Further tags

Το Cum In Face, όπου το σπέρμα πέφτει στα μαλλιά ξανθιάς, θυμίζοντας εντυπωσιακά το ομώνυμο οθωμανικό γλυκό. Το συνήθιζε ο Peter North, που σημάδευε την χωρίστρα. Σερβίρεται παχύ ως μετασοδομιστική αποδόμηση. Πάω στοίχημα ότι το σχόλιο της Mes θα είναι «ίου, μα εντελώς ίου».

Caveat: Αν χρησιμοποιήσετε την έκφραση για μελαχρινή, καστανομάλλα ή κοκκινομάλλα, είστε σλανγκικώς μη ορθός.

Πάσα: John Black, encore.

- Και πώς πήγε χτες με την Λάουρα;
- Πολύ ρομαντικά όπως πάντα. Έβαλα απαλή γαμωτζάζ στο ημίφως. Αρχίσαμε με έναν ιεραπόστολο, συνεχίσαμε με ένα σκυλίσιο και στην κρίσιμη στιγμή της σέρβιρα κανταΐφι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχικά, όπως είναι κατανοητό, είναι το μικρό τσουτσέκι.

Είναι, επίσης, όρος που χρησιμοποιείται αποκλειστικά από αγόρια για συγκεκριμενο τύπο κοπέλας... ΟΧΙ για την άτιμη ή ανέντιμη κοπέλα, όπως πολλοί μπορεί να υποθέσουν, αλλά για την μικρή σε μέγεθος και ηλικία κορασίδα η οποία έχει εναλλακτικό ντύσιμο, είναι χαρωπή και, παραδόξως, έχει μεγάλο στήθος (αν και μικροκαμωμένη) και γενικά καλό σώμα...

Ο όρος πλέον τείνει να χρησιμοποιείται όλο και πιο πολύ για τις φοιτήτριες των ΕΑΑΚ και γενικα αριστερών παρατάξεων καθώς η πλειοψηφία των κορασίδων στις παρατάξεις αυτές ειναι σύμφώνη με τα παραπάνω χαρακτηριστικά.

Ο όρος ειναι εξαρχο-γκαζιότικος (καθώς το τσουτσεκάκι συχναζει και στα 2 μέρη).

Προσοχή: O όρος δεν σημαίνει ότι η κοπέλα θα είναι άτιμη ή χαζή και τα λοιπά... (κυριολεκτικά, δεν ξέρω πώς κόλλησε).

- Τι λέει, τι έκανες χτες; Βγήκες;
- Ναι ρε, και γαμώ! Πήγα Πανόρμου και πέτυχα τη Δήμητρα μαζί με τις φίλες της... εκεί όλες κοντούλες και χαριτωμένες.... καλά πέρασα...
- Αααα... τσουτσεκοκατάσταση, δηλαδή;
- Ναι, ρε μαλάκα... Ήταν όλες τσουτσεκάκια... χορεύανε, πίνανε... χαμός... πολύ γέλιο... περάσαμε καλά... θα τους πω να βγούμε και μαζί...
- Μπα, εσύ βγαίνεις με τσουτσέκια... εγώ θέλω κοπέλα στα χρόνια μου... ανεξαρτητη... όχι φοιτητριούλα....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός ψηλής και άχαρης γυναίκας (συνήθως με βυζί ταψί), της οποίας το όλο στήσιμο και παρουσιαστικό θυμίζει το γνωστό λαχανικό (βασικό συστατικό της χωριάτικης σαλάτας), ενώ το ξανθό χρώμα του μαλλιού παραπέμπει σε γυναίκα από χώρα του πρώην ανατολικού μπλοκ.

- Πρέπει να σου γνωρίσω τη φίλη μου την Τάνια.
- Ποια ρε, αυτή την αγγούροβα;

βλ. και αγγούρω ή ξυλάγγουρο, ξυλαγγούρω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά είναι η σπατάλη χρημάτων σε κάτι άχρηστο ή που δεν δουλεύει ή και τα δύο. Είναι όμως και μια εμπρηστική προβοκατόρικη έκφραση για να τσουβαλιάσεις ηθικά και να χαρακτηρίσεις απαξιωτικά μια πολύ μεγάλη πληθυσμιακή ομάδα (κάπως σε φάση «τους ξέρω εγώ αυτούς»). Συνήθως πρόκειται για συλλήβδην όλο το αντίθετο φύλο.

Λέμε «γυναίκες... πεταμένα λεφτά». Δεν εννοούμε το χρήμα ή, τουλάχιστον, όχι μόνο αυτό. Είναι σα να λέμε «κάθομαι και παιδεύομαι και ταλαιπωρώ τον εαυτό μου για νά 'ρθει να μου πει ότι δεν είναι τι είπα ήταν ο τρόπος που το είπα. Τιστομπούτσο;» Ε α γαμήσου κι εσύ κι ο γρύλος σου! Τζάμπα ασχολούμαστε.

Λένε «άντρες... πεταμένα λεφτά». Απολύτως λάθος έκφραση, παραφθορά και ιδιοποίηση της αρχικής και σωστής.

Σε άλλες, τζέντερ νιούτραλ καταστάσεις, πεταμένα λεφτά είναι οι πρωτοδεσμίτες (παράδειγμα 4), οι δικηγόροι (εδώ τείνει κάπως στην κυριολεξία) και όποιοι άλλοι πιστεύουμε ότι αποδεικνύονται «λίγοι» και κατώτεροι των προσδοκιών μας.

Για πιο σοβαρή εμβάθυνση βλ. αγόρια ιππότες, κορίτσια μαύρες κότες, αγόρια Ελλάδα κορίτσια μαρμελάδα και το πιο μπλε [(c) jesus] αγόρια ρομπότ, κορίτσια φέρυ-μποτ.

  1. - Ναι μωρό μου... ναι... έκλεισα ναι... ποιο; ναι, ναι, και το αμάξι το έφερα στη δουλειά... ναι, έτοιμος είμαι με τις βαλίτσες... όχι δεν έχω τίποτα... όχι, δεν με φόρτωσες με όλα τα κανονίσματα... εννοείται θα περάσουμε τέλεια... μα αφού σου λέω δεν έχω τίποτα... μα σου είπα εγώ ότι με κούρασες;... τι εννοείς;... δεν είναι τι είπα αλλά ο τρόπος που μιλάω; δηλαδ-... γιατί να μην πάμε;... πώς δε σ' αγαπάω;... κλείσαμε τα πάντα, πήραμε άδειες και να μην πάμε;... που κολλάει αυτό;... ρε μωρό μου συνάδελφος είναι να μην της μιλάω;... ποιος; τι; ποιος είναι ο Γιώργος και γιατί έχει άποψη για τη σχέση μας;... μα... όχι ρε στάσου... όχι... σου είπα εγώ να μην έχεις φίλους;... Καλά, θα περάσω να σε πάρω... Καλά... Ναι σου λέω... Κι εγώ... Αφού σου λέω κι εγώ...
    - Τι έγινε ρε Μηνά;
    [Σ.ς.Ο Μηνάς κοιτάει ακόμα το ακουστικό απορώντας τι σκατά συνέβη]
    - Τι να γίνει ρε συ; Γυναίκες... πεταμένα λεφτά...

  2. Από το group του facebook Γυναίκες...πεταμένα λεφτά!Women...lying around money! (sic):

Γυναίκες...πεταμένα λεφτά!Δεν το πιστεύουμε και απόλυτα, αλλά σαν ατάκα είναι από τις καλύτερες...

  1. Ο γράφων δεν θα επιχειρήσει καν την κατάδυση στην γυναικεία ψυχή. Όχι σήμερα τουλάχιστον και όχι χωρίς την παρέα δυο φίλων και λίγου αλκοόλ. Θα δώσω το μικρόφωνο στις ίδιες κι όποιος καταλάβει να με χέσει. Παραθέτω από το αντίστοιχο group του facebook (Άντρες.... πεταμένα λεφτά..):

Μπορεί καμιά φορά να μας ξεγελάνε και να τους ερωτευόμαστε αλλά... πόσες φορές έχετε σκεφτεί την ατάκα: «Άντρες.. πεταμένα λεφτά». Αν την έχετε σκεφτεί έστω και μία.. ανήκετε στην παρέα μας...

  1. Από εδώ:> Χμμ... Δίκιο. Ήμουν βέβαια καταλάθος σωστός, αλλα το οτι στην 4 είναι μεταβατικό είναι φανερό. Ήθελα να τονίσω οτι παίρνει κατηγορούμενο, αλλ'ανταυτού έγραψα «μεταβατικό». Τί να πείς; Πρωτοδεσμίτες... Πεταμένα λεφτά.[/quote]5. Από εδώ:[quote=Pirate Jenny]Κλασική επίσης η αντιδιαστολή μεταξύ hos (οι γκόμενες - πφφ, πεταμένα λεφτά) και bros (οι φίλοι σου, τα φιλαράκια σου, τα αδέρφια σου). Bros before hos, man!

vikar 6. Από εδώ:

Γυναίκες ...πεταμένα λεφτά.
Οταν είχα ακούσει τη συγκεκριμένη ατάκα πριν από πολλά πολλά χρόνια είχα θυμώσει με τον αρσενικό που το σκέφτηκε.
Περνούσα την φάση της φεμινίστριας και με είχε συνεπάρει ο αγώνας. Θα τους νικήσουμε...κορίτσια!!!
Τώρα πια θυμώνω με τον φεμινισμό και γελάω τρελά με την ατάκα.

Αγόρια ρομπότ, κορίτσια φέρυ μποτ. Graffiti. Εξάρχεια, Αθήνα. (από patsis, 25/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά κάποιους άλλους είναι η γυναίκα που κοιτάει ακριβώς στο σημείο του ενδιαφέροντος.

Αν δεν είναι τραγική η διαφορά ύψους.

Τότε μια κλίση της κεφαλής κατά 30-60 μοίρες είναι αρκετή για να ευθυγραμμιστεί το βλέμμα της κοπέλας που προσποιείται την σεμνή με το ανδρικό μόριο του εμπλεκόμενου αρσενικού.

Ντύνεται κανονικά ως σεμνά. Αλλά όταν αποφασίσει να κάνει την δουλειά της λειτουργεί με χειρουργική ακρίβεια.

- Είδες η Πόπη; Το παίζει και χαμηλοβλεπούσα..
- Η Πόπη ρε; Η Πόπη ξέρει που κοιτάει.
- ΧΑΧΑΧΑΧΑ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λασποχώραφο είναι το μη εύκολα καλλιεργήσιμο χωράφι. Αυτό που δεν αποδίδει. Σαν όρος με τη μεταφορική του έννοια, χρησιμοποιείται από άνδρες σε αντροπαρέες για τον χαρακτηρισμό της άσχημης ή μη άξιας λόγου γυναίκας όσον αφορά το σεξ. Επίσης, πιο σπάνια, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως απαξιωτικός χαρακτηρισμός αναφορικά με τη νοημοσύνη κάποιου.

Καθόμασταν με το Γιώργο και πίναμε καφέ. Και περνάει μια γκόμενα, θεά. Περπάταγε και ραγίζανε τα τσιμέντα. Τη χάζευε όλο το μαγαζί. Και γυρνάει ο δικός μου και μου λέει: «Ρε Μήτσο, κοίτα τι γαμάει ο κόσμος κι εμείς κάθε μέρα στο λασποχώραφο», εννοώντας τη γυναίκα του. Πνίγηκα από τα γέλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται μεταφορικά για τον χαρακτηρισμό της ανέραστης γυναίκας ή της μη άξιας λόγου αναφορικά με το σεξ. Βλ. λασποχώραφο.

Ρε συ, ούτε να την κοιτάξεις αξίζει, όχι να τη γαμήσεις. Αυτή είναι ξέρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πουτανγαμών (< πουτάνα + γαμών) αναφέρεται στον συστηματικό θαμώνα οίκων ανοχής και γενικώς σε όποιον αρέσκεται να συνευρίσκεται με πόρνες.

Καθώς παραπέμπει στον Φαραώ της Αιγύπτου Τουταγχαμών, προσδίδει αίγλη σχετικά με την γνώση και την εμπειρία στον πληρωμένο έρωτα.

- Λοιπόν ετοιμάσου έρχεται ο Άρης να μας κυκλοφορήσει στα πιο πονηρά στέκια του πληρωμένου έρωτα.
- Ξέρει από τέτοια;
- Ο Άρης; Εννοείται, μεγάλος πουτανγαμών!

Τουταγχαμών: έρεψε από το πολύ... (από Vrastaman, 14/03/10)Πάει με Τουτανπροσιούττο (από Vrastaman, 15/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του «σφυρί» και «καλέμι».

Σε συνδυασμό με τον χαρακτηρισμό «εργάτης», χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει την δυσκολία διείσδυσης στον κόλπο γυναίκας ο οποίος είναι σχεδόν σφραγισμένος λόγω παρατεταμένης αγαμίας. Εναλλακτικά χρησιμοποιείται και το κομπρεσέρ, ή το γεωτρύπανο, αλλά αυτά υποδηλώνουν μειωμένης έντασης προσπάθεια εκ μέρους του όποιου εισβολέα.

- Μάκη, τι θα γίνει ρε με την Κούλα; Θα της κάτσεις;
- Είσαι καλά ρε Σάκη; Αυτή θέλει σφυροκάλεμο. Τι είμαι ρε, εργάτης;

βλ. και μετροπόντικας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δύο ορισμοί με επικρατέστερο τον πρώτο.

  1. Τοπογραφικός: Το μέρος στο οποίο παρευρίσκονται υπεράριθμαι γκόμεναι. Η χαρά του καβλωμένου. Ο παράδεισος του άνδρός. Βλ. και μουνόλακκος.

  2. Μετεωρολογικός: (απίθανος σε αυτό τον κόσμο) Όταν πνέουν άνεμοι ισχυροί συνοδευόμενοι από ιπτάμενα αιδοία, ή βρέχει καταρρακτωδώς αιδοία.

Καλά, ρε φίλε, τι μουνοθύελλα ήταν κι αυτή εχθές; Τόσες γκόμενες δεν είχαν ξαναπεράσει από το μαγαζί ποτέ. Έπαθα πλάκα.

(από patsis, 30/03/11)(από patsis, 30/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified