Φράση ταβλαδόρικη, που γεμίζει το στόμα (λόγω των πολλών άλφα) και ευφραίνει την καρδία του ατόμου που την σπικάρει. Διότι η φράση λέγεται με στόμφο, αργά και δυνατά, για να την ακούσουν πρωτίστως οι γύρω, ώστε να γυρίσουν και να κοιτάξουν με οίκτο τον σαραβαλιασμένο (την συγκεκριμένη στιγμή) αντίπαλό μας.

Βεβαίως και αποτελεί ένα όπλο ψυχολογικού (και άρα έξυπνου) πολέμου, στον στίβο του εθνικού σπορ της ανατολής, του ταβλιού. Η έκφραση αποκτάει τεράστιο ειδικό βάρος, διότι ουσιαστικά μειώνουμε την ικανότητα του αντιπάλου (έλλην κι αυτός). Και ως γνωστόν, όλοι οι ελληνάρες, εκτός του ότι είμαστε οι καλύτεροι οδηγοί του κόσμου, παίζουμε και το καλύτερο τάβλι στην περιοχή μας!! Οπότε, καταλαβαίνετε το μέγεθος της προσβολής, που ενέχει η παραπάνω φράση.

Η φράση λέγεται στις εξής δύο περιπτώσεις:

Περίπτωσις υπ. αριθμ. 1 (απλή ηδονή)
Αφότου έχουμε κερδίσει το προηγούμενο παιχνίδι, εννοείται ότι ξεκινάμε πρώτοι στο ζάρι στο επόμενο. Καμιά φορά, έτσι όπως μηχανικά στήνουμε τα πούλια για το επόμενο, ο αντίπαλος ασυναίσθητα πιάνει τα ζάρια... Μέγα λάθος του. Εκεί αναφωνούμε: «εεεεε, άστα κάτω, τα ζάρια στον μάστορα!», δίνοντάς του να καταλάβει ότι παίζουμε πρώτοι, διότι κερδίσαμε το προηγούμενο παιχνίδι, όπερ σημαίνει ότι είμαστε μάστορες της τέχνης του ταβλιού.

Περίπτωσις υπ. αριθμ. 2 (κάβλα)
Αυτή η περίπτωση αφορά στις πόρτες αποκλειστικά. Έχουμε χτυπήσει πούλι του αντιπάλου και ταυτοχρόνως κάνουμε εξάπορτο στην μικρή μας περιοχή. Ως αποτέλεσμα, εξασφαλίζουμε κατά 95% την επιτυχή για εμάς έκβαση του αγώνος, και επίσης ο αντίπαλος δεν αγγίζει τα ζάρια (διότι δεν έχει νόημα να παίξει, αφού έχουμε εξάπορτο), μέχρι εμείς να του ανοίξουμε μία πόρτα (αφότου έχουμε καθαρίσει αρκετά πούλια). Με το που γίνεται το εξάπορτο, φωνασκούμε με στόμφο... «τα ζάρια στον μάστορα!»...

Κώστας: - Με πεντάρες, σου κλείνω το σπίτι...
Γιάννης: - Παίζε ρε και ασ' τα λόγια...
Κώστας: - Πεντάρες;;;;;;; Και κλεισθέντος του λίθου υπό των ιουδαίων (σ.ς. κάνει το εξάπορτο), και τα ζάρια στον μάστορα, για να μαθαίνεις Γιαννάκη, ποιος είναι ο μάστορας!
Γιάννης: - Μάστορας είναι της κατσίκας ο κώλος που τις κάνει στρογγυλές ρε ξεκωλιάρη. Που σε έχει γαμήσει ολόκληρη η τρίτη οικουμενική σύνοδος, μαζί κι ο πάπας που την παρακολουθούσε, και όλα τα παπαδάκια. Κώστας: - Νευράκια, νευράκια;;;;;;

(πραγματικός διάλογος)

(από electron, 01/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Επίθετο)

Φιλική επευφημία, ευρέως αναφερόμενη εντός νωχελικών παρεών επιδιδόμενων εις το αρχαιότατον πάρεργον «τάβλι», που αναφέρεται όταν στον έναν εκ των παιχτών έχει ανοίξει ο κώλος και τους έχει πάρει όλους σερί...

Χρησιμοποιείται επειδή συνδέει το τάβλι με την επευφημία καυλιάρης.

1.- Μαλάκα, τους γάμησα σήμερα στο τάβλι, πέντε διπλά τους έφερα...
- Αϊτός ο ταβλιάρης...

  1. - Εξάρες!!! Σε γάμησα φίλε μου...
    - Γεια σου ρε Μήτσο ταβλιάρη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστικά ο ταβλαδόρος. Συναντάται και ως «ταβλαδόρ» (εκ του «ματαδόρ» = ταυροπνίχτης ισπανιστί).

Δεισιδαίμων, σκαιός μπινελικωτής της μοίρας, αναλόγως στο ζάρι άλλοτε Καζαντζίδης κι άλλοτε Κοντορσέ (πεφωτισμένος εγκυκλοπαιδιστής που παίρνει σβάρνα τις πολυκατοικίες), μακιαβελικώς σκώπτει νικητής και εκλογικεύει ηττημένος, μανιώδης τζογαδόρος που ξέρει ότι στο τάβλι δεν έχει αργυρό μετάλλιο, κάποτε έφθασε μέχρι και μανσέτες λογιστού να φορεί στα καφενεία, για να μην φθείρεται το σακάκι του απ' το πολύ παιχνίδι!

Ο ταβλομάχος, εκτός του ότι πρέπει να ευχαριστιέται το παιχνίδι τόσον αυτός όσο και ο αντίπαλός του, δεν κλέβει (παρ’ ότι ξέρει ταχυδακτυλουργίες π.χ. παίζοντας ανάποδα), δεν τσιμπάει ζάρι και παίζει τους συνδυασμούς ζαριών και τους κανόνες στα δάχτυλα (π.χ. στο φεύγα. όταν ο άλλος δεν έχει να παίξει τίποτα. του ανοίγεις έστω και ένα μες στο σπίτι σου), έχει κρυστάλλινη αντίληψη του χώρου και να κάνει σοφά υπολογισμένες σε βάθος χρόνου κινήσεις (calculated risks), οφείλει να γνωρίζει και τα εις απανταχού την επικράτεια καλοπροαίρετα σκώμματα μεταξύ παικτών (βλ. καλά του' κανες, ξέρεις εσύ, με ασσόδυο κανείς δε γάμησε κλπ), της απαραίτητης (αλλιώς παίξε σκάκι) δεισιδαιμονίας των μανιωδών παικτών (π.χ. σπάσ' τα και ξαναρίχ' τα κ.α.), τους ηθικούς κανόνες (π.χ. μόνον ΜΙΑ φορά δικαιούσαι να κόψεις ζαριά), καθώς και το ειδικό γλωσσάρι για τα αριθμητικά π.χ. ασσέοι πολλοί (άσσοι), τριήρεις (τριάρες), πένθιμες (πεντάρες), εξαιρετικές (εξάρες), εξάπαντος (έξι-πέντε), άνοιξε το τριώδιο ή το πονηρόν και το ακάθαρτον (τρία-δυο), ντορτελίνια (ντόρτια), δίπλες (διπλές), τετράδιο (τέσσερα-δυο), πενήντα-τέσσερα (πέντε-τέσσερα), παιδί (πέντε-δυο) κτλ.

Αφού λοιπόν πληροί όλες τις προϋποθέσεις του Pantagruel, τότε μπορεί να αυτοσχεδιάσει!

Τέλος, παρ’ ότι γνωρίζει τα Κομφουκιανά ζεύγη ρητών:
- Αν νικήθηκες από καλύτερό σου γιατί διαμαρτύρεσαι;
- Αν νικήθηκες από χειρότερό σου γιατί διαμαρτύρεσαι;
Και
- Αν νίκησες καλύτερό σου γιατί θριαμβολογείς; - Αν νίκησες χειρότερό σου γιατί θριαμβολογείς;
δεν ξέρει να χάνει, τσαντίζεται, βρίζει και τραβάει τα μαλλιά του όταν χάνει, ή πλέει σε πελάγη ευτυχίας και κομπορρημοσύνης όταν κερδίζει, και παρουσιάζει την ασθένεια της επιλεκτικής μνήμης, σχετικά με παλαιότερους θριάμβους ή ήττες του: στη νίκη έχει τη μνήμη του ελέφαντα, στην ήττα του ψαριού.

Διότι έτσι είναι. Διότι έτσι πρέπει.

- Σε πειράζει να παίξω ένα στα γρήγορα με το Σπύρο;
- Εμένα τι να με πειράξει; Μόνο τα φασόλια κρύα… Εσένα θα σου πάρει τα σώβρακα. Μέγας ταβλομάχος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τέντζερης (<τουρκικό tencere), όταν δεν βρίσκει το καπάκι, αποτελεί μια χαριτωμενιά της ταβλο-σλανγκ που επιτελεί παρόμοια λειτουργία με τον χατζηπετρή, υποκαθιστώντας το «τέσσερις». Δηλαδή όταν κάποιος πετυχαίνει διπλή ζαριά, λέει «μία (πρώτο πούλι), δύο (δεύτερο), τρεις (τρίτο)» και μετά «τέντζερης» αντί για τέσσερις, σαν να ήταν από την μαρτυριάρικη μεγαλόνησο. Πάντως όσο και να το κάνεις, ο τέντζερης είναι λιγότερο θριαμβευτικός από τον χατζηπετρή.

Άλλο συνώνυμο: μία- δύο- τρεις- να τις φας και να πρηστείς.

Πάσα: Ντίνος

Μία (κλαπ) δύο (κλαπ) τρεις (κλαπ) τέντζερης (κλαπ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

.

Το τέσσερα-δύο στο τάβλι, προφανές λογοπαίγνιο με το τετράδιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνική (κυρίως) περιγραφή στην κατάσταση που έχει περιέλθει ο αντίπαλος στο τάβλι.

Χρησιμοποιείται όταν ο αντίπαλος φέρνει διπλές που αφενός men έχει τα τις παίξει μόλις και με τα βίας, αφετέρου the καταστρέφεται όλη του η στρατηγική στο ταβλικό πεδίο μάχης.

- Τριάρες...
- Τις έχεις!
- %$#^%$#

(από Fotis Nitsiopoulos, 10/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λένε τα ντόρτια (τεσσάρες) στο τάβλι, οι παλιοί Κυπραίοι μάστορες του αρχαιότερου ίσως παιχνιδιού στον κόσμο.

Ούτως ή άλλως τα ντόρτια είναι τούρκικη λέξη, από το dört (= τέσσερα). Ντόρτια και τούρκοι ομοιάζουν ωστόσο και ηχητικά, ιδίως στην κυπριακή διάλεκτο με το βαρύ αξάν, όπου το τούρκοι προφέρεται τούρchοι.

Τέλος, με την προσωποποίηση της ζαριάς στον μεγαλύτερο μπαμπούλα του κυπριακού ελληνισμού, υποδηλώνεται η αξία της και ο καθοριστικός της ρόλος στη μετέπειτα εξέλιξη του παιχνιδιού. Ο φέρων τούρκους -όπως ο φέρων οιαδήποτε «μεγάλη» διπλή (πεντάρες, εξάρες)- απολαμβάνει την κωλοφαρδία του, προτιθέμενος να γαμήσει μανούλες και να στείλει τον αντίπαλο ταβλαδόρο για τσαγάκι. Ένα ευφυέστατο λογοπαίγνιο από ανθρώπες που έμαθαν χρόνια να ζουν με ένα τεράστιο οθωμανικό κωλοδάχτυλο απέναντί τους, έχοντας εν πολλοίς αναπτύξει μια θυμοσοφική και αυτοσαρκαστική στάση. Και στην Ελλάδα βέβαια οι σλανγκικές χρήσεις του Τούρκου κάνουν θραύση, βοηθούμενες και από την απόσταση ασφαλείας, που μας κάνει εν πολλοίς να ταυτίζουμε τους γείτονες μονάχα με κάποιες παραβιάσεις εναερίου χώρου στα δελτία των οχτώμιση... Εκεί κάτω όμως, στην Πράσινη Γραμμή, ο τούρκος είναι μια καθημερινή αμείλικτη πραγματικότητα. Ο αντίπαλος πρέπει να γελοιοποιηθεί και να αντιμετωπιστεί πρωτίστως στον τομέα της ψυχολογίας. Κάποιοι αυτό το λένε ρατσισμό, άλλοι το λένε ένστικτο επιβίωσης.

Και επί τη ευκαιρία να προσθέσουμε πως οι επιδόσεις στο τάβλι αποτελούν πηγή υπερηφάνειας και ανάτασης, όχι μόνο για μεμονωμένα άτομα (μάστορες), αλλά και για ολόκληρες περιοχές, οι οποίες διεκδικούν για λογαριασμό τους τον τίτλο της ταβλομητέρας, που βγάζει τους καλύτερους ταβλαδόρους. Αγαπημένος ελληνικός τοπικισμός. Προσωπικά έχω ακούσει από Έλληνες της Αιγύπτου (αιγυπτιώτες) να παινεύονται πως είναι οι καλύτεροι, όντας προφάνουσλυ εγγύτεροι εις την εξ ανατολών αρχαία ταβλική παράδοση. Για την ταβλοσύνη τους κομπάζουν επίσης συχνά οι διάφοροι πρίγκιπες της Δυτικής Όχθης (δυτικά προάστια της Αθήνας), που είναι μόρτες και λαϊκά και ντόμπρα και ξηγημένα παλικάρια κι αδικημένα απ' την πουτάνα την κενωνία. Εδώ κάπου το κόβουμε, μιας και υπεισέρχονται ευρύτερα ταξικά-κοινωνικά θέματα που δεν είναι της παρούσης.

- Τούρchοι!
- Μα πάλε;! Εν η τρίτη διπλή πω ην ώραν που αρκέψαμε! Ή περιπαίζεις μας ή εchοιμούσουν με τον Αράπη ψες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Οι μικρές νιφάδες χιονιού. Κατά τον πασαδόρο Γκάτσμαν η έκφραση χρησιμοποιείται στις περιοχές Νάουσας και Έδεσσας.

  2. Ο βλάκας. Την ίδια σημασία έχει και το κουρκούτι.

  3. Τα απλωμένα και γι' αυτό επισφαλή πούλια σε παίγνια του ταβλιού.

  4. Στην πανεπιστημιακή ιδιόλεκτο, είναι οι φωτοτυπίες, δελτία και βιβλία που απλώνει ο φοιτητής, όταν γράφει εργασία.

  5. Η έκφραση τον απλώνει τον τραχανά είναι ένα από τα πολλά συνώνυμα του την τρίζει την όπισθεν.

  1. - Χιονίζει σ΄ εσάς; - Ε, λίγο τραχανά τον ρίχνει...
    - Σ' εμάς ρίχνει παπάδες! Μιλάμε για ΤΟ τσόκρυο!

  2. Όταν ένας Έλληνας τραχανάς αντί να αυνανίζεται δημιουργεί video στο YouTube έρχεται ένας άλλος βαλκάνιος τραχανάς και του απαντάει με τη δική του μαλακία. (Οι τραχανάδες των Βαλκανίων).

  3. Με τον τραχανά που έχεις απλωμένο, θα σε πλακώσει.

  4. Δεν σε καλώ σπίτι γιατί έχω απλώσει τραχανά για το ΠουΤσουΝτού.

  5. ΘΕΟΣ ΟΠΩΣ ΠΑΝΤΑ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΩ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ ΟΤΙ ΤΟΝ ΑΠΛΩΝΕΙ ΤΟΝ ΤΡΑΧΑΝΑ ;;;;;;; ΩΧ ΔΕΝ ΧΟΡΤΕΝΩ ΝΑ ΤΟΝ ΒΛΕΠΩ!!!!! (Εδώ).

(από daisy_mantroskylos, 10/03/11)(από daisy_mantroskylos, 10/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο τάβλι, τα τριάρια: διπλό ζάρι με αριθμό 3 Χ 4 φορές παίξιμο.

- Τώρα θα φέρω τις τριήρεις μου και θα στενάξεις!
- Σπάστα και ξαναρίχτα...

(από GATZMAN, 28/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι τριάρες, η ζαριά τρία-τρία στο τάβλι και αλλού.

Τριήρης! Μία-δύο (κλαπ κλαπ), τρεις (κλαπ), κι ο χατζηπετρής!

(από Khan, 31/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified