Further tags

Σημαίνει ότι καταφέρνω και τη γνωρίζω με τη βιβλική έννοια. Να σημειωθεί ότι όλη η σχετική ορολογία (βγάζω γκόμενα [ξετρυπώνω], χτυπάω γκόμενα) έχει κυνηγετική προέλευση. Δλδ. και το «ρίχνω» θεωρώ ότι δεν σημαίνει «ρίχνω στο κρεβάτι», αλλά τη ρίχνω σα μπεκάτσα. Τη σήμερον ημέρα ο πιο εύκολος τρόπος να ρίξεις γκόμενα είναι να περιμένεις στην πάνω έξοδο κυλιόμενης σκάλας που ανεβαίνει και μόλις δεις κάποια με τακούνι να μιλά αφηρημένη με φίλη της ή στο κινητό κρατώντας και ψώνια απλώνεις το πόδι και της βάζεις τρικλοποδιά. Θα πέσει, σίγουρα πράματα.

- Τη βλέπεις αυτή στη σκάλα, δεν υπάρχει έτσι;
- Νάρα... κλασική περίπτωσις που κοιτάζει το υπερπέραν, μην τυχόν και συναντήσει κανά λιγουροβλέμμα....
- Εμ τι λέμε, αυτές τις ρίχνεις εύκολα...

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σεξουαλική πράξη που γίνεται με χαλαρή διάθεση από τους εμπλεκόμενους και χωρίς δεσμεύσεις και υποχρεώσεις.

Επειδή το σεξάκοι δεν σέρνει από πίσω θέματα τύπου «μ' αγαπά», «τώρα τα έχουμε ή όχι» και γίνεται με ξεκάθαρο κίνητρο (να μαζευτούν τα χοντρά) και χωρίς υποσχέσεις συνήθως είναι σούπερ επιτυχημένο.

Με έχει κουράσει το μονογαμικό σεξ. Πάω στο Γκάζι και ελπίζω να γνωρίσω κανένα ωραίο παιδί να κάνουμε σεξάκοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κλασσική σημασία του όρου αναφέρεται στο φυτό Calystegia sepium της οικογένειας Convolvulaceae που είναι πολυετές φυτό και έχει αναρριχώμενους βλαστούς μήκους έως 2 μ.

Η σημασία του όρου που δίνεται εδώ σχετίζεται με την ιδιότητα των αναρριχώμενων βλαστών της περικοκλάδας που παρομοιάζονται με τα κέρατα που φορά κάποιος/α (κερατάς). Μιλάμε δηλαδή για τα κέρατα που φορά κάποιος/α που έχει καταντήσει ρούντολφ και τάρανδος λόγω υπερβολικού και συχνού κερατώματος.

  1. Μαντινάδα

Κι άμα θα δεις τη κοπελιά να κάνει χωρατάδες να ξέρεις πως τα κέρατα βγάνουν περικοκλάδες

  1. O τύπος δεν μπορεί να περάσει τα διόδια από τα κέρατα που έκαναν περικοκλάδες... (τάρανδος ο κύριος)

http://paiktis.pblogs.gr/2008/05/286454.html

  1. Βέβαια το κέρατο που φοράει μπορεί να της έχει γίνει περικοκλάδα (έχει τρυπήσει το ταβάνι η τρελλοκαμπέρω) και να μη το 'χει πάρει χαμπάρι μ' όλο που σκύβει για να μπει απ' τη πόρτα.

http://gnomi.9.forumer.com/index.php;showtopic=115

  1. Το να σε στολίζει ο καλός σου με λουλούδια και περικοκλάδες στην εξοχή, πάει κι έρχεται... Το να διασκεδάζεις τις Απόκριες ντυμένη διαβολογυναίκα με τα κερατάκια στα μαλλιά σου κι αυτό δικαιολογείται... Το να είσαι, όμως, μια χαρά φυσιολογικός άνθρωπος και να διαθέτεις κέρατα μεγαλύτερα κι από κείνα του γηραιότερου ταράνδου, τότε σημαίνει πως κάτι λάθος έχεις καταλάβει, κι αντί για τον Παναγιωτάκη από τα Κίουρκα, έχεις μακρινό ξάδερφο το Ρούντολφ...

http://www.inath.gr/sxeseis/apo-do-i-ginaika-mouki-apo-do-to-aisthima-mou.htm

  1. Μα να λες ότι μύρισε η άνοιξη και να θες να καμαρώσεις μια περικοκλάδα στην εξοχή και να σου λέει ο καλός σου, είναι μακρυά, που να τρέχουμε τώρα, και εγώ... το όρνιο, ναι το όρνιο καλά λέω, να μη θέλω να καταλάβω πως εννοούσε ο κύριος πως αντί να πάμε μακρυά, ας μείνουμε εδώ αφού η περικοκλάδα, υπάρχει στο κεφάλι μου. Και μάλιστα όσο με κεράτωνε ο κύριος, τόσο αυτή θέριευε.

(από GATZMAN, 07/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη αργκό των μπουρδελιάρηδων περιγράφει υπηρεσία κατά την οποία το πέος του πελάτη τρομπάρεται παλινδρομικά από την επαγγελματία μέχρι να παραχθεί το ζητούμενο σπερμώδες γάλα. Το τρομπάρισμα γίνεται συνήθως χειρωνακτικά και ενίοτε στο πόδι (βλ. ποδοφραπέ).

Για τους θαμώνες των στριπτιζάδικων, πρόκειται για τον υπέρτατο βαθμό περιποίησης που μπορεί να προσφέρει μια χορεύτρια σε ένα στριμωγμένο και συνωστισμένο «πριβέ» χώρο.

Για τους πελάτες οίκων απωλείας, αντιθέτως, το φραπέ είναι το πιο κοινότοπο και απέριττο συστατικό μιας μισθωτής ξεπέτας.

«Πήγα le cabaret με κάτι φίλους χρησιμοποιώντας τις καρτούλες που βρήκα στο ίντερνετ για δωρεάν χωρό. Δεν είχαμε λεφτά όλοι οπότε είχαμε σκοπό να κάτσουμε να πιούμε ένα ποτό να κάνουμε κ έναν χορό και να φύγουμε έχοντας πληρώσει 20€. Ε πήρα και εγώ μια κοπέλα για χορό, με πήγε πάνω και κατευθείαν άρχισε να μου τον πιάνει πάνω από το παντελόνι. Ε πήρα λίγο πιο πολύ θάρρος και άρχισα να την πιάνω παντού (ακόμα και κάτω) και αυτή με άφηνε. Σε κάποια στιγμή μου λεει με 100€ έξω από το μαγαζί κάνω ότι θες, θα σου δώσω το τηλ μου μετά... Ε τις λεω και εγώ για φραπέ, και μου λεει ότι μπορεί με 20€ φραπέ με γάλα, χωρίς να το μάθει το μαγαζί. Ε έσκυψε λίγο πάνω μου για να μην φαίνετε κ ξεκίνησε ο φραπές. Μόλις τέλειωσε τις έδωσα στα πεταχτά 20€ και έφυγα από το μαγαζί. με 40€ ήπια ποτό, μπάνισα τις γκόμενες, χούφτωσα αυτές που ήρθαν στο τραπέζι να με πείσουν για πριβέ και είχα και φραπέ με γάλα. Πραγματικά πολύ ευχαριστημένος!!!»

«..παλιά στο Ανατολή, θα το θυμούνται οι παλιότεροι έπαιζε πολύ φραπέ με πόδια στον πριβέ στο πατάρι! εμένα μου είχε τύχει πολλές φορές αλλά μόνο πάνω από τα ρούχα! Μια φορά όμως είχα πετύχει σε πριβέ μια τύπισσα που τον είχε βγάλει έξω σε ένα τύπο και του τον έπαιζε κανονικά με τα πόδια της μέχρι που έχυσε!!!! Σας έχει τύχει σε στριπτιζάδικο;»
(Αμφότερα από το forum του bourdela.com)

(από aias.ath, 18/11/11)(από GATZMAN, 01/05/13)\'Καφέδες\' παντός τύπου (από nobody, 20/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται μόνο για μία από τις χιλιάδες εκφράσεις που έχουνε επινοήσει οι Έλληνες για να ρωτήσουν άλλοτε διακριτικά, άλλοτε χιουμοριστικά για το αν κάποιος /-α άλλος /-η είναι ομοφυλόφιλος /-η.

Άλλες φορές πάλι χρησιμοποιούνται αντί κοσμητικών επιθέτων (πούστης, γαμιούνται κλπ.).

Έχουμε λοιπόν μια παρακαταθήκη μεγάλης αξίας με παραλλαγές της φράσης «τρίβεις το πιπέρι» (ασφαλώς προϊόν των ΜΜΕ)

Τα ακόλουθα είναι μόνο ένα μικρό δείγμα.

Βάζεις το ταψί στο φούρνο; Βγάζεις νερό από το πηγάδι; Βουτάς τον κολιό στο λάδι; Γρασάρεις τα έμβολα; Μπαίνει η βάρκα στο λιμάνι; Μπαίνει η κάλτσα στο συρτάρι; Μπαίνει ο σύρτης; Μπαίνει το εκλεράκι στο ταψί; Μπήκε το λίπασμα στη γλάστρα; Πέφτει κρέμα στο γαλακτομπούρεκο; Τα αλατίζεις τα τουρσάκια; Τα αλλάζεις τα λάδια; Τα σπας τα μπετά; Τη ρουφάς τη γρανίτα; Την αλείφεις την μαρμελάδα; Την αλείφεις την μερέντα; Την ανάβεις τη λαμπάδα; Την ανοίγεις την γεώτρηση; Την απλώνεις την μπουγάδα; Την απλώνεις την σφολιάτα; Την αρμέγεις την αγελάδα; Την αρμέγεις τη σαύρα; Την βάζεις καρφωτή την πέμπτη; Την βιδώνεις την τουλούμπα; Την βουτάς την βανίλια; Την γυρνάς την μπετονιέρα; Την γυρνάς την φρυγανιά; Την δουλεύεις την αντλία; Την έβαλες την μπεσαμέλ στο παστίτσιο; Την ξεφλουδίζεις την μπανάνα; Την ξυρίζεις την κότα; Την καθαρίζεις την πατάτα; Την καις την ασφάλεια; Την κουνάς την αχλαδιά; Την κουνάς την καμπάνα; Την κουνάς την παπαρδέλα; Την κουρεύεις την κότα; Την μαδάς την μαργαρίτα; Την μελώνεις την τηγανίτα; Την μελώνεις την τουλούμπα; Την παίζεις την φλογέρα; Την παπαριάζεις την αγγουροσαλάτα με ψωμί ολικής αλέσεως; Την πατάς την γάτα; Την πατάς την κατσαρίδα; Την πιέζεις την μπατονέτα; Την ποτίζεις την γλάστρα; Την σαλιώνεις την πιπίλα; Την σαλιώνεις την τρίχα; Την σπας την φτερούγα; Την στίβεις την ελιά; Την στίβεις την σουπιά; Την σφίγγεις την τανάλια; Την τινάζεις την αμυγδαλιά; Την τινάζεις τη φέτα; Την τρίβεις την λαμπάδα; Την τρως την γομολάστιχα; Την τρως την ντρίπλα; Την χαλαρώνεις την βαλβίδα; Τις μαζεύεις τις ελιές; Τις μελώνεις τις δίπλες; Τις παίζεις τις χορδές; Τις σιγοβράζεις τις φακές; Το αλατίζεις το πιπέρι; Το αλευρώνεις το μπαρμπούνι; Το γεμίζεις το παστίτσιο; Το δαγκώνεις το μπουρίτο; Το δονάς το κινητό; Το εξαερώνεις το καλοριφέρ; Το ζυμώνεις το τσουρέκι; Το ξεφλουδίζεις το ακτινίδιο; Το ξυρίζεις το φραγκόσυκο; Το λαδώνεις το G3; Το ξεσκονίζεις το σκρίνιο; Το ξετυλίγεις το πηνίο; Το ξύνεις το καρότο; Το καβουρδίζεις το αμύγδαλο; Το «καις» το CD;
Το κάνεις γιρλάντα το μουστάκι; Το κουρεύεις το γκαζόν; Το λαμβάνεις το SMS; Το μπουκώνεις το πιροσκί; Το παίζεις το κομπολόι; Το ραντίζεις το οικόπεδο; Το ρουφάς το αυγό; Το ρουφάς το κανελλόνι; To ρουφάς το τρομπόνι; Το σηκώνεις το ράσο; Το σουβλίζεις το αρνί; Το στραγγαλίζεις το γιαούρτι; Το συνδέεις το scart; Το σφυρίζεις το πέναλτι; Το τηγανίζεις το σκορδόψωμο; Το τινάζεις το θερμόμετρο; Το τινάζεις το λάστιχο; Το τινάζεις το χαλί; Το τραβάς το καζανάκι; Το τραβάς το χειρόφρενο; Το τροχίζεις το αμόνι; Το τρως το σαγανάκι; Το τσεπώνεις το πουρμπουάρ; Το τυλίγεις το σουβλάκι; Το φέρνεις βόλτες το καβούρι; Το χαϊδεύεις το ανακόντα; Το χαϊδεύεις το γατάκι; Τον αλλάζεις το φελλό; Τον αρμέγεις τον ταύρο; Τον βάζεις τον φορτιστή στην πρίζα; Τον εκτοξεύεις τον πύραυλο; Toν λιμάρεις τον ξιφία; Τον πνίγεις τον φουνταριστό; Τον σκαλίζεις τον κήπο; Τον τηγανίζεις το σπάρο; Τον φιστικωνεις τον μπακλαβά; Το αλείφεις το βούτυρο; Το ασβεστώνεις το σπίτι; Το γλύφεις το πινέλο; Το γυαλίζεις το καρότο; Το γυαλίζεις το λουστρίνι; Το γυρίζεις το μπιφτέκι; Το γυρίζεις το ταξίμετρο; Το δέρνεις το πιθίκι; Το έριξες το μανίκι; Το ζουλάς το ακτινίδιο; Το ζυγίζεις το λουκουμάκι; Το ζυγίζεις το σύκο; Το θερίζεις το χωράφι; Το ξεδιπλώνεις το κοκορέτσι; Το ξεχωρίζεις το κυδώνι; Το ξύνεις το καρότο; Το ξυρίζεις το κουνάβι; Tο καθαρίζεις το αγγούρι; Το κανελώνεις το ρυζόγαλο; Το κλείνεις το πατζουρόφυλλο; Το λαδώνεις το σαζμάν; Το λέμε το ποίημα; Το μαστιγώνεις το δελφίνι; Το πάμε το γράμμα; Το πεταλώνεις το άλογο; Το πνίγεις το κουνέλι; Το πνίγεις το ποντίκι; Το πλέκεις το καπέλο; Το ρουφάς το κανελόνι; Το σερβίρεις το παστάκι; Το σηκώνουμε το σακάκι; Το σκάμε το δυναμιτάκι; Το στίβεις το βερίκοκο; Το στραγγίζεις το καταϊφι; Το στρίβεις το παξιμάδι; Το σφίγγεις το αυγό; Το σφίγγεις το ξινόμηλο; Το σφουγγαρίζεις το σαλόνι; Το τινάζεις το μαξιλάρι; Το τινάζεις το χαλί; Το τινάζεις το χταπόδι; Το τρίβεις το πιπέρι; Το τρως το μυδοπίλαφο; Το τσιγαρίζεις το κοτόπουλο; Το τυλίγεις το φίδι; Το τυλίγεις το πούρο; Το πνίγεις το κουνέλι; Το στρίβεις το πόμολο; Το σφίγγεις το μπουλόνι; Το φοράς το κιμόνο; Το χτενίζεις το καταϊφι; Το ψήνεις το μπιφτέκι; Το ψήνεις το τσουρέκι; Τον απλώνεις τον τραχανά; Τον βουτάς τον κολιό στο ξύδι; Τον γλύφεις τον λουκουμά; Τον ισιώνεις τον γύρο; Τον ξαλμυρίζεις τον μπακαλιάρο; Τον ξεφλουδίζεις τον γερμά; Τον ξυρίζεις τον καλόγερο; Τον τινάζεις τον λουκουμά; Τον τσουρουφλίζεις τον αστακό; Τον φουσκώνεις τον Αη-Βασίλη; Τον φυσάς τον κουραμπιέ;

- Ρε συ Σάκη, άκουσα ότι εσύ και ο Μιχάλης..
- Όχι, ψέμματα είναι!
- Μα ρε μου είπανε ότι σας είδανε στο πάρτυ..
- Όχι δεν έγινε..
- Ρε σίγουρα δεν το τρίβεις το πιπέρι;
- Όχι
- Μήπως ανοιγοκλείνεις το συρτάρι και δε μας το λες;
- Όχι
- Δηλαδή δεν το χτενίζεις το καταΐφι;
- Φτάνει πια...! Απλά ένα φιλικό φιλί ήτανε. Ντάξει;;
- Α, δηλαδή τον φυσάς τον κουραμπιέ... Στη μάνα σου το 'πες;
...

Το ξεσκονίζεις το σκρίνιο;  (από dipyadip, 16/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση έντονα προσβλητική. Πρωτοεμφανίστηκε στα κατώτερα λαϊκά στρώματα και γρήγορα έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό. Χρησιμοποιείται κυρίως από άντρες για να περιγράψουν την έντονη παρουσία γυναικείου, πολλά υποσχόμενου πληθυσμού.

- Μαλάκες, πήγατε στο πάρτυ της Φωφώς;; - Ναι, ρε φίλε!! Τόσες γκόμενες μαζεμένες... του μουνιού το πανηγύρι!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάω σε γαμήσια: Χιουμοριστική φράση που στο άκουσμα της, οι γνωρίζοντες γελούν πονηρά. Οι δε ανυποψίαστοι εκπλήσσονται, γιατί σα λίγο κουφάλες που είμαστε θέλουμε να τους παραπλανήσουμε. Όπως και να το κάνουμε, το άκουσμά της δημιουργεί πικάντικη ατμόσφαιρα.

Όχι... όχι, δε μιλάμε για συνουσία, παρτούζα και τα ρέστα. Τίποτα απ' αυτά... Τι όμως θέλει να πει ο ποιητής;

Η φράση σημαίνει απλά πάω σε γάμο και η εξήγηση είναι η ακόλουθη: πάω σε βαφτίσια σημαίνει πάω σε βάφτιση, άρα κατ' αναλογία πάω σε γαμήσια σημαίνει πάω σε γάμο. Μ΄άλλα λόγια, πάω σε γαμήλια τελετή.

Απόγευμα Σαββάτου ο Δημητράκης ο λέτσουρας, ντυμένος με κουστουμιά απαστράπτουσα, βγαίνει απ' το σπίτι του.
- Πού πας έτσι στολισμένος σα γαμπρός ρε Δημητράκη;
- Πάω σε γαμήσια.
- Και πού κολλάει ρε η κουστουμιά και η κυρίλα ρε μεγάλε; Μπας και θα πάτε πρώτα σε κάνα μπαράκι για να συναντηθείτε με τα μωρά που στη συνέχεια θα κουτουπώσετε;
- Τσου.
- Τότε μπας και θα παίξετε πρωτύτερα κάνα σεναριάκι που απαιτεί τέτοια αμφίεση, για να φτιαχτείτε;
- Κούλαρε ρε μαλάκα. Τι πίπες είναι αυτές που λες; Πολλή φαντασία έχεις; Μπας και μαστούρωσες; Τίποτα απ' αυτά. Σε γάμο πάω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κλασσική σημασία του όρου, παραπέμπει σε εγκυμονούσα γυναίκα που περιμένει πως και πως να γεννήσει για να λευτερωθεί απ' τους πόνους.

Ο όρος θα μπορούσε να ειπωθεί σε κάθε περίπτωση που επιχειρείται μεταλαμπάδευση γνώσης και αξιολόγηση της κατάστασης. Σε εργασιακό χώρο, στο σπίτι, παντού. Η συσχέτιση της κλασσικής σημασίας με αυτή τη σημασία θα φανεί ακολούθως που θα παρουσιαστεί η χρήση του όρου στην εκπαίδευση.

Ο συγκεκριμένος, όρος μπορεί να λεχθεί υπό μορφή αστειότητας, από εκπαιδευτικούς σε μαθητές, μετά από την ανάλυση ενός δυσνόητου θέμα και τη λύση αποριών που κάνει ο καθηγητής πάνω σ' αυτό.

Ο καθηγητής μετά από εξαντλητικό ξεψάχνισμα του θέματος, ρωτά τους μαθητές αν συλλάβανε το θέμα . Μετά από καταφατική απάντηση της τάξης, άλλοι λένε ναι και είναι ναι, άλλοι λένε ναι και νομίζουν ότι είναι ναι, ενώ άλλοι λένε ναι και ξέρουν ότι είναι ίσως, ότι είναι περίπου, ότι είναι: «άντε πες στο μαλάκα ένα ναι, να πάμε παρακάτω». Μετά λοιπόν το «ναι» της τάξης ο καθηγητής τους απαντά υπό μορφή αστειότητας: «Καλή λευτεριά». Είναι σαν να τους λέει: «Σας πήδηξα νοητικά, με στόχο να σας μεταλαμπαδεύσω γνώσεις».

Υπάρχει ομοιότητα χαρακτηριστικών μεταξύ λαμπάδας και φλεγόμενου από τον πόθο πέους. Άρα μεταλαμπάδευση σημαίνει νοητική συνουσία που καταλήγει στον νοητικό οργασμό. Και επειδή επιχειρείται από έναν (καθηγητή) σε πολλούς (μαθητές), μιλάμε για πολυδυαυλική νοητική συνουσία ή για νοητική παρτούζα. Κι ο καθηγητής πηδάει, πηδάει, μέχρι να θεωρήσει είτε πως είχε καλό βόλι, είτε κουράστηκε. Θεωρεί πως όσοι το συνέλαβαν, πως θα υποβάλλουν το νοητικό σπέρμα σε νοητική επεξεργασία(νοητική κύηση) ώστε κάποια στιγμή να λευτερωθούν από τη νοητική κύηση και να έχουν ως αποτέλεσμα νοητικής τεκνοποίησης, χειροπιαστή και απολύτως συνειδητοποιημένη γνώση.

Θα πει βέβαια κάποιος: «Μα η γνώση γεννά την αμφιβολία και η αμφιβολία τη γνώση». ΟK! Και ποιος είπε πως η νοητική συνουσία παύει.Πολύτεκνοι είμαστε όλοι μας.

Ο καθηγητής λοιπόν, παρόλο που όπως ειπώθηκε, έχει θεωρήσει πως είτε είχε καλό βόλι, είτε πως κουράστηκε, θέλει να επιχειρήσει και αξιολόγηση της κατάστασης λέγοντας: «Το συλλάβατε»;

Ο καθηγητής σαν γριά πουτάνα ξέρει τα άτομα και ψαρεύει αντιδράσεις. Δεν αρκείται σε ένα ναι. Κοιτάει πως το λες το ναι. Μ' άλλα λόγια κόβει μάπα και βγάζει συμπέρασμα. Και όχι μόνο μάπα. Και φυσικά δεν εστιάζει στους πάντες. Εστιάζει σ' αυτούς που είχαν απορίες. Για τους άλλους ξέρει. Γριά πουτάνα είναι.

Επίσης θέλει να ηρεμήσουν τα πνεύματα μετά το νοητικό μποτιλιάρισμα και να επέλθει μια μίνι χαλαρότητα, ώστε τα μυαλά να ξεκουραστούν πριν το επόμενο αρχιδάτο θέμα σκάσει στην πίστα... εεε... στον πίνακα. Γιαυτό τους χαλαρώνει λίγο μετά το νοητικό μποτιλιάρισμα ρωτώντας αν το συλλάβανε, για να τους πει στο τέλος: καλή λευτεριά.

Επίσης θέλει και αυτός σαν εργαζόμενος, να πει καμιά μαλακία, καμιά μπούρδα, όπως το κάνουν, τόσοι και τόσοι εργαζόμενοι μέσα στο εργασιακό τους ωράριο.

Οι αρχές της παραπάνω περιγραφόμενης διαδικασίας ισχύουν βέβαια σε κάθε περίπτωση τέτοιας μεταλαμπάδευσης. Ωστόσο η μεθόδευση προσαρμόζεται ανά περίπτωση.

  1. (Μετά την επίλυση αποριών σε ένα δυσνόητο θέμα, ο καθηγητής ρωτά:)
    (Καθηγητής) To συλλάβατε το θέμα;
    (Τάξη, δια βοής) Ναιαι....
    (Καθηγητής) Καλή λευτεριά!

  2. (Ο τεχνηταράς στον αδαή τεχνικό)
    - Απ' το πρωί σου αναλύω πως θα επιδιορθώνεις τα γαμημένα τα μηχανήματα, κι όλο απορίες έχεις. Με γκάστρωσες.
    - Όχι, εσύ με γκάστρωσες, που θες σώνει και καλά να μάθω εν μια νυκτί όσα έχεις μάθει σε δέκα χρόνια.
    - Ε... τότε καλή λευτεριά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασσικό και παλαιομοδίτικο ρήμα, που σημαίνει αρπάζω με δόλο, επιτίθεμαι σε γυναίκα έχοντας ανήθικους σκοπούς, δηλαδή στοχεύοντας να της τον φορέσω. Νοηματικά το ρήμα ενέχει την πονηριά και τις υποχθόνιες διαθέσεις που προέρχονται από τις έντονες ορμές.

Πιθανότατα ο αγγλικός όρος είναι το γνωστό shag.

- Τα κατάφερε η κουφαλίτσα ο Νίκος και το κουτούπωσε τελικά το γκομενάκι από τον Βόλο.
- Πότε ρε;
- Χθες, το έφερε από 'δω, το έφερε από 'κει, τα κατάφερε ο πούστης...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καθιερωμένος ορισμός είναι τοις πάσι γνωστός: νυχτερινή εκσπερμάτωση, συνέπεια ηδυπαθούς ονείρου (εκ του oνειρώττω).

Στην σλανγκ εκδοχή, το λήμμα περιγράφει κάθε αντικείμενο ή υποκείμενο έμμονου και βασανιστικού πόθου.

1.
- Ο γερομπισμπίκης ενώ είναι με το ένα πόδι στον τάφο κυκλοφορεί με ένα πιπινάκι σκέτη ονείρωξη! - Γάμησέ τα! Κώλοι υπάρχουν, λεφτά δεν υπάρχουν!!!

2.
- Μάγκα μου, έχεις δει το i-Phone; σκέτη ονείρωξη δικέ μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified