Πιπόνι είναι η κοπέλα που της αρέσει να κάνει πίπες όταν βρεθεί με αρσενικό.
Νέστορα, χτες το βράδυ η τύπισσα που μιλούσες είναι μεγάλο πιπόνι φίλε, από εμπειρία μου...
Πιπόνι είναι η κοπέλα που της αρέσει να κάνει πίπες όταν βρεθεί με αρσενικό.
Νέστορα, χτες το βράδυ η τύπισσα που μιλούσες είναι μεγάλο πιπόνι φίλε, από εμπειρία μου...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κωλομπαράς είναι αυτός που πληρώνει για να κάνει σεξ από πίσω.
Τον βλέπεις τον τύπο πως κοιτάει τον κώλο της σερβιτόρας φίλε, είναι μεγάλος κωλομπαράς.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κατά το Game Over, ήτοι «τέλος παιγνίου» φράση γνωστή εις τους παίκτας ηλεκτρονικών παιγνίων, το λήμμα αυτό υποδηλώνει ομοφυλόφιλο ανήρ ο οποίος εν τιαύτη περιπτώσει έχει πλέον φτάσει επί του κωλοφώνος της ιδιότητός του και άρα θεωρείται κατά το κοινόν λεγόμενον: «τελειωμένος», εξού και over. Άρα, gay over είναι ο τελειωμένος ομοφυλόφιλος, κοινώς πουστάρα ή τρελλή ή παλιαδερφή.
Τρύφων: «Ω φίλε, κοίταξον τη Γκέλλυ, εκ του Βαγγέλη αν δεν απατώμαι!»
Φαίδων: «Πράγματι φίλτατε, πρόκειται δια τελειωμένη περίπτωσι, gay over εις τη καθομηλουμένην!»
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αυτός που και τον παίρνει και μιλάει κι από πάνω.
Με τη λέξη, ο ομιλητής εκφράζει την αγανάκτησή του για το γεγονός πως ο συνομιλητής του δεν φτάνει που είναι ομοφυλόφιλος, έχει και θράσος.
- Άσε ρε θρασύπουστα...ζητάς και τα ρέστα τώρα!
Got a better definition? Add it!
Ο ομοφυλόφιλος ανήρ
Εκ των αγγλικών Back-Love-Ass
(Τα εύσημα στον κ. Ν.Λ.)
Δεν χρήζει παραδείγματος
Got a better definition? Add it!
Ο υπερθετικός της λέξης καφρόλα
Η τόόόόσο εύκολη ή η τόόόόσο χοντρή που δεν ασχολούνται οι άντρες μαζί της
- Ρε συ, τη γαμάει άντρας αυτή;
- Πώς να τη γαμήσει ρε, αυτή είναι σκέτη πατοκαφρόλα!
Βλ. και χουφτιάρα, μπράσκα, η, όρκα, φακλάνα, φρι Γουίλι, free Willy, φώκια, χαβούζα, η, χαβούζα, η, μπουρέκλα, θωρηκτό Ποτέμκιν, μποχλάδα /-ω, κεφτές με πόδια, κουνιότα
Got a better definition? Add it!
Η τελειωμένη γκόμενα, η χοντρή ή εύκολη (διττή έννοια).
Προχτές μου την έπεσε στο μπαρ μια καφρόλα, γάμα τα! με κάτι σπυριά και ένα κώλο να!
- Ρε συ αυτή η φίλη σου η Ιωάννα μου φαίνεται λίγο easy going...
- Το ξέρω, είναι γνωστή ως καφρόλα στους κύκλους μου!
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο για το ασθενές φύλλο και υποδηλώνει το θηλυκό το οποίο ερεθίζει τον άντρα ακόμα και όταν φοράει ράσο.
Προέρχεται από τη λέξη ραπανάκι το γνωστό σε όλους μας ορεκτικό και μπορεί να αναφερθεί έτσι όταν η ομήγυρη δεν είναι δεκτική σε σεξιστικά υπονοούμενα.
- Πάρε μάτι ένα ραπανάκι τώρα και άσε τις μαλακίες.
- Πωωωωωωω ρε φίλε αυτά είναι τα καλά!!!!!!!!!!!!
Got a better definition? Add it!
Κορίτσι με αντιλήψεις, ιδέες, προτιμήσεις και γνώσεις που χαρακτηρίζουν την νιοστή επόμενη γενιά από αυτήν του ομιλητή.
Το θήλυ νέας κοπής δεν είναι απαραίτητο βέβαια να έχει και την αντίστοιχη ηλικία. Μπορεί να πρόκειται απλά για πρόδρομο μιας νέας εποχής, όπου τα ήθη θα έχουν προσαρμοστεί στους μέλλοντες χαλεπούς καιρούς με τρόπο πέρα για πέρα ακατανόητο για τον ομιλητή.
Η έκφραση δηλώνει ειρωνεία, ίλιγγο μπρος στο χάσμα των γενεών, περιφρόνηση για τα νέα ήθη, αρτηριοσκληρωτισμό, καθώς και τον γνωστό φθόνο απέναντι στο νεαρό της ηλικίας. Αντίστοιχα μπορεί κανείς να μιλάει για άρρενα νέας κοπής.
Αντιπαράβαλε: λαϊκός
- Τί έγινε ρε Μάκης; Πού χάθηκες τόσο καιρό;
- Άσ' τα ρε Μηνά, μην τα ρωτάς.
- Τί μην τα ρωτάω; Έχω μάθει πως ξημεροβραδιάζεσαι στην ταβέρνα εδώ κι' ένα μήνα. Τί έπαθες; Σ' απολύσανε; Έπαθε τίποτα η μάνα σου; Τί;
- Μ' απαράτησε η θηλυκιά ρε, και μ' έχει πάρ' η κάτω βόλτα.
- Ποια θηλυκιά ρε, η Νόπη;
- Ε ποια άλλη;
- Και γιατί;
- Γιατι δε γούσταρε λέει άλλο τη βαρβατίλα.
- Τι έγινε λέει;...
- Αυτό που σου λέω. Μ' ήθελε πώς με ήθελε να πούμε. Κάθ' εξάμηνο καινούργιο κινητό, καινούργια ρούχα, καινούργια σκατά. Μου την έλεγε που έπαιρνα εφημερίδες και δεν «ενημερωνόμουν απ' το ίντερνετ όπως κάνει όλος ο κόσμος». Μ' έσερνε στα καινούργια αυτά τα χλεχλέδικα νταπαντούπα της παραλίας και μ' έβαζε να πίνω κοκτέλια π' ούτε θυμάμαι πώς τα λένε. Μέχρι και τον Άσσο τον σκέτο μού 'κοψε και μ' έβαλε να πίνω κάτι γερμανικά. Άσε που σνόμπαρε και το μαυράκι από την αρχή. Αυτή βλέπεις γούσταρε κόκες και χαπάκια, κουμπάκια, πώς τα λένε... Αμ στο κρεβάτι, τί να πω; Ντους και πριν και μετά, μην τυχόν και πέσει ιδρώτας στα σεντόνια. Μέχρι που έκανε και το άλλο και δεν άντεξα.
- Τί έκανε;...
- Μού 'ρθε συνάμενη κουνάμενη στα γενέθλιά μου μ' ένα καρτελάκι μπόντιλάιν. «Σού 'κλεισα ραντεβού για την άλλη βδομάδα» μου λέει. «Χρόνια πολλά». «Τί 'ν' αυτό μωρή;» της λέω, «σε πειράζει τώρα κι' ο σκεμπές;» «Όχι» μου λέει, «οι τρίχες. Δεν θέλω να σε κοροϊδεύουν άλλο οι φίλες μου και να σε λένε βερμουδιάρη!»...
- Πό πόο... Ρε Μάκης, δεν είναι αυτές για μας... Αυτές ρε είναι θήλεα νέας κοπής, δεν μπορείς να συνεννοηθείς.
Got a better definition? Add it!
Παροιμία νέας κοπής. Αποδεικνύει περίτρανα στον νεοελληνικό πατρογονόπληκτο πληθυσμό πως τα μεγαλύτερα μυαλά στον κόσμο αυτόν δεν αποκλειόταν να είναι πούστηδοι. Όταν λοιπόν κάποιος μας αμφισβητεί επειδή είμαστε αδερφάρα, οφείλουμε να του απαντήσουμε χρησιμοποιώντας τη ρήση αυτή κι έτσι είναι εγγυημένο ότι θα τον αποστομώσουμε.
Επίσης το λέμε για παρηγοριά όταν, με μεγάλη μας πικρία, διαπιστώνουμε ότι κάποιο είδωλό μας είναι τελικά κι αυτός μεγάλη πούστρα.
- Ρε φίλε, νά' σαι καλά... μπορεί να είσαι μεγάλη αδερφάρα, αλλά αυτό που σκέφτηκες μας έλυσε τα χέρια...
- Εμ να, για να μη λες. Εξάλλου, μην ξεχνάμε πως κι ο Σωκράτης ο σοφός, πούστης ήτανε κι αυτός.
(πιπίνι σε άλλο πιπίνι)
- Ρε να πάρει, το ήξερες εσύ ότι ο Σεργιανόπουλος ήταν πούστης;
- Ε ναι ρε φιλενάδα, τα είπαμε, την έκαιγε τη βάτα ο τύπος, ξεκόλλα!
- Μα δεν του φαινότανε ρε συ...
- Μη χαλιέσαι μωρέ, δεν πειράζει, κι ο Σωκράτης ο σοφός πούστης ήτανε κι αυτός!
- Στο μουνί μου ο Σωκράτης, εμένα ο Σεργιανόπουλος μου άρεσε.
Got a better definition? Add it!