Ποδοσφαιρικό, εμπνευσμένο από την ξερή. Ο άσχετος αμυντικός.

- Καλό το σέντερ μπακ του Πανακρατηριακού;
- Μπά, δεν κόβει μπάλα ούτε με βαλέ...

Got a better definition? Add it!

Published

Η αγνόηση κάποιας συνηθισμένης κατάστασης. Λέξη που προέρχεται από τον γνωστό όρο του πόκερ.

- Τί έγινε ρε φίλε; Κάθε χρόνο στα γενέθλιά σου έκανες πάρτυ. Φέτος τίποτα; Στο ντούκου θα τη βγάλεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φυλακή. Ειδικότερα, το βαθύ και ανήλιαγο κελί. Είναι παραφθορά της τούρκικης λέξης zindan που ακριβώς σημαίνει μπουντρούμι.

Χρησιμοποιείται και κυριολεκτικά (βλ. παράδειγμα 1) αλλά είναι μάλλον σπάνιο. Πιο συνηθισμένη είναι η έκφραση για το γκιζντάνι (βλ. παράδειγμα 2) που σημαίνει ότι κάτι είναι Γ.Τ.Π. (γου-του-πού), φορ δε πουτς ον δε ράιντ και τελείως για φτύσιμο.

Μια ειδική χρήση της λέξης (βλ. παράδειγμα 3) συναντάμε στο τραπέζι της πόκας. Στο γκιζντάνι λέμε ότι βρίσκεται/πάει κάποιος που χάνει πολλά και συνεχώς αγοράζει κάβες ή βγάζει λεφτά απ' την τσέπη.

  1. (Από το www.mpakouros.com)
    Άιντε να σε δούμε παλικάρι, που είσαι εσύ. Αν δεν ήταν ο Κολοκοτρώνης σήμερα θα μιλούσες σερβοκροάτικα, και θα σε λέγαν Αμπντούλ. Θα ήσουν δε σε κάνα τουρκικό γκιζντάνι...

  2. - Άσε με ρε, με τον πάλτουρα... Αυτός ο παίκτης δεν κάνει ούτε για την Αναγέννηση Επανομής... Για το γκιζντάνι είναι...

  3. - Τι έγινε, Γιαννάκη; Καλό κόλπο πήρες... Ρέφαρες; - Είσαι καλά, κόρη μου; Στο γκιζντάνι είμαι, κανονικά... Χίλια γιούρια χωμένος είμαι...

Ένα πολύ γλυκό τούρκικο τραγουδάκι για το Μπόντουμ. Αφιερωμένο εξαιρετικά στους απανταχού ανεξίτουρκους... (από HODJAS, 21/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπατίρισα, χρεοκόπησα, έμεινα ταπί και ρέστος, μου ’φαγες όλα τα δαχτυλίδια.

«Στα ‘δωσα όλα και έμεινα στον άσσο
έτσι θέλησα να σου εκφράσω
πως τη μέρα που θα φύγεις θα καταστραφώ»
(Η γυναίκα του Ντέμη)

Άσσος στα χρέη (από Vrastaman, 11/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλάγη του ασσόδυο, όπου ο ρίπτων ανθίζεται το αναπόφευκτο, γιατί στο τάβλι, σε αντίθεση με το σκάκι, καλή η εμπειρία αλλά πρέπει και να το 'χεις!

Το χασσόδυο είναι ιδιαίτερα εκνευριστικό:
α) στις πόρτες στο μάζωμα,
β) στο φεύγα στο άπλωμα
γ) στο γκιουλ γενικώς

Αντίθετα στο πλακωτό το χασσόδυο μπορεί να είναι και θεϊκή ζαριά, όταν κάνεις τις μηχανές κράτει και τα νεύρα του άλλου τελατίνι.

- Όχι ρε συ, πάλι χασσόδυο!
- Έλα, τι να πώ και 'γω που φέρνω όλο πεντάρες.
- Α, θα στο σπάσω το κεφάλι σήμερα, δεν γλυτώνεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα ρέστα είναι το υπόλοιπο. Αυτό που μένει. Ό,τι έχει μείνει και δεν μείνει. Ό,τι έχω και δεν έχω. Από το ιταλικό resto αλλά η λατινογενής ρίζα της λέξης υπάρχει σε πολλές Ευρωπαϊκές γλώσσες.

Η έκφραση δίνω ρέστα είναι άκρως πολυσήμαντη.

  1. Στην μη σλανγκ εκδοχή της, σημαίνει απλά επιστρέφω στον πελάτη τη διαφορά ανάμεσα στα χρήματα που μούδωσε και την αξία αυτού που αγόρασε. (παρ. 1)

  2. Στην γλώσσα της πόκας, δίνω ρέστα σημαίνει ποντάρω τα πάντα, ως και την τελευταία μάρκα. Επίσης λέγεται και λέω τα ρέστα μου, πάω τα ρέστα μου, βάζω τα ρέστα μου, παίζω τα ρέστα μου ή - για όσους έμαθαν πόκα απ'το ίντερνετ - all in. (παρ. 2) Φυσικά, όταν πάω τα ρέστα μου, είμαι, ή θέλω να δείξω ότι είμαι, απόλυτα βέβαιος για το φύλλο μου. Έτσι, από την πόκα η έκφραση έχει περάσει και αλλού για να δείξει την τέλεια σιγουριά. (παρ. 3)

Όταν λέω ρέστα μένω, εννοείται, ταπί - ή, και ταπίν.

  1. Δίνω ρέστα στην τρέχουσα αργκό σημαίνει ενθουσιάζομαι, τρελλαίνομαι με κάτι, κόβω τις φλέβες μου, μ' αρέσει κάτι όσο δεν πάει. (παρ. 4 & 5)

  2. Επίσης στην τρέχουσα αργκό, δίνω ρέστα σημαίνει και κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ, υπερβάλλω τον εαυτό μου, κάνω καταπληκτική εμφάνιση. (παρ. 6 & 7)

  3. Σπανιότερα, δίνω ρέστα μπορεί να σημαίνει το ίδιο από την αρνητική του πλευρά - δηλαδή, κάνω υπερπροσπάθεια, το παρακάνω και, κατά συνέπεια, εξαντλούμαι. Η φράση εδώ χρησιμοποιείται περίπου ως συνώνυμο του τα φτύνω ή τα παίζω. (παρ. 8 & 9)

Πολύ διαφορετική είναι η έκφραση ζητάω (τα) ρέστα - ενώ φταίω για κάτι, προσπαθώ να μεταθέσω την ευθύνη και να βγω κι από πάνω.

  1. Ένας ταξιτζής στην Ελλάδα δεν θα καταφέρει ποτέ να σου χαλάσει το χαρτονόμισμα που του δίνεις. Κι ας είναι υποχρεωμένος από το νόμο να μπορεί να σου χαλάσει ακόμα και 100 ευρώ, σαν κατάστημα ... Θα απαιτήσει να στρογγυλοποιηθεί η τιμή του ταξιμέτρου, και δεν θα σου δώσει ποτέ τα ρέστα σου ακριβώς - μα ποτέ! - κάτι σαν με-το-έτσι-θέλω μπουρμπουάρ! (Από το fug.gr)

  2. Λέω ντούκου και πίνω μια γουλιά καφέ, εκείνος με περιμένει να αφήσω την κούπα κάτω και ανοίγει με 1000. Χτυπάει με φοβερή συνέπεια από την αρχή, δεν μπορεί να κάνει πίσω τώρα (σκέφτομαι). Αν θέλει να με βγάλει θα έβαζε ρέστα, άρα τι θέλει να μου πεί; Έχω μπερδευτεί. Πιθανότατα έχει φουλ, ξέρει ότι είναι δυνατός, αλλά δεν υπολογίζει ότι εγώ είμαι ακόμη πιο δυνατός!! (Από το http://valtanapane.wordpress.com/)

  3. - Εμένα δεν μου το βγάζεις απ' το μυαλό ... πάω ρέστα ότι γαμιέται αβέρτα κουβέρτα κι ας το παίζει παρθενοπιπίτσα ...

  4. Λάτρεψα πολλές ταινίες, αυτή που με σημάδεψε όμως είναι το «Άνθρωπος στο φεγγάρι'' (Μan on the moon) με τον Τζιμ Κάρευ. Δίνω τα ρέστα μου γι' αυτόν τον ηθοποιό ... (Από το www.giapraki.com)

  5. Από τα άλλα μου αρέσει πάρα πολύ η κοτόσουπα, η φασολάδα και οι φακές αλλά δίνω ρέστα για πίτες όλων των ειδών (ποντιακές και βλάχικες) πλην της γαλατόπιτας, αυτή δεν μπορώ να την φάω με τίποτε. (Από το www.neos-forum.com)

  6. Θεϊκό!!!! Έδωσες ρέστα!!! (Σχόλιο σε φόρουμ από το www.lifo.gr)

  7. Κι επειδή την Μαριάντα Πιερίδη δεν αρκεί μόνο να την ακούμε αλλά επιβάλλεται και να την βλέπουμε, το παρόν single περιλαμβάνει και το video clip του τραγουδιού «Θα δώσω ρέστα» που σκηνοθέτησε ο Γιώργος Γκάβαλος! Η νέα Μαριάντα Πιερίδη κυριολεκτικά δίνει ρέστα! Δεν έχετε παρά να το διαπιστώσετε! (Από το air.greekradio.de)

  8. Είμαι ψώνιο γενικά, το παραδέχομαι, εκεί όμως που δίνω τα ρέστα μου είναι στην επιλογή των αεροπορικών εταιριών... εκεί φτάνω στον κολοφώνα του ψώνιου μου... Δόγμα μου είναι «όσο πιο περίεργα, πιο μπερδεμένα, πιο μυστήρια, πιο στραβά τόσο πιο καλά...» (Από το www.travelstories.gr)

  9. Έδωσα ρέστα σήμερα και η μέρα δεν έχει πάει ακόμη για ύπνο. Που σημαίνει ότι μπορεί να το παρακάνω… κι άλλο! (Από το www.blogosfaira.com)

Βάζει τα ρέστα του. Συγκεκριμένα, τα σπρώχνει. (από poniroskylo, 21/12/08)Η Μαριάντα δίνει ρέστα (από poniroskylo, 30/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πιο δυνατό χαρτί στο πόκερ. Λέγεται για τρελές ευκαιρίες, για κάτι πολύ καλό που τυχαίνει σε κάποιον.

- Πω ρε είδες τον Τάσο, πώς την έριξε εκείνη την ξανθιά θεογκόμενα;
- Είδες; Φλος ρουαγιάλ ο Τάσος...

Φλος ρουαγιάλ (από poniroskylo, 09/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αμορτί, κυριολεκτικά, είναι ένα μικρό, αμελητέο κέρδος στο λαχείο. Συγκεκριμένα, αν το τελευταίο νούμερο του λαχείου που κρατάμε συμπίπτει με το τελευταίο νούμερο του πρώτου αριθμού, του αριθμού που κερδίζει το τζάκποτ, τότε κι εμείς κερδίζουμε δυο φορές την αξία του λαχείου μας –την σήμερον ημέρα, ας πούμε, θα πάρουμε 20 ευρώ. Κι αν συμπέσουν τα δυο τελευταία νούμερα, τότε παίρνουμε 40 ευρώ –δες και το μήδι 1. Βγάζουμε, δηλαδή, την επένδυση μας –την αποσβένουμε– και κάτι παραπάνω. Αυτό τα μικρά κέρδη από τα αμορτί είναι που νομιμοποιούν την Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων να μας πλασάρει χρόνια τώρα το κατ' εξοχήν παραπλανητικό και μούφα σλόγκαν «Ο Ένας στους Δύο Κερδίζει» –δες το μήδι 2.

Εννοείται ότι αυτοί που παίζουν τακτικά λαχεία τα κέρδη του αμορτί δεν τα παίρνουν ποτέ σε ρευστό αλλά πάντα σε λαχεία για την επόμενη κλήρωση.

Μεταφορικά, την έκφραση αμορτί (το πιάσαμε, το πήραμε ή ήρθε) την χρησιμοποιούμε για να δηλώσουμε ότι:

  • μπορεί να μην ήρθαν τα πράματα όπως ιδανικά θα θέλαμε και να μην κερδίσαμε τον πρώτο αριθμό αλλά δεν φάγαμε και την απόλυτη ήττα και κάπου έχουμε συμβιβαστεί και πάλι καλά είμαστε λέμε –έτσι το μεταχειρίζεται ο Μητροπάνος στο μήδι 3– ή, ότι
  • στο τσακ του τσακός ήτανε να κάνουμε την καλή αλλά –γαμώ την ατυχία μου μέσα– κάτι δεν έκατσε πάλι και πάλι μείναμε στα ψιλολόγια.

    Η τέλεια πανωλεθρία, βεβαίως, συνοψίζεται στην έκφραση ούτε αμορτί. Ρε πστ μου!

Από τη γαλλική λέξη amortir, που σημαίνει ακριβώς κάνω απόσβεση. Είναι η ίδια λέξη από την οποία προκύπτει και το αμορτισέρ (amortisseur) που, στη λόγια γλώσσα, λέγεται αποσβεστήρας κραδασμών.

  1. Νταξναούμ, τα πολλά τα φράγκα η γριά τάφησε στο Σύλλογο Προστασίας Απόρων Κορασίδων «Η Παρθενοπιπίτσα» και ξύσ' τ' αρχίδια σου με τον γκασμά αλλά πιάσαμε κι εμείς το αμορτί... τη γκαρσονιέρα στην Τούμπα την είχε γράψει στη Μαιρούλα...

  2. – Κι έχει πάει 90+1 και κρατάει το 1-0 η Χετάφε μέσα στο Μπερναμπέου και λέω, αγόρι μου, πάμε ταμείο και από το τίποτα γίνεται μια φάση κουλή και... αυτογκόλ...
    – Και πήγε στον κουβά η ιστορία;
    – Όχι ακριβώς... γιατί είχα σμπρώξει και δέκα γιούρια στο Χ... αλλά, τι τα θες, μια ζωή αμορτί... που θα πάει, όμως... θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει κι ο φτωχός...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή «παίρνω αμπάριζα και βγαίνω».

Συχνότατα χρησιμοποιείται και σε παρελθόντα χρόνο, σαν «πήρα αμπάριζα», «πήρε αμπάριζα».

Η λέξη αμπάριζα είναι Αλβανικής προελεύσεως και σημαίνει ή «ορμητήριο» ή «φωτιά», δεν γνωρίζω ακριβώς.

Η δε φράση προέρχεται από την «αμπάριζα», ένα παλιό αγορίστικο παιδικό παιχνίδι ανοιχτού χώρου, που παιζόταν από δύο ομάδες:

Ένας παίκτης της μιας ομάδας έβγαινε από την αμπάριζά του και πλησίαζε την αντίπαλη αμπάριζα προκαλώντας και κοροϊδεύοντας τους παίκτες της. Τότε κάποιος αναλάμβανε να τον κυνηγήσει και ο πρώτος παίκτης υποχωρούσε προς το στρατόπεδό του, ώστε να ακουμπήσει την αμπάριζά του για να ανανεώσει την «φωτιά» και να είναι δυνατότερος από τον καταδιώκοντα. Ή, μπορούσε ένας άλλος παίκτης να «βγει» από την αμπάριζα για να καταδιώξει τον επελαύνοντα αντίπαλο. Όποιος δηλαδή «έβγαινε» τελευταίος από την αμπάριζα, ήταν πιο δυνατός. Και γι' αυτό το φώναζαν: «παίρνω αμπάριζα και βγαίνω». Δηλαδή; δεν υπολογίζω κανέναν και ορμάω μέσα σ' όλα.

Μέχρι φυσικά ν' ακουγόταν ένα νεότερο «παίρνω αμπάριζα και βγαίνω».

-Τί γίνεται, θα τα καταφέρεις με τους χτίστες;
-Βρε παίρνω αμπάριζα και ζήτω που χεστήκανε!

===

-Τα έβγαλε πέρα ο Γιώργος με τους συγγενείς του; -Ρε πήρε αμπάριζα σου λέω και δεν ξέρανε που να κρυφτούνε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Κόλπο», δόλιο τέχνασμα, τερτίπι, βρομοδουλειά, κατεργαριά, απατεωνιά, μπαμπεσιά, μπαγαποντιά, παπατζιλίκι, παραπλάνηση, εξαπάτηση, ανέντιμη ή παράνομη δραστηριότητα για προσπορισμό κέρδους, αισχροκέρδεια, «εκμετάλλευση», νοθεία, «μαγείρεμα» με την κακή την έννοια (λογαριασμών, αποτελεσμάτων κ.λπ.), «μηχανή».

(Bαθιά ανάσα - συνεχίζουμε:).

Αναφέρεται κυρίως σε οικονομικές δραστηριότητες, παίζει όμως και σε ποδοσφαιρικά γήπεδα με την μορφή του τεχνάσματος παραπλάνησης του αντιπάλου και του διαιτητή ενδεχομένως, αν είναι πολύ πετυχημένη (π.χ. πάει ο άλλος να βαρέσει το φάουλ και πηδάει πάνω από την μπαλίτσα χωρίς να την αγγίξει και σκάει από το πουθενά ο δεύτερος που το βαράει κανονικά και τους αφήνει όλους κάγκελα, γιατί δεν το περιμένανε δεν τον περιμένανε α- α, γκολ).

«Κομπιναδόρος» είναι αυτός που κάνει την κομπίνα. «e-κομπίνα» είναι η κομπίνα που γίνεται με ηλεκτρονικά μέσα, μέσω διαδικτύου κ.λπ. «Κομπίνα από μέσα» (το λεγόμενον inside job) είναι μια κομπίνα με συνεργασία ανθρώπων του περιβάλλοντος του θύματος.

Ο όρος «κομπινεζόν» χλωμό να έχει ετυμολογική σχέση, αλλά πάλι δεν είναι να παίρνει και όρκο κανείς (μεταγενέστερη διόρθωση: έχει, έχει σχέση, το λέει ο χάνκυ στα σχόλια, το κομπινεζόν είναι βρακί και σουτιέν μαζί και αυτό από μόνο του είναι μια κομπίνα ως συνδυασμός). Σίγουρα έχει εννοιολογική σχέση όταν το κομπινεζόν κρύβει την κοιλάρα ή το πεσμένο βυζί εντέχνως, όσο να 'ναι είναι κι αυτό μια κομπίνα, αλλά είναι θεμιτή γιατί στον πόλεμο και στον έρωτα όλα επιτρέπονται.

Ο όρος κομπίνα εμφανίζεται και στην τέχνη, εφόσον άσμα ηρωικό και πένθιμο του Γιώργου Ζαμπέτα φέρει στίχο «Ελληνας χωρίς κομπίνα, πεθαμένος από την πείνα» κι αυτό αν το καλοσκεφτεί κανείς είναι πολύ τραγικό για την φυλή μας, αφού δείχνει πόσο κομπιναδόροι είμαστε. Και καλά να είσαι εσύ αυτό που τα τρως από τους άλλους - αν είσαι αυτός που στα τρώνε έχουμε θέμα. Έχουμε θύμα. Έχουμε πίκρα.

Από σχόλιο της ιρονίκ (16/6) εδώ:
Με την έκφραση αυτή κορόιδευε ο Κλυν αυτούς που το παίζανε ακόμα λαντέρνα φτώχεια και φιλότιμο ενώ ήταν πια μεσ' στην κομπίνα και απολαμβάνανε ακριβά υλικά αγαθά και γενικά έναν τρόπο ζωής που σαφώς δεν ανήκε στα λαϊκά πρότυπα που πρέσβευε, υποτίθεται, το πασοκ.

Από το μπλογκσυσλαγκιστή:
Αν θέλουν λιγότερη αθλιότητα στο χρηματιστήριο [...] Να βάλουν επιτέλους στην φυλακή τους υπεύθυνους της μεγάλης κομπίνας. Κι άμα δεν τους χωράνε οι φυλακές να σκοτώσουν και μερικούς από αυτούς τους ξεκωλιάρηδες.

Από το e-αρχείο της εφημερίδος:
«Το κάνουμε πάντα στην προπόνηση. Είναι κομπίνα!» έλεγε μετά το παιχνίδι ο Λουτσιάνο για να δικαιολογήσει το διαιτητή, αλλά στην ουσία προκάλεσε τη νοημοσύνη μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified