Το αποσμητικό roll-on.
Πω ρε φίλε, ξέχασα να πάρω μασχαλοζούμι μαζί μου... Θα λακίσουν οι γκόμενες στη Μύκονο από τη βρώμα...
Το αποσμητικό roll-on.
Πω ρε φίλε, ξέχασα να πάρω μασχαλοζούμι μαζί μου... Θα λακίσουν οι γκόμενες στη Μύκονο από τη βρώμα...
βλ. και το διαφορετικό μασχαλόζουμο
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Προσδιορισμός καταναγκαστικής εργασίας κατά την οποία η πίπα που τρως και το «πήδημα»...είναι άξια επαίνου. Συνήθως απαντάται στα χρόνια της θητείας, κατά τα οποία αυτά που τραβάει ο νέωψ μοιάζουν να τον κάνουν μογγόλο.
Got a better definition? Add it!
Είναι η σεξουαλική πράξη κατά την οποία άνδρας δέχεται στοματικό καθώς βρίσκεται καθισμένος στη λεκάνη για να κάνει την ανάγκη του.
Λέγεται πως αυτό βοηθά τους δυσκοίλιους να ενεργηθούν πιο εύκολα, εξ ού και η ετυμολογία του, την οποία δεν αναλύω πολύ γιατί με αηδιάζει. Τέλος πάντων, κάνετε τη σύνδεση με την ετυμολογία μόνοι σας: πίπα + υπόθετο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αναφέρεται στην οδηγία κατά την οποία η συνουσιάζουσα καλείτε να αρπάξει το ανδρικό μόριο για το οποίο για άγνωστο λόγο ο κατέχων νιώθει υπερήφανος.
Χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά από γεωργό ο οποίος τα μπέρδεψε με την τσάπα και προσπάθησε να οργώσει το χωράφι με την τσαπού.
Η ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ και το ΕΣΟΥΡΟΥ απαγόρεψαν σχετικές αναφορές και παραδείγματα. Την ως άνω αναφορά προσπαθεί να μεταφράσει και το Γερμανικό υπουργείο Οικονομικών.
Got a better definition? Add it!
Με πιάνει ακατάπαυστη διάρροια από τροφική δηλητηρίαση.
Κατά το ήμισυ πιθανολογείται ότι προέρχεαι από το όνομα του δρομέα Σπύρου Λούη μιας και ο δηλητηριασμένος τρέχει προς την τουαλέτα.
Χθες έφαγα βρώμικο έξω από το γήπεδο και με πήγε λούι-αίμα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Παράγωγο της γνωστής σε όλους σουλφαμιδόσκονης. Προέκυψε ύστερα από ανάγκη για εύρεση λύσης σε κάθε καθημερινό πρόβλημα. Κυκλοφορεί σε σκόνη, προσεχώς και σε υπόθετα για άμεση χορήγηση...
- Μαλάκα... δεν την παλεύω...
- Βάλε λίγη σουφραμιδόσκονη...
Got a better definition? Add it!
Δεν γουγλίζεται και δε γκζέρω αν λέγεται ακόμα, αλλά εκεί στα έρλjυ ενενήνταζ εμείς μιά φορά το λέγαμε για τις μπόμπες.
Πράγμα που μου θυμίζει τον άλλονε που είχε γράψει ότι το χριστουγεννιάτικο δέντρο το στολίσναγιαν όλη μαζί η οικογένεια. Ε, πώς να μη μαραθεί το τσαμένο...
- Πω ρε πούστη μου, τι μαζούτ ήταν αυτό που μας πότισε ο δικός σου χτες το βράδυ; Ακόμα έχω τσουκνίδες στον εγκέφαλο.
- Όχι και μαζούτ ρε μαλάκα, αυθεντική βότκα ξέρναγια ήτανε, και με ταινία γνησιότητας μάλιστα. Έχει την αντιπροσωπεία ο άθρωπας σου λέω...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Επιτυγχάνω κάτι παταγωδώς.
Αφοδεύω πολλά και δύσοσμα προϊόντα κένωσης. Η πράξη παρομοιάζεται με τον τρόπο ρίψης των βλημάτων όπως πέφτουν από τα βομβαρδιστικά αεροσκάφη, από όπου προέρχεται και η φράση.
Ξα μου, σήμερα στο κίνο 6/6, ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΑ !!
Ποο, ο βρωμιάρης ανέβηκε πάνω και βομβάρδισε, θα μυρίζει ένα μήνα...
Got a better definition? Add it!
Σύνθετη λέξη, από την αρχαιοελληνική λέξη θριξ (τριχ-ός) που σημαίνει «τρίχα», σηματοδοτεί οποιοδήποτε αντικείμενο το οποίο επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί από το πρόσωπο Α και περιέχει τρίχες ενός προσώπου Β (βλ. πετσέτα, τυρόπιτα, τσιγάρο, κτλ).
καθώς και
όπως και
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
κουράδα «Αιματοδαμαστής»
Πρόκειται για to master level της κατηγορίας κουράδα «Τσερνόμπιλ», το οποίο λίγοι έχουν καταφέρει να φτάσουν. Πρόκειται για την εξαπόλυση συνήθως πάνω από μίας κουράδας μεγέθους τορπίλης. Στην συνέχεια ακολουθεί ακατάπαυστο κουραδόλουτρο (2 φάσεων) από πυρηνικά απόβλητα που γεμίζουν την περιοχή της λεκάνης, μεταλλάσσοντας το τοπίο σε αυτό της Ψυττάλειας. Το σώμα του ατόμου στο τέλος είναι μουδιασμένο, καθώς έχει συγκεντρωθεί όλο το αίμα στον πρωκτό, καθιστώντας αδύνατη την άμεση φυγή του από τον καμπινέ.
Got a better definition? Add it!