Selected tags

Further tags

ξανθόλα (η), σύνθετη λέξη από το ξανθιά (ξανθ-) και το όλος (ολ-). Σημαίνει η ξανθιά παρτόλα. Διάκριση ως προς το φυσικό του χρώματος του μαλλιού δεν τίθεται, καθώς όταν κάποιος συνευρίσκεται μαζί της είναι το τελευταίο πράγμα που τον νοιάζει. Εφόσον η ειδοποιός διαφορά χαθεί (το ξανθό μαλλί), η κοπελιά χάνει και την ιδιότητά της ως «ξανθόλας« και επιστρέφει ως παρτόλα. Συνήθως αναφερόμαστε με τον όρο αυτό όταν υπάρχει στο πεδίο βολής ένα ξανθό καυλάκι.

- Ρε ο Γιάννης πήγε χτες με τη φίλη της Χρύσας.
- Τι, ξανθιά;
- Ναι ρε.
- Ρε πάει καλά; Αυτή είναι μεγάλη ξανθόλα! Προφυλάξεις πήρε τουλάχιστον;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρίζει πορνίδια ανωτάτου βαθμού, που είναι ικανά πράξεις απύθμενης πουτανιάς. Χρησιμοποιείται σε ειδικές περιπτώσεις.

Είναι κάτι όπως η έκφραση το ιδιαζόντως ειδεχθές για τα εγκλήματα, μόνο που αναφέρεται σε τσούλες.

- Μα αν είναι δυνατόν, να τριφτεί στον πατέρα μου και μετά να έρθει να μου πει από πάνω, ότι της την έπεσε κιόλας! Και εγώ πήγα και την πίστεψα ο μαλάκας!
- Εγώ σου έλεγα ότι είναι πόρνη του ελέους και του σκότους, αλλά εσύ δε με πίστεψες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν έχει σχέση με τις αλλαξοκωλιές. Αναφέρεται όταν βάζουμε μόνο την άκρη του πέους κοινώς πουτσοκέφαλο, εις τον πρωκτό. Με λίγα λόγια είναι σαν να βάζουμε την μύτη. Οι μυτοκωλιές γίνονται συνήθως σε γυναίκες που δεν είναι συνηθισμένες στον πρωκτικό έρωτα, ώστε να μην τις πονέσουμε πολύ.

- Ρε μωρό μου, μη μου κάνεις μυτοκωλιές, δεν είμαι καμιά παρθένα!

(από boulgaroktonos, 03/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ποίηση των πούστηδων.

Αυτός ο Καβάφης... τι πουστοποίηση παιδί μου! Όλο για γυμνά αγόρια γράφει.

Οσκαρ Ουαιλντ (από GATZMAN, 01/01/12)Γεννιέται δεν γίνεται (από Khan, 16/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μετατροπή του άντρα από ετεροφυλόφιλο σε ομοφυλόφιλο (οι αμφιφυλόφιλοι αγνοούνται ως κατηγορία, αν πας με άντρα είσαι πούστης). Αν και η επιστήμη έχει δείξει ότι αλλαγή των σεξουαλικών προτιμήσεων δεν είναι δυνατό να γίνει, είναι βαθιά ριζωμένη πεποίθηση στην συντηρητική κοινωνία μας ότι ο αντρισμός είναι κάτι που κινδυνεύει να χαθεί, ότι... λίγο το Τσέρνομπιλ, λίγο τα στενά εσώρουχα, λίγο η τηλεόραση, λίγο οι κακές παρέες, δε θέλει πολύ ο άνθρωπος!

Όχι στην οργανωμένη πουστοποίηση των αντρών μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων ερωτικές σχέσεις με άτομα τρίτης ηλικίας. Χρησιμοποιείται εναλλακτικά μαζί με το «φερετράκιας» που αναφέρεται στη νεκροφιλία.

(Απο το βιβλίο του βασίλη Ραφαϊλίδη «Εικοσιένα κείμενα για τη Μαλβίνα)

Μουσουλμάνος της Δυτικής Θράκης προσπάθησε να ασελγήσει σε 98χρονη κάβλα αποκαλείται από τους χωριανούς του φερετράκιας και πουροφάκουλας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Παρθένα Γαμίδου, πρωτογνωρίστηκε σε τηλεφωνικούς καταλόγους με τα πιο παράξενα επίθετα. Η φράση χρησιμοποιείτε πλέον για να εκφράσει γυναίκα που ενώ δίνει την αίσθηση ότι είναι παρθένα, η πραγματικότητά της είναι άκρως διαφορετική...

- Καλό και μαζεμένο γκομενάκι η Ελένη ρε μαν. Παίζει να 'ναι και παρθένα!
- Ποια ρε; Η Ελένη; Αυτή είναι Παρθένα Γαμίδου ρε φίλε.

Δες και -ίδης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το δίκτυο ομοφυλοφίλων, τα κοινωνικά, επαγγελματικά, αλλά και απαραιτήτως σεξουαλικά αλισβερίσια μξ τους, οι γνωριμίες, τα κονέ τους. Επίσης (και κυρίως) ο γκέης που ασχολείται με αυτά, το γκέι λαδωτήρι.

Δεν βγάζει αποτελέσματα ο γούγλης αλλά λέγεται ευρέως (και μξ ομοφυλοφίλων).

Βλ. και ίντερπουστ.

- Μην τον βλέπεις έτσι μαζεμένο, ο τύπος έχει πολλές επαφές και γνωριμίες. - Μάστα, πουστ κονέξιον δηλαδή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κονέ μξ ομοφυλοφίλων, δικτύωση, με βλέψη κυρίως στα επαγγελματικά. Δική τους λέξη.

Βλ. και πουστ κονέξιον.

- Χώθηκε πάλι ο Τάκης το πουλάκι μου. Βολεύτηκε, είδες;
- Ίντερπουστ μάι ντήαρ, τι νόμιζες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O γνωστός σε όλους μας πισωγλέντης, λάκης, ομοφυλόφιλος. Ο τραχανάς στην λέξη αυτή έχει εμφατικό σκοπό. Δεν πρόκειται για κάποιο νέο είδος λούγκρας, ή κάποιας διατροφικής συνήθειας. Χρησιμοποιείται κυρίως για τρανταχτά παραδείγματα.

Υπάρχουν πολυάριθμα συνώνυμα της λέξης αυτής, τα οποία χρησιμοποιούμε στην καθημερινή.

- Ο Στέλιος ήρθε με βαμμένα μάτια στο σχολείο.
- Άσε μας μωρέ με τον τραχανόπουστα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified