Selected tags

Further tags

Στην σεξοσλάνγκ, είναι μεταφορά από τα όπλα και σημαίνει ότι ο μπαργαλάτσος σου είναι σαν ένα όπλο που δεν μπορεί να κάνει καλά την δουλειά του. Αγγλιστί: dud.

Υπάρχουν διάφορες ερμηνείες του τι συνιστά κάποιον τζούφιο. Κυρίως είναι ο άντρας που δεν είναι γόνιμος και δεν μπορεί να τεκνοποιήσει (αν και μπορεί να κάνει σεξ). Σαν να πυροβολεί, αλλά να ρίχνει άσφαιρα ένα πράμα. Σύμφωνα όμως με ευρύτερη ερμηνεία, είναι ο αντικούκου, αυτός που δεν τουσηκώνεται. Τέλος, η ερμηνεία που χαρακτηρίζει τον γκέι ως τζούφιο είναι προδήλως σεξιστική, καθώς ο γκέι, είτε περσινός είτε φετινός, είναι ερωτικό ον, και δεν μπορεί να κριθεί με το τελεολογικό κριτήριο αν τεκνοποιεί ή όχι.

Μήπως όμως είναι και οι τζούφιοι ερωτικά όντα με την δική τους αξιοσέβαστη διαφορετικότητα; Στο άρθρο εδώ αναφέρεται ότι οι τζούφιοι της Αμερικής (duds) έχουν συγκροτήσει την δική τους κοινότητα και διεκδικούν μια ασεξουαλική επανάσταση στα ήθη, ανάλογη με την επανάσταση της σεξουαλικής απελευθέρωσης που τάραξε την σιξτίλα και σεβεντίλα. Βιώνουν τον εαυτό τους ως καταπιεζόμενη και λοιδωρούμενη μειονότητα από τον κυρίαρχο λόγο του πανσεξουαλισμού και διεκδικούν το δικαίωμα να μην γαμάνε, ως μια μορφή σεξουαλικής ελευθερίας. Μάλιστα έχουν κάνει και ζωολογικές έρευνες για να αποδείξουν ότι η ασεξουαλικότητα αφορά και σε πολλά είδη θηλαστικών και όχι μόνο στις αμοιβάδες, οπότε δεν μπορεί να αποκηρυχθεί βάσει του επιχειρήματος της φυσικότητας. Σύνθημά τους: Ζωή δεν είναι μόνο το σεξ! Δικαίωμα στην τζουφιαλαζονεία λοιπόν.

1.α. Basika exw mia aporia kai tha sas thn pw oso pio analytika ginetai: Borei enas andras an ekspermatwsei se ena p.x plastiko pothraki na katalabei ( me to mati diladi ) an einai gonimos 'h tzoufios; 'H mipws xreiazontai eidikes exsetaseis k mono;
Απάντηση: Αν προσέξεις καλύτερα το δείγμα θα δεις ορισμένα σπερματοζωάρια να κολυμπάνε ύπτιο! Σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να σου τρυπήσουνε και το πλαστικό κυπελάκι!Αμα δεις να βγάζουνε τα χέρια έξω και να χαιρετάνε (=ζητάνε βοήθεια)τότε να ξέρεις ότι μάλλον είσαι τζούφιος...
(εδώ)

  1. β. Δες τα θετικά.. Αν είσαι τζούφιος, θα κάνετε μια ζωή σεξ χωρίς προφύλαξη. (εδώ)

  2. α. Πουριτανός-Τζούφιος-Αντικούκους
    Ξέχνα το φλογερό σου ταμπεραμέντο και τις επιδόσεις σου στο κρεβάτι. Θα γίνεις θρησκευόμενος πουριτανός με πρόβλημα στύσης. Δώσε της ραντεβού για το βράδυ αφήνοντας γαργαλιστικά υπονοούμενα και υποσχέσεις. Μέχρι να έρθει, φρόντισε να διαβάσεις την εικονογραφημένη βιογραφία της Παπαρήγα και να δεις τη βιντεοκασέτα από τις διακοπές της θειας σου της Ευτέρπης στα ιαματικά λουτρά. Το πιθανότερο είναι πως ο «Θρασύβουλας» θα έχει γίνει σαν μπάμια Μπάρμπα Στάθης εκτός κατάψυξης. Αν παρόλα αυτά σου σηκωθεί (το ηθικό), εκτέλεσε τα καθήκοντά σου νωθρά και βαριεστημένα. Ιεραποστολικό, ρυθμός χελώνας, μηδενικά προκαταρκτικά κτλ. Με 4-5 τέτοιες βραδιές θα σου δώσει τα παπούτσια στο χέρι σίγουρα. Αν δεν το κάνει, χάρισε της έναν δονητή και όλα θα πάνε καλά.
    (Οδηγίες για χωρισμό εδώ).

β. Μακάρι να είχαμε ισότητα. Να μας παρακαλάγανε όπως τις γυναίκες κάθε μέρα, καμιά 10 ριά φορές το μίνιμουμ για να μας πάρουνε . Και αν είναι καμιά δίμετρη καρά-κουκλάρα, μπορεί και κάθε 2 λεπτά της ώρας. Μακάρι να μπορούσαμε να κάνουμε πολαπλό οργασμό και να είχαμε τόσες ερωτικές ζώνες που έχουν οι γυναίκες. Μακάρι να μπορούσαμε να προσποιόμασταν μουσαντένιο οργασμό, όταν θέλαμε. Ενώ εμείς έτσι και δεν σου κάνει κούκου αυτή τη δεδώμενη στιγμή, γίνεσαι ρόμπα και σε λένε τζούφιο.
(Ευχές στο indymedia.org (σ.ς.: μεγάλο σλανγκικό ενδιαφέρον έχει όλο το άρθρο)

  1. Γιατί ένας gay δηλαδή είναι τζούφιος;; δεν μπορεί να κάνει παιδιά;;;Ο άνθρωπος κύριε...βιολόγε, είναι από τα λίγα πλάσματα στον κόσμο που δεν κάνει σεξ μόνο για αναπαραγωγή αλλά και για ευχαρίστηση....Και αν το gay sex είναι ανωμαλία τότε και τα χάδια, τα φιλιά, το πρωκτικό σεξ, το στοματικό είναι ΚΑΙ αυτά ανωμαλία μιας και δεν μπορείς να γονιμοποιήσεις την γυναίκα σωστα;;;;
    (εδώ)

Μπάμιες μπαρμπα-Στάθης (από Khan, 27/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δοκίμως είναι το σιφώνιο (<pipette, γράφεται και ως πιπέττα), δηλαδή ένα βαθμονομημένο σωληνάκι για ό,τι. Μεταξύ των οποίων είναι και κατά την σπερματέγχυση (μορφή τεχνητής γονιμοποίησης) «ένα εργαλείο σαν σύριγγα με μακρύ ρύγχος το οποίο ρουφάει το σπέρμα και το βάζει στο σημείο της μήτρας που πρέπει» (δες).

Ας πάμε σε κάτι πιο ευχάριστο. Πιπέτα είναι και η τσιμπουκλού που εκτελεί το πιπέτο, αλλά και το ίδιο το πιπέτο. Κρίμας να υπάρχουν τόσες σλανγκιές για να κράξουν αυτά τα υπέροχα κορίτσια στα οποία είμαστε υπόχρεοι, και τόσες λίγες (συγκριτικά) για τις ενάρετες αυριόλες.

  1. Τώρα η διαδικασία ήταν πολύ απλή και ανώδυνη. Με έβζε στο μπουμ, έπαιρνε το επεξεργασμένο σπέρμα του συζύγου και το τοποθετούσε με την πιπέττα στο άνοιγμα της μήτρας. Αφού το έκανε αυτό, έγερνε το μπουμ ώστε το κεφάλι μου να είναι χαμηλότερα από τα πόδια μου και με άφηνε εκεί για 30-45 λεπτά περίπου...
    (εδώ, σ.ς.: σκέψου και να ήταν περίπλοκη και επώδυνη)

  2. α. Ο ΜΟΥΝΑΡΟΣ. Πως την λενε; ειναι επωνυμη; Μηπως εχεις και τηλεφωνο; ελα ρε την κιμ δεν ξερεις; γνωστη πιπετα το πρωτο τσιμπουκι της αρμενιας number one (όπως συνήθως)

β. - Πώς τα πας με την Μαιρούλα ρε λακαμά, την πήδηξες; Έχω ακούσει ότι είναι και η πρώτη πιπέτα η δικιά σου.
- Άσε, δεν σου λέω τίποτα. Με έβαλε κάτω χθες και με πήγε ρουφοδάγκα όλη νύχτα. Μιλάμε, μού 'κανε τον πούτσο κοτλέ!
(Βλ. ρουφοδάγκα)

  1. Μετα μου τον επηρε πιπετα για κανα 5λεπτο και εγω της εβαζα δαχτυλακι (πού αλλού;)

Κουρδιστή πιπέτα - δαγκανόμουνο. (από Vrastaman, 28/09/10)(από Rebelais, 13/01/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκφέρεται ως κοσμητικό επίθετο προς δύο τουλάστιχον μεγάλες κατηγορίες ανθρώπων:

Θηλυκό: σαπιοκωλού.

- Κάποια σιχαμένη βρωμόπουστα, κάποιος ξεκωλιασμένος άνθρωπος, κάποιος πουτάνας γιος, κατάπτυστος, βδελυρός, επαίσχυντος, γαύρος, αρχίδι, μουνόπανο, μουλόσπερμα, σαπιοκωλάκιας μου κάνει βουντού. Άμα τονε πετύχω θα του γαμήσω τα πάντα...
(εδώ)

- ω, πόσο ανόητος, βλάκας, ηλίθιος, μαλάκας, ξεκωλιάρης, σαπιοκωλάκιας, σαβουρογάμης, παπαροκαύλης ήμουν...
(εκεί)

- Μην ξεχνάς πως αν είναι κάποιος που βλέπει από πρώτο χέρι τις βλαβερές συνέπειες του καπνίσματος, αυτός είμαι εγώ...Και δε μιλάω για παππούδες ή έστω για πατεράδες, αλλά για 25 χρονών παιδιά με εμφράγματα! (το ρεκόρ μου είναι 23 ετών :-Ρ). Αυτά που γράφω αντικατοπτρίζουν μονάχα την προσωπική μου σκωπτικήμε αρκετές δόσεις σαπιοκωλακισμούοπτική την οποία έχεις βέβαια δικαίωμα να απορρίψεις και να με βρίσεις...
(παρακάτω)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρκτικόλεξο της μπουρδελοσλάνγκ με το οποίο οι Ελληνάρες μπουρδελιάρηδες ειρωνεύονται τους αμερικανόπληκτους συναδέλφους τους.

Παρένθεση: οφείλουμε να ενθυμούμαστε ότι στην κριτική μπορντέλου έχουν φορεθεί εσχάτως αμερικλάνικα αρτικόλεξα, όπως GFE = the Girl-Friend Experience, καθ' ημάς γκουφουέ και γκομενοφάση και στους αντίποδες PSE = the Porn-Star Experience. Όπως έχω πει και αλλού, το ιδανικό είναι το GFE-PSE, ήτοι μια τουρίστρια που σε φιλάει / χαϊδεύει σαν να είναι το κορίτσι της διπλανής πόρτας που θες να του δείξεις το ηλιοβασίλεμα στους θάμνους, μα όχι μόνο λιάζεται, αλλά ΚΑΙ ξεκωλιάζεται σαν την Suzie Diamond. To GFE-PSE συνιστά μια ανύπαρκτη, πλην όχι γι' αυτό ουτοπική Aufhebung, που αποτελεί στον χώρο της μπουρδελοκριτικής ό,τι αποτελεί στον χώρο της φιλοσοφίας το l'être en soi-pour soi του Sartre ή το an sich - für sich του Hegel. Κλείνει η παρένθεση.

ΚΚΕ, λοιπόν, είναι στους αντίποδες the ΚρυόΚωλη Experience. Ένα πράμα σαν να κάνεις CEKC με την Παπαρήγα την καλή, επειδή η σταλίνα έχει διατάξει ότι πρέπει το σοβιετικό έθνος να αναπαραχθεί, για να δώσει στρατιώτες για το Στάλινγκραντ, και η γκόμενα να είναι λαϊφστάλιν τ. ταγάρω. Και παρόλο που το πολύ το Κάπα Κάπα κάνει το παιδί μαλάκα, μετά από μία ΚΚΕ ο μπουρδελιάρης τρώει τέτοια ήττα, που ούτε μαλακία δεν μπορεί να τραβήξει από την πίκρα. Τουλάστιχον ας χαιρετίσουμε το γεγονός ότι επιτέλους η μπουρδελοκριτική έχει αποκτήσει ένα orientally correct αρκτικόλεξο - κόλαφο για όσους εμμένουν στις αμερικλανιές (τις οποίες, παρεμπιπτόντως, και καταγγέλλουμε).

Ντουζάκι, δεύτερος γύρος: Πίπα (όπου βαρεθήκαμε και οι δύο) στήσιμο στα τέσσερα, όπου γυρνάει το κεφάλι προς τα πίσω για να δεί TV (!;!), πάλι πίπα όπου επίσης βλέπει TV (!;!;!) (ήθελα νά' ξερα δε ζαλίστηκε να βλέπει την οθόνη να ανεβοκατεβαίνει;), και τελείωμα στα βυζιά, διότι μου λέει «no cum on face again» -ήθελε κι άλλο έξτρα για CIM (!;!;!;!;)
Ντουζάκι, ντύσιμο, όπου φύγει-φύγει (στην έξοδο πάλι ακούω ξέσκισμα από το διπλανό δωμάτιο. Γαμώτο.)
Συμπέρασμα:
Ούτε PSE, ούτε GFE. Η γκόμενα είναι ΚΚΕ (Κρυόκωλη Experience).
(εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός ιδιαίτερα αποβλακωμένου ανθρώπου. Στην τροφική αλυσίδα των μουρόχαβλων, οι μουνόχαυλοι διεκδικούν τον κατώτατο και ασθενέστερο κρίκο, αυτόν που ξύνει τον πάτο του βαρελιού.

Εκ του μεσαιωνικού μουνίον > αρχ. μνοῦς (μαλακό χνούδι) και του χαῦνος (ελαφρόμυαλος).

- ΚΑΤΑΡΧΗΝ ΑΣ ΑΡΧΙΣΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ...ΕΙΣΑΙ ΜΥΞΙΑΡΗΣ, ΒΑΡΒΑΡΟΣ ΚΑΙ ΑΝΕΡΑΣΤΟΣ ΣΚΑΤΟΜΠΙΝΕς .....ΛΟΙΠΟΝ ΣΟΥ ΑΡΕΣΕ ;;; ΘΕΣ ΚΙ ΑΛΛΟ ;;; ΕΙΣΑΙ ΠΑΠΑΤΖΗς ΠΟΡΔΟΣΤΟΥΠΗς ΧΑΣΚΟΚΩΛΗς ΚΑΙ ΜΟΥΝΟΧΑΒΛΟΣ ΜΙΝΑΡΕΣ!!! ΚΑΙ ΕΙΣΑΙ ΜΠΑΛΑΜΟΥΤΗΣ ΣΑΚΟΡΑΦΑΣ ,ΧΡΕΖΟΠΑΣΤΑΣ ΧΩΣΣΤΑΜΕΡΗΣ ΚΑΙ ΧΟΛΟΒΛΩΤΡΙΦΤΗΣ ...ΕΙΣΑΙ ΕΝΑΣ ΧΑΜΕΝΟΣ ..ΤΩΡΑ ΕΙΣΑΙ ΕΝΤΑΞΥ;;;; ΤΗΝ ΠΗΡΕΣ ΤΗ ΔΟΣΗ ΣΟΥ;;; ΓΙΑ ΝΑ ΔΩ ΒΓΗΚΕ Η ΑΡΑΧΝΗ ;;;;;;;
(ψυχανάλυση, εδώ)

- ηρθαν και καποιοι μουνοχαυλοι, που ειτε διαβαζουν για κονσερβοκουτια και νομιζουν οτι αναστηθηκε ο Βελουχιωτης, ειτε διαβαζουν για παλουκια και ερεθιστηκε η ψωλοπροοδευτικη κωλοτρυπιδα τους, ειτε ειναι μπηχτες του διαδικτυου...
(πολιτικές επισημάνσεις, εκεί)

- Βρε αποβλημα γεννας ειπα το αντιθετο;
- α τραβα ρε μαλακα.
- τοσο μουνοχαυλος εισαι.
(εποικοδομητικός διάλογος, παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τραυματίζω ή καταπονώ τον πέοντά μου σαν συνέπεια φορτικού και παρατεταμένου ξεκωλώματος συνανθρώπων μου.

Ο ξεψωλιασμένος αποκαλείται και ξεψωλιάρης, το δε αντικείμενο του ακουμπίσματός του ξεψώλι ή ξέκωλο. Εννοείται ότι κάθε ξέψωλο πού σέβεται τον εαυτό του θα ξεψωλιάσει δοθείσης της ευκαιρίας με ζήλο τον σύντροφό του.

Ο όρος μάλλον μας βρήκε εκ του αρχαίου ἀποψωλέω που όμως είχε διαφορετική έννοια, ήτοι: «επιδεικνύω το πουτσοκέφαλό μου όπου σταθώ κι όπου βρεθώ» (λατινιστί, praeputium retrahere alicui). Μεταφορικά δε, ἀπεψωλημένος απεκαλείτο πας έκφυλος ανήρ.

Εκ του αρχαίου ψωλὸς (ο έχων αποκαλυμμένη την βάλανο του μπαργαλάτσου).

εἷς μὲν λόγος μοι δεῦρ᾽ ἀεὶ περαίνεται (Έ το μισό του λόγου μου ετέλειωσ' εδώ πέρα)
Αθη ἐγὼ δ᾽ ἀπόλλυμαί γ᾽ ἀπεψωλημένος (Κ' εγώ εξεψωλιάστικα, κακή ψυχρή μου μέρα!)
(Λυσιστράτη, εδώ)

- Ξεκωλόμουνο ξεψωλόμουνο ξεψώλι εξεψώλιασε ευέξαπτoν ξεψωλιάρη...
(Πείτε το 5 φορές, γρήγορα.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φίκος κρητιστί. Μάλλον από το ιταλικό becco (=ράμφος) > η μύτη ενός αιχμηρού αντικειμένου, η μπίκα.

Ο όρος αυτός αφορά το σεχ και όχι τον άντρα, αντίθετα με τον όρο μπήκας -βλ. και σχόλια.

Ασίστ: nick

Κρήτη, 2010, μέγα συμβούλιο περί δια μπάτσελορ πάρτυ:
Α: - Πού θα το βοrτάρουμε το γαμπρουrάκι μας απόψε;*
Β: - Χανιά, Χανιά!
Γ: - Εκειά μόνο θα τονε 'γγίζει. Επά πέρα στο Ρέθυμνο θα ρίξει και κανα μπίκο...

*βλ. σχόλιό μου στο άρτζι μπούρτζι και ρουλάς

(Μ) πίκος απίκος εκ Φρουτοπίας (από GATZMAN, 03/10/10)

βλ. και μπίκας, μπήκας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μερικές μη κυριολεκτικές σημασίες του εμπριμέ κουνούπ:

  1. Όργανο (και συναφής άσκηση) γυμναστικής που γυμνάζει το στήθος. Μάλλον γιατί όταν το χρησιμοποιείς έχεις μια πεταλουδόσχημη μορφή (με λίγη φαντασία).

  2. Αξεσουάρ γυμναστικής για τους προσαγωγούς και όχι μόνο, καθώς και συναφής άσκηση / στάση (Δες).

  3. Στυλ κολύμβησης όπου «τα χέρια βγαίνουν από το νερό και με την βοήθεια των ώμων ξαναμπαίνουν με δύναμη μέσα κατεβαίνοντας προς τα κάτω και τεντώνουν κοντά στα πλευρά, ενώ η λεκάνη βγαίνει στην επιφάνεια, καθώς τα πόδια κλωτσάνε λυγισμένα». Είναι απαιτητικό και θερμιδοβόρο. (Δες).

Ακόμη είναι:

  1. Η επί χρήμασι εκδιδόμενη γυνή ή πους τις, η (γουτσιστί) πεταλουδίτσα ή πεταλούδα της νύχτας.

  2. Στο πιο τριχωτό η αρκουδοπεταλούδα. Γενικότερα ο όρος πεταλούδα / πεταλουδίτσα εκφέρεται για γκέι.

  3. Είδος μαχαιριού με διπλή λαβή μέσα στις οποίες μπορεί να κρυφτεί η λεπίδα και να ανοίξει πάλι όποτε θέλεις. Λέγεται και Balisong. (Βλ. μήδι του notheitis). Για τους γκατζετάκηδες κυκλοφορεί και ως USB πεταλούδα.

  4. Είδος κλωστών, δες. Αγγλιστί butterfly threads. (Πάσα: Perkins).

  5. Είδος δονητή, αγγλιστί butterfly teaser (δες μήδι της Mes - χωρίς Νιντέντο). Επίσης η πεταλούδα είναι εσώρουχο με ενσωματωμένο δονητή (δες παράδειγμα).

  1. Πολλαπλές ρυθμίσεις των μπράτσων πεταλούδας και πίεσης στήθους, για την εύρεση της καλύτερης θέσης έναρξης και εκτέλεσης. (Δες).

  2. Ενώστε τις πατούσες (στάση πεταλούδα) για τους προσαγωγούς. (Δες)

  3. Διπλή ελληνική συμμετοχή στον τελικό των 200μ. πεταλούδα ανδρών (Δες)

  4. Ήθελα να την χύσω στα βυζιά της, αλλά δεν πρόλαβα κι έχυσα μέσα της. Κι αφού έχυσα, ενώ ήθελα να βγω, δεν πρόλαβα, κι εκείνη με σταμάτησε με τα πόδια της και για κανα λεπτό ακόμη ήμουν μέσα της. Απίστευτο για πεταλουδίτσα αυτό. Κάτσαμε λίγο (δεν έφυγε αμέσως) και μιλήσαμε.
    (Γκουφουέ η δύναμή σου, στο Πουτάνες, Ελληνίδες και αλλοδαπές).

  5. Υιοθετούμε εκφράσεις όπως «αδερφή», «πούστρα», «πεταλουδίτσα». (Gay Army).

  6. Η ηθοποιός της σειράς «Gossip Girl» Taylor Momsen χαλαρώνει παίζοντας με ένα μαχαίρι, που το κουβαλάει πάντα μαζί της. Όπως παραδέχτηκε και η ίδια: «Κάνω συλλογή μαχαιριών. Το αγαπημένο μου μαύρο μαχαίρι το παίρνω μαζί μου παντού. Είναι πεταλούδα και με χαλαρώνει«.
    (εδώ)

  7. Διαθέτουμε όλους τους τύπους κλωστών και κουμπιών.
    Κλωστές »πεταλούδα«, μονόχρωμε, πολύχρωμες και φωσφωρίζουσες για όλες τις χρήσεις. (εδώ).

  8. Οι πεταλούδες είναι ένα είδος γυναικείου εσώρουχου στο οποίο είναι ενσωματομένος ο δονητής, φοριέται κανονικά και είναι πολύ διακριτικό! Κανείς λοιπόν δεν θα ξέρει πότε και πώς εσείς αυτοικανοποιήστε, στο γραφείο στη δουλειά στο αυτοκίνητο και όπου αλλου σας παέι η φαντασία σάς! (εδώ).

8β. Μπεστ σέλλερ δονητή: [...] Νοείται η πεταλούδα είναι ένα σχετικά μικρό δονητή, που δεν μπορώ να μειωθεί αν συντάσσεται εσώρουχα. Κανονικά χρησιμοποιούνται για τα ταξίδια και την καθημερινή χρήση στο κοινό. [...] Φανταστείτε ένα κορίτσι με το τραμ, τρένο, αεροπλάνο, βαγόνι, καφενείο, με πεταλούδες από μόνη της συνεδρίασης, την οδήγηση στο Θεό ξέρει από πού, να πιείτε τον καφέ, και δεν έχετε ιδέα πώς μια χαρά, και ποιες εργασίες στα μάτια από ένα πλήθος ανθρώπων που δεν το γνωρίζουν .
(Ανύπαρκτο κείμενο εδώ. σ.ς. Η συντάκτρια του κειμένου ήδη υποφέρει από τις παρενέργειες της πεταλούδας).

Αιμοδιψης πεταλούδα (από perkins, 12/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολέκτικλυ, ο πόνος του πέοντα. Προκαλείται (στην καλύτερη περίπτωση) από ξεψώλιασμα ή (στην χειρότερη) από σκουλαμέντο.

Μεταφόρικλυ, η ακαταμάχητη επιθυμία να πηδήσουμε κάποιο αντικείμενο πόθου, όταν δηλαδή της ψωλής μας ο χαβάς μας άγει και μας φέρει. Εναλλακτικά, οποιαδήποτε ακατάσχετη εμμονή.

Βλ. επίσης: κωλοκαούρα.

- Πρέπει να με δει γιατρός, έχω πεθάνει στις ψωλοκαούρες.
- Caveat fututor! Αυτά πεθαίνεις όταν ιππεύεις την Καυλάουρα ασκεπής...

- Έχω τρελή ψωλοκαούρα για το Λίλιαν.
- Σέρνει καράβι, το αμαρτωλό, σέρνει καράβι...

- Έχω ψωλοκαούρα για το iPhone 4...
- Μήπως είστε γκέϊ;

Ο πόνος για τον πέοντα εκφρασμένος τώρα και σε μπαλάντα. Στην μπαλάντα της πούτσας (από GATZMAN, 03/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποκοριστικό του καυλιάρης.

Ανάλογα όμως με τις περιστάσεις, το «καυλιάρης» μπορεί να ακουστεί βαριά, δεδομένου ότι εμπεριέχει έννοιες όπως «βαρύμαγκας», «έχω μισό μέτρο πουλί», «είμαι βαρύς και ασήκωτος και δεν σηκώνω πολλά - πολλά» κ.ο.κ. Ωσεκτουτού, θα ήταν too much να προσφωνήσεις έτσι τον 14χρονο ξάδερφό σου. Το καυλίκος, αντίθετα, ενώ περιέχει το νόημα του καυλιάρη, είναι πιο «παιδικό», «εύκολο» και «αθώο» να το ξεστομίσεις.

- Πού είσαι εσύ καυλίκο μου; Καιρό έχω να σε δω. Τι, λέει, πέρασες την τάξη ή έμεινες για τρίτη φορά στην πρώτη γυμνασίου;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified