Selected tags

Further tags

Επιχείρημα απελπισμένου και πάσχοντος από χρόνια αγαμία, ο οποίος διακατεχόμενος επίσης από εκφυλιστικές τάσεις, προσπαθεί να κάμψει τις όποιες αναστολές του εταίρου παρόντος, που δείχνει να θέλει αλλά ταυτόχρονα να φοβάται τους χαρακτηρισμούς πούστης, λόμπας, πισωγλέντης κλπ φαντάζοντας δε στα μάτια του πρώτου ως ξερολούκουμο, τρυφερό πόδι, κλπ.

- Πω-πω αδερφέ μου έχω κάτι κάβλες!!! -Σιγά-σιγά θα μας γαμήσεις όπως πάς.
- Μην ανησυχείς μωρέ, με μια φορά, πούστης δε γίνεσαι.
(30' αργότερα)
-Με την δεύτερη γίνεσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δήλωση που φέρει αρκετό αυτοσαρκασμό και ειρωνεία. Προφέρεται συνοδευόμενη από δήθεν έκπληξη, η οποία καλύπτει την αμφισβήτηση στας υπερβολάς του προλαλήσαντος, οι οποίες αφορούν το ποιόν κάποιας γυνής, και το πλήθος των ανδρών που έχει ικανοποιήσει.

Ο αυτοσαρκασμός βασίζεται στην αποδοχή της απουσία μας από το πλήθος αυτό, το οποίο ισούται πάντα με τον πληθυσμό της πόλης που ζούμε διαιρεμένου με το δύο.

- Μπράβο του Θέμη. Έμαθα οτι κουτούπωσε τη Λουκία χθες.
- Τι μπράβο μωρέ μαλάκα. Αυτή έχει ξεπετάξει το μισό ανδρικό πληθυσμό της Κορίνθου!
- Τι κατάρα κι αυτή! Πάλι στους άλλους μισούς είμαι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σεξουαλικά διεγερμένος λόγω παρατεταμένης αποχής με έντονα σωματικά συμπτώματα, δλδ πονεμένοι γεννητικοί αδένες και οχι απλή «ανόρθωση».

Αποκλείεται ρητά η αιφνίδια διέγερση λόγω απρόσμενου σεξουαλικού ερεθίσματος.

Σατιρική διασκευή απο γνωστό φορουμ:

Πρησμένος ειμ΄απ΄το πρωί
πάω να ξελαμπικαρω (δις)
στου Παύλου το home cinema
που παίζει εργο λάβρο
στου Παύλου το home cinema
την ηδονή για να βρω

Η συνέχεια και άλλα τινά εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τουτέστιν μεθερμηνευόμενον, κάποιος επιθυμεί κάτι διακαώς και ωσάν ομοφυλόφιλος.

Η έκφραση δεν περιορίζεται σε σεξουαλικά συμφραζόμενα και σχεδόν πάντα συνοδεύεται με χειρονομία παλλόμενου κυκλικού σχηματισμού δείκτη και αντίχειρα.

Να μην συγχέεται με το έτσι να κάνει ο κώλος σου.

- Όπως προκύπτει και από τους αριθμούς, πρόκειται για πολύ ελκυστικό εγχείρημα με ελάχιστο κίνδυνο και υψηλότατη κερδοφορία. Όταν το παρουσίασα στο Λονδίνο, και ας μου επιτραπεί μια ανάρμοστη και αγοραία έκφραση, «έτσι» έκανε το κωλαράκι των Άγγλων για να συμμετάσχουν στο σχήμα…

(Απόσπασμα από εισήγηση σοβαρότατου κρυπτοσλανγκιστή επιχειρηματία της οποίας υπήρξα αυτήκοος μάρτυς)

Εεετσ! (από Vrastaman, 04/09/09)Ο κώλος ορατός στους απέναντι (από Stravon, 04/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες τσιμπουκότρυπας:

Αφενός:

Η ελληνική απόδοση του glory hole, της «σήραγγας» που φέρουν τα χωρίσματα ορισμένων δημοσίων ουρητηρίων για να διευκολύνουν στην διεξαγωγή ανώνυμου στοματικού έρωτα, κυρίως μεταξύ ομοφυλοφίλων. Όπως και με την σκουληκότρυπα, η τσιμπουκότρυπα συνδέει σημεία κατά τέτοιο τρόπο ώστε οι ενδιαφερόμενοι να καταλήγουν σε κάποιο προορισμό που θα ήταν πολύ πιο μακριά μέσω του συμβατικού χωρόχρονου.

Η λέξη προέκυψε από συζητήσεις επαγγελματιώνγια την μετάφραση ατάκας του Homer Simpson («We can outsmart those dolphins. Don't forget -- we invented computers, leg warmers, bendy straws, peel-and-eat shrimp, the glory hole, and the pudding cup!»).

Aφεδύο:

Χυδαιότατη περιγραφή του ανθρωπίνου στόματος. Χρησιμοποιείται κυρίως όταν θέλουμε κάποιος να το βουλώσει.

Εκ των çubuk (της πολυτελούς κεχριμπαρένιας πίπας πού κάπνιζαν οι προύχοντες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας) και τρῦπα.

1, - Οι τρύπες που υπάρχουν στις τουαλέτες σε κατεστραμμένα μπαρ της Αμερικής με σκοπό τη «γνωριμία» με το άτομο που βρίσκεται στο διπλανό καμπινέ (δεν μπορώ να το πω πιο κόσμια).
(O πιο κομψός ελληνικός ορισμός της τσιμπουκότρυπας, από εδώ)

  1. - Φτου, σκουληκοτσιμπουκότρυπα!
    (γλωσσοδέτης)

  2. - ...η φοροδιαφυγή, οι μίζες στα εξοπλιστικά και οι λοβιτούρες της Εκκλησίας μας στοιχίσαν στην τελευταία 4ετία όσο περίπου οι παροχές που τάζει ο ΣΥΡΙΖΑ για παιδεία, υγεία και περιβάλλον οπότε εθνικά υπερήφανοι πολεμόγκαβλοι ορθόδοξοι κάντε μου τη χάρη και ΒΟΥΛΩΣΤΕ ΤΗΝ ΤΣΙΜΠΟΥΚΟΤΡΥΠΑ ΣΑΣ. Είναι προκλητικό να τη λέτε εσείς στο ΣΥΡΙΖΑ για μη επαφή με την πραγματικότητα. Αφήστε να του τη λέω εγώ που τουλάχιστον τα λέω σωστά...
    (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες πετσοπάδων:

A. Αφενός:

Ο ιδιοκτήτης ή υπάλληλος pet shop (καταστήματος πώλησης ζώων συντροφιάς).

B. Aφεδύο:

Λεξιπλασία-απόδοση του αγγλικού «pet shop boys», των μελών της φυλής ομοφυλοφίλων του San Fransisco που συχνάζουν σε pet shops από όπου προμηθεύονται ποντικάκια gerbil με τα οποία προβαίνουν σε τρωκτικό σεξ. To συγκρότημα Pet Shop Boys πήρε το όνομα του από τους εν λόγω πετσοπάδες.

  1. - Eίχα to 2001 ένα μωρό κροκόδειλο που μεγαλώνουν κανονικά μέχρι 3-4 μετρά (...) ο πετσοπάς τότε που είπε ότι μεγαλώνουν με το ενυδρείο που ανακάλυψα ότι δεν είναι καθόλου σωστό (...) Τον πήρα ήταν περίπου στα 35 εκ. με την ουρά και το ενυδρείο ήταν στα 55 εκ. και αρκετό χώρο να μπορέσει να αλλάξει πλευρά μέσα στο ενυδρείο. Μετά από 4 μήνες βρήκα την ουρά του να χτυπάει στο τζάμι ... (από εδώ)

- Ένας πετσοπάς μου είπε ότι πρέπει να πλένουμε καλά τα φυτά σε αλατόνερο πριν τα βάλουμε στο ενυδρείο, έτσι ώστε να σκοτώνονται (αν υπάρχουν) τα αυγά από κοχύλια. Ισχύει; (από εδώ)

  1. - Ο (πετσοπάς) Richard Gere και οι συν αυτώ μετρό παραβιάζουν την φύση με άμοιρα ποντικάκια gerbil, εκεί που δεν πιάνει ήλιος. Η WWF, αλήθεια, τι κάνει; Αρχίδια-μύδια! Εμείς τουλάστιχον έχουμε τον Κώστα Καφάση που ξέρει από καλό ψάρι. Και την Άννα Βίσση που δεν θα μείνει ποτέ μπουκάλα… (από εδώ)

(από Vrastaman, 04/09/09)(από Vrastaman, 04/09/09)(από Vrastaman, 04/09/09)(από Vrastaman, 04/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρονικά μεταβαλλόμενη φράση (παίζει η ημέρα), με την οποία κρίνεται η εξωτερική εμφάνιση κάποιας.

Δηλώνει τον μη ενθουσιασμό για την εμφάνιση τη κρινομένης, μη απορρίπτοντας όμως την υποβόσκουσα επιθυμία για βραχύβια και βραχυχρόνια σεξουαλική συνεύρεση μαζί της.

Χρησιμοποιείται κατά κανόνα από τον ερωτικά πεινασμένο, ο οποίος κοιτά και κρίνει οτιδήποτε περνάει από μπροστά του, προσπαθώντας, πάντα ανεπιτυχώς, να κρύψει την αγαμοσύνη του. Το εν λόγω άτομο συνοδεύεται συνήθως από φίλο αντιστοίχων επιδόσεων.
Η κατάληξη της βραδιάς είναι σχεδόν πάντα ίδια και δεδομένη.

(Γνωστή μπακουροσυζήτηση: )
-Δες αυτή ρε μαλάκα! (σωστή χρήση του όρου)
-Ποια ρε μαλάκα;
-Αυτή που περνάει με το μαύρο κολάν
-Ε!, για Δευτέρα βράδυ, καλή είναι.

Δε γίνεται Σάββατο! (από Galadriel, 19/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση που τείνει να γίνει θρησκεία για τον πάσχοντα.

Προδίδει υπέρ - μακροχρόνια αγαμία σε διάστημα τέτοιο, ώστε η τελευταία ερωτική συνεύρεση να χάνεται στο βάθος του χρόνου.

Ο αγάμιος (θρησκευτικοποίηση του αγάμητου) έχει πλέον αποφασίσει την αγαμία του, την υποστηρίζει και από πρόβλημα την έχει αναγάγει σε τρόπο ζωής. Θεωρεί πλέον προβληματικούς αυτούς που ζουν μια φυσιολογική κατ’ άλλους ζωή και βρίσκεται με το ένα πόδι στον Άθω.

-Την αγαμοσύνη μου μέσα

(για άλλους, το χ..... μου)

(από Τσακ εις την μέσην, 25/10/10)

Ακόμη: αγαμία, αγαμησιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μετάφραση του εγγλέζικου fuck buddy. Δηλαδή όταν ένας άντρας και μια γυναίκα παραμυθιάζουν ολόκληρη την παρέα ότι και καλά είναι κολλητοί και όταν μείνουν μόνοι τους αρχίζουν τα ντιριντάχτα και τις γουτσουγουτσουνιές.

- Αυτός που με χαιρέτησε είναι κολλητός της Αφροδίτης.
- Κολλητός ή πισωκολλητός;
- Κολλητός νομίζω... δεν ξέρω αν πηδιούνται κιόλας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Aυτός που τραβάει πάνω από 5 μαλακίες την μέρα και δεν ζει πλέον στην πραγματικότητα, νομίζει ότι όλες οι γκόμενες πρέπει να είναι πορνοστάρ, επηρεασμένος από τις χιλιάδες τσόντες που βλέπει...

Επίσης ξέρει όλα τα τσοντοσάιτ και φωνάζει τις πορνοστάρ με τα μικρά τους ονόματα... και στα 30 του είναι στείρος.

- Ρε μαλάκα, κοίτα μια μουνάρα απέναντι, ίδια η vicky είναι...
- Ποια vicky ρε μαλάκα;
- Την vicky vette ρε!
- Πολύ μαλακιοκαμένος είσαι ρε αδερφάκι μου, έλεος...

υ.γ. vicky vette = γνωστή πορνοστάρ

α! να ξυριστώ... (από BuBis, 08/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified