Selected tags

Further tags

Εργαλείο κοπτικό ή σκαπτικό μεταξύ άλλων για χορτοκοπή.

Σλανγκικώς, μας ενδιαφέρει κυρίως η λειτουργία του ως χορτοκοπτικό μηχάνημα, και μεταφορικώς σημαίνει τον παγγαμικό, αυτόν που γαμάει τα πάντα, και ωσεκτουτού δεν διστάζει να γίνει και σαβουρογάμης. Συχνά στην φράση περνάω (τινά) φρέζαβάζω φρέζα), δηλαδή προσπαθώ να γαμήσω ό,τι καταφέρω χωρίς περιττές αισθητικές (ή άλλες) ανησυχίες. Ο άντρας που αναλαμβάνει ρόλο φρέζας μπορεί να έχει είτε αρνητικό πρόσημο ως σαβουρογάμης, είτε και θετικό ως παγγαμίκουλας ελεήμων. Η εικόνα αναφέρεται σε βίαιο μηχάνημα που τα σαρώνει όλα, μαζί με τα χλωρά χόρτα, και τα ξερά, άνευ διακρίσεων και αξιοκρατίας.

- Ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε πιπίνια γιατρέ μου! Του μουνιού το πανηγύρι!
- Τι με λες τώρα, μόνο η μία κάτι λέει, οι άλλες είναι πιπινόμπαζα...
- Γιατί σε χαλούμι; Θα τις περάσουμε φρέζα κι όποιον πάρει ο Χάρος...

(από Khan, 15/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση η οποία υπονοεί πως η μεγάλη κοιλιά κάποιου άντρα συνεπάγεται και αντίστοιχο μέγεθος πέους. Είναι δε η μόνη πρέπουσα απάντηση σε πείραγμα φίλων / γνωστών, αλλά και αγνώστων, για το εκάστοτε μπυροκοίλι ή πατσοκοίλι που έχει κάνει ο άντρας.

Παραλλαγές:
1. Άντρας χωρίς κοιλιά, σπίτι χωρίς μπαλκόνι.
2. Άντρας χωρίς κοιλιά, γυναίκα χωρίς βυζιά.

- Ρε μαλάκα Γιάννη, τι μπυροκοίλι είν' αυτό που 'χεις φτιάξει ρε αδερφάκι μου; Σε λίγο δε θα χωράς στην καρέκλα!
- Άσε ρε πιτσιρικά! Κάτω από μεγάλη πέτρα κρύβεται και μεγάλο φίδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρθενοξεκωλίδι = η κοπέλα που ενώ δείχνει παρθένα και μαζεμένη, είναι μεγάλο ξέκωλο.

Ποια είναι παρθένα;;; Η Ρίτσα;; Ρε αυτή είναι μεγάλο παρθενοξεκωλίδι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια απο τις πολλές εκφράσεις που σημαίνει οτι κάποιος είναι γκέυ...

Ρε πρέπει να σου πω κάτι για κάποιον γνωστό μας...
– Ποιόν ρε;
– Τον Τάκη... Έμαθα γιατί δεν έχει γκόμενα εδώ και 4 χρόνια...
– Τι; Τον βιδώνει το γλόμπο;;
– Εε μάλλον...
– (κλασσικά μετά) Και το 'χα πάρει πρέφα ρε συ... Αλλά λέω μπαααα...

Βλέπε την τρίζει την όπισθεν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Mπω Μπρυμέλ, ο ομορφονιός, ο γαμίκουλας, ο γκραν γαμάω.

Το έχω ακούσει από παππούδες στην Μάνη, ο γούγλης δεν δίνει χτύπημα. Η ετυμολογία πιθανώς να είναι εκ του ιταλικού baci ή του γαλατικού célibataire.

- Ο άρειος πάγος πρότεινε παραγραφή Τζοχατζό για τα υποβρύχια που γέρνουν...
- Τη γλίτωσε, ο καλιμπατσέρης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει την επιθυμία του άντρα για εκσπερμάτωση, όταν από την αγαμισιά κοντεύει να εκραγεί ο λούτσος του. Σε ιδανική μετάφραση, ο ορισμός αναφέρεται στο «Να φύγουν τα πολλά φλόκια», ώστε κατ' επέκταση να αδειάσει η κύστη.

- Τελικά το έκανες με την Καίτη ρε παπάρα;
- Ναι, ήρθε χθες σπίτι μου.
- Μα αυτή είναι μπάζο ρε μαλάκα.
- Ένα χρόνο με το πουλί στο χέρι είμαι ρε, δεν την πάλευα άλλο. Έτσι το 'κανα, για να φύγουν τα πολλά.

(από HardcoreGR, 07/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στοματικός έρωτας, το τσιμπούκι, ο πεοθηλασμός.

Λεξιπλασία εκ του καλαμπαλίκια (= όρχεις και το όλον πακέτο) + licking (= γλείψιμο). Το γλείψιμο των όρχεων και πέους.

γενικα η κοπελα απο σωμα εχει ωραιο χωρις καμπυλες που να σε αναστατωσουν, βυζακι μεσαιο κρεμαει ωραια, κωλαρακι απον, αν την κοιτας απο πισω δεν σου σηκωνετε, ξεκινησε χωρις προκαταρτικα κατευθειαν περασμα της καποτας αφου πρωτα προσφερε πρωτα αγριο καραμπαλικινγκ.!εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται συνήθως ως απάντηση στο γνωστό «κατούρα και λίγο».

- Αυτή που περνάει σίγουρα θα τη γαμήσω.
- Κατούρα και λίγο.
- Έχω να κατουρήσω δύο χρόνια.

Δες και γειώσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος στεγνά κι ασάλιωτα εκφράζει τον εσπευσμένο αλλά και διεκπεραιωτικό τρόπο ολοκλήρωσης μιας πράξης.

Εμπνευσμένο από την σεξουαλική πράξη (συνώνυμο: έριξα έναν κρύο), αλλά πια χρησιμοποιείται και σε ευρύτερους τομείς της καθημερινότητας. Η κυριολεκτική του απόδοση έχει να κάνει με την μη ύγρανση της ευαίθητης περιοχής είτε με φυσικό τρόπο (ερεθισμός), είτε με τη γλώσσα του παρτενέρ, είτε με κάποιο λιπαντικό τη στιγμή της διείσδυσης του ανδρικού μορίου.

  1. - Μαμά, γιατί σου κόψανε την σύνταξη;
    - Έτσι, στεγνά κι ασάλιωτα, παιδί μου.

  2. - Τελικά το κάνατε, Σουζάνα;
    - Στα γρήγορα, Μπρίτζετ μου. Στεγνά κι ασάλιωτα.

(από Khan, 04/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην γλώσσα των μπουρδελόβιων, ξεσκούφωτη πίπα ή σεχ εν γένει.

– Στανταρντ ελευθερο στοματικο με καταποση και πολλα αλλα ακραια (μεχρι ελευθερο κολπικη επαφη). Δυστυχως πολλοι την πατησαν και κολλησαν ...
(bourdela .com)

- ΣΟΚ Τι κάνουν για απολύμανση μετά το ελέυθερο στοματικό σεξ!
(κάποιο ρεπορτάζ του κώλου στο νέτι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified