Ρωσοπόντιος μετανάστης.
Κάθε μέρα το ίδιο βιολί ο γιούρης. Σπόρια από το περίπτερο, σπαστό καφέ, αραλίκι στην Αριστοτέλους και γελοία πεσίματα σε περαστικές «(ιιιιέεε τι τζιτζί 'σαι 'σύ;»).
Ρωσοπόντιος μετανάστης.
Κάθε μέρα το ίδιο βιολί ο γιούρης. Σπόρια από το περίπτερο, σπαστό καφέ, αραλίκι στην Αριστοτέλους και γελοία πεσίματα σε περαστικές «(ιιιιέεε τι τζιτζί 'σαι 'σύ;»).
Από το ρωσικό κύριο όνομα Γιούρι (Ю́рий). Δες και φρίτσης.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Πέρα από την περιγραφή ατόμου με υπερβολικά εξέχουσα κάτω γνάθο (το οποίο και έχει ήδη καταχωρισθεί στο παρόν σάιτ), η λέξη τούτη δύναται να χρησιμοποιηθεί και αναφορικά με επί μακράν διαμένοντες στη χώρα μας αλλοδαπούς (20 χρόνια και βάλε), οι οποίοι παρ' όλα αυτά δε λένε να μιλήσουν σωστά τα ελληνικά με καμία Παναγία: «σκοτώνουν» τις λέξεις, μπερδεύουν τα γένη, αλλοιώνουν ή και παραλείπουν τελείως τα άρθρα, δυσκολεύονται να προφέρουν τα περισσότερα σύμφωνα κ.ο.κ. - όπως ακριβώς και ο συμπαθέστατος κατά τα άλλα Πολωνός κόουτς.
- Αυτός ο περιπτεράς, πολύ Γκμοχ βρε παιδί μου... 30 χρόνια στην Ελλάδα, τα παιδιά του γίνανε γιατροί και δικηγόροι και ακόμα δεν μπορεί να μιλήσει σωστά...
- Ναι ρε συ... και μια που τ' αναφέραμε, πάνε πάρε μου ένα Μάλμπουρο...
Got a better definition? Add it!
Έτσι λέγεται ο πλανόδιος πωλητής CD, καθώς όντας πάντα καλοπροαίρετος και χαμογελαστός, προσφωνεί το υποψήφιο (κατά τον ίδιο) άρρεν αγοραστικό κοινό του με την έκφραση «φίλο - φίλο».
Προφάνουσλυ, ο συγκεκριμένος οικονομικός μετανάστης δεν κατέχει επαρκώς τη γλώσσα και εντάσσει το ουσιαστικό «φίλος» από την δεύτερη κλίση (κλητική : φίλε) στην εξής διάταξη: κλητική σε -ο σχηματίζουν από τα παροξύτονα αρσενικά:
α) τα βαφτιστικά: Αλέκο, Γιώργο, Πέτρο κουτουλού.
β) μερικά κοινά ουσιαστικά: γέρο, διάκο...
γ) μερικά οξύτονα χαϊδευτικά βαφτιστικά: Γιαννακό, Δημητρό…
δ) μερικά οικογενειακά ονόματα που τονίζονται στην παραλήγουσα, ιδίως σε -άκος, -ούκος, -ίτσος: κύριε Δημητράκο, Καρακίτσο…
- Έλα φίλο-φίλο, πάρε το απαγορευμένο, το Τζούλια. Τρία γιούρο! Έχω και Τοντορίτο το Νατάσα.
Got a better definition? Add it!
Περιφρονητικός χαρακτηρισμός για τα «ανθρωπάκια» εκείνα των οποίων η ζωή φαντάζει αναλώσιμη. Αυτονομήθηκε από το κλασικό ρατσιστικό ανέκδοτο των ογδόνταζ (παράδειγμα 1) και έχει παρεισφρήσει στην καθομιλουμένη με την έννοια του άδικου θύματος (παράδειγμα 2).
Χρησιμοποιείται επίσης με ιδιαίτερη κακεντρέχεια, τόσο από την ρατσιστική άκρα δεξιά αναφορικά με αλλοδαπούς (παράδειγμα 3), όσο και από τους τρομοκράτορες της άκρας αριστεράς αναφορικά με τους δολοφονικούς τους στόχους (παράδειγμα 4).
Τρεις κυνηγοί συναντώνται ύστερα από πολύωρο κυνήγι.
- Επιασα δέκα πέρδικες, λέει ο ένας κυνηγός.
- Επιασα πέντε λαγούς, λέει ο άλλος.
- Επιασα τρία νομιστεράκια, λέει με καμάρι ο τρίτος.
- Και τι είναι τα νομιστεράκια; τον ρωτούν.
- Νομιστεράκια είναι κάτι μαύρα ζώα που, όταν τα πλησιάζεις, σηκώνουν τα μπροστινά πόδια και φωνάζουν νο - μίστερ, νο - μίστερ»
(εδώ)
Το θέμα είναι να βρούμε όλοι το χώρο μας στο δρόμο και όχι να καταλήξουμε νομιστεράκια για τα μηχανοκίνητα. Ο σκοπός δεν είναι η διαμάχη αλλά η χρήση του ποδηλατόδρομου από ποδήλατα.
(εκεί)
Μολις ξεκινήσει η επανάσταση θα εκτελεστούν όλοι οι ανθέλληνες και τα νομιστεράκια θα σταλούν από κει που ήρθαν.
(σε κάποιον υπόνομο)
Παρασκευή 15/2/91. Στις 12.15 στην Τσιμισκή και Καρόλου Ντηλ. ΥΥΒ 8430 κρεμ. Μάλλον Ντότζ αλλά μοντέλο που δεν έχω ξαναδεί. Λεωφορειάκι. Μέσα είχε διάσπαρτα 6-7 Νομιστεράκια.
(από το αρχείο της 17Ν)
Got a better definition? Add it!
Η συγκεκριμένη εκδοχή της εκφράσεως διαφοροποιείται από το έλα κούτσα κούτσα και πιάσε μου την πούτσα καθώς παραπέμπει στην Σισύφεια ματαιότητα.
Η ειδοποιός διαφορά είναι το «κλάσε» (χωρίς σεξουαλικά υπονοούμενα) από το «πιάσε» (που παραπέμπει σε φραπέδες κιέτσ'). Αναλύοντας τα επί μέρους:
Ταυτόσημη σημασία έχουν οι φράσεις: θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια, κλάσε μας τα αρχίδια, στ' αρχίδια μου σε γράφω και κάνω τον ζωγράφο, κουτουλού.
Εν κατακαυλείδι, άπαξ και ο προκληθείς τελικά καταφέρει να περάσει τον λάκκο με τα κωλοδάχτυλα, θα βρεθεί εκεί απ' όπου ξεκίνησε, στην ανυποληψία, την ταλαιπωρία και τον εξευτελισμό.
.#
@gatti201 ΕΛΑ ΚΟΥΤΣΑ ΚΟΥΤΣΑ ΚΑΙ ΚΛΑΣΕ ΜΑΣ ΤΗΝ ΠΟΥΤΣΑ. ΚΟΙΤΑ ΠΟΙΟΣ ΜΙΛΑΕΙ ΓΙΑ ΝΙCΚΝΑΜΕ;!!! AKOY GATTI... HAHAHAHAH!!! (σχόλια από το συσιφόνι)
Got a better definition? Add it!
Νίγκερ μπαθ (nigger bath): Το πλύσιμο μόνο των γεννητικών οργάνων, συνήθως λόγω έλλειψης χρόνου, κατά την προετοιμασία για ραντεβού που ευελπιστούμε να οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε σεξουαλική συνεύρεση.
Παραμένει αδιευκρίνιστο το κατά πόσο αποτελεί όντως συνήθεια των νέγρων.
- Κοίτα sms που μου έστειλε η Μαρία!
- (διαβάζει) «Θέλω επειγόντως παγωτό. Σε μισή ώρα ακριβώς να είσαι εδώ με το χωνάκι σου...». Καλή φάση! Έφυγες!
- Ρε μαλάκα, βρωμάω από την κορυφή ως τα νύχια. Πρέπει να κάνω ένα μπάνιο, πώς θα πάω έτσι; Δεν προλαβαίνω!
- Έλα μωρέ, κάνε ένα νίγκερ μπαθ και είσαι έτοιμος.
Got a better definition? Add it!
Για να μην παρεξηγούμαστε, τρέφουμε απόλυτο σεβασμό και θαυμασμό στους αθλητές των Παραολυμπιακών αγώνων.
Παραολύμπικ αποκαλείται ειρωνικά ο άνθρωπος ο οποίος είναι ατζαμής, αδέξιος, ανίκανος και γενικά περιορισμένης ευθύνης.
Η αναφορά έγκειται στους Παραολυμπιακούς αγώνες και στους αθλητές που παίρνουν μέρος οι οποίοι δεν είναι 100% αρτιμελείς.
Got a better definition? Add it!
Βλάχος όχι κατ' ανάγκη με την σημασία του ανήκοντος στο συμπαθές φύλο των Bλάχων, αλλά γενικότερα κάποιος «χωριάτης» και πρωτόγονος (ή και αστός) οπαδός του υπαρκτού ο,τινανισμού, που δεν έχει κανέναν αυτοπεριορισμό, υπευθυνότητα, αλλά κάνει ό,τι νά 'ναι.
Η φράση προϋπήρχε, αλλά η ειδική σεξουαλική της σημασία καθιερώθηκε με την ανυπέρβλητη καλτιά τσόντα Εμείς οι Βλάχοι όπως λάχει (άκα Οι Βλάχοι επιμένουν ελληνικά) του 1971 με τον θρυλικό Παύλο Καρανικόλα, αντίπαλον πέος του Γκουσγκούνη, κι άλλα γνήσια ελληνικά προϊόντα. Η ταινία είχε και σίκουελ το 1985. Σεξουαλικώς η φράση σημαίνει σεξ χωρίς κανένα ταμπού και περιορισμό αιμομειξίας, μονογαμίας, κοινωνικών θεσμίσεων, ως προς τις στάσεις / επιτρεπόμενες οπές / αριθμό συντρόφων, δηλ. για μια παν-σεξουαλικότητα ο,τινανικού τύπου.
Ειδικά το εμείς οι Βλάχοι όπου λάχει, υπό την επήρεια και της θρυλικής τσόντας, κατέστη ένας οιονεί τεχνικός όρος για να περιγράψει ένα συγκεκριμένο genre της βιομηχανίας του πορνό, το λεγόμενο sex in open space / air, δηλ. το σεξ σε ανοικτούς χώρους, σε δημόσια θέα.
Η φράση έγινε επίκαιρη όταν έγινε Υπουργός ΧΩΔΕ (γιατί Υπουργός Περιβάλλοντος ΔΕΝ ήταν) ο Σαρακατσάνος Γιώργος Σουφλιάς, διαβόητος για ο,τινανικά αυθαίρετα, άδειες και άλλη διάλυση του περιβάλλοντος. Χρησιμοποιείται επίσης για ο,τινανισμούς του ποδοσφαιριστή Καραγκούνη.
Εμείς οι Βλάχοι, όπου λάχει....αλλά όχι κι έτσι!
Tι σχέση έχουν οι Βλάχοι, με μια «εταιρεία ψυχικής υγειας» και το ..Παρατηρητήριο των συμφωνιών του Ελσίνκι;;
Μήπως όπως μας έγραψε και ο καθηγητής Πιπερόπουλος, εντάσσεται στο «η Ελλάδα είναι ένα απέραντο φρενοκομείο;», πού είπε κι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής;
(Δες).
Δες κι εδώ.
και απο το περιφημο «εμεις οι βλαχοι οπως λαχει», οταν η πραξη γινεται σε βουκολικο σκηνικο, με ποταμια, πλατανια και ιστοριες «πωπω μεχρι και τυρι πηζεις εδωπερα»
(Δες)
Δες ακόμη: θέλοντας ο βλάχος, μη θέλοντας ο ζωγράφος, βάλανε στον Χριστό κόκκινα τσαρούχια, πονηρός ο βλάχος.
Got a better definition? Add it!
Η τελειωμένη αδερφάρα, αυτός που, όταν ρίξεις καρφίτσα πάνω του, γλιστράει και πέφτει.
Ο όρος αποδίδεται μόνο στις περιπτώσεις που η λέξη πούστης έιναι πολύ φτωχή να χαρακτηρίσει τον εν λόγω τοιούτο.
- Ρε μαλάκα, τι με έφερες στο Γκάζι μέσα στις αδερφές, δεν πηγαίναμε αλλού;
- Έχεις δίκιο, δεν το σκέφτηκα. Κοίτα αυτόν ρε που μας κοιτάει στο ύψος του πούτσου! Λες να θέλει να μας βάλει;
- Καλά αυτός δεν είναι απλά αδερφή, είναι τρίπουστας!
Got a better definition? Add it!
Aυγό καλείται ο ψυχιατρικός ασθενής που τελεί σε κατάσταση πλήρους πνευματικής, νοητικής και συναισθηματικής αποχαύνωσης.
Χαρακτηριστικά του είναι η αβουλία, η υποβολιμότητα, η πλήρης έλλειψη πρωτοβουλιών, η αδυναμία προβλέψεως/σχεδιασμού του μέλλοντος, που καταργούν τις φυσιολογικές διαφοροποιήσεις στη συμπεριφορά των ανθρώπων και τον καθιστούν λείο και προβλέψιμο όσο ένα αυγό.
Σε αυγά μετατρέπονται:
Συνώνυμα: (είναι σε) αφασία, νιρβάνα, καρακοσμάρα
(διάλογος μεταξύ νοσηλευτών:)
- Και γαμώ τις βάρδιες σήμερα! Τελικός τσάμπιονς λιγκ και είμαι στην πιο ήσυχη πτέρυγα: με τα αβγά!
- Πρόσεξε μη σπάσεις κανένα.
Got a better definition? Add it!