Ο ασιάτης.
- Ήρθε για ένα εξάμηνο μια σχιστομάτα με Εράσμους φίλε, και έχω πάθει πλάκα.
- Θα της την πέσεις;
- Να της την πέσω, αλλά...
- Αλλά τι;
- Άμα κολλήσω μετά και φύγει και δεν ξεκολλάω;
- Ε εντάξει μωρέ. Χαρακίρι.
Ο ασιάτης.
- Ήρθε για ένα εξάμηνο μια σχιστομάτα με Εράσμους φίλε, και έχω πάθει πλάκα.
- Θα της την πέσεις;
- Να της την πέσω, αλλά...
- Αλλά τι;
- Άμα κολλήσω μετά και φύγει και δεν ξεκολλάω;
- Ε εντάξει μωρέ. Χαρακίρι.
Ακόμη: κιτρινιάρης, μουνομάτης, τζαπόνι.
Got a better definition? Add it!
Ο Γερμανός, από το γερμανικό όνομα Φριτς (Fritz).
- Άντε πάλι ξανά μανά καλοκαίρι...
- Ε τι, δεν χαίρεσαι;
- Τι να χαίρομαι; Που θα γεμίσει πάλι ο τόπος συγκαμένους φρίτσηδες;
Βλέπε και φρίτσουλας.
Got a better definition? Add it!
Ο ιταλός.
- Και όλα τα πλήρωσε ο Μάσιμο δηλαδή;
- Ναι ρε, τον μακαρονά... Δέν το περίμενα νά 'ναι τόσο ξηγημένος.
- «Ούνα φάτσα ούνα ράτσα» που λένε...
Got a better definition? Add it!
Άνθρωπος απολίτιστος και άξεστος, μέχρις ηλιθιότητος.
Ενδιαφέρον έχουν οι καταβολές της λέξης οι οποίες είναι, από χέρι, ρατσιστικές. Κάφρους (kaffirs) αποκαλούσαν οι λευκοί τους μαύρους της Νότιας Αφρικής για να δείξουν ότι πρόκειται για υποδεέστερη φυλή - η χρήση της λέξης ήταν η ίδια με τη χρήση του nigger στον Αμερικάνικό Νότο. Αλλά, πιο παλιά ακόμη η λέξη (kafir) είναι Αραβική και σημαίνει «άπιστος» - δηλαδή όπως οι Αρχαίοι έλεγαν «πας μη Έλλην βάρβαρος» οι Άραβες έλεγαν «όποιος δεν είναι μουσουλμάνος είναι κάφρος». Εδώ βρίσκεται και η ρίζα της τουρκογενούς λέξης «γκιαούρης» -> gavur -> kafur -> kafir.
Δεδομένων αυτών των καταβολών έχει όσο νά 'ναι πλάκα ότι η λέξη στην Ελλάδα έχει υιοθετηθεί σ' ένα άνετο από την λεγόμενη προοδευτική παράταξη η οποία, αν ήξερε τι έλεγε, ασφαλώς και θα απέφευγε τη σύνδεση με το απαρτχάιντ και τον Ισλαμικό φονταμενταλισμό.
Είμαστε κάφροι, γκάγκαροι, ακούλτουροι και σε λίγο θα γίνουμε και γύφτοι, γιατί δε θα έχουμε πια πού να πάμε. Οι ίδιοι κάφροι που πετάνε από το αυτοκίνητο τα σκουπίδια, που βρομίζουν και στήνουν τις πλαστικές καρέκλες τους στην παραλία, αυτοί είναι που βάζουν τις φωτιές, πρόκειται ακριβώς για την ίδια εγωκεντρική σκυλάδικη αδιαφορία.
(Το παράδειγμα είναι αυτολεξεί από εναλλακτικό blog).
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Επαρχιώτης gay (καλιαρντά).
- Ήρθε κι η βλαχοντάνα να μας φάει το γλυκάκι μας.
Got a better definition? Add it!
Συνώνυμο του πούστης, αλλά στο πιο αλούμπαρδο (βλ. αλούμπαρδος). Επειδή υπάρχει μια ηχητική ομοιότητα με το ασκέρι, που παραπέμπει στην ηρωική επανάσταση του '21, στους λεβέντες τσολιάδες μας και γενικά σε μια εικόνα μακριά από την ομοφυλοφιλία, η λέξη έχει μια ξεχωριστή γοητεία. [citation needed]
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σημαίνει ότι κάποιος είναι πούστης. Σε αντίθεση με άλλες εκφράσεις με την ίδια σημασία (π.χ. το πνίγω το λαγουδάκι κλπ.), η έκφραση αυτή δεν είναι διακριτική ούτε ιδιαίτερα κομψή. Από την άλλη, είναι σαφής, παραστατική και δεν αφήνει περιθώρια για αμφιβολίες. Ωσεκτουτού, μια μικρή δόση υπερβολής που περιέχει συγχωρείται.
- Ρε συ, έχω ένα θέμα αλλά είναι λίγο λεπτό...
- Ορίστε, ακούω.
- Ρε συ, ο Σούλης... Καλό παιδί, δε λέω, μουστάκι Κολοκοτρωνέικο, αλλά κάπου έχει μπει στο μυαλό μου ότι τον πασπαλίζει τον κουραμπιέ... Γιατί έχω δει κάποιες τάσεις...
- Τάσεις; Τι τάσεις, ρε μαλάκα; Αυτός τον παίρνει καδρόνι και τον βγάζει ροκανίδι... Έχουν βουίξει τα Πετράλωνα και συ έχεις μείνει ακόμα στις τάσεις. Άει καλά ...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
All Cops Are Bastards. Χρησιμοποιείται και από οργανώσεις κατά των αστυνομικών, αλλά και σε graffiti.
Ρε φίλε το είδες το A.C.A.B. που έγραψαν οι Χρυσαυγιώτες στον τοίχο του σχολείου;
Δες και Μ.Γ.Δ..
Got a better definition? Add it!
Ο ομοφυλόφιλος, ο gay, ο πούστης. Χρησιμοποιείται και μεταφορικά για να πούμε σε κάποιον ότι δεν είναι ικανός να κάνει κάτι, δεν έχει τα κότσια.
- Κοίτα τη λούλα πως περπατάει.
- Άντε βρε λούλα, γιατί δεν πας να της μιλήσεις;
Got a better definition? Add it!
Αυτός ο οποίος:
- Είδα τον Νίκο ρε συ προχτές!
- Τί κάνει αυτός ο μπασταρδομούνης;
- Γιατί τον λες έτσι;
- Όλο με κάτι Αφρικανοπακιστανές τη βγάζει!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified