικό πορνίδιο- καυλοράπανομιλφίδιο ανάλογα με τα γούστα), που προκαλεί άμεση στύση στους άντρες (λ.χ. με εμφάνιση- ντ(γδ)ύσιμο- νάζια- φλερτ). Ή σε πιο εξειδικευμένες χρήσεις του όρου μπορεί να είναι η ανάφτρα (ορισμός Cunning Linguist), δηλαδή η γυναίκα που ανάβει έναν άντρα παίζοντας με το μυαλό του με προκλητικό φλερτ μόνο και μόνο για να καλλιεργήσει τον ναρκισσισμό της και την αίσθηση εξουσίας της, και μετά αφού τον άναψε τον αφήνει σύξυλο, ή η ανάφτρα (ορισμός Pirate Jenny) δηλαδή η fluffer σε τσόντες.

1. ασε τα οχι μικρη ψωλαναφτρα και εσυ

  1. Ορισμός της (ψωλ)ανάφτρας εδώ:

Φοράει ψηλά τακούνια.
Δεν μιλάει, νιαουρίζει.
Όταν θέλει κάτι κολλάει το στήθος πάνω του καi παίζει με τα μαλλιά της ή τον γιακά του ή την γραβάτα του.
Γενικά παίζει.
Νομίζει ότι είναι σέξι - και μπορεί να είναι μερικές φορές, αλλά κυρίως έχει μπερδέψει το σεξ - απίλ με την ομορφιά και το σεξ με την συμπάθεια.
Γενικώς είναι λίγο ψώνιο, δεν υπολογίζει ούτε τις γυναίκες άλλα ούτε και τους άντρες.
Παντού υπάρχει μια, είναι αυτή που ενώ μιλάτε χαλαρές στην παραλία, θα ρουφήξει το στομάχι της και θα πετάξει το στήθος της διακόπτοντας κάθε συζήτηση, μόλις εμφανιστεί αρσενικό στα 100 μέτρα. Είναι αυτή που μιλάει και πετάει τα μαλλιά της στο πλάι με μια κίνηση κεφαλιού και που βάζει ότι πιο προκλητικό trashy outfit υπάρχει. [...]
Στην αρχή γέλασε και ενώ έφτιαχνε το μολύβι στα μάτια της, μου είπε ότι « αφού δεν κάνω τίποτα και το ξέρεις, ποιο είναι το πρόβλημα με το να φλερτάρω;»
Προσπάθησα να της εξηγήσω ότι αυτό, κατά την ταπεινή μου άποψη, δεν ήταν φλερτ, αλλά δούλεμα κανονικό. Στο φλέρτ δυο άνθρωποι αλληλο-σαγηνεύονται και γοητεύονται χρησιμοποιώντας και το σώμα αλλά και το μυαλό τους. Υπάρχει κάτι που πλανάται, που δεν λέγεται. Το να κολλάς τα στήθη πάνω σε κάποιον και να του λες «Παίρνω τις καλύτερες πίπες.» -δεν είναι φλερτ.
Με κοίταξε τσαντισμένη από τον καθρέφτη.
«Αφού είναι παντρεμένος, ξέρεις ότι δεν είμαι σαν την ξαδέρφη μου, δεν θα κάνω τίποτα.»
«Αυτό που κάνεις είναι πιο ανήθικο!» Δαγκώθηκα.

Σκηνή από τον ινδουιστικό ναό του Khajuraho στην Ινδία. (από Khan, 01/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published