Selected tags

Further tags

Ο ερωτικά ακόρεστος και με μεγάλες επιδόσεις εραστής, ο ασχολούμενος πολύ και με πάθος με σεξουαλικά και ερωτικά θέματα, ο cult σταρ της greek erotica σκηνής της δεκαετίας του '70 Κώστας Γκουζγκούνης.

- Με αυτά που βλέπεις στο internet όλη μέρα θα γίνεις τελείως Γκουζγκούνης.

(από Khan, 10/03/11)(από Khan, 10/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμφατικό, μαλάκας και αρχίδης μαζί.

- Δεν με άφησε να μπω στα κλαμπάκι.
- Άντε ρε τον μαλακαρχίδη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του καραπουτσακλάρα. Δίνει περαιτέρω έμφαση από το στην πούτσα μου και καθιερώθηκε μετά το γνωστό ξέσπασμα Μαλεζάνι μετά από έναν αγώνα ΠΑΟ-Ηρακλή και το σκετσάκι με το οποίο ο Μητσικώστας σατίρισε το γεγονός.

-Καλά μαλάκα, άμα ξαναδείς χάρη από μένα...
-Στην καρακατσοκλάρα μου! Ανάγκη σε είχα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέρα από την κυριολεκτική του χρήση για την διείσδυση στο σεξ χωρίς ύγρανση ή λίπανση, μεταφορικά χρησιμοποιείται για να χλευάσει μια επώδυνη κατάσταση.

- Πέντε γκολάκια φάγατε, ασάλιωτα σας πήγαμε ρε κακομοίρηδες!

(από Khan, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ξελιγωμένος για γυναίκα, ο σεξομανής, αλλά και ο αγάμητος.

-Πω, κοίτα αυτή ρε τι γκομενάρα!
-Χαλάρωσε ρε, μην κάνεις σα λιγούρης!

Βλ. και λιγούρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εντυπωσιακό ηχητικά ρήμα το οποίο περιγράφει καταστάσεις όπου δύο άτομα περιστασιακά και χωρίς ιδιαίτερες περαιτέρω σχέσεις πηδιούνται. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και χωρίς να υπονοεί συγκεκριμένον παρτενέρ με την έννοια του «πηδιέμαι από δω και από κει».

  1. -Και τι λέει τώρα ρε Κωστή, τα 'χουν αυτοί οι δύο;
    -Όχι ρε Γιώργο, πας καλά; Απλά τραβογαμιούνται...

  2. Τη βλέπεις αυτή εκεί που τα 'χει πετάξει όλα έξω; Δεν ξέρω αν σου προκαλώ έκπληξη αλλά προφανώς και τραβογαμιέται από τα 12...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αρσενικός διευθυντής οίκου ανοχής. Συνήθως κραγμένος ομοφυλόφιλος.

- ... πήγα που λες στο μπουρδέλο που μου είπαν, και βγαίνει ο τσάτσος την ώρα που περίμενα. Μου την έπεφτε αγρίως, και έτσι ξενέρωσα και σηκώθηκα και έφυγα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση του όρου solarium... Συνήθως φέρονται να το κάνουν γυναίκες, όπως και το solarium... Συνδέεται άμεσα με την ερωτική συνεύρεση...

-Ωραία γκόμενα αυτή...
-Ναι, και έχω ακούσει ότι κάνει τρομερό ψωλάριουμ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ της υγράνσεως του γυναικείου κόλπου κατά την σεξουαλικήν διέγερσιν, υποδηλώνει μεταφορικώς και με τρόπον ενθουσιώδη κάτι που είναι πολύ καλό, τέλειο. Συνώνυμα: (μες την) καύλα, τζετ, τζιτζί.

(Γιάννης) - Έχω βάλει τις μπύρες στην κατάψυξη και είναι μπουμπουνιστές! (Βαγγέλης) - Μούσκεμα είσαι!

βλ. και στάζω, τσουπλί

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται μεταξύ αντρών για να περιγράψει συνθηματικά το ξυρισμένο εφηβαίο.

-Για πες τι παίχτηκε με το Μαράκι, προχωρήσαμε;
-Προχωρήσαμε, προχωρήσαμε...
-Ώπα! Και για πες, για πες!
-Ένα έχω να σου πω... Καμμένο δάσος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified